ΑΡΙΘΜΟΣ 163/2020
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΦΕΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Νικόλαο Παπαδόπουλο, Πρόεδρο Εφετών, Αθανασία Σιάπκα και Ιουλία Αργυροπούλου, Εισηγήτρια, Εφέτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ στο ειδικό δωμάτιο των διασκέψεων, στις 8 Απριλίου 2020.
Στη συνεδρίαση παραστάθηκαν η Αντεισαγγελέας Εφετών Νικολίτσα Νικολοπούλου και ο Γραμματέας Μιχαήλ Θεολόγου.
Ο Εισαγγελέας Εφετών Θεσσαλονίκης Ηλίας Σεφερίδης, υπέβαλε προς το Συμβούλιο, στις 24 Μαρτίου 2020, την υπ΄ αριθμ. ./30-10-2019 έφεση της , κατοίκου Συκεών Θεσσαλονίκης, κατά του υπ΄ αριθ. 94/2019 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών, με την έγγραφη πρότασή του 120/2020, η οποία έχει ως εξής:
«ΑΡΙΘΜΟΣ 120.
ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΦΕΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
Εισάγω ενώπιον του Συμβουλίου σας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 2 και 4, 138 παρ. 2, 270 παρ. 1, 308 παρ. 1,4, 310 παρ. 1 περ. ε, 313, 316 παρ. 2, 317 παρ. 1, 318 και 319 παρ. 3 του ΚΠΔ όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με τον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2020) την προκειμένη με αριθ. ./ 30/10/2019 έφεση της κατοίκου οικισμού Συκεών Θεσσαλονίκης, οδός . Η οποία ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα ενώπιον της Γραμματέως του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών (άρθρο 474 παρ. 1,4 του ΚΠΔ), κατά του αρίθμ 94/2019 Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών, διά του οποίου παραπέμφθηκαν οι κάτοικος Περιστεριού Αθηνών, οδός , πρώην σύζυγος του . κάτοικος οικισμού Θεσσαλονίκης οδός , και κάτοικος Παλαιό Φάληρο Αθηνών οδός και ήδη άγνωστης διαμονής ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, να δικαστούν για την πράξη της απάτης από κοινού διά της οποίας το προσδοκόμενο όφελος και η αντίστοιχη ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 120 000 ευρώ (άρθρα 45, 386 παρ. 1 του ΠΚ όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με τον νέο Ποινικό Κώδικα ν. 4619/2019). Η έγκληση κατά των ανωτέρω υποβλήθηκε στις 27/4/2017 ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Σερρών και παραγγέλθηκε η διενέργεια κυρίας ανακρίσεως μετά την άσκηση ποινικής διώξεως σε βάρος των ανωτέρω και διά της οποίας καταγγέλλονται αυτοί (κατηγορούμενοι) πως κατά την διάρκεια από αρχές Απριλίου του έτους 2009 μέχρι τέλους Σεπτεμβρίου ιδίου έτους παρέστησαν στον εγκαλούντα εργολάβου Οικοδομών και κάτοικο Σερρών οδός . Πως μπορούν να επενδύσουν τα χρήματα του σε εταιρεία του εξωτερικού με απόδοση μηνιαίως 9-11% του κεφαλαίου που θα επένδυε και πως θα μπορούσε να αναλάβει το κεφάλαιο του και τους τόκους οποτεδήποτε θα επιθυμούσε και διά των παραστάσεων αυτών ο πρώτος των κατηγορουμένων παρέστησε στον εγκαλούντα τα ανωτέρω, ενώ οι λοιποί ενίσχυσαν την πεποίθηση αυτού πως πράγματι θα μπορούσε να είχε κέρδος από την επένδυση που θα πραγματοποιούσε. Ενώ τα κατατεθέντα χρήματα για επένδυση τα καρπώθηκαν οι κατηγορούμενοι με όφελος αυτών ανερχόμενο στο ποσό των 175 000 ευρώ, ποσό που καταβλήθηκε για τον ανωτέρω σκοπό από τον εγκαλούντα με αντίστοιχη ζημία αυτού. Οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων αποδείχθηκαν ψευδείς. Στην εκκαλούσα δεν γνωστοποιήθηκε το πέρας της ανακρίσεως, γιατί αυτή διαμένει εκτός της έδρας του Ανακριτή και δεν διόρισε εντός της έδρας αυτού αντίκλητο. Σε βάρος αυτής εκδόθηκε από την Ανακρίτρια Πλημμελειοδικών Σερρών η αριθ. 10/28/1/2019 διάταξη της Ανακρίτριας Πλημμελειοδικών διά της οποίας επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος της απαγορεύσεως εξόδου της από την χώρα και κατόπιν των ανωτέρω εκθέτω τα παρακάτω.
