Αριθμός 236/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ελένη Κατσούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεωργία Κατσιμαγκλή, Ελένη Μπερτσιά-Εισηγήτρια, Διονύσιο Παλλαδινό και Παναγιώτα Πασσίση, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 24 Οκτωβρίου 2023, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλειου Φλωρίδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της υπ’αριθμ. 363, 408, 420, 455/2020, 21, 94/2021 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Με κατηγορούμενους τους: 1. S.-C. M. του J., κάτοικο …, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αλέξιο Κούγια και 2. C. G. του T., κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης Τρικάλων, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Μπαλακτάρη.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 50/27-9-2022 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Σ. Τ. και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 923/2022.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των κατηγορουμένων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση υπ` αριθμ. 50/27-9-2022αίτηση του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για αναίρεση της υπ’αρ. 363,408,420,455/2020,21/2021,94/2021 απόφασης του Β’Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών με την οποία οι κατηγορούμενοι 1)M. S.-C. του I. και 2)G. C. του T. κηρύχθηκαν ένοχοι σε δεύτερο βαθμό, με την αναγνώριση των ελαφρυντικών του άρ. 84 παρ. 2 περ. α’ του ΠΚ, των εγκλημάτων α)της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και β)της απόπειρας ληστείας κατά συναυτουργία και καταδικάστηκαν σε συνολική ποινή κάθειρξης δεκαπέντε (15)ετών και δεκαοκτώ (18)μηνών ο καθένας ,ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των τριάντα ημερών από την καταχώρηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο που έγινε στις2-9-2022, με δήλωση του ως άνω Εισαγγελέως στον Γραμματέα του Αρείου Πάγου (άρθρα 462 περ. β’, 464, 473 παρ.3α, 474, 505 παρ.2α’ και 507 Κ.Ποιν. Δ.) και για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’του Κ.Ποιν.Δ., που αφορά την έλλειψη της, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ., απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και κατά το κεφάλαιο αυτής με το οποίο αναγνωρίστηκαν οι ελαφρυντικές περιστάσεις του πρότερου σύννομου βίου (άρ. 84 παρ.2α,ΠΚ) στον καθένα από τους κατηγορουμένους.
Συνεπώς, είναι παραδεκτή, και πρέπει να ερευνηθεί η βασιμότητα των λόγων της. Με τις διατάξεις του άρθρου 84 με τίτλο “ελαφρυντικές περιστάσεις” του κυρωθέντος με το νόμο 4619/2019 και ισχύοντος από 1.7.2019 Ποινικού Κώδικα, μεταξύ άλλων ορίζονται τα ακόλουθα: “1. Η ποινή μειώνεται επίσης κατά το μέτρο που προβλέπει το προηγούμενο άρθρο και στις περιπτώσεις που συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις. 2. Ελαφρυντικές περιστάσεις θεωρούνται ιδίως: α) το ότι ο υπαίτιος έζησε σύννομα ως τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, περίσταση που δεν αποκλείεται από μόνη την προηγούμενη καταδίκη του για ελαφρύ πλημμέλημα”. Η διάταξη αυτή (84 παρ. 2 περ. α’ ΠΚ) είναι ευμενέστερη της αντίστοιχης του προϊσχύσαντος ΠΚ με την οποία ορίζετο “το ότι ο υπαίτιος έζησε ως τον χρόνο που έγινε το έγκλημα έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή” [καθώς και της ήδη ισχύουσας αντίστοιχης διάταξης μετά το ν. 5090/2024, με την οποία υιοθετείται και πάλι το κριτήριο της “έντιμης” ζωής]. Κριτήριο για τη συνδρομή της ελαφρυντικής αυτής περίστασης [όπως ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης], είναι η σύννομη ζωή του υπαιτίου. Στην αιτιολογική έκθεση του περί κύρωσης του ποινικού κώδικα νόμου 4619/2019 και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο αυτής με τίτλο “ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ” εκτίθεται: “Στις διατάξεις των άρθρων 84 και 85 για τις ελαφρυντικές περιστάσεις και την επιρροή τους στην επιμέτρηση της ποινής επήλθαν οι ακόλουθες μεταβολές, προς άρση των αμφιβολιών που προκάλεσε η ερμηνεία και η εφαρμογή των αντίστοιχων διατάξεων του ισχύοντος ΠΚ: (α) Αντί του κριτηρίου της προηγούμενης “έντιμης” ζωής τίθεται το ορθολογικότερο της “νόμιμης”, ώστε να διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και η ασφαλής διαπίστωση εκείνου, το οποίο είναι νομικώς κρίσιμο στο κράτος δικαίου, στο οποίο ο ελεύθερος και υπεύθυνος πολίτης οφείλει τούτο μόνο, να συμμορφώνεται στο νόμο. Η εκπλήρωση απροσδιόριστων “ηθικών καθηκόντων” έχει φυσικοδικαιικό χαρακτήρα, ασυμβίβαστο με τη θετικότητα του ποινικού δικαίου”. Για την ίδια διάταξη που ενδιαφέρει στην προκείμενη υπόθεση (άρθρο 84 παρ. 2α ΠΚ) στο πέμπτο κεφάλαιο της εν λόγω αιτιολογικής έκθεσης με τίτλο “επιμέτρηση της ποινής” εκτίθεται: “Στο άρθρο 84 ακολουθείται κατ’ αρχήν η ρύθμιση της ισχύουσας διάταξης, με δύο ουσιώδεις τροποποιήσεις, που κατέστησαν αναγκαίες εξαιτίας της διάστασης απόψεων κατά την ερμηνεία του άρθρου 84, που υπονομεύει την αρχή της ασφάλειας δικαίου: α. Στην περ. α’ αντί του απροσδιόριστου κριτηρίου της “έντιμης” ζωής υιοθετήθηκε το δεκτικό βεβαίωσης της “νόμιμης” ζωής. Στο κράτος δικαίου ο πολίτης είναι ελεύθερος να διάγει, όπως ο ίδιος κρίνει, εφόσον δεν παραβιάζει επιτακτικούς ή απαγορευτικούς κανόνες δικαίου. Όταν δεν έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη ή έχει καταδικαστεί για ελαφρύ πλημμέλημα, είναι ανεπίτρεπτο να ελέγχεται η κατά το Σύνταγμα (άρθρο 9 παρ. 1 εδ. β) “απαραβίαστη προηγούμενη ατομική και οικογενειακή του ζωή. Το Δικαστήριο δικαιούται να ελέγξει μόνο τις περιστάσεις τέλεσης της αξιόποινης πράξης”. Κατά τη γραμματική ερμηνεία της κρίσιμης, για την εφαρμογή της διάταξης, λέξης “Σύννομη”, έτσι χαρακτηρίζεται η ζωή του ατόμου όταν το τελευταίο καθόλη τη διάρκεια της ζωής του και μέχρι τη στιγμή της τέλεσης της αξιόποινης πράξης, σέβεται τα έννομα αγαθά με την τήρηση των δικαιικών κανόνων που τα προστατεύουν, κατά την τέλεση πράξεων που ρυθμίζονται από σχετικό νόμο συμμορφώνεται μ’ αυτόν, ώστε το έγκλημα που έχει τελέσει να εμφανίζεται ως εξαίρεση σ’ αυτήν τη σταθερή στάση της ζωής του, ως δυσάρεστη έκπληξη, ως γεγονός που ουδείς περίμενε από τον συγκεκριμένο δράστη. Έτσι, ο σύννομος βίος δεν ταυτίζεται με το λευκό ποινικό μητρώο αλλά με την από πεποίθηση-υποταγή στη νομιμότητα ως προς όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς του, κατάσταση που δεν εξασφαλίζεται με την ανυπαρξία καταδίκης του για αξιόποινη πράξη. Άλλωστε, το μεν η παραβίαση των νόμων δεν θεμελιώνει πάντοτε αξιόποινη πράξη το δε πολλάκις αξιόποινες πράξεις παραμένουν στην αφάνεια. Συνακόλουθα, αν κάποιος παραβιάζει ή δεν σέβεται αστικούς κανόνες, η συνδρομή στο πρόσωπό του της εν λόγω ελαφρυντικής περίστασης δεν έχει έρεισμα στο νόμο, το δε λευκό ποινικό μητρώο απλά συνεκτιμάται από το Δικαστήριο, στα πλαίσια που ορίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 177 και 178 ΚΠΔ, για το σχηματισμό της δικανικής του κρίσης για την ύπαρξη του σύννομου βίου, προκειμένου ν’ αποφανθεί επί του αυτοτελούς αυτού ισχυρισμού. Για τη θεμελίωση του σύννομου