Αριθμός 599/2023

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Χριστοδούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρία Κουβίδου – Εισηγήτρια, Βασίλειο Μαχαίρα Αικατερίνη Κρυσταλλίδου και Μαρία Βάρκα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Νοεμβρίου 2022, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Αναστασίας Μουζάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευθυμίας Καλογεροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Ι. Φ. του Δ., κατοίκου …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Φαρμάκη, για αναίρεση της υπ’αριθ. 327/2021 και 11/2022 αποφάσεως του Μ.Ο.Ε. Θεσσαλονίκης. Με υποστηρίζοντες την κατηγορία τους: 1. Σ. Β. του Γ. και 2.Α. Σ. του Ι., κατοίκων…, οι οποίοι παραστάθηκαν ως νόμιμοι αντιπρόσωποι του ανηλίκου τέκνου τους Γ. Β. και εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Δέσποινα Σιταρίδου.
Το Μ.Ο.Ε. Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Ιουλίου 2022 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία ασκήθηκε με δήλωση ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης….., έλαβε αριθμό 4/2022 και η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 749/22.
Αφού άκουσε Ι)Την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτός ο 1ος λόγος αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, ως προς τον ως άνω λόγο, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως και να απορριφθεί κατά τα λοιπά η αίτηση. Και
ΙΙ)Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση 4/13-7-2022 αίτηση του Ι. Φ. του Δ. για αναίρεση της 327/2021,11/2022 καταδικαστικής απόφασης του δικάσαντος σε δεύτερο βαθμό Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, ασκήθηκε νομότυπα, εμπρόθεσμα και είναι παραδεκτή.
Συνεπώς, πρέπει, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων.
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 337 παρ. 1 ,2 του ισχύοντος από 1-7-2019 Π.Κ., περί προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, οι οποίες εφαρμόστηκαν στην προκείμενη περίπτωση, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ, ως περιέχουσες ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις ως προς το ύψος της απειλούμενης ποινής, “1. Όποιος με χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, με προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις, με γενετήσιες πράξεις που τελούνται ενώπιον άλλου ή με επίδειξη των γεννητικών του οργάνων, προσβάλλει βάναυσα την τιμή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση. 2. Με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή τιμωρείται η πράξη της προηγούμενης παραγράφου, αν ο παθών είναι νεώτερος των δώδεκα (12) ετών”. Τα έγκλημα αυτό, που έχει ως σκοπό την προστασία του έννομου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας, είναι υπαλλακτικά μικτό και μπορεί να τελεστεί με τους τρόπους που ορίζονται στη διάταξη. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας με τους δύο πρώτους από τους άνω τρόπους, που ενδιαφέρουν στην προκείμενη περίπτωση, απαιτείται να λάβουν χώρα χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις, οι οποίες προσβάλλουν κατά τρόπο βάναυσο την αξιοπρέπεια του άλλου στη σφαίρα της γενετήσιας ζωής. Ως “γενετήσια πράξη” εννοείται η συνουσία και άλλες πράξεις με την ίδια βαρύτητα από πλευράς προσβολής του έννομου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας, μεταξύ των οποίων και αυτή της παρά φύση συνεύρεσης. Ως “χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα” εννοούνται πράξεις ήσσονος βαρύτητας, που δεν φθάνουν στο σημείο της γενετήσιας πράξης, αλλά πάντως τελούνται με σωματική επαφή, όπως χειρονομίες ή θωπείες ή ψαύσεις του σώματος του παθόντος, ενώ ως “προτάσεις” η προτροπή προς το θύμα, που μπορεί να γίνει ρητά ή με χειρονομίες, που πρέπει να αφορούν σε γενετήσιες πράξεις και δεν προϋποθέτουν σωματική επαφή. Τέλος, πράξη γενετήσιου χαρακτήρα είναι συμπεριφορές ή χειρονομίες, οι οποίες κατά την κοινή αντίληψη υπαινίσσονται ή καταδεικνύουν ή παρωθούν σε γενετήσιες πράξεις. Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του άνω εγκλήματος απαιτείται δόλος, συνιστάμενος στη γνώση και τη θέληση πραγμάτωσης των στοιχείων της πράξης (ΑΠ 999/2022, ΑΠ 101/2021, ΑΠ 930/2020, Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4619/2019 για τη διάταξη του άρθρου 337 ΠΚ). Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, ως λόγος αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ Κ.Ποιν.Δ, υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδει σ’ αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που έχει στην πραγματικότητα, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής, που εμπίπτει στον ίδιο αναιρετικό λόγο, υπάρχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή, όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόστηκε, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ. ΑΠ 1/2020, ΑΠ 782/2022, ΑΠ 221/2022). Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, της προσβαλλόμενης απόφασης 327/ 2021, 11/2022 του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, που την εξέδωσε δικάζοντας σε δεύτερο βαθμό, για να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση, δέχθηκε στο σκεπτικό της, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, τα εξής, κατά πιστή αντιγραφή: “…..από την ανωμοτί κατάθεση των παρισταμένων για την υποστήριξη της κατηγορίας, των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης στο ακροατήριο, που περιέχονται στα ενσωματωμένα στην παρούσα απόφαση πρακτικά της δημόσιας συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο και καταχωρήθηκαν στα ίδια πρακτικά, την επισκόπηση των φωτογραφιών, καθώς και την με αρ. πρωτ. … έκθεση προκαταρκτικής ψυχολογικής πραγματογνωμοσύνης επί του Δ. Φ., την με αρ. πρωτ. … έκθεση προκαταρκτικής ψυχολογικής πραγματογνωμοσύνης επί της Ι. Φ., την με αριθμ.πρωτ…. έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, την από 5-1-2018 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ΑΠΘ, την από 19-5-2017 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΓΝ Π, την από 15-5-2017 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΓΝ Π και την με αρ. πρωτ. … έκθεση προκαταρκτικής ψυχολογικής πραγματογνωμοσύνης επί του Γ. Β., σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου και γενικά από όλη τη συζήτηση της υπόθεσης (και από την αξιολογική εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το άρθρο 177 παρ. 1 ΚΠΔ αρχή της ηθικής αποδείξεως,) αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Ο Γ. Β., ανήλικο τέκνο των Σ. Β. και Α. Σ., γεννήθηκε στις 19.10.2007 και ήταν συμμαθητής και φίλος με τον Δ. Φ., ανήλικο γιο του κατηγορουμένου, αμφότεροι δε ήταν μαθητές του 2ου δημοτικού σχολείου Πεύκων Θεσσαλονίκης. Επίσης, αποδείχθηκε ότι ήταν και συναθλητές, καθώς απασχολούνταν στην ακαδημία ποδοσφαίρου του συλλόγου “Πρωταθλητές”, της περιοχής των Πεύκων. Τις απογευματινές ώρες της 14.9.2016 οι δύο ανήλικοι συναντήθηκαν συνοδευόμενοι από τον πατέρα του έκαστος, ήτοι τον κατηγορούμενο και το Σ. Β., στο γήπεδο του κολεγίου “Δελασάλ” (De La Salie) στα Πεύκα Θεσσαλονίκης, όπου θα υποβάλλονταν στις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις για τη συμμετοχή τους στην ομάδα. Μετά το πέρας των εξετάσεων ο κατηγορούμενος παρέμεινε στον χώρο, στο καφέ “Coffee club”, έχοντας μαζί του τον γιό του Δ., καθώς και τον ανήλικο Γ. Β., τον οποίο, ο πατέρας του Σ. Β., ο οποίος έπρεπε να αναχωρήσει, είχε αφήσει υπό την επίβλεψη του κατηγορουμένου, δεδομένης της γνωριμίας τους και των σχέσεων εμπιστοσύνης των δύο οικογενειών, θ’ αναλάμβανε δε, τον γιο του ο Σ. Β., κατά την επιστροφή του στον παιδότοπο. Ενώ παρέμειναν στον άνω χώρο, ο κατηγορούμενος με τα δύο ανήλικα παιδιά, αυτά άρχισαν να παίζουν στον άνω παιδότοπο, κατά την διάρκεια δε του παιχνιδιού τους, ο Δ. Φ. έπεσε από την κούνια και