Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της απόφασης 1048/2013 του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία, κατ’ αποδοχή εφέσεως του Δημοσίου, εξαφανίσθηκε η απόφαση 367/2009 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης, εκδικάσθηκε η προσφυγή των αναιρεσειόντων και απορρίφθηκε. Με την εν λόγω προσφυγή οι αναιρεσείοντες ζήτησαν την ακύρωση της …/2005/10.8.2005 πράξης του Προϊσταμένου του Τελωνείου Φλώρινας, κατά το μέρος που με αυτήν α) ο δεύτερος αναιρεσείων, διευθύνων σύμβουλος της πρώτης, χαρακτηρίστηκε συνυπαίτιος λαθρεμπορίας πετρελαιοειδών, επιβλήθηκαν σε βάρος του πολλαπλό τέλος 11.553.200 δρχ., διαφυγόντες δασμοί και φόροι 5.750.411 δρχ. και κηρύχθηκε αλληλεγγύως υπόχρεος για την καταβολή του συνολικού ποσού πολλαπλού τέλους, ύψους 90.986.490 δρχ., και του συνόλου των καταλογισθέντων διαφυγόντων δασμών και φόρων, ποσού 46.374.280 δρχ., β) η πρώτη αναιρεσείουσα εταιρεία κηρύχθηκε αλληλεγγύως υπόχρεη, ως αστικώς συνυπεύθυνη, για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων σε βάρος όλων των συμμετόχων πολλαπλών τελών και διαφυγόντων δασμών. Το δικάσαν διοικητικό εφετείο διαμόρφωσε την κρίση του κατόπιν ειδικής συνεκτίμησης, μεταξύ άλλων, και αμετάκλητης ποινικής αθωωτικής απόφασης. Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί, η παρεμπίπτουσα κρίση του ποινικού δικαστηρίου για το διοικητικής φύσεως ζήτημα δεν παράγει δεδικασμένο ή/και δέσμευση για το διοικητικό δικαστήριο, το οποίο, επιλαμβανόμενο της διοικητικής διαφοράς από την επιβολή των διαφυγόντων δασμών και φόρων, κρίνει αυτοτελώς το ανωτέρω ζήτημα (διοικητικής φύσεως), κατ’ ενάσκηση της κατά το Σύνταγμα αρμοδιότητάς του και βασιζόμενο στην ενώπιόν του αποδεικτική διαδικασία. Εν προκειμένω, το δικάσαν διοικητικό δικαστήριο δεν έθεσε εν αμφιβόλω την ορθότητα της απαλλακτικής κρίσης, στην οποία κατέληξε το ποινικό δικαστήριο μετά από παρεμπίπτουσα κρίση σχετικά με το διοικητικής φύσεως ζήτημα της ερμηνείας των διατάξεων του ν. 2123/1997 που διέπουν την επίδικη περίπτωση, αλλά, εν όψει της αυτοτέλειας και του διαφορετικού σκοπού της διοικητικής δίκης έναντι της ποινικής, εκτίμησε διαφορετικά από τον ποινικό δικαστή τα στοιχεία και περιστατικά της ενώπιόν του υπόθεσης, αναφορικά με το ζήτημα της ύπαρξης φορολογικής υποχρέωσης στο πλαίσιο της προπεριγραφείσας χρήσης του πετρελαιοειδούς. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος είναι απορριπτέος (και) ως αβάσιμος. Εξάλλου, η διά του υπομνήματος επίκληση του άρθρου 5 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως η εν λόγω παράγραφος ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 17 του ν. 4446/2016, [«Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις […] αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, […], εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της διοικητικής παράβασης»], και το αντίστοιχο αίτημα των αναιρεσειόντων προς το Δικαστήριο, να εφαρμόσει, «ως οφείλει» αυτεπαγγέλτως την ανωτέρω διάταξη, είναι, επίσης, απορριπτέα, διότι η νέα διάταξη δεν εφαρμόζεται ratione materiae στην αναιρετική δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.