ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 131/2205   Αθώωση πρωτοδίκως και απώλεια ιδιότητας παθόντος. Όρια της υποστήριξης της κατηγορίας

Αριθμός 131/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Λεπενιώτη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Κωστούλα Πρίγγουρη, Παρασκευή Τσούμαρη, Σταυρούλα Κουσουλού και Ευαγγελία Γιακουμάτου-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Νοεμβρίου 2024, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαου Δεγαΐτη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Δ. Δ. του Γ., κατοίκου …, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αλέξανδρο Τσάπελη, για αναίρεση της υπ’αριθ. 1950/2024 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών. Με υποστηρίζουσα την κατηγορία την Μ. Ζ.-Δ. του Κ., κάτοικο … Αττικής, η οποία δεν εμφανίστηκε.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που περιλαμβάνονται στην με αριθμό 118/2024 από 25.9.2024 αίτηση αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 868/2024.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε α) να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, β) να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο (Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών), συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως την υπόθεση και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη με αριθμό 118/2024 από 25.09.2024 αίτηση του κατηγορουμένου Δ. Δ. του Γ. και της Μ.-Χ., κατοίκου …, οδός …, για αναίρεση της με αριθμό 1950/2024 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, έχει ασκηθεί νομότυπα, με δήλωση από τον ίδιο τον κατηγορούμενο στον Γραμματέα του εκδόσαντος την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση Δικαστηρίου (άρθρα 474 παρ.1 και 2 ΚΠΔ), συνταχθείσης σχετικής εκθέσεως και εμπρόθεσμα (καταχώριση της προσβαλλόμενης απόφασης στο κατά το άρθρο 473 παρ.2 και 3 εδ.α’ του ΚΠΔ βιβλίο στις 09.09.2024), σύμφωνα με τα άρθρα 462 παρ.2, 464, 466 παρ.1 και 473 παρ.2 και 3, 504 παρ1 και 505 παρ.1 ΚΠΔ και περιέχει ως λόγους αναίρεσης, την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ’ του ΚΠΔ ), την εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, υπό τη μορφή της έλλειψης νόμιμης βάσης (άρθρο 510 παρ.1 στ.Ε’ του ΚΠΔ), την απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, λόγω παραβίασης των δικαιωμάτων υπεράσπισης του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου (άρθρο 510 παρ.1 στ.Α’ σε συνδυασμό με άρθρο 171 παρ.1 εδ.δ’ και με άρθρα 71 και 178 παρ.3 του ΚΠΔ), την απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, λόγω παραβίασης των διατάξεων που καθορίζουν την κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα (άρθρο 510 παρ.1 στ.Α’ σε συνδυασμό με άρθρο 171 παρ.1 εδ.β’ του ΚΠΔ), την απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, λόγω παράνομης παράστασης στη διαδικασία στο ακροατήριο της υποστηρίζουσας την κατηγορία (άρθρο 510 παρ.1 στ.Α’ σε συνδυασμό με άρθρο 171 παρ.3 του ΚΠΔ) . Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων με αυτή λόγων, ερήμην της υποστηρίζουσας την κατηγορία Ζ.-Δ. Μ. του Κ., η οποία δεν εμφανίστηκε στην δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, μολονότι κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα προς τούτο, όπως προκύπτει από τα από 10.10.2024 αποδεικτικά επίδοσης με θυροκόλληση στην κατοικία της και στην αντίκλητο δικηγόρο της Ψ. Δ., της Επιμελήτριας Εισαγγελίας Αρείου Πάγου Α. Σ..
