Οι χρονοβόρες διαδικασίες για την εξέταση κάποιας δικαστικής υπόθεσης, αλλά και η υποστελέχωση σε εισαγγελείς και σε διοικητικό προσωπικό, σε αντίθεση με τους δικαστές και κυρίως με τους δικηγόρους όπου ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο καταγράφονται στην έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ελλάδα.
Την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα της Δικαιοσύνης στην Ευρώπη αναλύει συγκεκριμένα η ετήσια έκθεση αξιολόγησης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το 2020 που δόθηκε πριν λίγες ημέρες στη δημοσιότητα (βάσει στοιχείων του 2018).
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, για άλλη μία φορά αποτυπώνεται πως η εκδίκαση κάποιας υπόθεσης απαιτεί πολύ περισσότερες ημέρες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Είναι ενδεικτικό πως σε αστικές υποθέσεις σε άλλες χώρες της Ε.Ε. απαιτούνται 201 ημέρες για την εκδίκασή τους, ενώ στην Ελλάδα φτάνουν τις 559 ημέρες σε πρωτόδικο βαθμό και σε υψηλότερο, όπως έφεση, κυμαίνονται στις 662 ημέρες (στην Ε.Ε. είναι 141) και σε ανώτατο επίπεδο τις 331 ημέρες (μέσος όρος Ε.Ε. οι 207 ημέρες).
Ανάλογη είναι η εικόνα και στις διοικητικές υποθέσεις. Στις 601 ημέρες η εκδίκαση στη χώρα μας έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου τις 241 ημέρες, σε δεύτερο βαθμό 583 ημέρες (209 στην Ε.Ε.), ενώ… εντυπωσιακή είναι η απόδοση της Ελλάδας στο ανώτατο επίπεδο όπου απαιτούνται 1.264 ημέρες σε σχέση με το μέσο όρο των 228 ημερών στις χώρες της Ε.Ε.
Τα προβλήματα στο δικαστικό σύστημα αποτυπώνονται και ως προς τους λειτουργούς και το προσωπικό που υπηρετεί σε αυτούς. Με μέσο όρο 17,7% για τους δικαστές (αναλογία ανά 100.000 κατοίκους), το ποσοστό για τη χώρα ανέρχεται στο 26,8%, στο διοικητικό προσωπικό των δικαστών ο μέσος όρος είναι 60,9% και στην Ελλάδα 38,9%, ο αριθμός των εισαγγελέων σε άλλες χώρες είναι στο 11,2% και εδώ στο 5,4%, ενώ η συντριπτική διαφορά είναι στους δικηγόρους. Το ποσοστό ανά 100.000 κατοίκους στην Ε.Ε. βρίσκεται στο 123%, ενώ στη χώρα μας αγγίζει το 400%!!
Στις δαπάνες για τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος, βέβαια, είμαστε πίσω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρά το γεγονός πως στην επιβολή δικαστικών φόρων εκφεύγουμε και φτάνουμε στο διπλάσιο σχεδόν των άλλων χωρών.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Συμβουλίου της Ευρώπης
Ευρωπαϊκά δικαστικά συστήματα: κύκλος αξιολόγησης 2020 (δεδομένα 2018)
Αποτελεσματικότητα και ποιότητα της δικαιοσύνης στην Ευρώπη: Το Συμβούλιο της Ευρώπης δημοσιεύει την ετήσια έκθεσή του για το 2020.
Στην έκθεσή του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία περιέχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των χωρών και μία αλληλεπιδραστική βάση δεδομένων (όλα προσβάσιμα δημοσίως), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης του Συμβουλίου της Ευρώπης (CEPEJ) καθορίζει τις κύριες κατευθύνσεις στα δικαιοδοτικά συστήματα 45 ευρωπαϊκών χωρών (από τα 47 κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, μόνο το Λιχτενστάιν και το Σαν Μαρίνο αδυνατούσαν να παρέχουν στοιχεία. Το Ισραήλ, το Μαρόκο και, για πρώτη φορά, το Καζακστάν, έλαβαν μέρος στη δράση ως παρατηρητές).