Από την διάταξη του άρθρου 478 του ΚΠΔ όπως έχει αντικατασταθεί με την διάταξη του άρθρου 24 παρ. 2 του νόμου 3904/2010 και τελικά τροποποιήθηκε με τον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν 4620/2019) έφεση κατά βουλεύματος ασκείται μόνο για κακούργημα και στις περιπτώσεις που ρητά και περιοριστικά αναφέρονται σ’ αυτήν α) για λόγους απόλυτης ακυρότητας και β) για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Στην περίπτωση που ασκηθεί το ένδικο μέσο της εφέσεως στηριζόμενο σε άλλους πλην των ανωτέρω λόγους, (εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών) αυτή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Από τις διατάξεις των άρθρων 462, 463 και 478 του ΚΠΔ συνάγεται πως το δικαίωμα άσκησης του ενδίκου μέσου της έφεσης κατά βουλευμάτων του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών παρέχεται στον κατηγορούμενο μόνον όταν αυτός παραπέμπεται για κακούργημα και στις περιοριστικά στον νόμο αναφερόμενες περιπτώσεις. Εξάλλου από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 παρ. 1 του ΚΠΔ προκύπτει πως οι δικαστικές αποφάσεις και τα βουλεύματα πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά και εμπεριστατωμένα. Προς τούτο εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει μεταξύ άλλων καιόταν το δικαστικό συμβούλιο προσδίδει σε ουσιαστική ποινική διάταξη διαφορετική έννοια από εκείνη που πράγματι έχει. Ενώ εσφαλμένη εφαρμογή ποινικού νόμου υπάρχει όταν το δικαστικό συμβούλιο υπήγαγε εσφαλμένα στον νόμο τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν ως αληθινά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη. (Ολ.ΑΠ 2/2002 Ποιν. Χρον 2002 σελ 689, ΑΠ 510/2002 Ποιν. Χρον 2003 σελ 24, ΑΠ 1/2010, ΑΠ 132/2010, ΑΠ 4/2010, ΑΠ 9/2010, ΑΠ 81/2010 ΑΠ 24/2010, ΑΠ 72/2019, ΑΠ 121/2019, ΑΠ 841/2019, ΑΠ 688/2019, ΑΠ 1352/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ).
Η εκκαλούσα στο εφετήριο της αναφέρει πως το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών δεν εκτίμησε ορθά τα πραγματικά περιστατικά και για τον λόγο αυτό αντί να προβεί στην απαλλαγή της, την παρέπεμψε να δικαστεί από το Τριμελές Εφετείο κακουργημάτων Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα αναφέρει, πως αυτή δεν γνωρίζει τον εγκαλούντα και πως ποτέ δεν συναντήθηκε μαζί του και πως η έγκληση σε βάρος της είναι προϊόν επιδιώξεως οικονομικού οφέλους, επειδή αυτή είναι ιδιοκτήτρια κατοικίας στην Θεσσαλονίκη, ενώ οι λοιποί των κατηγορουμένων δεν διαθέτουν ουδέν περιουσιακό στοιχείο. Συνεπώς σε ουδεμία παράσταση ψευδών γεγονότων έχει προβεί αυτή προς τον εγκαλούντα, επικαλούμενη και την άποψη του πρώην συζύγου της με τον οποίο έχει έλθει σε διάσταση με σφοδρή αντιδικία. Ο οποίος στην απολογία του αναφέρει πως η πρώην σύζυγος του δεν είχε ουδεμία σχέση με την συγκεκριμένη υπόθεση.
