ΕΔΔΑ: Δίκαιη η δίκη για φοροδιαφυγή παρά την ψυχική διαταραχή του κατηγορουμένου

ΑΠΟΦΑΣΗ

F.S.M. κατά Ισπανίας της 13.03.2025 (προσφ. αριθ. 56712/21)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο προσφεύγων, Ισπανός υπήκοος γεννημένος το 1948, καταδικάστηκε για φοροδιαφυγή σχετικά με ΦΠΑ και φόρους εταιρειών κατά τα έτη 2007-2008, ενώ ήταν διαχειριστής δύο εταιρειών. Πριν από την ποινική διαδικασία, τον Οκτώβριο 2016, κηρύχθηκε μερικώς ανίκανος σε αστική διαδικασία λόγω Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) από την παιδική ηλικία, διαταραχής προσωπικότητας με σχιζοειδή και καταναγκαστικά χαρακτηριστικά, και ψυχωσικής διαταραχής με αντισταθμιστικούς μηχανισμούς.

Στην ποινική δίκη, ιατροδικαστικής κατέθεσε ότι η κατάσταση της ψυχικής υγείας του προσφεύγοντος δεν ήταν τόσο σοβαρή ώστε να τον εμποδίζει να κατανοήσει τον σκοπό της δίκης και τις επιπτώσεις της. Ο προσφεύγων εκπροσωπήθηκε από συνήγορο της επιλογής του σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Το Audiencia Provincial της Βαρκελώνης τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης δύο ετών και εννέα μηνών και σε χρηματική ποινή 3.300.000 ευρώ.

Το ΕΔΔΑ εξέτασε κατά πόσον η νοητική διαταραχή του προσφεύγοντος και η έλλειψη ειδικών διαδικαστικών προσαρμογών παραβίασαν το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, παρά τη διαγνωσμένη κατάστασή του, ο προσφεύγων δεν ήταν ανίκανος να παραστεί στη δίκη ή να κατανοήσει το πεδίο εφαρμογής και τον σκοπό της διαδικασίας. Οι εθνικές αρχές εκτίμησαν την κατάστασή του μέσω πραγματογνώμονα και απέρριψαν αιτιολογημένα τα αιτήματα αναβολής που βασίζονταν στην ψυχική του υγεία.

Το Δικαστήριο τόνισε ότι η απουσία συγκεκριμένου αιτήματος για διαδικαστικές προσαρμογές και η εκπροσώπηση από δικηγόρο της επιλογής του προσφεύγοντος ήταν καθοριστικοί παράγοντες. Διαπίστωσε ότι η καταδίκη βασίστηκε σε πολλαπλά αποδεικτικά στοιχεία, με σημαντική βαρύτητα στα έγγραφα λόγω της οικονομικής και τεχνικής φύσης των φορολογικών αδικημάτων.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων διαγνώστηκε με ΔΕΠΥ από την παιδική ηλικία και διαταραχές προσωπικότητας. Τον Μάιο 2015, ψυχολόγοι διαπίστωσαν σχιζοειδή και καταναγκαστικά χαρακτηριστικά, ενώ ψυχίατρος διέγνωσε ψυχωσική διαταραχή. Είχε δυσκολίες στη διαχείριση εγγράφων και διοικητικών καθηκόντων, χρειαζόταν πάντα βοήθεια στη γραφειακή εργασία.

Τον Δεκέμβριο 2013 ξεκίνησαν ποινικές διαδικασίες για φοροδιαφυγή. Ο προσφεύγων κατηγορήθηκε για αποφυγή καταβολής ΦΠΑ και εταιρικών φόρων ως διαχειριστής δύο εταιρειών το 2007-2008. Παράλληλα, τον Οκτώβριο 2016, αστικό δικαστήριο τον κήρυξε μερικώς ανίκανο και τον έθεσε υπό επιτροπεία για αποφάσεις με οικονομικό ή διοικητικό περιεχόμενο.

Κατά την ποινική δίκη τον Οκτώβριο 2017, ζητήθηκε προκαταρκτική ακρόαση για την ικανότητά του να κατανοήσει τη δίκη. Ιατροδικαστής κατέθεσε ότι η κατάστασή του δεν τον εμπόδιζε να κατανοήσει τον σκοπό και τις επιπτώσεις της δίκης. Τον Νοέμβριο 2018 καταδικάστηκε σε φυλάκιση και χρηματική ποινή. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεσή του τον Δεκέμβριο 2020.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6 § 1

Άρθρο 6 § 3 (β) και (γ)

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 6 § 1 – Δίκαιη δίκη

Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι οι εγγυήσεις δίκαιης δίκης εφαρμόζονται σε όλους τους κατηγορούμενους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με ψυχικές διαταραχές. Ωστόσο, η παρουσία ψυχικής διαταραχής δεν συνεπάγεται αυτομάτως ανικανότητα παράστασης στη δίκη. Η αξιολόγηση πρέπει να εξετάζει τη φύση και τον βαθμό της διαταραχής και τον αντίκτυπό της στην ικανότητα κατανόησης και συμμετοχής.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο προσφεύγων εξετάστηκε από ιατροδικαστή που κατέληξε ότι μπορούσε να κατανοήσει τη διαδικασία. Εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο της επιλογής του, ο οποίος δεν ζήτησε ποτέ συγκεκριμένες διαδικαστικές προσαρμογές. Το γεγονός ότι ο επίτροπός του δεν παρέστη δεν καθιστά αυτομάτως τη διαδικασία άδικη, ειδικά όταν δεν υπήρχε νομική υποχρέωση παρουσίας του.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η Ισπανία δεν είχε ειδική νομοθεσία για διαδικαστικές προσαρμογές σε ποινικές δίκες ατόμων με ψυχικές διαταραχές. Χωρίς συγκεκριμένο αίτημα, τα δικαστήρια δεν υποχρεούνταν να προσφέρουν τέτοιες προσαρμογές αυτεπαγγέλτως.