βίου λαμβάνεται υπόψη η συμπεριφορά του κηρυχθέντος ενόχου μέχρι την τέλεση της αξιόποινης πράξης, λαμβανομένων μάλιστα υπόψη των περιστάσεων υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη και επί πλέον προϋπόθεση της αποδοχής ή μη του σχετικού αυτοτελούς ισχυρισμού είναι η επιβλητέα σε εκατέρα των περιπτώσεων ποινή να είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας [ΟλΑΠ 2/2022, ΑΠ1663/2022, ΑΠ 755/2022]. Έτσι, όταν ο κατηγορούμενος δεν έχει τελέσει αξιόποινη πράξη ή έχει μεν καταδικαστεί, αλλά για ελαφρό πλημμέλημα, είναι ανεπίτρεπτο να ελέγχεται η κατά το Σύνταγμα (άρθρο 9 παρ. 1 εδ. β) “απαραβίαστη” προηγούμενη ατομική και οικογενειακή του ζωή, ενώ το δικάζον δικαστήριο για να αναγνωρίσει τη συνδρομή της συγκεκριμένης ελαφρυντικής περίστασης οφείλει να διαπιστώσει το σύννομο βίο του δράστη, διαγιγνώσκοντας στο πρόσωπό του το διαρκή σεβασμό του στα παραπάνω έννομα αγαθά και, δικαιούμενο να ελέγξει μόνο τις περιστάσεις τέλεσης της εκδικαζόμενης αξιόποινης πράξης στα πλαίσια των διατάξεων των άρθρων 177 και 178 του ΚΠΔ, με τις οποίες διασαφηνίζεται η υποχρέωσή του να εξετάζει και, μάλιστα, αυτεπαγγέλτως, κάθε στοιχείο που αφορά την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, να καταλήξει στην κρίση ότι το δικαζόμενο έγκλημα εμφανίζεται ως εξαίρεση στην κατά τα ως άνω σταθερή στάση της ζωής του. Υπό την έννοια αυτή, η σύννομη ζωή του υπαιτίου αποδεικνύεται πρωτίστως με την απουσία από το ποινικό του μητρώο καταδικαστικών αποφάσεων, του λευκού ποινικού του μητρώου συνιστώντος αναμφίβολα ένα ισχυρό (μαχητό) τεκμήριο για την ύπαρξη προηγούμενης σύννομης ζωής, χωρίς, όμως, τούτο να αποτελεί και το μοναδικό κριτήριο για την ουσιαστική αξιολόγηση του πρότερου σύννομου βίου, αφού, κατά τα προεκτεθέντα, η σύννομη ζωή δεν ταυτίζεται με το λευκό ποινικό μητρώο, αλλά με τον πραγματικό, διαρκή σεβασμό των κατά τα ως άνω προστατευόμενων στο κράτος δικαίου έννομων αγαθών, τα οποία αποτελούν το περιεχόμενο αυτού, σύμφωνα με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη “αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου”, δια της οποίας αναδεικνύεται η διαλεκτική σχέση και το αδιαίρετο της προσωπικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης [σελ. 3 αιτιολογικής έκθεσης του ισχύοντος από 1.7.2019 ΠΚ]. Τούτο προκύπτει και εξ αντιδιαστολής από την ίδια την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 στοιχ. α’ του ΠΚ, κατά την οποία δεν αποκλείεται η αναγνώριση της συγκεκριμένης ελαφρυντικής περίστασης από μόνη την προηγούμενη καταδίκη του υπαιτίου για ελαφρό πλημμέλημα, αλλά εναπόκειται στην κρίση του δικάζοντος δικαστηρίου να αξιολογήσει το τελεσθέν πλημμέλημα ως ελαφρό ή μη, συνεκτιμώντας παράλληλα και τις περιστάσεις τέλεσης του δικαζόμενου εγκλήματος και τη χρονική απόσταση της παλαιότερης καταδίκης από τη νέα εκδικαζόμενη πράξη [ΑΠ 127/2022, ΑΠ 368/2022]. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η έλλειψη της οποίας θεμελιώνει τον από το άρθρο 510 παρ1 στοιχ Δ ΚΠΔ., λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ` αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, ενώ σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο, προκειμένου να μορφώσει την καταδικαστική του κρίση, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 178 του Κ.Ποιν.Δ., για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ` είδος προσδιορισμός τους (μάρτυρες, έγγραφα κ.