Ι) Κατά το άρθρο 63 εδ. α’ του νέου ΚΠΔ (Ν. 4620/2019) που τέθηκε σε ισχύ από 01.07.2019: “Οι δικαιούμενοι κατά τον αστικό κώδικα σε αποζημίωση ή αποκατάσταση από το έγκλημα ή σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, ακόμη και όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για την αποκατάσταση της ζημίας ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης περιορίζεται αποκλειστικά σε τρίτο πρόσωπο, μπορούν να παραστούν στο ποινικό δικαστήριο για την υποστήριξη της κατηγορίας”. Ήδη, με τις διατάξεις των άρθρων 63-66 του ως άνω ισχύοντος από 01.07.2019 ΚΠΔ, επαναπροσδιορίστηκε η έννοια και η θέση του πολιτικώς ενάγοντος στην ποινική δίκη, στην οποία πλέον τα δικαιούμενα πρόσωπα μπορούν να παραστούν για την υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο ενώ, κατ’ άρθρο 67 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, η διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί σχετικά με την άσκηση και διατύπωση της παράστασης για την υποστήριξη της κατηγορίας, είναι η ίδια με εκείνη της διάταξης του άρθρου 68 παρ.2 του προϊσχύσαντος ΚΠΔ, ήτοι επιτρέπεται να ασκηθεί, χωρίς έγγραφη προδικασία, το αργότερο όμως, ωσότου αρχίσει για πρώτη φορά η αποδεικτική διαδικασία στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του σχεδίου του νέου Κ.Π.Δ., το κριτήριο της ενεργητικής νομιμοποίησης για τη δήλωση παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας παρέμεινε το ίδιο με το προϊσχύσαν δίκαιο και απλώς αφαιρέθηκε η δυνατότητα από τον δικαιούχο του ουσιαστικού δικαιώματος χρηματικής αποζημίωσης, υλικής αποκατάστασης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης να εισάγει τις αστικές αξιώσεις του στην ποινική δίκη, όπου δικαιούται πλέον να παρίσταται μόνο προς υποστήριξη της κατηγορίας (ΑΠ 908/2023). Επομένως, υπό το καθεστώς του νέου ΚΠΔ που ισχύει από 01.07.2019, οι δηλώσεις παράστασης πολιτικής αγωγής ισχύουν ως δηλώσεις για την υποστήριξη της κατηγορίας και για τα ζητήματα νομιμοποίησης του υποστηρικτή της κατηγορίας ισχύουν αναλλοίωτα όσα γίνονταν δεκτά υπό το προϊσχύσαν δίκαιο για τη νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος (πρβλ. 588 ΚΠΔ).Εξάλλου, η πολιτική αγωγή που ασκείται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, δεν έχει μόνον αστικό, αλλά και ποινικό χαρακτήρα. Με αυτή δεν επιδιώκεται δηλαδή, μόνον η ικανοποίηση της αστικής αξίωσης του αμέσως ζημιωθέντος, αλλά και η υποστήριξη της κατηγορίας από τον πολιτικώς ενάγοντα για την εξυπηρέτηση του γενικότερου δημοσίου συμφέροντος (Ολ. Α.Π.17/1997, ΑΠ 208/2021, ΑΠ 810/2020, ΑΠ 879/2019, ΑΠ 1085/2018). Είναι γεγονός ότι εκείνος που υπέστη βλάβη από το έγκλημα, και ιδιαίτερα ο ίδιος ο παθών, επιζητεί την συμμετοχή του στην ποινική δίκη όχι μόνον για να εξασφαλίσει την αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημίας του που μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα, αλλά και για να συμπράξει στην αντίδραση της πολιτείας κατά του εγκλήματος, που εκδηλώνεται με την πανηγυρική διαπίστωση της ενοχής και την δημόσια αποδοκιμασία μέσω της ποινής (ΑΠ 1177/2019). Ήδη, με την κύρωση του νέου, ισχύοντος από 1.7.2019, ΚΠΔ (ν.4620/2019), παρά τον επαναπροσδιορισμό, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, της έννοιας και της θέσης του πολιτικώς ενάγοντος, αφού πλέον ο αδικηθείς έχει δικαίωμα για παράσταση πολιτικής αγωγής μόνον προς υποστήριξη της κατηγορίας, δεν μεταβάλλεται ο προεχόντως ποινικός χαρακτήρας της πολιτικής αγωγής στο ποινικό δικαστήριο (ΑΠ 208/2021). Ακόμη από τις διατάξεις των άρθρων 63, 82 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. (νέου