Ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανακοίνωσε πως το νομοσχέδιο για τους whistleblowers, τίθεται σε δημόσια διαβούλευση. Πρόκειται για οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την οποία προκληθεί δημόσια συζήτηση περί «διαφωνιών στο Υπουργικό Συμβούλιο» από υπουργούς που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση Novartis.
Σε δημόσια διαβούλευση βγαίνει άμεσα το νέο νομοσχέδιο για τους προστατευόμενους μάρτυρες, που είχε συζητηθεί στο υπουργικό Συμβούλιο στις αρχές Μαρτίου και είχε προκαλέσει θόρυβο για διαφωνίες μεταξύ των υπουργών.
Οι διαφορετικές απόψεις πράγματι καταγράφηκαν, όπως είχε αποκαλύψει τότε το dikastiko.gr αλλά ήταν σε λάθος βάση δεδομένου ότι πρόκειται για οδηγία που δεν αφορά ποινικές υποθέσεις π.χ Novartis αλλά διοικητικές- αστικές. Έτσι παρά τις περί του αντιθέτου αναφορές πως το ν/σ αποσύρθηκε, τελικά σύμφωνα με τον Κώστα Τσιάρα (ΣΚΑΪ) τίθεται σε διαβούλευση: «Θα έρθει τις αμέσως προσεχείς ημέρες, ενδεχομένως και αύριο να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Άρα ακολουθούμε τη γνωστή διαδικασία προκειμένου να έρθει στο ελληνικό Κοινοβούλιο» δήλωσε ο κ. Τσιάρας.
«Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι σχετικά με το θόρυβο που δημιουργήθηκε με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο για τους whistleblowers. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία διοικητική διαδικασία προκειμένου κάθε τέτοια υπόθεση η οποία μπορεί να θίγει θέματα ή ζητήματα ηθικής που αφορούν στην Πολιτεία ή στους πολίτες ή οτιδήποτε να καταλήξουν τελικά είτε στην Αρχή Διαφάνειας, είτε στην εισαγγελική αρχή και όλα αυτά στην πραγματικότητα αφορούν μία ευρωπαϊκή Οδηγία την οποία καλείται η χώρα μας να ενσωματώσει. Κάνουμε πολύ συγκεκριμένα βήματα. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ενεκρίθη από την πρώτη στιγμή από το υπουργικό συμβούλιο. Γίνεται απλά μία διεύρυνση απλά και μόνο στο πλαίσιο των εθνικών μας δεδομένων όπως κάνουν ακριβώς όλες οι χώρες» υποστήριξε.
Η οδηγία
Η οδηγία 2019/1937 αφορά στην προστασία προσώπων (μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος) που αποκαλύπτουν παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου (μπορείτε να τη διαβάσετε αυτούσια ΕΔΩ) δεν αφορά την ποινική διαδικασία (π.χ περίπτωση Novartis) αλλά διοικητική- αστική διαδικασία εξ ου και η παρανόηση στο υπουργικό. Για το ποινικό σκέλος ούτως ή άλλως υπάρχουν οι πρόνοιες των κωδίκων. Η συγκεκριμένη οδηγία, η οποία πρέπει να ενσωματωθεί άμεσα , αφορά κυρίως το διοικητικό μέρος μιας καταγγελίας, κυρίως από υπάλληλους δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων για παραβιάσεις του ενωσιακού Δικαίου, ώστε να μην εκτίθενται σε εκδικητικά μέτρα- αντίποινα όπως π.χ
α) παύση, απόλυση ή ισοδύναμα μέτρα,
β)υποβιβασμό ή στέρηση προαγωγής,
γ)μεταβίβαση καθηκόντων, αλλαγή τόπου εργασίας, μείωση μισθού, μεταβολή του ωραρίου εργασίας,
δ)στέρηση κατάρτισης,
ε)αρνητική αξιολόγηση επιδόσεων ή αρνητική επαγγελματική σύσταση κ.α
Γι’ αυτό άλλωστε ήταν παρών στο Υπουργικό Συμβούλιο και ο Διοικητής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας Άγγελος Μπίνης.
Τι συνέβη
Η διαφωνία είχε εκφραστεί για πότε θα μπορεί να “αποχαρακτηρίζεται” ένας μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος με αφορμή μια πρόβλεψη της οδηγίας στο άρθρο 32, το οποίο αναφέρει: “Προκειμένου να απολαμβάνουν προστασία βάσει της παρούσας οδηγίας, οι καταγγέλλοντες θα πρέπει να έχουν βάσιμους λόγους να θεωρούν, βάσει των περιστάσεων και των πληροφοριών που έχουν στη διάθεσή τους κατά τον χρόνο της αναφοράς, ότι τα ζητήματα που καταγγέλλουν είναι αληθή. Η απαίτηση αυτή αποτελεί σημαντική δικλείδα ασφαλείας έναντι κακόβουλων, επιπόλαιων ή καταχρηστικών αναφορών, καθώς διασφαλίζει ότι τα άτομα, τη στιγμή της αναφοράς, που ηθελημένα και εν γνώσει τους κατήγγειλαν εσφαλμένες πληροφορίες δεν χαίρουν προστασίας. Ταυτόχρονα, η απαίτηση αυτή διασφαλίζει ότι η προστασία δεν χάνεται σε περίπτωση που ο καταγγέλλων έχει αναφέρει ανακριβή πληροφορία όσον αφορά παραβιάσεις υποπίπτοντας σε σφάλμα με καλή πίστη. Στο ίδιο πνεύμα, οι αναφέροντες θα πρέπει να δικαιούνται προστασία δυνάμει της παρούσας οδηγίας σε περίπτωση που θεωρούν εύλογα ότι οι αναφερόμενες πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Τα κίνητρα των αναφερόντων κατά την αναφορά δεν θα πρέπει να σχετίζονται με την απόφαση για το εάν θα πρέπει να προστατεύονται”.
Συγκεκριμένα τέθηκε το θέμα “πως θα αποδεικνύεται ότι αυτό το πρόσωπο είπε ηθελημένα ψέματα” ; Η ένσταση δηλαδή αφορούσε τη δικλείδα ασφαλείας περί εσκεμμένου ψεύδους για να αρθεί το καθεστώς προστασίας, αφού θεωρείται πως η είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχτεί κάτι τέτοιο. Το περιέγραψε επίσης ο Μάκης Βορίδης , δημόσια: “,,,να βάλουμε θεσμικές εγγυήσεις ώστε βεβαίως αυτοί οι μάρτυρες να παίζουν τον ρόλο τους αλλά ταυτόχρονα να είναι και, υπό μια ευρεία έννοια, υπεύθυνοι γι΄ αυτά τα οποία καταθέτουν, αν τυχόν τα έχουν καταθέσει ψευδώς. Αυτό συζητάμε και όχι την ειλικρινή κατάθεση. Την ψευδορκία μάρτυρα όμως… να μην την ελέγξουμε; Αυτόν ο οποίος χρησιμοποιείται προκειμένου να στοχοποιήσει πολιτικούς αντιπάλους, να μην τον ελέγξουμε; Αυτή είναι η συζήτηση. Παρεμπιπτόντως, υπάρχουν πρόνοιες σε όλα τα νομοσχέδια και στην Οδηγία, για τα ζητήματα αυτά και απλώς πρέπει να δει κανείς τις ισορροπίες και τις κατάλληλες σταθμίσεις που πρέπει να κάνει».