τραυματίστηκε ελαφρά, οπότε αμφότεροι οι ανήλικοι σταμάτησαν το παιχνίδι και κάθησαν στο τραπέζι όπου καθόταν ο κατηγορούμενος. Εκεί, σε συζήτηση που ανοίχθηκε σχετικά με ζητήματα ποδοσφαίρου, μεταξύ αυτού και των ανηλίκων, και σε αναφορά με το θέμα των κοιλιακών των ποδοσφαιριστών, ο Γ. Β. ρώτησε τον κατηγορούμενο εάν είχε και ο ίδιος κοιλιακούς, οπότε αυτός αστειευόμενος απάντησε “εγώ έχω έναν και καλό”, υπονοώντας ασφαλώς ότι η κοιλιά του κάθε άλλο παρά γυμνασμένη ήταν. Ταυτόχρονα σήκωσε τη μπλούζα του επιδεικνύοντάς την στα ανήλικα, οπότε δημιουργήθηκε στον Γ. Β. η απορία γιατί ο πατέρας του φίλου του δεν φορούσε φανέλα. Μόλις ο Δ. Φ. άκουσε την ερώτηση αυτή, είπε στο φίλο του ότι ο πατέρας του, όχι μόνο δεν φοράει φανέλα, αλλά “δεν φοράει ούτε βρακί”. Τότε ο ανήλικος Γ. Β., έκπληκτος από την πιθανότητα αυτή, θέλοντας να διαπιστώσει αν πράγματι ισχύει αυτό που είπε ο φίλος του, ζήτησε και ο κατηγορούμενος κατέβασε λίγο το παντελόνι του στο πλάι, επιδεικνύοντας σ’ αυτόν του λόγου του αληθές, ότι δηλαδή “δεν φορούσε βρακί”, έτσι ώστε ο ανήλικος μπορούσε να διακρίνει μικρό μέρος των οπισθίων του κατηγορουμένου. Στη συνέχεια, οι τρεις τους μετέβησαν στον χώρο της τουαλέτας του καφέ, όπου ο κατηγορούμενος κατέβασε το παντελόνι του επιδεικνύοντας τα οπίσθια του στα ανήλικα, χάριν αστεϊσμού, ενώ τους παρότρυνε να κάνουν κι αυτοί το ίδιο, κάτι το οποίο τελικά δεν συνέβη διότι οι ανήλικοι αρνήθηκαν. Τον ανήλικο Γ. Β., επέστρεψε τελικά στην οικία του ο κατηγορούμενος, και τον παρέδωσε στην μητέρα του, Α. Σ., η οποία διαπίστωσε εριστική στάση και αντιδραστικές κινήσεις του γιού της, καθώς αυτός αρνήθηκε την βοήθεια αυτής να κάνει μπάνιο, και της είπε ότι δεν ήθελε να κοιμηθεί την συνηθισμένη ώρα (21.00) σαν να ήταν “γυναικούλα”, επικαλούμενος τους ισχυρισμούς του γιού του κατηγορουμένου και φίλου του, Δ., ότι κοιμόταν μετά τα μεσάνυχτα. Η μητέρα του ανηλίκου Γ. ανησύχησε από την συμπεριφορά αυτή, κι επιδιώκοντας να ερευνήσει την αιτία της, του ανέφερε, διαπιστώνοντας ότι ο ανήλικος ήθελε να υιοθετήσει τις διαφορετικές συνήθειες του γιού του κατηγορουμένου, ότι μάλλον δεν ταιριάζει με τον Δημήτρη, περιστατικό στο οποίο συναίνεσε ο ανήλικος Γ., και μετά το οποίο της εξιστόρησε την προαναφερθείσα αξιόποινη εις βάρος του πράξη, ήτοι ότι κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο ο κατηγορούμενος οδήγησε αυτόν και τον γιό του Δ. Φ., στην τουαλέτα των εγκαταστάσεων της προαναφερθείσης καφετέριας, αστειευόμενος για το γεγονός ότι δε φορούσε εσώρουχο κάτω από το παντελόνι του, κατέβασε το παντελόνι του και επέδειξε στους ανωτέρω ανήλικους τα οπίσθιά του, ενώ, επιπλέον προέτρεψε αυτούς να κατεβάσουν και αυτοί τα εσώρουχά τους, πλην όμως οι ανήλικοι αρνήθηκαν. Τα ανωτέρω διαδραματισθέντα σαφώς διαλαμβάνονται στην από 15-9-2016 ανώμοτη έκθεση εξέτασης του ανηλίκου Γ. Β., κατά το στάδιο της αυτεπάγγελτης αστυνομικής προανάκρισης κατά την οποία ανέφερε : “Ο μπαμπάς του Δ. μας είπε “ελάτε, ελάτε, ελάτε θα σας δείξω θα σας πάω κάπου” και μας πήγε στις τουαλέτες του παιδότοπου… και εκείνος [κατηγορούμενος] μου είπε ότι δεν φοράει βρακί και κατέβασε το παντελόνι του μέχρι τα γόνατα και γύρισε και είδα τον κώλο του και γελούσαμε. Μετά μας είπε” θέλετε να κατεβάσετε και εσείς τα παντελόνια σας. Να παίξουμε πουλομαχίες. Εγώ και ο Δ. του είπαμε όχι και μετά τα ανέβασε τα παντελόνια του ο κύριος Γ.”, ιδίου δε περιεχομένου, χωρίς παραλλαγές κι επιφυλάξεις είναι κι όσα αντιστοίχως ανέφερε ο ανήλικος στους γονείς του, όπως προκύπτει από τις μαρτυρικές καταθέσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατέθεσε δε τούτα αυτός αυθόρμητα και χωρίς να είναι επηρεασμένος από οποιονδήποτε παράγοντα, κρίση την οποία ενισχύει και η κατηγορηματική κατάθεση του Η. Π., ψυχοθεραπευτή στον οποίο ανέθεσαν οι γονείς του ανηλίκου να διερευνήσει την τυχόν επίπτωση στην ψυχική του υγεία της συμπεριφοράς του κατηγορουμένου, ο οποίος ρητά ανέφερε εξεταζόμενος στο