και παλαιού), σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 66 (πρώην 64), 67 (πρώην 68) παρ. 1 και 2, 83, 84, 87 του ιδίου Κώδικα και 914, 932 του ΑΚ, προκύπτει ότι για να είναι νόμιμη η δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής και νυν υποστήριξης της κατηγορίας που γίνεται είτε στην προδικασία είτε ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, πρέπει, εκείνος που προβαίνει σ’ αυτή, να έχει υποστεί από την τέλεση της εγκληματικής πράξης ζημία, από την οποία διατηρεί αξίωση αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Τέτοια αξίωση υφίσταται σε εκείνον που ζημιώθηκε άμεσα από την άδικη πράξη με την οποία προσβλήθηκαν έννομα αγαθά αυτού, ο οποίος, ως μόνος ενεργητικά νομιμοποιούμενος, μπορεί να προβεί σε δήλωση παράστασης ως πολιτικώς ενάγων και ήδη σε δήλωση υποστήριξης της κατηγορίας. Δηλαδή, απαιτείται και υπό το νέο ΚΠΔ ο υποστηρίζων την κατηγορία, όπως προηγουμένως και ο πολιτικώς ενάγων, να αντλεί το δικαίωμα αποζημιώσεως ευθέως και αμέσως από “προσωπικό βίωμα” της εγκληματικής προσβολής και όχι από κάποια ενδιάμεση σχέση ή αντανακλαστικά και έμμεσα (ΑΠ 420/2021) ακόμη και όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για την αποκατάσταση της ζημίας ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης περιορίζεται αποκλειστικά σε τρίτο πρόσωπο (ΑΠ 973/2021). Έτσι, για να προσδιορισθεί ποιος είναι ο αμέσως ζημιούμενος και αν έχει έννομο συμφέρον και νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής (:παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας), αναζητείται ποιο είναι το συμφέρον και το έννομο αγαθό που προστατεύει η συγκεκριμένη ποινική διάταξη που παραβιάσθηκε από τον κατηγορούμενο, για την οποία δικάζεται (ΑΠ 25/2021). Με την αμεσότητα της ζημιάς που απαιτείται για τη νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος, εκφράζονται δύο διαφορετικοί περιορισμοί του δικαιώματος παράστασης πολιτικής αγωγής και ήδη παράστασης για υποστήριξη της κατηγορίας, οι οποίοι αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικές έννοιες αμεσότητας. Η μία υπονοεί την προσωπική σχέση του ζημιωθέντος με το δικαζόμενο έγκλημα (ΑΠ 248/2009), ενώ η δεύτερη υπονοεί την υπαγωγή της ζημιάς του παριστάμενου πολιτικώς ενάγοντος ήδη υποστηρίζοντος την κατηγορία στο προστατευτικό εύρος του ποινικού νόμου που παραβιάστηκε. Κριτήριο δε, για την ανεύρεση του κύκλου των προσώπων, που δικαιούνται να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες αποτελεί, κατά πρώτο λόγο, ο προστατευτικός σκοπός της ποινικής διάταξης που παραβιάστηκε, με αποτέλεσμα να νομιμοποιείται οπωσδήποτε ενεργητικά στην παράσταση πολιτικής αγωγής, ο φορέας του εννόμου αγαθού που προσβλήθηκε με την τέλεση της αξιόποινης πράξης. Λαμβάνεται υπόψη η έννοια του συμφέροντος, όπως ορίζεται από κανόνες δικαίου που τέθηκαν, όχι αποκλειστικά χάριν του γενικού συμφέροντος, αλλά και χάριν ιδιωτικών συμφερόντων και της αξίωσης για την απόλαυσή του (Ολ. ΑΠ. 1769/1986). ‘Ετσι προστατεύεται εκείνο το ιδιωτικό συμφέρον που συνδέεται με τη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 550/2021, ΑΠ 286/2019). Η ενεργητική νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος ήδη δε υποστηρίζοντος την κατηγορία κρίνεται σύμφωνα με την κατηγορία, όπως αυτή διατυπώνεται στο παραπεμπτικό βούλευμα ή το κλητήριο θέσπισμα, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της δήλωσης παράστασης πολιτικής αγωγής και ήδη υποστήριξης της κατηγορίας, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της αξίωσης (κρίνεται) από την αποδεικτική διαδικασία (ΑΠ 908/2023, ΑΠ 973/2021).