Άρθρο 6 § 3 – Δικαιώματα υπεράσπισης

Ο προσφεύγων είχε επαρκή χρόνο και διευκολύνσεις για την προετοιμασία της υπεράσπισής του. Η διαδικασία διήρκεσε αρκετά χρόνια, δίνοντας χρόνο για προετοιμασία. Εκπροσωπήθηκε από έμπειρο δικηγόρο που επέλεξε ο ίδιος και που συμμετείχε ενεργά στη δίκη, εξετάζοντας μάρτυρες και αναπτύσσοντας επιχειρήματα.

Η καταδίκη βασίστηκε σε πολλαπλά αποδεικτικά στοιχεία: έγγραφα, μαρτυρικές καταθέσεις, εκθέσεις πραγματογνωμόνων. Δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στα έγγραφα λόγω της τεχνικής φύσης των φορολογικών αδικημάτων. Ο προσφεύγων δεν απέδειξε συγκεκριμένο αντίκτυπο της έλλειψης προσαρμογών στη συνολική δικαιοσύνη της δίκης.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι δικαστικές αρχές έλαβαν επαρκή μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η διαδικασία ήταν σύμφωνη με τη Σύμβαση και ότι η διαδικασία στο σύνολό της ήταν δίκαιη. Δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

“Η παρουσία ψυχικής διαταραχής δεν συνεπάγεται αυτομάτως ανικανότητα παράστασης στη δίκη· η αξιολόγηση πρέπει να εξετάζει τη φύση και τον βαθμό της διαταραχής και τον αντίκτυπό της στην ικανότητα κατανόησης και συμμετοχής στη διαδικασία” (παράγραφος 78).

ΣΧΟΛΙΟ

Η απόφαση αυτή αφορά τα δικαιώματα των κατηγορουμένων με ψυχικές διαταραχές στην ποινική διαδικασία. Το Δικαστήριο εξισορροπεί την ανάγκη προστασίας ευάλωτων κατηγορουμένων με την αναγνώριση ότι όχι όλες οι ψυχικές διαταραχές καθιστούν ένα άτομο ανίκανο να παραστεί σε δίκη.

Η απόφαση ακολουθεί τη νομολογία που καθιερώθηκε στις υποθέσεις S.C. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 15.06.2004 με αριθμ. προσφ. 60958/00 και V. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 16.12.1999 με αριθμ. προσφ. 24888/94, σχετικά με την αξιολόγηση της ικανότητας παράστασης σε δίκη. Ωστόσο, διαφοροποιείται από την υπόθεση G. κατά Γαλλίας της 23.02.2012 με αριθμ. προσφ. 27244/09, όπου το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση λόγω έλλειψης εκπροσώπησης ατόμου με σοβαρή διανοητική αναπηρία.

Το Δικαστήριο αναγνώρισε την απουσία εναρμονισμένου νομοθετικού πλαισίου για διαδικαστικές προσαρμογές στις ποινικές διαδικασίες σε πολλά κράτη μέλη. Αυτό αντανακλά την προσέγγιση στην υπόθεση Blokhin κατά Ρωσίας της 23.03.2016 με αριθμ. προσφ. 47152/06, όπου το Δικαστήριο έδωσε έμφαση στην ανάγκη προσαρμογής των διαδικασιών στις ειδικές ανάγκες ευάλωτων ατόμων.

Σημαντική είναι η έμφαση του Δικαστηρίου στην απουσία συγκεκριμένου αιτήματος για προσαρμογές. Αυτό δημιουργεί ένα διαδικαστικό βάρος στην υπεράσπιση να ζητήσει ρητά τέτοιες προσαρμογές, παρά την αναγνωρισμένη γνωστική βλάβη του κατηγορουμένου. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να αμφισβητηθεί σε μελλοντικές υποθέσεις, ειδικά υπό το πρίσμα της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες.

Συγκριτική ανάλυση με νομολογία διεθνών δικαστηρίων

Η προσέγγιση του ΕΔΔΑ παρουσιάζει ενδιαφέρουσες αποκλίσεις από τη νομολογία της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στην υπόθεση Brough κατά Αυστραλίας (Communication No. 1184/2003), όπου η Επιτροπή έδωσε μεγαλύτερη έμφαση στην υποχρέωση του κράτους να προσαρμόσει αυτεπαγγέλτως τις διαδικασίες για άτομα με αναπηρίες. Το Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Ximenes Lopes κατά Βραζιλίας της 04.07.2006 υιοθέτησε επίσης μια πιο προστατευτική προσέγγιση για άτομα με ψυχικές διαταραχές.

To Top