Οι λόγοι του παραδεκτού της εφέσεως αναφέρονται περιοριστικά στην διάταξη του άρθρου 478 παρ. 1 του ΚΠΔ, που είναι η απόλυτη ακυρότητα και η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Η παράθεση των λόγων της εφέσεως της εκκαλούσας στην συγκεκριμένη περίπτωση ανάγονται σε λόγο εσφαλμένης εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών, αφού αυτή αναφέρει στο εφετήριο της πως το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών εσφαλμένα κρίνοντας τα πραγματικά περιστατικά, παρέπεμψε αυτήν στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Θεσσαλονίκης. (ΣυμβΕφΘεσ437/2013, ΑΠ 1744/89 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ).
1 Κατά την διάταξη του άρθρου 386 παρ. 1 του ΠΚ όπως αντικαταστάθηκε και τέθηκε σε ισχύ με τον νέο Ποινικό Κώδικα (ν. 4619/2019) ορίζεται ότι: «Όποιος με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με σκοπό από τη βλάβη αυτής της περιουσίας να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή.»
- Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την θεμελίωση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται τα ακόλουθα στοιχεία α) σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθεί και η επέλευση του περιουσιακού οφέλους, β) με γνώση του δράστη παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση των αληθινών γεγονότων (υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα) από την οποία ως παραγωγό αιτία παραπλανήθηκε κάποιος, και γ) βλάβη ξένης περιουσίας η οποία πρέπει να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη. Η αξία της ζημίας στο έγκλημα της απάτης δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως, αλλά πρέπει να προσδιορίζεται αυτή για την επιμέτρηση της ποινής και τον χαρακτηρισμό της πράξης. Οι ψευδείς παραστάσεις του δράστη με την πλάνη του παθόντα πρέπει να τελούν σε σχέση αμεσότητας και αναγκαιότητας. Αμεσότητα υφίσταται όταν μεταξύ των ψευδών παραστάσεων και της πλάνης του παθόντα δεν παρεμβάλλεται και δεν μεσολαβεί άλλος αιτιώδης παράγοντας. Αναγκαιότητα υφίσταται όταν η πλάνη υπήρξε το αποτέλεσμα των ψευδών παραστάσεων του δράστη. Οι ψευδείς παραστάσεις πρέπει να ήταν η μόνη αιτία που οδήγησαν στην παραπλάνηση του παθόντα. Για την πραγμάτωση του ανωτέρω εγκλήματος δεν απαιτείται το θύμα να έχει ορισμένο βαθμό ευφυΐας ή πειστικότητας, αρκεί ο δράστης να χρησιμοποίησε μέσα για την παραπλάνηση αυτού (του θύματος) με σκοπό την πρόκληση βλάβης σ’ αυτό και αντίστοιχης ωφέλειας, (βλ. ΑΠ 1323/93 Ποιν. Χρον ΜΓ 1142, ΑΠ 506/94 Ποιν. Χρον ΜΔ σελ 627, ΑΠ 985/2000 Πράξη και Λόγ του Π Δ 2000 και παρατηρήσεις καθηγητή Γ. Σιλίκου σελ 323 επ ΑΠ 430/2002 Ποιν/νη 2002 σελ 961, ΑΠ 1040/2006 Πράξη και Λόγ του ΠΔ 2006 σελ 308, ΒουλΣυμβΕφΘεσ. 