ΙΙ) Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 3 του ν. ΚΠΔ., απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ του ιδίου κώδικα, η οποία λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος, ήδη υποστηρίζοντος την κατηγορία, στη διαδικασία του ακροατηρίου. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει και όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος και ήδη υποστηρίζοντος την κατηγορία οι όροι της ενεργητικής νομιμοποιήσεώς του για την παράστασή του σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν. Απόλυτη ακυρότητα επίσης επέρχεται και όταν παραβιάστηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο διατύπωσης της παράστασης για υποστήριξη κατηγορίας, κατά το άρθρο 67 παρ.1 του ν. ΚΠΔ. Η ακυρότητα αυτή δεν καλύπτεται από την μη προβολή αντιρρήσεων κατά της παράνομης παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας, αν από την ίδια τη διαδικασία προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης, η οποία ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και οδηγεί στην απόρριψη της παράστασης αυτής ως απαράδεκτης. Άλλες ελλείψεις ή πλημμέλειες, που αφορούν στην παράσταση ή την εκπροσώπηση του πολιτικώς ενάγοντος ήδη δε, του υποστηρίζοντος την κατηγορία δεν ασκούν επιρροή στη νομιμότητα της παράστασης προς υποστήριξη κατηγορίας και δεν επιφέρουν απόλυτη ακυρότητα, αφού αυτές οι ελλείψεις ή πλημμέλειες θίγουν απλώς το συμφέρον του δικαιούχου και όχι του κατηγορούμενου, ούτε πλήττουν τη δημόσια τάξη (ΑΠ 908/2023, ΑΠ 244/2023, ΑΠ 973/2021). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου επισκόπηση της ΙΤ1768/2023 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, που δίκασε ως πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, την κατηγορία κατά του τότε κατηγορουμένου και ήδη αναιρεσείοντος, η οποία συνίστατο στην τέλεση εκ μέρους του : α) σωματικής βλάβης σε βάρος ανηλίκου, με τον οποίο συνοικούσε και β) σωματική βλάβη σε βάρος συζύγου ενώπιον ανηλίκου, παρέστη προς υποστήριξη της κατηγορίας με δήλωσή της στο ακροατήριο, πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, η Ζ. Δ. Μ. του Κ., ως παθούσα ατομικώς από την β’ πράξη και ως έχουσα την επιμέλεια του παθόντος από την α’ πράξη ανηλίκου τέκνου της και επί λέξει: “…για την ίδια και για το ανήλικο τέκνο της-ως ασκούσα την επιμέλεια Γ. Δ. κατά του ανωτέρω κατηγορουμένου για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί λόγω του αδικήματος”. Παράλληλα επανέφερε το υπ’αριθμ. 40166437495111080071 ηλεκτρονικό παράβολο και δήλωσε ότι διορίζει δικηγόρο την παρισταμένη συνήγορο Δ. Ψ. του Γ. (ΑΜ ΔΣΑ …) και στη συνέχεια, εξετάστηκε ως μάρτυρας του κατηγορητηρίου ανωμοτί, λόγω της ιδιότητάς της ως παρισταμένης προς υποστήριξη της κατηγορίας. Κατά της παράστασης αυτής δεν προβλήθηκε αντίρρηση, (σελ.2 της πρωτόδικης απόφασης). Με την πιο πάνω απόφαση, ο απών κατηγορούμενος κηρύχθηκε αθώος για την υπό στοιχείο β’ πράξη, ήτοι την τέλεση σωματικής βλάβης σε βάρος συζύγου ενώπιον ανηλίκου και ένοχος για την υπό στοιχείο α’ πράξη της σωματικής βλάβης σε βάρος ανηλίκου, αφού δε, αναγνωρίστηκε η συνδρομή στο πρόσωπό του της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ.2 εδ.