ακροατήριο ότι “αυτός [ανήλικος] δεν είναι μυθομανής”. Οι γονείς του ανηλίκου Γ., χωρίς να διατηρούν καμμία αμφιβολία για τα αναφερθέντα απ’αυτόν, έσπευσαν να το καταγγείλουν στην αστυνομία Δεν αναιρούνται δε τα ανωτέρω αποδειχθέντα για την συμπεριφορά του ανηλίκου από αντίθετο αποδεικτικό στοιχείο. Ειδικότερα δε, δεν αναιρείται η κρίση του Δικαστηρίου, από το γεγονός ότι ο ανήλικος Δ. Φ. στην αϊτό 15-9-2015 ανώμοτη εξέτασή του αναφέρει ότι ο πατέρας του δεν επισκέφθηκε την τουαλέτα κατά τον άνω κρίσιμο χρόνο υπολαμβάνοντας επομένως ότι δεν συνυπήρξε εκεί μ’ αυτόν και τον ανήλικο Γ. Β., αποφεύγοντας, έτσι, εύλογα, φοβούμενος για τις συνέπειες εις βάρος του πατέρα του- κατηγορουμένου, να περιγράψει την ανωτέρω συμπεριφορά του, καθώς είναι προφανές ότι αντιλαμβάνεται την απαξία της, (βλ. την από 19-5-2017 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΓΝΘ, σύμφωνα με την οποία το νοητικό δυναμικό του ανηλίκου εκτιμάται στα φυσιολογικά όρια), η αντίληψή του δε αυτή, συνάγεται κι από άλλο σημείο της καταθέσεώς του αυτής, ότι δηλ. είχε “θυμώσει και του είπε (του πατέρα του) ότι δεν τον αγαπάει”, όταν αντιμετώπισε άλλη αποκλίνουσα συμπεριφορά του, και ειδικότερα το ότι αυτός (πατέρας του) “κατεβάζει πολλές φορές το παντελόνι του και βγάζει το λιλί του και το έξυνε”. Πάντως, από την ως άνω, από 15-9-2016 εξέτασή του, και δη από το σημείο που αναφέρει ο ανήλικος Δ.: “…εκεί που πίναμε καφέ…δεν ήταν κανένας άλλος δίπλα μου γιατί ήταν άδειο, επειδή ήταν αργά, δέκα το βράδυ..”, προκύπτει ότι λόγω της ώρας δεν υπήρχε πλέον κόσμος στην καφετέρια, και κατ’ ακολουθία να ενδιαφέρεται να επισκεφθεί τον χώρο της τουαλέτας, γεγονός που ασφαλώς είχε λάβει υπόψη του ο κατηγορούμενος. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις επισκοπηθείσες φωτογραφίες και την κατάθεση του μάρτυρα Σ. Β., προκειμένου να επισκεφθεί κάποιος την τουαλέτα, διήνυε έναν μικρό διάδρομο και εισερχόταν από μία είσοδο σ’ έναν μικρό προθάλαμο, περίπου 3X3 τετρ. μέτρων, όπου υπήρχε ένας νιπτήρας, στην μία πλευρά δε του προθαλάμου υπήρχαν δύο πόρτες κάθε μία των οποίων οδηγούσε σε μικρό ξεχωριστό χώρο όπου γινόταν η χρήση της. Τον ανωτέρω μικρό προθάλαμο χρησιμοποιούσαν οι μικροί αθλητές και ως αποδυτήρια. Το ένδικο συμβάν, έγινε στον εν λόγω χώρο της τουαλέτας και ειδικότερα στον προθάλαμο αυτής (“αποδυτήρια”), ο οποίος προσφερόταν για τον σκοπό του, ενόψει ότι αρκούσε το μικρό του εμβαδόν, αλλά και του ότι για την συγκεκριμένη πράξη, απαιτείτο πολύ λίγος χρόνος (μερικά λεπτά μόνο), κατά τα οποία, γνωρίζοντας ο κατηγορούμενος την αποχώρηση του κόσμου, είχε εξασφαλίσει ότι δεν κινδύνευε να τον δει κανείς. Περαιτέρω, οι εκ των μαρτύρων Δ. Σ. και Ι. Φ. δεν γνωρίζουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες διαδραματίστηκαν τα όσα αφορούν την εν λόγω πράξη, η δε μάρτυρας Α. Κ., σύζυγος του κατηγορουμένου αποδίδει αορίστως την κατηγορία σε “ζήλια, οργή, κακία” από τον παθόντα και την οικογένειά του. Όμως η εκδοχή ότι η περιγραφή του ανηλίκου Γ. οφείλεται σε αισθήματα ζήλειας έναντι του ανηλίκου Δ. Φ. και των ανωτέρω οικείων του, την οποία υιοθετεί και ο κατηγορούμενος, ο οποίος αρνείται την κατηγορία, είναι αβάσιμη, καθώς δεν υποστηρίζεται από κανένα στοιχείο, δεδομένου ότι ουδείς λόγος αντιζηλίας ή ανταγωνισμού μεταξύ των ανηλίκων προέκυψε, αμφότεροι έχουν άριστες επιδόσεις στο σχολείο, μάλιστα δε, ο Δ. Φ. είχε αναφέρει κατά την κατάθεση του αυτήν από 15-9-2015 ανώμοτη κατάθεσή του, προανακριτικά, ότι “ο Γ.