92/2006 Αρμ 2006 σελ 104.) Η ψευδής παράσταση όταν αφορά μελλοντική μη εκπλήρωση συμβατικής υποχρέωσης δεν συνιστά την έννοια του γεγονότος για την θεμελίωση του εγκλήματος της απάτης αλλά συνδυαζόμενη με άλλα ψευδή γεγονότα ή διαβεβαιώσεις αποτελεί γεγονός και έτσι στοιχειοθετείται το έγκλημα της απάτης. Το έγκλημα της απάτης συντελείται με την επέλευση βλάβης σε ξένη περιουσία με σκοπό να περιέλθει σε κάποιον παράνομο περιουσιακό όφελος με δόλια παραπλάνηση, που επιτυγχάνεται με κάποιον από τους τρεις αναφερόμενους υπαλλακτικά στη διάταξη του άρθρου 386 παρ.1 του ΠΚ τρόπους, που διαφέρουν εννοιολογικά μεταξύ τους. (ΑΠ 1855/2006, ΑΠ 487/2007, ΑΠ 226/2008, ΑΠ 72/2019, ΑΠ 1/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ) Περαιτέρω η βλάβη της ξένης κατά το αστικό δίκαιο περιουσίας, πρέπει να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη. Το έγκλημα της απάτης τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος αν το επιδιωκόμενο όφελος ή η προκληθείσα ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 120. 000 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή μοναδικό στοιχείο για την κακουργηματοποίηση είναι το ύψος της προκληθείσας βλάβης και αντίστοιχης ωφέλειας του δράστη. Προφανώς ο Νομοθέτης στην προκειμένη περίπτωση λόγω του ύψους της προκληθείσας ζημίας στον παθόντα (ποσό άνω των 120.000 ευρώ) θέλησε να κακουργηματοποιήσει την πράξη αυτή τιμωρώντας τον δράστη με ποινή καθείρξεως μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή χωρίς την συνδρομή οιουδήποτε άλλου στοιχείου. Στην ανωτέρω νομοθετική ρύθμιση προέβη ο Νομοθέτης προφανώς λόγω της αύξησης των οικονομικών εγκλημάτων. Η νέα διάταξη είναι αυστηρότερη έναντι της προϊσχύουσας (διάταξης,) γιατί προβλέπει εκτός της ποινής της καθείρξεως μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή, η οποία δεν προβλεπόταν κατά την προϊσχύουσα διάταξη. Για την συγκρότηση του εγκλήματος της απάτης με την κακουργηματική της μορφή λόγω του ύψους της προξενηθείσας ζημίας και του επιδιωκομένου οφέλους πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επι μέρους ποσών (εφαρμογή δηλ. του άρθρου 98 παρ. 2 του ΠΚ) (ΑΠ 1515/2001 Ποιν. Δικ. 2002 σελ 114,ΑΠ 632/2002 Ποιν. Δικ. 2002 σελ 991, ΑΠ 777/2002 Ποινικός Λόγος 2002 σελ 258, ΑΠ 1716/2001 Ποιν Δικ 2002 σελ 326, ΑΠ 704/2003 Ποιν.Δικ.2003 σελ 40, ΑΠ 982/2001 Ποινική Νομολογία Αρείου Πάγου 2001, σελ. 255 ΑΠ 979/2002, ΑΠ 1855/2006, ΑΠ 72/2019, ΑΠ 1/2019, ΑΠ 233/2019, ΑΠ 308/2019, ΑΠ 377/2019, ΑΠ213/2019, Τράπεζα Νομικών πληροφοριών του ΔΣΑ). Περαιτέρω κατά την διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠΚ «Αν από της τελέσεως της πράξεως μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στην συγκεκριμένη περίπτωση, οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου.» Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει πως το Δικαστήριο ή το Συμβούλιο πρέπει να αξιολογήσει την πράξη και να εφαρμόσει την ισχύουσα επιεική διάταξη για τον κατηγορούμενο ανεξάρτητα αν αυτή (η επιεικής διάταξη) ίσχυε πριν τον χρόνο τελέσεως της πράξεως, αφού δεν έχει εκδοθεί ακόμη αμετάκλητη απόφαση. (ΑΠ 1400/2019, ΑΠ 1466/2019, ΑΠ 1431/2019, ΑΠ 1450/2019, ΑΠ 1428/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ)
- Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας, τις καταθέσεις των μαρτύρων, όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα, σε συνδυασμό με τις απολογίες των κατηγορουμένων, τα απολογητικά υπομνήματα αυτών, το εφετήριο της κατηγορουμένης … κατοίκου οικισμού . Θεσσαλονίκης έχουν προκύψει τα ακόλουθα.
