ΑΡΙΘΜΟΣ 27/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου ουσιαστικού ποινικού νόμου. Απάτη. Παραγραφή. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση. Παύει οριστικά την ποινική δίωξη.
– Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 514 και 511 εδ. τελευταίο του κυρωθέντος με το Ν. 4620/2019 και ισχύοντος από 1.7.2019 Κ.Π.Δ. (άρθρα 585, 586 και 589 παρ. 3 του ιδίου Κώδικα) προκύπτει ότι, στην περίπτωση που μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης μεταβλήθηκε το νομοθετικό καθεστώς, όσον αφορά τα στοιχεία της αξιόποινης πράξης ή και την προβλεπόμενη ποινή, κύρια ή παρεπόμενη, ο Άρειος Πάγος εφαρμόζει και αυτεπάγγελτα, κατά το άρθρο 2 του Π.Κ. το νόμο που ίσχυε από την τέλεση της πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της και περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις, εφόσον η αίτηση αναίρεσης είναι παραδεκτή, ανεξάρτητα από την εμφάνιση ή μη του κατηγορουμένου κατά τη συζήτηση της τελευταίας, ενώ, σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 511 του ιδίου Κώδικα, “Αν εμφανιστεί ο αναιρεσείων και κριθεί παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν και δεν προτάθηκαν, όλους τους λόγους της αναίρεσης που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 510, εκτός από το προβλεπόμενο στο στοιχείο Β’. Δεν επιτρέπεται, όμως, να χειροτερεύσει η θέση του κατηγορουμένου. Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο Άρειος Πάγος αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη το δεδικασμένο και την παραγραφή που επήλθαν μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επίσης, αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά τη δημοσίευσή της”.
– Κατά τις διατάξεις του άρθρου 386 του Π.Κ., όπως ίσχυε κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης, “Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών…Επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών: α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατό είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ”, ενώ με τις διατάξεις της παρ. 1 του ιδίου άρθρου του ισχύοντος από 1.7.2019 ΠΚ “Όποιος με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με σκοπό από τη βλάβη αυτής της περιουσίας να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή”. Η τελευταία αυτή διάταξη είναι ευμενέστερη της προγενέστερης, καθόσον α) η απάτη τιμωρείται με φυλάκιση και μάλιστα χωρίς την πρόβλεψη ελαχίστου ορίου και χρηματική ποινή, τιμωρείται, δηλαδή, σε βαθμό πλημμελήματος και β) μόνο αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή, τιμωρείται, δηλαδή, σε βαθμό κακουργήματος. Με τις ανωτέρω διατάξεις του ισχύοντος από 1.7.2019 Ποινικού Κώδικα, που έχουν θεσπιστεί προς το σκοπό ευμενέστερης μεταχείρισης του κατηγορουμένου, καταργήθηκε η επιβαρυντική περίπτωση τέλεσης της πράξης της απάτης κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια με συνολικό όφελος ή συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ και η εν λόγω αξιόποινη πράξη, οσάκις το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία δεν υπερβαίνουν τις 120.000 ευρώ, τιμωρείται σε βαθμό πλημμελήματος.
– Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 του ΠΚ, το αξιόποινο των εγκλημάτων εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία, προκειμένου για πλημμελήματα, είναι πέντε έτη, αρχόμενη από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη. Η προθεσμία αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και ώσπου να γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, όχι όμως πέραν από τα τρία έτη για τα πλημμελήματα. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1β’ , 368 περ. β’ και 511 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημόσιας τάξης, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από τα δικαστήρια σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας, ειδικότερα δε ο Άρειος Πάγος, διαπιστώνοντας τη συμπλήρωσή της, αν εμφανισθεί ο αναιρεσείων και κριθεί παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης, οφείλει, αυτεπαγγέλτως, να αναιρέσει την προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση και να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 368 περ. β’ του ισχύοντος ΚΠΔ.