α’ του ΠΚ, του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη επί τριετία. Όπως δε προκύπτει από την υπ’αριθμ.ΕΜ 2352/2023 έφεση του κατηγορουμένου κατά των καταδικαστικών κεφαλαίων της πρωτόδικης απόφασης, ήτοι καθόσον αφορά την α’ πράξη, η υπόθεση ήχθη ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, ήτοι του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, το οποίο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία δέχθηκε τυπικά την έφεση και δικάζοντας επί της ουσίας, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για την πράξη της σωματικής βλάβης σε βάρος ανηλίκου και αναγνωρίζοντας την ελαφρυντική περίσταση που του είχε αναγνωρισθεί πρωτοδίκως, του επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Στην ακροαματική διαδικασία ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα πρακτικά της προσβαλλόμενης 1950/2024 απόφασής του (σελ.2 αυτής), μετά τη νομιμοποίηση του συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορουμένου “…εμφανίσθηκε η μάρτυρας Μ. Δ. -Ζ. και αφού ζήτησε και έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, δήλωσε, ότι, παρίσταται, όπως και πρωτοδίκως, στη δίκη αυτή κατά του παραπάνω κατηγορουμένου για την υποστήριξη της κατηγορίας…”, ήτοι όπως προκύπτει από την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση “…για την ίδια και για το ανήλικο τέκνο της-ως ασκούσα την επιμέλεια Γ. Δ. κατά του ανωτέρω κατηγορουμένου για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί λόγω του αδικήματος” και διόρισε ως συνήγορό της την παρασταθείσα Δικηγόρο Αθηνών Δ. Ψ. με Α.Μ.Δ.Σ.Α. …. Κατά της παραστάσεως αυτής, δεν προβλήθηκε αντίρρηση από οποιονδήποτε. (σελ.2 της προσβαλλόμενης). Στη συνέχεια, μετά την προφορική ανάπτυξη των ισχυρισμών του κατηγορουμένου περί μεταβολής της κατηγορίας από απλή σε εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη και περί οριστικής παύσης της ποινικής δίωξης λόγω του ότι υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος ΠΚ, η τελευταία συνιστούσε πταίσμα, διαβάθμιση του ποινικού αδικήματος που έχει ήδη καταργηθεί υπό τον ισχύοντα ΠΚ, τους οποίους κατέθεσε και εγγράφως, στο ακροατήριο, διεξήχθησαν τα εξής: Η συνήγορος υποστήριξης της κατηγορίας, στην οποία δόθηκε ο λόγος από την Πρόεδρο, ζήτησε να παρασταθεί για την υποστήριξη της κατηγορίας το ενηλικιωθέν πλέον ανήλικο τέκνο Γ. Δ., που γεννήθηκε στις 29.01.2006 και κατέθεσε τα ακόλουθα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν από την Πρόεδρο: 1) το υπ’αριθμ. …2024 Γραμμάτιο Προκαταβολής Εισφορών και Ενσήμων 2) Το e-Παράβολο. Για χρήση από τον Πολίτη/Φορέα με Κωδικό Παραβόλου … και Τύπο Παραβόλου [8201] Δήλωση Παράστασης Πολιτικής Αγωγής 3) Η από 05-04-2024 Απόδειξη Πληρωμής του e-Παραβόλου 4) Η από 08-04-2024 Δήλωση Προς Υποστήριξη της Κατηγορίας. Ο συνήγορος υπερασπίσεως καθώς και ο ίδιος ο κατηγορούμενος στους οποίους δόθηκε ο λόγος από την Πρόεδρο, δήλωσαν ότι: “Α) Επαφίονται στην κρίση του Δικαστηρίου για την παράσταση υποστήριξης της κατηγορίας του ανήλικου τέκνου Γ. Δ. …”.