Ο παθών … εργολάβος οικοδομών κάτοικος Σερρών οδός … δραστηριοποιείται στην κατασκευή οικοδομών στην περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας. Στην εργασία του απασχολούσε ως υπάλληλο οδηγό φορτηγού τον …. Ο ανωτέρω μετεγκαταστάθηκε οικογενειακώς για εργασιακούς λόγους στα Νέα Μουδανιά Χαλκιδικής. Ο … και η σύζυγος του τότε (έτος 2009) λειτουργούσαν στα Νέα Μουδανιά κατάστημα εμπορίας και προώθησης ειδών τηλεφωνίας της εταιρείας wint. Ο … γνωρίστηκε με τον …, ο οποίος συστήθηκε στον πρώτο ως γνώστης χρηματικών επενδύσεων και πως αναλαμβάνει επενδύσεις με επικερδή τοκοφορία των καταθέσεων και των εν γένει επενδυτικών δραστηριοτήτων. Στα πλαίσια αυτά ο … έφερε σε επικοινωνία τον … με τον ….
Συγκεκριμένα, στα Νέα Μουδανιά, πριν από το Πάσχα του έτους 2009 ο κατηγορούμενος … παρέστησε ψευδώς στον εγκαλούντα … ότι παρέχει χρηματοοικονομικές υπηρεσίες στο χώρο των επενδύσεων και ειδικότερα: α) ότι είναι συνεργάτης ομίλου που διαχειρίζεται επενδύσεις, ο οποίος ανήκει στον …, κάτοικο Γιοχάνεσμπουργκ Αφρικής και ειδικότερα του ομίλου TRADING GROUP, β) ότι εκπρόσωπος του ανωτέρω ομίλου και διευθυντής για τη Βόρεια Ελλάδα ήταν ο ίδιος ενώ εκπρόσωπος για την Κεντρική και Νότια Ελλάδα καθώς και διευθυντής του γραφείου … ήταν ο …, με τον οποίο ο … συνδεόταν με πολύ στενή σχέση και συγκεκριμένα ήταν κουμπάροι, γ) ότι ο τόπος και προορισμός τοποθέτησης των κεφαλαίων των εν λόγω επενδύσεων είναι το Σικάγο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, και δ) ότι η μηνιαία απόδοση σε ποσοστό κέρδους του προγράμματος στο οποίο προτάθηκε στον εγκαλούντα να λάβει μέρος, κυμαίνεται μεταξύ 9-11% μηνιαίως. Επιπλέον, προκειμένου να παραπλανηθεί ο εγκαλών σχετικά με τη σοβαρότητα του επενδυτικού προγράμματος του έδωσε ένα κατασκευασμένο εξ αρχής πλαστό διαφημιστικό πολυσέλιδο φυλλάδιο με τίτλο «Πρόταση Επένδυσης στην Αγορά Αγαθών & Εμπορευμάτων», το οποίο απεικόνιζε τον εσωτερικό χώρο δραστηριοτήτων κάποιου χρηματιστηρίου αξιών στην αλλοδαπή και από κάτω ακριβώς έγραφε με κεφαλαία γράμματα: «CHICAGO MERCHANTILE EXCHANGE» και περιείχε ανάλυση του υποτιθέμενου επενδυτικού προγράμματος, στο οποίο ο εγκαλών θα συμμετείχε σχετικά με τις αγορές «FUTURES» προϊόντων της εταιρίας DORMAN, με ιδιαίτερη έμφαση στο υψηλό ποσοστό της απόδοσης της επένδυσης αλλά και στο Εγγυημένο Κεφάλαιο καθώς και σε ελκυστικό πακέτο προσφοράς για «Ελάχιστη επένδυση US $ 100,000», «Ετήσια απόδοση 24%, κατ’ ελάχιστο», «πληρωμή ανά 3/μηνο.», «Ελάχιστη περίοδος 12 μήνες, με 60 ημέρες πρότερη ειδοποίηση». «ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ 6ΜΗΝΟΥ» και από κάτω εμφανιζόταν ποσοστά πρόβλεψης κέρδους μεταξύ του μήνα Σεπτεμβρίου του έτους 2009 έως και τον μήνα Φεβρουάριο του έτους 2010. Ακολούθως, αφού ο … έδωσε το φυλλάδιο αυτό στον εγκαλούντα παρέστησε ψευδώς σε αυτόν ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα επενδύσεων ήταν δοκιμασμένο και είχε αποδώσει κέρδη σε πολλούς άλλους πελάτες τους, αναφέροντας του μάλιστα τα ονόματα