είναι ο καλύτερος του φίλος”, ενώ μεταξύ των γονέων των ανηλίκων υπήρχαν σχέσεις εμπιστοσύνης, λόγος για τον οποίο άλλωστε ο πατέρας του Γ. Β. εμπιστεύτηκε την φύλαξη του γιού του στον κατηγορούμενο, κατά τα προαναφερθέντα, ενώ δεν προέκυψαν ζητήματα που να δικαιολογούν την έκφραση ψευδών περιστατικών και μάλιστα με συγκεκριμένη περιγραφή, ούτε υπάρχει περιστατικό που να εξηγεί πυροδότηση οποιασδήποτε εκδικητικής συμπεριφοράς και δη των καταγγελομένων από τον ανήλικο Γεώργιο. Τέλος τα ανωτέρω περιστατικά και κυρίως η επίδειξη ενός απόκρυφου σημείου του σώματος του κατηγορουμένου και η πρότασή του προς τον ανήλικο να κατεβάσει το παντελόνι του αποτελούν χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα που προσέβαλαν την τιμή του άνω ανηλίκου κατά τρόπο βάναυσο, με συνέπεια να πληρούται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας κατ’ άρθρο 337 παρ. 2 του ήδη ισχύοντος ΠΚ και, επομένως πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της άνω αποδιδομένης πράξεως, όπως ειδικότερα περιγράφεται στο διατακτικό….” Ακολούθως, η προσβαλλόμενη απόφαση, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα με το εξής διατακτικό, κατά πιστή αντιγραφή: ”
Κηρύσσει αυτόν ομόφωνα ένοχο του ότι στην Θεσσαλονίκη, στον ανωτέρω τόπο την 14-9-2019, ο κατηγορούμενος βρισκόταν με τον ανήλικο υιό του Δ. Φ. στην καφετέρια της Ακαδημίας ποδοσφαίρου “…”, που φιλοξενούνταν στις εγκαταστάσεις του κολεγίου “ΔΕΛΑΣΑΛ”, ενώ μαζί τους βρισκόταν και ο ανήλικος Γ. Β. του Σ.. Ενώ δε, ο κατηγορούμενος και οι δύο ανήλικοι μιλούσαν μεταξύ τους, ο κατηγορούμενος οδήγησε τους ανήλικους στην τουαλέτα και εκεί, αστειευόμενος για το γεγονός ότι δε φορούσε εσώρουχο κάτω από το παντελόνι του, κατέβασε το παντελόνι του και επέδειξε στους ανήλικους τα οπίσθιά του, ενώ, επιπλέον προέτρεψε τους ανηλίκους να κατεβάσουν και αυτοί τα εσώρουχά τους, πλην όμως οι ανήλικοι αρνήθηκαν, με την πράξη του δε αυτή προσέβαλε βάναυσα την τιμή του ανηλίκου Γ. Β..”. Μετά την απαγγελία της άνω απόφασης, αφού του αναγνώρισε τη συνδρομή της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2 ε του ΠΚ, του επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών. Με τις παραδοχές αυτές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό και αλληλοσυμπληρώνονται με όσα περιέχονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης και αποτελούν ενιαίο σύνολο, το Δικαστήριο της ουσίας ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 337 παρ. 1, 2 του ισχύοντος από 17-2019 ΠΚ, χωρίς να την παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου με ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες ή με λογικά κενά και να στερήσει έτσι την απόφασή του από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που προβάλλονται με τον πρώτο λόγο αναίρεσης για εσφαλμένη εφαρμογή της άνω διάταξης, για το λόγο ότι με βάση όσα έγιναν δεκτά δεν στοιχειοθετείται η άνω πράξη, ούτε με τη μορφή των χειρονομιών γενετήσιου χαρακτήρα, αφού δεν υπήρξε σωματική επαφή, ούτε με τη μορφή των προτάσεων, αφού δεν έγιναν προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων, είναι αβάσιμες. Τούτο διότι από τις παραδοχές της απόφασης, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό και αλληλοσυμπληρώνονται με όσα περιέχονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης και αποτελούν ενιαίο σύνολο, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτει με σαφήνεια ότι ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για την πράξη της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας του ηλικίας 8,5 ετών ανηλίκου Γ. Β., η οποία τελέστηκε με προτάσεις που αφορούν σε γενετήσιες πράξεις και όχι με χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, η χειρονομία του αναιρεσείοντος να κατεβάσει το παντελόνι του και να επιδείξει στους ανηλίκους τα οπίσθιά του και η ταυτόχρονη προτροπή του προς αυτούς να πράξουν το ίδιο, χωρίς οποιαδήποτε σωματική επαφή με αυτούς, συνιστούν, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, “πρόταση” που αφορά σε γενετήσιες πράξεις, εκδηλούμενη έμπρακτα με τη χειρονομία του κατεβάσματος του παντελονιού και της επίδειξης των οπισθίων του και λεκτικά με την προτροπή των ανηλίκων να πράξουν το ίδιο, η οποία (πρόταση) κατά την κοινή αντίληψη υπαινίσσεται την τέλεση γενετήσιων πράξεων και συγκεκριμένα αυτής της παρά φύση συνεύρεσης, η οποία προσβάλλει βάναυσα την τιμή του άνω ανηλίκου. Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός, μόνο σε ένα σημείο του σκεπτικού της προσβαλλόμενης απόφασης, της άνω συμπεριφοράς του αναιρεσείοντος ως γενετήσιας χειρονομίας, κρίνεται ότι γίνεται για να επισημανθεί ότι αυτή άπτεται της γενετήσιας σφαίρας και όχι για να θεμελιώσει την τέλεση της πράξης με γενετήσιες χειρονομίες, αφού δεν δέχεται την ύπαρξη της απαιτούμενης, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη της, σωματικής επαφής, έτσι ώστε από συνδυασμό της χειρονομίας αυτής με την ταυτόχρονη προτροπή προς τους ανηλίκους να πράξουν το ίδιο, να θεμελιώσει την άνω πράξη για την οποία τον καταδίκασε. Ως εκ τούτου ο χαρακτηρισμός αυτός δεν αναιρεί τα ανωτέρω, αφού τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας που τελέσθηκε με προτάσεις, όπως αυτό συνάγεται από το σκεπτικό και ρητά γίνεται δεκτό στο διατακτικό. Περαιτέρω, ο άνω λόγος αναίρεσης κατά το έτερο μέρος του, με το οποίο προβάλλονται αιτιάσεις για εκ πλαγίου παράβαση της ίδιας διάταξης λόγω ασαφειών, καθώς, ενώ αρχικά δέχεται ότι οι ανωτέρω συμπεριφορές στρέφονται κατά δύο ανηλίκων, ακολούθως δέχεται ότι προσβλήθηκε η τιμή μόνο του ενός, είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, για το λόγο ότι ο αναιρεσείων δεν έχει έννομο συμφέρον για την πρότασή του (άρθρο 464 εδ.β ‘του Κ.Ποιν.Δ). Σε κάθε δε περίπτωση, ουδεμία ασάφεια δημιουργείται από το γεγονός ότι, ενώ κατά τις παραδοχές της απόφασης η άνω πράξη τελέσθηκε ενώπιον των ανηλίκων Δ. Φ. και Γ.. Β., τελικά ο αναιρεσείων καταδικάστηκε μόνο για την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας του δεύτερου, καθόσον τα σχετικά με την τέλεση της πράξης ενώπιον και των δύο ανηλίκων εκτίθενται διηγηματικά. Τούτο διότι το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο της ουσίας (ΜΟΕ Θεσσαλονίκης) έκρινε την υπόθεση κατά το μέρος που του μεταβιβάστηκε (άρθρο 502 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ), αφού δε από την επισκόπηση της εκκαλούμενης απόφασης 54/2019 του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Έδεσσας προκύπτει ότι ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για την άνω τελεσθείσα στις 14-9-2016 μόνο σε βάρος του Γ. Β. πράξη. Επομένως, το άνω Δικαστήριο δεν μπορούσε να αποφανθεί και για τον έτερο ανήλικο, διότι η πράξη αυτή δεν είχε μεταβιβαστεί σ’ αυτό και ως εκ τούτου θα χειροτέρευε τη θέση του κατηγορουμένου-εκκαλούντος, ήδη αναιρεσείοντος (άρθρο 470 Κ.Ποιν.Δ.), όπως αναλυτικά κατωτέρω εκτίθεται. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχείο Ε’ Κ.Ποιν.Δ πρώτος λόγος αναίρεσης με τις προαναφερόμενες αιτιάσεις είναι απορριπτέος κατά τις άνω διακρίσεις. Από τη διάταξη του αριθ. 510 παρ.1 στοιχ. Θ’ του Κ.Ποιν.Δ. θεσπίζεται ως λόγος αναίρεσης της απόφασης και η υπέρβαση εξουσίας, η οποία υπάρχει όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίδει ο νόμος. Η υπέρβαση εξουσίας εμφανίζεται υπό θετική και αρνητική μορφή. Θετική υπέρβαση υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας αποφάσισε για ζήτημα που δεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του, ενώ αρνητική, όταν παρέλειψε να αποφασίσει για ζήτημα που είχε υποχρέωση στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 470 εδ. α’ του ίδιου κώδικα, “Στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσο εναντίον καταδικαστικής απόφασης από εκείνον που καταδικάστηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του, ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται.” Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του κατηγορουμένου, με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, και δη είτε με την επαύξηση των ποινικών κυρώσεων σε βάρος του καταδικασθέντος (πραγματική χειροτέρευση), είτε με την επιβάρυνση της νομικής μεταχείρισης αυτού, δηλαδή κυρίως εάν αναγνωρίζεται βαρύτερη ενοχή του από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ή αν καταδικάζεται για πράξη για την οποία δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη, ούτε είχε καταδικασθεί στον πρώτο βαθμό (νομική χειροτέρευση), διαπιστούμενη με τη σύγκριση του περιεχομένου των διατακτικών, αφενός της απόφασης που προσβάλλεται με το ένδικο μέσο και αφετέρου αυτής που εκδίδεται από το δικαστήριο του ένδικου μέσου. Η παράβαση της ανωτέρω απαγόρευσης, αποτελεί υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει λόγο αναίρεσης, από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Θ’ του Κ.Ποιν.Δ.( ΑΠ 1281/2022, ΑΠ 368/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την 54/2019 απόφασή του το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Έδεσσας, που δίκασε σε πρώτο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, για την πράξη της προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας κατ’ εξακολούθηση, η οποία τελέστηκε: α) από Δεκέμβριο 2015 έως και τα τέλη Μαΐου 2016, σε βάρος των ανηλίκων Δ. Φ. και Γ. Β., κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από τις πράξεις των άρθρων 339 παρ. 1α και 342 παρ. 1α ΠΚ, για τις οποίες είχε παραπεμφθεί με το 434/2019 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης και β) στις 14-9-2016 σε βάρος μόνο του Γ. Β., κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από την πράξη του άρθρου 342 παρ. 3 ΠΚ, για την οποία επίσης είχε παραπεμφθεί με το προαναφερόμενο βούλευμα. Το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης με την προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης 327/2021, 11/2022 απόφασή του, αθώωσε κατά πλειοψηφία τον αναιρεσείοντα για την υπό στοιχείο α’ πράξη και τον έκρινε ομόφωνα ένοχο για την υπό στοιχείο β’ δεύτερη πράξη, δεχθέν ότι “με την πράξη του αυτή προσέβαλε βάναυσα την τιμή του ανηλίκου Γ. Β.”. Εξάλλου, από την παραδεκτή επισκόπηση του υπ’αριθ. 434/2019 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων – κατηγορούμενος παραπέμφθηκε να δικαστεί για το αδίκημα της κατάχρησης ανηλίκων που τελέσθηκε στις 14-9-2016, σε βάρος του ανηλίκου Γ. Β. (άρθρο 342 παρ. 3 του προϊσχύσαντος ΠΚ, ήδη δε 342 παρ. 2 του ισχύοντος από 1-7-2019 ΠΚ), δηλαδή ότι ουδέποτε παραπέμφθηκε ο αναιρεσείων για πράξη που τελέσθηκε κατά την άνω ημερομηνία και σε βάρος του ανηλίκου Δ. Φ.. Επομένως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δεν υπέπεσε στην πλημμέλεια της αρνητικής υπέρβασης εξουσίας και δεν παρέλειψε να αποφανθεί για τον Δ. Φ., αφού με την πρωτόδικη απόφαση, είχε κριθεί, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, ότι με την ανωτέρω υπό στοιχείο β’ πράξη του προσέβαλε βάναυσα την τιμή του ανηλίκου Γ. Β., για τον οποίο και μόνο είχε παραπεμφθεί. Διαφορετικά θα παραβίαζε το άρθρο 470 του Κ.Ποιν.Δ., καθόσον θα χειροτέρευε τη θέση του εκκαλούντα. Επομένως, ο δεύτερος λόγος αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Θ’ Κ.Ποιν.Δ, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα , είναι αβάσιμος. Η διάταξη του άρθρου 227 παρ. 1- 5 του Κ.Ποιν.Δ ορίζει συγκεκριμένο τρόπο εξέτασης κατά την ανακριτική διαδικασία ως μάρτυρα του ανήλικου θύματος των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 323 Α παρ. 4, 324, 336 παρ. 3, 338, 339, 342, 343, 345, 348, 348 Α, 348 Β, 348 Γ, 349, 351 ΠΚ, καθώς και στα άρθρα 29 παρ. 5 και 6 και 30 του ν. 4251/2014, ενώ η παρ. 6 της ίδιας διάταξης ορίζει ότι “Μετά την εισαγωγή της υπόθεσης που αφορά τις πράξεις της παρ. 1 στο ακροατήριο, ο εισαγγελέας ή οι διάδικοι μπορούν να ζητήσουν από τον πρόεδρο του δικαστηρίου την εξέταση του ανηλίκου, αν δεν έχει εξετασθεί στην ανάκριση ή πρέπει να εξετασθεί συμπληρωματικά”. Αν υποβληθεί παραδεκτό αίτημα συμπληρωματικής εξέτασης των άνω προσώπων, τούτο εναπόκειται στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου, αν κρίνει ότι οι αποδείξεις αυτές είναι αναγκαίες για να μορφώσει την κατά το άρθρο 177 του ίδιου Κώδικα δικανική του πεποίθηση. Εξάλλου, η ειδική κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, από την έλλειψη της οποίας ιδρύεται λόγος αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ Κ.