λπ.) χωρίς να απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τί προέκυψε από το καθένα χωριστά, πρέπει, όμως, να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο ορισμένα από αυτά κατ` επιλογή. Δεν είναι απαραίτητη όμως, η αξιολογική συσχέτιση και συγκριτική στάθμιση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους και δεν απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσης, ούτε χρειάζεται να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα προέκυψε η κάθε παραδοχή. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, αφού δεν εξαιρέθηκαν ρητά, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολόγησης, γιατί δεν εξαίρονται τα λοιπά. Η συνδρομή του δόλου, κατ’ αρχήν, δεν απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία, διότι αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αποδεικνύεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών και η σχετική με αυτόν αιτιολογία εμπεριέχεται στην κύρια επί της ενοχής αιτιολογία, μόνο δε όταν αξιώνονται πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και συγκεκριμένα είτε η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος) είτε η επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού (έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης), ο δόλος απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία. Όμως, δεν αποτελούν λόγους αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ειδικότερα δε η εσφαλμένη εκτίμηση και αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων και των εγγράφων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, καθόσον, στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας ή της εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου και της έλλειψης νόμιμης βάσης, πλήττεται, ανεπιτρέπτως, η αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, η κατά τα ανωτέρω επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης αναφέρεται τόσο στην κρίση για την ενοχή, όσο και στην κρίση για την απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορουμένου. Αυτοτελείς είναι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 171 παρ. 2 και 333 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ. και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή στον αποκλεισμό ή στη μείωση της ικανότητας προς καταλογισμό. Τέτοιος αυτοτελής ισχυρισμός, η απόρριψη ή η αποδοχή του οποίου πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, είναι και αυτός περί συνδρομής στο πρόσωπο του κηρυχθέντος ενόχου κατηγορουμένου ελαφρυντικής περίστασης, που θεσπίζεται από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 84 παρ.2α του ΠΚ, αφού η παραδοχή της οδηγεί στην επιβολή μειωμένης, κατά το άρθρο 83 του ίδιου Κώδικα, ποινής. Οι ελαφρυντικές περιστάσεις εμπίπτουν στην κατηγορία των “αορίστων νομικών εννοιών” και, κατ’ ακολουθίαν, η αποδοχή ή όχι αυτών ανάγεται μεν στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, πλην όμως η εξειδίκευση των εννοιών αυτών, δηλαδή αν τα προσαχθέντα και αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά εμπίπτουν ή όχι σε αυτές, ελέγχεται αναιρετικά. Στην περίπτωση παραδοχής των ελαφρυντικών περιστάσεων απαιτείται να εκτίθενται στην απόφαση τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από τη διαδικασία και επί των οποίων θεμελιώνονται οι γενόμενες δεκτές ελαφρυντικές περιστάσεις, για να μπορεί να κριθεί από τον Άρειο Πάγο αν όντως τα περιστατικά αυτά θεμελιώνουν τις περιστάσεις αυτές [ΟλΑΠ 2/2022). Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της απόφασης, υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που έχει πραγματικά, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή της όταν η απόφαση δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν, στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο σκεπτικό ή στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγονται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης Στην προκειμένη περίπτωση, το Β’ Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, που δίκασε την ένδικη υπόθεση σε δεύτερο βαθμό, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι από τα αναφερόμενα κατ’ είδος αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, κατά πιστή μεταφορά πραγματικά περιστατικά: “Ο συγγραφέας Α. Κ. του Α., ξημερώματα της 6ης-12-2014 και περί ώρα 00.40′ βρέθηκε στραγγαλισμένος στο κρεβάτι του υπνοδωματίου της οικίας του, ήτοι διαμερίσματος που βρίσκεται στον 4ο όροφο πολυκατοικίας επί της οδού … στην Αθήνα (περιοχή Κυψέλης), όπου κατοικούσε μόνος μετά το θάνατο της συζύγου του, που είχε συμβεί κατά το έτος 2010. Το αμέσως προηγούμενο βράδυ, είχε μεταβεί σε καφετέρια που βρίσκεται πλησίον της οικίας του, μαζί με τον φίλο του και εξετασθέντα μάρτυρα Αθανάσιο Φ.. Επειδή αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα υγείας, ένεκα των οποίων, μάλιστα, επρόκειτο κατά τις προσεχείς ημέρες να εισαχθεί προς νοσηλεία στο ίδρυμα “ΥΓΕΙΑ”, άφησε τον Φ. να τον αναμένει και μετέβη στην οικία του για λίγο, και συγκεκριμένα για να λάβει κάποιο φάρμακο. Επειδή, όμως, καθυστερούσε να επιστρέψει και δεν απαντούσε στις τηλεφωνικές κλήσεις του φίλου του, ο τελευταίος, αντιληφθείς ότι κάτι συμβαίνει, αρχικά μετέβη στην οικία του θύματος και χτύπησε το κουδούνι, και αφού δεν έλαβε απάντηση, μετέβη στην οικία της ανεψιάς του και ακολούθως στην οικία της μητέρας της τελευταίας, που είχε αντικλείδι του σπιτιού, ώστε να ανοίξουν την πόρτα του διαμερίσματος και να διαπιστώσουν τι συμβαίνει. Πράγματι, εισήλθε στο διαμέρισμα μαζί με τον σύζυγο της ανεψιάς του, Ν. Ν., ενώ μετά από λίγο κλήθηκε και η ένοικος του διαμερίσματος του 5ου ορόφου, Τ. Π., και βρήκαν το θύμα νεκρό, σε ύπτια θέση, στο κρεβάτι του, κανονικά ενδεδυμένο, φέρον εκχυμώσεις στην αριστερή μετωπιαία χώρα, στον αριστερό οφθαλμό και θλαστικό τραύμα στα χείλη. Κατά την αυτοψία του χώρου, που διενεργήθηκε από τις επιληφθείσες αστυνομικές Αρχές, διαπιστώθηκε ότι στην είσοδο της πολυκατοικίας, και συγκεκριμένα στο χώρο ανάμεσα στις σκάλες και στο ανελκυστήρα βρέθηκε ένα σπασμένο ζεύγος γυαλιών οράσεως που ανήκε στον θανόντα και ίχνη καστανέρυθρης ουσίας. Σε τοίχο εξωτερικά της εισόδου του διαμερίσματος 4ου ορόφου του θύματος υπήρχε φωτιστική συσκευή που λειτουργεί με αισθητήρα κίνησης (φωτοκύτταρο), οποία βρέθηκε με στραμμένο το λαμπτήρα προς το ταβάνι. Κατά την έρευνα χώρων του διαμερίσματος διαπιστώθηκε ότι παρουσίαζαν εικόνα επιλεκτικής έρευνας ενώ δεν παρατηρήθηκαν ίχνη παραβίασης στην κεντρική θύρα και στα παράθυρα. Σύμφωνα με την Ιατροδικαστή Τ. Χ., που προσήλθε στο διαμέρισμα και ενήργησε τη νεκροψία συντάσσοντας τη με αριθμό 2532/2014 από 16-3-2015 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής, ο θάνατος του Κ. Α. του Α. επήλθε 3-6 ώρες περίπου προ της εξετάσεως του, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από την 22:42 ώρα της 5ης- 12-2014 έτος την 00:40 ώρα της 6ης-12-2014, ενώ από τη νεκροτομή προέκυψε ότι το θύμα απεβίωσε συνεπεία βαρέων κακώσεων κοιλίας -κεφαλής και στραγγαλισμού προκληθέντος διά χειρός. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι έφερε ο εκχύμωση στη μετωπιαίο χώρα αριστερά, διαστάσεων 4×1 εκ. περίπου, εντός της οποίας ανευρέθη μικροεκδορά, δύο μικροεκδορές στη μετωπιαία χώρα αριστερά, εκχύμωση άνω και κάτω βλεφάρου τον αριστερού οφθαλμού, υπόσφαγμα αριστερού οφθαλμού, εκχύμωση κάτω βλεφάρου τον δεξιού οφθαλμού, μικρό θλαστικό τραύμα στη ρινική χώρα δεξιά, εκχύμωση στο δεξιό και αριστερό ρώθωνα, μικροεκχύμωση στην αριστερή ζυγωματική χώρα, μικρό θλαστικό τραύμα στο άνω χείλος του στόματος αριστερά, εκχύμωση στην έσω επιφάνεια του άνω χείλους, εκχύμωση στην έσω επιφάνεια του κάτω χείλους, κάταγμα του δεξιού άνω κεντρικού τομέα οδόντος, μικρή εκχύμωση στο πτερύγιο του δεξιού ωτός, εκχύμωση στην αριστερή υπογνάθιο χώρα, διαστάσεων 6×2,5εκ. περίπου, τρεις μικροεκχυμώσεις μόλις υποσημαινόμενες στην πρόσθια τραχηλική χώρα, εκχύμωση στη ραχιαία επιφάνεια της δεξιάς άκρας χειρός, διαστάσεων 2,3×1,5εκ. περ. εντός τής οποίας ανευρίσκεται απόσπαση επιδερμίδας, διαστάσεων 1×0,5εκ. περίπου, εκχύμωση στη ραχιαία επιφάνεια της αριστερής άκρας χειρός, διαστάσεων 7×4εκ. περ., ασφυκτικές κηλίδες στον επιπεφυκότα του δεξιού οφθαλμού, αιμορραγική διήθηση στη βρεγματική χώρα δεξιά και στην αριστερή χώρα και στον του αριστερού κροταφίτη μυ, οίδημα εγκεφάλου, κάταγμα του δεξιού μείζονος κέρατος του υοειδούς οστού με συνοδό αιμορραγική διήθηση των μαλακών μορίων άνωθεν του θυρεοειδούς χόνδρου, καθώς και των μαλακών μορίων του υοειδούς οστού, εντός τον κύτους της κοιλίας μεγάλη ποσότητα ελεύθερου αίματος, εκτεταμένο οπισθοπεριτοναϊκό αιμάτωμα αριστερά, ρήξη σπληνός στη διαφραγματική του επιφάνεια μήκους 2εκατοστών, υποκάμψιο αιμάτωμα στην πύλη του σπληνός διαστάσεων 5 επί 7 εκατοστά, έξαιμους νεφρούς. Στο πλαίσιο της αστυνομικής έρευνας, αναζητήθηκε και κατασχέθηκε οτιδήποτε διαθέσιμο οπτικοακουστικό υλικό υπήρχε από εγκατεστημένα κυκλώματα σε επιχειρήσεις και καταστήματα πλησίον της πολυκατοικίας, όπου διέμενε το θύμα: Συγκεκριμένα, από την παρατήρηση του υλικού εξωτερικής κάμερας του κομμωτηρίου, που βρίσκεται στην οδό … (δίπλα από την είσοδο της πολυκατοικίας του θύματος) προέκυψε ότι: την 17:35:50″ ώρα της 5ης-12-2014 φαίνονται οι δύο κατηγορούμενοι, να πλησιάζουν πεζοί στην είσοδο της πολυκατοικίας και να εισέρχονται σε αυτή με απροσδιόριστο τρόπο. Την 22:42:45″ ώρα φαίνεται το θύμα να εισέρχεται στην πολυκατοικία και οι κατηγορούμενοι να εξέρχονται την 23:06:48″ ώρα της πολυκατοικίας και με γρήγορα βήματα να απομακρύνονται. Περαιτέρω, από άτομα του στενού φιλικού περιβάλλοντος του θύματος, ενοίκους της πολυκατοικίας, αλλά και από άτομα που διαπιστώθηκε ότι εισήλθαν στην πολυκατοικία, πλησίον του εκτιμώμενου χρόνου διάπραξης της ανθρωποκτονίας, ελήφθησαν καταθέσεις, αποτυπώματα και δείγμα βιολογικού υλικού, τα οποία εστάλησαν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών για εργαστηριακές συγκριτικές εξετάσεις, με αρνητικό αποτέλεσμα. Επιπλέον από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας υποβλήθηκαν αιτήματα άρσης του απορρήτου, μεταξύ άλλων, των υπ’ αριθμ. … τηλεφωνικών συνδέσεων, που κατείχε και χρησιμοποιούσε ο Κ. Α. τον Α. και της υπ’ αριθμ. … τηλεφωνικής σύνδεσης, που κατείχε και χρησιμοποιούσε ο πρώτος κατηγορούμενος. Από τη συνδυαστική αξιολόγηση των άρσεων των τηλεφωνικών συνδέσεων και του λοιπού προανακριτικού υλικού διαπιστώνεται ότι: ο πρώτος κατηγορούμενος, χρήστης της υπ’ αριθμ. … τηλεφωνικής σύνδεσης, κατά τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που πραγματοποίησε απογευματινές και βραδινές ώρες της 5ης-12-2014, ενεργοποίησε κεραίες της περιοχής της Κυψέλης (περιοχής οικίας του θύματος), ενώ την 23:09:38″ ώρα της ιδίας (χρόνος εγγύτατος του χρόνου διάπραξης της ανθρωποκτονίας), δέχτηκε κλήση από τηλεφωνική σύνδεση Ρουμανίας και ενεργοποίησε κεραία με κωδική ονομασία “TINOU Γ (η οδός … βρίσκεται πλησίον της οικίας του θύματος). Η τηλεφωνική επικοινωνία αυτή διήρκεσε 261 δευτερόλεπτα και κατά τη λήξη της ενεργοποιήθηκε κεραία με κωδική ονομασία “KOLIATSOU SQ MICR04 περιοχή της πλατείας … (περιοχή οικίας του πρώτου κατηγορουμένου). Παράλληλα ,σύμφωνα με το Τμήμα Εξερευνήσεων της Δ.