τους. Προκειμένου δε, να ενισχυθεί η αληθοφάνεια σχετικά με το πρόγραμμα επενδύσεων στο προτελευταίο φύλλο του προαναφερόμενου φυλλαδίου αναφερόταν ως απαραίτητα δικαιολογητικά για να προχωρήσει κανείς στην επένδυση, το «Διαβατήριο, Ταυτότητα, Εκκαθαριστικό Εφορίας, Βιβλιάριο Τραπέζης (φωτοτυπία) και Λογαριασμός ΔΕΚΟ ή κινητής», ενώ στην τελευταία σελίδα υπήρχαν τα στοιχεία επικοινωνίας του … (e- mail και αριθμός κινητού τηλεφώνου) και από κάτω οι ιστοσελίδες που αφορούσαν την εταιρεία DORMAN και τα προϊόντα futures. Η δραστηριότητα των κατηγορουμένων είχε διαρκέσει από αρχές Απριλίου 2009 έως τέλη Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους. Αμέσως μετά το Πάσχα του έτους 2009, ο … συναντήθηκε με τον παθόντα … στην Θεσσαλονίκη επαναλαμβάνοντας σ’ αυτόν τις ίδιες ανωτέρω ψευδείς παραστάσεις. Ακολούθησε και νέα συνάντηση στα Νέα Μουδανιά στο κατάστημα του ζεύγους …, στην οποία ήταν παρούσα και η εκκαλούσα κατηγορουμένη …, η οποία επιβεβαίωνε τους ισχυρισμούς του τότε συζύγου της και για να ισχυροποιήσει αυτούς, ανέφερε σ’ αυτόν, πως όλοι οι πελάτες τους έχουν αποκομίσει πολλά κέρδη από την επένδυση αυτή. Ακολούθησαν και άλλες συναντήσεις στις Σέρρες, για τον τρόπο καταβολής της δικαιουμένης από αυτόν προμήθειας. Ενώ η συνάντηση αυτού με τον παθόντα και την από κοινού συνάντηση τους στο κατάστημα που διατηρούσε το ζεύγος Τσιρώνη έπεισαν αυτόν και κατέθεσε το συνολικό ποσό των 175.000 ευρώ.
Όπως διαπίστωσε όμως ο παθών οι κατηγορούμενοι ανέλαβαν οι ίδιοι το κατατεθέν χρηματικό ποσό από την Εμπορική Τράπεζα καρπούμενοι παρανόμως αυτό προς ίδιο όφελος με αντίστοιχη ζημία του παθόντος …. Ενώ όλα τα παρασταθέντα εκ μέρους των κατηγορουμένων αποδείχθησαν ψευδή.
Το εφετήριο στηρίζεται στην κακή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Για την παραδοχή όμως αυτού (εφετηρίου) απαιτείται αυτό (εφετήριο) να στηρίζεται σε λόγους απόλυτης ακυρότητας και σε λόγους εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Συνεπώς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ορθά κρίνοντας παρέπεμψε τους κατηγορουμένους στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, χωρίς να περιπέσει σε ουδεμία πλημμέλεια. Επομένως απαραδέκτως έχει ασκηθεί η κρινομένη έφεση, αφού δεν στηρίζεται στους προβλεπομένους στην διάταξη του άρθρου 478 παρ. 1 του ΚΠΔ λόγους. Κατά συνέπεια πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη έφεση ως απαράδεκτη. Η αρίθμ 10/28/1/2019 διάταξη της Ανακρίτριας Πλημμελειοδικών με την οποία επιβλήθηκε στην εκκαλούσα ο περιοριστικός όρος της απαγορεύσεως εξόδου της από τη χώρα να διατηρηθεί σε ισχύ μέχρι την εκδίκαση της προκειμένης υποθέσεως.
Τα δικαστικά έξοδα να επιβληθούν στην εκκαλούσα ανερχόμενα στο ποσό των 250 ευρώ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Προτείνω: Α) να απορριφθεί ως απαράδεκτη η ασκηθείσα έφεση της εκκαλούσας … τέως συζύγου του … κατοίκου συνοικισμού . Θεσσαλονίκης οδός …
Β) Να εκτελεστεί το προσβαλλόμενο Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών.