Ποιν.Δ., απαιτείται όχι μόνο για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξαρτήτως αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι, η παρεμπίπτουσα απόφαση που απορρίπτει αίτηση του κατηγορουμένου περί συμπληρωματικής εξέτασης των άνω μαρτύρων ανηλίκων, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλεται παραδεκτώς και είναι ορισμένη. Διαφορετικά, ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης για ελλιπή αιτιολογία.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι ο συνήγορος που εκπροσώπησε στη δίκη τον κατηγορούμενο, πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, υπέβαλε αίτημα να εξετασθούν στο ακροατήριο οι ανήλικοι Γ. Β. και Δ. Φ., για το λόγο ότι καταδικάστηκε, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, για την πράξη της παράβασης του άρθρου 337 παρ. 2 ΠΚ, η οποία δεν εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο της διάταξης του άρθρου 227 Κ.Ποιν.Δ. Το Δικαστήριο απέρριψε το άνω αίτημα αναβολής διαλαμβάνοντας την ακόλουθη αιτιολογία: “Στην προκείμενη περίπτωση, ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται δια του συνηγόρου του ότι, ενόψει του ότι καταδικάστηκε κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας για την πράξη της παράβασης του άρθρου 337 παρ. 2 του νέου ΠΚ, η οποία δεν εμπίπτει, στο ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 227Κ.Ποιν.Δ, δεν υπάρχει σύμφωνα με το νόμο περιορισμός προς εξέταση των ανηλίκων μαρτύρων: Γ. Β. και Δ. Φ., και αιτείται για τους αναφερόμενους λόγους να γίνει δεκτό το αίτημα εξέτασης αυτών. Στην υπό κρίση υπόθεση, κατά την εισαγωγή της υπόθεσης ενιαίως, ήτοι για το σύνολο των πράξεων που αποδίδονται στον κατηγορούμενο, έχουν εξεταστεί οι ως άνω ανήλικοι προανακριτικά, και επομένως συγχωρείται να εξεταστούν μόνο συμπληρωματικά για να διευκρινίσουν σημεία της προανακριτικής και ανακριτικής καταθέσεώς τους. Δεν ανακύπτει, ωστόσο αναγκαιότητα συμπλήρωσης της εξέτασης ως προς τα αναφερόμενα στην αίτηση σημεία όσον αφορά την ανωμοτί εξέταση στις 15-9-2016 και 8-6-2017 του ανηλίκου Γ. Β., ούτε επανεξέτασης του ανηλίκου Δ. Φ., ώστε το Δικαστήριο να διατάξει τη συμπλήρωσή της, υποβάλλοντας συγκεκριμένες ερωτήσεις, προς διευκρίνιση των εν λόγω σημείων. Επομένως, κρίνεται αβάσιμο, γι’ αυτό πρέπει να απορριφθεί το αίτημα εξέτασης των ανηλίκων μαρτύρων Γ. Β. και Δ. Φ.” Η αιτιολογία δε αυτή, με την οποία το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής, δεχόμενο ότι αφού η υπόθεση είχε εισαχθεί για πράξεις που υπάγονται στην άνω διάταξη (εννοώντας τις πράξεις της αποπλάνησης παιδιού που δεν συμπλήρωσε τα δώδεκα έτη και της κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια για τις οποίες είχε παραπεμφθεί με το άνω βούλευμα, οι οποίες είναι μεταξύ των πράξεων που ορίζονται στην άνω διάταξη), μόνο συμπληρωματικά μπορούν να εξετασθούν, καθώς και ότι δεν υπάρχει αναγκαιότητα συμπλήρωσης των καταθέσεών τους, είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη. Επομένως, ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ Κ.Ποιν.Δ, τρίτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του άνω αιτήματος αναβολής, είναι αβάσιμος. Ύστερα από αυτά, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας(άρθρ. 578 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ.), ως και τα έξοδα των υποστηριζόντων την κατηγορία, οι οποίοι κλήθηκαν και παραστάθηκαν(άρθρα 176, 183 Κ.Πολ.Δ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την 4/13-7-2022 αίτηση του Ι. Φ. του Δ. για αναίρεση της 327/2021,11/2022 απόφασης του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα των υποστηριζόντων την κατηγορία, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Μαρτίου 2023.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Απριλίου 2023.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Source :
To Top