Ακολούθως, κλήθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας η παρασταθείσα προς υποστήριξη της κατηγορίας Μ. Δ.-Ζ., η οποία, λόγω της ιδιότητάς της αυτής εξετάσθηκε ανωμοτί, [“…εξεταζόμενη ανωμοτί κατά το άρθρο 221 εδ.δ’ του ΚΠΔ, κατέθεσε τα ακόλουθα:…” (σελ.9 της προσβαλλόμενης)]. Κατά την διάρκεια της διαδικασίας συμμετείχε ενεργώς με ερωτήσεις στους μάρτυρες και με κατάθεση εγγράφων, και η ως άνω παρασταθείσα προς υποστήριξη της κατηγορίας διά της πιο πάνω συνηγόρου της, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης και συγκεκριμένα: “…αναγνώσθηκε και το υποβληθέν κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας από τη συνήγορο της παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας έγγραφο και συγκεκριμένα:…Πριν από την ανάγνωση κάθε εγγράφου, η Πρόεδρος ανακοίνωνε το έγγραφο που επρόκειτο να αναγνωσθεί και ρωτούσε την Εισαγγελέα, τους Δικαστές, την συνήγορο της παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας…δεν αναγνώσθηκαν από την Πρόεδρο τα ακόλουθα έγγραφα που κατέθεσε η συνήγορος της παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας και συγκεκριμένα… ” (σελ.18 και 19 της προσβαλλόμενης). Ακολούθως, μετά την απολογία του κατηγορουμένου, δόθηκε ο λόγος στην πιο πάνω συνήγορο της υποστηρίζουσας την κατηγορία σχετικώς με την ενοχή του κατηγορουμένου και επί λέξει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης: “Η Πρόεδρος ρώτησε την Εισαγγελέα, τους Δικαστές τη συνήγορο της παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας…(σελ.28 της προσβαλλόμενης) και τέλος, μετά τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας “Η συνήγορος της παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο και αφού αγόρευσε, ζήτησε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος, όπως πρωτοδίκως, μη συντασσόμενη με την πρόταση της Εισαγγελέως” (σελ.29 της προσβαλλόμενης). Με βάση τα παραπάνω, όπως προκύπτουν από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, παραστάθηκε στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο για την υποστήριξη της κατηγορίας η Μ. Ζ.-Δ., η οποία, ωστόσο, δεν νομιμοποιείτο ενεργητικώς, ούτε ατομικώς, αφού δεν ήταν παθούσα και δεν είχε δικαίωμα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, καθώς ο κατηγορούμενος είχε αθωωθεί πρωτοδίκως, ως προς το αδίκημα της σωματικής βλάβης συζύγου ενώπιον ανηλίκου, που φερόταν να έχει τελέσει εναντίον της στις 09.02.2017 στη Γλυφάδα Αττικής, ούτε για λογαριασμό του τέκνου της Γ. Δ., το οποίο είχε δικαίωμα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από το αδίκημα της σωματικής βλάβης ανηλίκου, για το οποίο είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως ο εκκαλών κατηγορούμενος, αφού το ως άνω τέκνο για λογαριασμό του οποίου αυτή, ως έχουσα την επιμέλεια, είχε παρασταθεί ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, είχε πλέον ενηλικιωθεί και δεν είχε μετά την ενηλικίωσή του προβεί ατομικά σε δήλωση της βούλησής του περί υποστήριξης της κατηγορίας.
Συνεπώς, παράνομα, χωρίς να συντρέχουν οι όροι της ενεργητικής της νομιμοποίησης, παραστάθηκε στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου προς υποστήριξη της κατηγορίας η Μ. Ζ.-Δ., η οποία έπρεπε αυτεπαγγέλτως να αποβληθεί από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο και να απορριφθεί ως απαράδεκτη η παράστασή της. Ωστόσο, η παράσταση αυτή δεν απορρίφθηκε, ούτε η εν λόγω υποστηρίζουσα την κατηγορία, χωρίς να συντρέχουν οι όροι ενεργητικής της νομιμοποίησης, αποβλήθηκε από το κατ’έφεση δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, αλλά αντιθέτως, με την ιδιότητα της υποστηρίζουσας την κατηγορία, συμμετείχε, διά της συνηγόρου της, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, μέχρι να κηρυχθεί η ενοχή του εκκαλούντος-κατηγορουμένου και εξετάστηκε ως υποστηρίζουσα την κατηγορία, κατ’άρθρο 221 παρ.1 εδ.δ’ του ΚΠΔ, ανωμοτί και όχι ενόρκως, γεγονός που επηρεάζει τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Έτσι, όμως, επήλθε απόλυτη ακυρότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Επομένως, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ Κ.Ποιν.Δικ., σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ.3 ΚΠΔ, με τον οποίο προβάλλεται η ως άνω πλημμέλεια, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ.), ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων αναίρεσης, αφού η αναιρετική εμβέλεια του πιο πάνω λόγου που έγινε δεκτός καταλαμβάνει στο σύνολό της την προσβαλλόμενη απόφαση.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί με αριθμό 1950/2024 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών.
Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Δεκεμβρίου 2024.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 21 Ιανουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

To Top