Ε.Ε. βρέθηκαν αποτυπώματα του πρώτου κατηγορουμένου στον τόπο του εγκλήματος και σε διάφορα σημεία του υπόγειο της πολυκατοικίας όσο και εντός και εκτός του διαμερίσματος του θανόντος Ο εν λόγω κατηγορούμενος, είχε μακρά γνωριμία με το θύμα, το οποίο τον βοηθούσε οικονομικά, αναθέτοντάς του την εκτέλεση κάποιων εργασιών, τόσο στο γραφείο, όσο και στο σπίτι του, ιδιαίτερα ξυλουργικών μικροκατασκευών, αλλά και διαφόρων εξυπηρετήσεων, δίδοντάς του κατά καιρούς μικροποσά. Μάλιστα, όταν ο Κ. προέβη στην πώληση διαμερίσματος ιδιοκτησίας του στην Κηφισιά, ο ως άνω, πρώτος κατηγορούμενος, τον βοήθησε στη μεταφορά της οικοσκευής, ορισμένα πράγματα από την οποία χαρίστηκαν, όπως και το ψυγείο, που έλαβε ο κατηγορούμενος. Ο δεύτερος κατηγορούμενος, είχε γνωριστεί με τον Κ., τον οποίο είχε συναντήσει μερικές φορές, σε καφετέρια αλλά και σε επισκέψεις στην οικία του. Ο δολοφονηθείς, συνήθιζε να συνάπτει ερωτικές σχέσεις με νεαρούς αλλοδαπούς, κυρίως Ρουμάνους, τους οποίους γνώριζε στο κέντρο της Αθήνας, και με τους οποίους, από το θάνατο της συζύγου του και εφεξής, συνευρίσκετο ερωτικά κυρίως εντός της οικίας του, καταβάλλοντάς τους και κάποια χρήματα, ενώ τα βιβλία που συνέγραφε, συμπεριλάμβαναν και τις προσωπικές του εμπειρίες από τις εφήμερες αυτές ερωτικές του σχέσεις. Δεν διαπιστώθηκε εάν οι κατηγορούμενοι συγκαταλέγονταν στα πρόσωπα, με τα οποία το θύμα είχε ερωτικές σχέσεις, ωστόσο ο πρώτος εξ αυτών είχε αρκετά συχνές επαφές με το θύμα, από το οποίο ζητούσε χρήματα. Κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα οι σχέσεις του θύματος και του πρώτου κατηγορουμένου είχαν ψυχρανθεί, διότι το θύμα, όπως είχε αποκαλύψει στον φίλο του Φ. και στην οικιακή του βοηθό, G. M., είχε δεχθεί επίσκεψη δύο κουκουλοφόρων στην οικία του προ διμήνου και θεωρούσε τον πρώτο κατηγορούμενο ως ένα από τα δύο άτομα, κάτι που βεβαίως αυτός αρνήθηκε, πλην όμως ο Κ. δεν τον είχε πιστέψει. Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, ιδιαιτέρως την ιατροδικαστική έκθεση, την έκθεση αυτοψίας, την πλήρη απόδειξη της παρουσίας αμφοτέρων των κατηγορουμένων στην πολυκατοικία επί πολλές ώρες και σαφώς και κατά το χρόνο του εγκλήματος, κρυμμένων και αθέατων καθ’ όλο αυτό το χρόνο, τόσο από οποιονδήποτε ένοικο ή επισκέπτη -ώστε να μην υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες της παρουσίας τους εκεί- όσο και από το ίδιο το θύμα, αναμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να εκτελέσουν τις εγκληματικές τους πράξεις, την αναμφισβήτητη, επίσης, άνοδό τους στο διαμέρισμα του θύματος, στο οποίο ουδείς άλλος εισήλθε μέχρι το άνοιγμα της θύρας από τον Φ., αποδεικνύεται αναμφίβολα η τέλεση των πράξεων από μέρους τους. Συγκεκριμένα, οι δύο κατηγορούμενοι, με κοινό δόλο ενεργώντας, έχοντας δηλαδή συναποφασίσει να ληστέψουν το θύμα και να το θανατώσουν, εισήλθαν και παρέμειναν κρυμμένοι στο υπόγειο της πολυκατοικίας της οδού όπου διέμενε το θύμα, υποθέτοντας ότι αυτό είχε χρήματα μέσα στο σπίτι του, λόγω της γνωστής σ’ αυτούς κατάστασης της υγείας του, η οποία απαιτούσε