Γ) Να διατηρηθεί σε ισχύ η αριθμ. 10/28/1/2019 διάταξη της Ανακρίτριας Πλημμελειοδικών Σερρών διά της οποίας επιβλήθηκε στην εκκαλούσα ο περιοριστικός όρος της απαγορεύσεως εξόδου της από την χώρα. Και
Δ) Τα δικαστικά έξοδα να επιβληθούν στην εκκαλούσα ανερχόμενα στο ποσό των 250 ευρώ.
Θεσσαλονίκη 6-3-2020.
Ο Εισαγγελέας Εφετών Ηλίας Σεφερίδης,
ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ».
Αφού ο Εισαγγελέας πρότεινε όσα αναφέρονται στην εισαγγελική πρόταση αποχώρησε.
Το Συμβούλιο μελέτησε τη δικογραφία και σύμφωνα με το νόμο σκέφθηκε ως εξής:
Ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου αρμοδίως εισάγεται με την προπαρατεθείσα εισαγγελική πρόταση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 2 και 4, 138 παρ. 1, 2, 481 του ΚΠΔ, η υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης ./30-10-2019 έφεση της …, κατοίκου . Θεσσαλονίκης, κατά του υπ’ αριθ. 94/2019 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών, δυνάμει του οποίου παραπέμφθηκε η εκκαλούσα ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, για να δικαστεί για την πράξη της απάτης, από κοινού, με προσδοκώμενο όφελος και αντίστοιχη συνολική ζημία υπερβαίνουσα το ποσό των 120.000,00 ευρώ, που φέρεται τελεσθείσα στα Ν. Μουδανιά Χαλκιδικής, τη Θεσσαλονίκη και τις Σέρρες, κατά το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο έτους 2009 έως το Σεπτέμβριο έτους 2009. Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε από δικαιούμενο πρόσωπο, στρέφεται κατά βουλεύματος που υπόκειται σ’ αυτήν, ασκήθηκε εμπροθέσμως και συντάχθηκε η σχετική έκθεση, ζητεί δε η εκκαλούσα, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται στην εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, την εξαφάνιση του εκκαλούμενου βουλεύματος.
Όπως προκύπτει από το από 2-4-2020 αποδεικτικό επίδοσης σε αντίκλητο του Δικαστικού Επιμελητή …, υπάλληλο της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης, προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος Στέργιο Κ. Βίτσιο (ΑΜ ΔΣΘ 3972), η εκκαλούσα ειδοποιήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα για να εμφανισθεί ενώπιον του Συμβουλίου τούτου και να εκθέσει τις απόψεις της, αυτή όμως δεν εμφανίσθηκε.
Επίσης, ο άνω πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας ειδοποιήθηκε κατ’ άρθρο 308 § 2 του Κ.Π.Δ., για να λάβει γνώση της εισαγγελικής πρότασης και έλαβε πράγματι γνώση, όπως τούτο βεβαιώνεται με σχετική σημείωση του γραμματέα της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης επί του σώματος της εισαγγελικής πρότασης, αλλά και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εκκαλούσας.
Το Συμβούλιο κρίνει, για τους νόμιμους και βάσιμους λόγους που εκθέτει ο Εισαγγελέας στην πρότασή του, στους οποίους και αναφέρεται προς αποφυγήν άσκοπων επαναλήψεων, ότι η κρινόμενη έφεση πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, να διαταχθεί η εκτέλεση του εκκαλουμένου βουλεύματος και να καταδικασθεί η εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας, ποσού διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ, κατ’ άρθρο 578 παρ. 1 του Κ.Π.Δ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης ./30-10-2019 έφεση της …, κατοίκου . Θεσσαλονίκης, κατά του υπ’ αριθ. 94/2019 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Σερρών.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εκτέλεση του εκκαλούμενου βουλεύματος.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας που ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ στη Θεσσαλονίκη, στις 8 Απριλίου 2020 και εκδόθηκε στις .. Απριλίου 2020.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