Αυτή η όγδοη έκθεση αξιολόγησης, από τότε που η CEPEJ ιδρύθηκε το 2002, περιλαμβάνει ειδικότερα τις ακόλουθες κατευθύνσεις:
Σχετικά με τις δαπάνες του προϋπολογισμού που αποδίδονται στη δικαιοσύνη:
- ελαφρά αύξηση μεταξύ 2010 και 2018: τα ευρωπαϊκά κράτη δαπανούν κατά μέσο όρο 72 ευρώ ανά κάτοικο ετησίως για το νομικό τους σύστημα (π.χ. 8 ευρώ περισσότερο σε σχέση με το 2016)
*ποσοστό 65% των δαπανών αποδίδονται στα δικαστήρια (που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη αύξηση μεταξύ 2016 και 2018), 24% στις εισαγγελικές αρχές και 11% στη νομική βοήθεια
- αυξανόμενη τάση προς την ανάθεση ορισμένων υπηρεσιών σε εξωτερικούς συνεργάτες
- οι λιγότερο εύπορες χώρες δαπανούν αναλογικά περισσότερο για τις εισαγγελικές τους αρχές, ενώ οι περισσότερο ευκατάστατες επενδύουν περισσότερο στη νομική βοήθεια
- όλες οι χώρες έχουν εγκαθιδρύσει έναν μηχανισμό νομικής βοήθειας για τις ποινικές και μη ποινικές υποθέσεις για να διασφαλίσουν την πρόσβαση όλων στη δικαιοσύνη, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη νομολογία του Δικαστηρίου.
Σχετικά με τους επαγγελματίες στο χώρο της δικαιοσύνης και τα δικαστήρια:
- σταθερότητα ως προς τον αριθμό των επαγγελματιών δικαστών (με το μέσο όρο να διαμορφώνεται στους 21 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους), με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών, οι οποίες μπορούν να δικαιολογηθούν από τις διαφορές στον τρόπο οργάνωσης των νομικών τους συστημάτων ή από την προσφυγή σε μη επαγγελματίες δικαστές ή σε επαγγελματίες δικαστές που δικάζουν εκ περιτροπής
- η συμμετοχή όλο και περισσότερων γυναικών δικαστών και εισαγγελέων στο δικαστικό σώμα συνεχίζεται, αλλά η κορυφή της πυραμίδας παραμένει σταθερή όσον αφορά τις ανώτατες θέσεις· τα κράτη δίνουν έμφαση στη διασφάλιση της ισορροπίας μεταξύ των φύλων όσον αφορά το διορισμό των δικαστών και τη διαδικασία προαγωγής τους· ωστόσο, το επάγγελμα του δικηγόρου παραμένει συντριπτικά ανδρικό· καταγράφεται αύξηση του αριθμού των δικηγόρων, με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών, με μέσο όρο 164 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους
- μείωση κατά 10% του αριθμού των δικαστηρίων μεταξύ 2010 και 2018·
- ειδικά τμήματα δικαστηρίων.
Σχετικά με τους χρήστες των δικαστηρίων:
- ολοένα αυξανόμενος αριθμός κρατών παρέχει εξειδικευμένη πληροφόρηση στους χρήστες και προβαίνει σε προσαρμογές χάριν αυτών, ιδίως για τους περισσότερο ευάλωτους εξ αυτών
- πρόσθετο προσωπικό και πόροι πρέπει να αποδοθούν στην αναβάθμιση της επικοινωνίας με τους χρήστες
- η ανθρώπινη επαφή σε συνδυασμό με την αξιοπρεπή και προσήκουσα συμπεριφορά συντελεί στη λήψη δίκαιων αποφάσεων και ενισχύει την εμπιστοσύνη στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης.
Σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας:
- η ψηφιακή τεχνολογία έχει καταστεί αναπόσπαστο τμήμα της παροχής υπηρεσιών στο χώρο της δικαιοσύνης
- τα πιο εύπορα νομικά συστήματα επενδύουν περισσότερο στις ψηφιακές υπηρεσίες
- όσον αφορά τη συνδρομή στη λήψη των αποφάσεων, στην ηλεκτρονική επικοινωνία και την απομακρυσμένη σύνδεση, η επίδραση αυτών των νέων ψηφιακών εργαλείων πρέπει να καταγραφεί, ώστε να αποφευχθεί η επιρροή τους στις αρχές της δίκαιης δίκης, της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας που πρέπει να διέπουν τη δικαιοσύνη
- οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας συνιστούν αποδεδειγμένα ένα αξιόπιστο, ακόμη και ένα ουσιώδες, εργαλείο στη διασφάλιση της συνέχισης των εργασιών των νομικών συστημάτων στο πλαίσιο της κρίσης του Covid-19.
Σχετικά με την αποδοτικότητα των νομικών συστημάτων:
- τα δευτεροβάθμια δικαστήρια φαίνεται να είναι περισσότερο αποδοτικά· από τα τρία δικαιοδοτικά συστήματα, το σύστημα απονομής ποινικής δικαιοσύνης είναι το πιο αποτελεσματικό
- τα δικαστήρια παρουσιάζονται λιγότερο αποδοτικά στον πρώτο βαθμό και στον τομέα της διοικητικής δικαιοσύνης ειδικότερα.
- τα αιτήματα ασύλου είχαν σημαντική επίδραση στον αριθμό των προωτοείσακτων υποθέσεων το 2018 στις εξής επτά χώρες: Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Σουηδία
- οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν σε διάφορες χώρες είχαν καθοριστική επιρροή στην αποδοτικότητα των νομικών τους συστημάτων.