δαπανηρή θεραπεία, και ακολούθως, κατά τη στιγμή της άφιξής του, ο πρώτος εξ αυτών, αιφνιδιάζοντάς τον, του επιτέθηκε έξω από τον ανελκυστήρα, γρονθοκοπώντας τον στο κεφάλι και στην κοιλιακή χώρα, ακολούθως δε, αμφότεροι τον μετέφεραν, σε ημιθανή κατάσταση, με τον ανελκυστήρα στο διαμέρισμά του, το οποίο άνοιξαν με τα κλειδιά που το θύμα είχε στην τσέπη του και τον ακούμπησαν στο κρεβάτι του υπνοδωματίου του, όπου, ο δεύτερος εξ αυτών, τον στραγγάλισε με τα χέρια του, φορώντας γάντια, ενόσω ο πρώτος εξ αυτών ερευνούσε επιλεκτικά διάφορα σημεία του σπιτιού για να ανεύρει χρήματα. Ο θάνατος του Κ. επήλθε από τη συντονισμένη επίθεση των δύο κατηγορουμένων, καθ’ όσον καθένας από αυτούς, με τον τρόπο που έδρασε, πραγματοποίησε την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, αφού, πέρα από τον κοινό δόλο τους να τον σκοτώσουν, τα πλήγματα που έκαστος εξ αυτών του κατέφερε ήταν ικανά από μόνα τους να προκαλέσουν το θάνατό του. Η εγκληματική πράξη, εξάλλου, της ληστείας, δεν ολοκληρώθηκε, διότι οι κατηγορούμενοι δεν βρήκαν τελικά χρήματα στο διαμέρισμα όσο έψαχναν, ενώ κατά το χρόνο της έρευνάς τους χτύπησε το τηλέφωνο του θύματος, γεγονός που τους ανάγκασε να αποχωρήσουν άμεσα, διότι ήξεραν ότι οι δικοί του άνθρωποι θα υποπτεύονταν ότι κάτι συμβαίνει και ενδεχομένως θα κατέφθαναν. Έτσι, εξήλθαν αμφότεροι από την οικία την 23:06:48″ ώρα και απομακρύνθηκαν με γρήγορα βήματα, ενώ τρία λεπτά αργότερα, ο πρώτος κατηγορούμενος, καθ’ οδόν προς το σπίτι του, δέχθηκε κλήση από την κοπέλα του – ενεργοποιήθηκε κεραία στην ευρισκόμενη πλησίον της οικίας του θύματος οδό …, η οποία διήρκεσε 8,5 λεπτά περίπου, και κατά τη λήξη της ο κατηγορούμενος είχε ήδη φθάσει στο σπίτι του -ενεργοποιήθηκε κεραία στην περιοχή της πλατείας …. Μετά τη σύλληψή του την 5-1-2015, ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι κατά τη συγκεκριμένη ημέρα (5-12-2014), επισκέφθηκε, μαζί με τον δεύτερο εξ αυτών, το θύμα στο διαμέρισμά του, προκειμένου να του ζητήσει 20-30 ευρώ που του χρωστούσε από κάποια ξυλουργική κατασκευή, ότι ήλθαν σε αντιπαράθεση, έσπρωξε ελαφρώς επειδή του επιτέθηκε με ερωτική διάθεση, και ότι ακολούθως αποχώρησαν ενόσω ο Κ. ήταν ακόμη εν ζωή. Ωστόσο, ουδείς εξ αυτών ήταν σε θέση να εξηγήσει, για ποιο λόγο ανέμεναν επί τόσο πολλές ώρες κρυμμένοι στην είσοδο της πολυκατοικίας. Ομοίως, δεν δόθηκε κάποια πειστική εξήγηση, γιατί δεν ζητήθηκαν από τον πρώτο κατηγορούμενο τα δήθεν οφειλόμενα χρήματα μόλις κατέβηκε το θύμα και προτού εξέλθει από την πολυκατοικία, όπου τον ανέμενε ο Φ., κάτι που θα ήταν ευχερές, ενόψει του ότι, ο Φ., ακόμη και αν τους έβλεπε, δεν θα μπορούσε να ακούσει το περιεχόμενο της συνομιλίας τους, κατά μείζονα δε λόγο, εφόσον, όπως αποδείχθηκε, οι κατηγορούμενοι βρίσκονταν κρυμμένοι και ανέμεναν σε σημείο αθέατο από την κυρία είσοδο. Ομοίως, ουδεμία εξήγηση δόθηκε από τον πρώτο κατηγορούμενο, γιατί δεν ζήτησε τα χρήματα από το θύμα ευθύς κατά την επιστροφή του και πριν ανέβει στο διαμέρισμά του και χρειάστηκε να ανεβούν, μαζί με τον δεύτερο κατηγορούμενο, στον 4ο όροφο και να του χτυπήσουν την πόρτα. Ωσαύτως, ο πρώτος κατηγορούμενος, ενώ κατά την απολογία του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ανέφερε ότι τηλεφώνησε στον Κ. για να κατέβει να του μιλήσει -και παρά ταύτα, όταν αυτός κατέβηκε μετά τον αλβανικής καταγωγής επισκέπτη του, δεν συνομίλησαν-, εν τούτοις κατά την απολογία του στο παρόν δικαστήριο ανέφερε ότι δήθεν δεν είχε μονάδες στο κινητό του για να του τηλεφωνήσει να συνεννοηθούν, και παρά, μάλιστα, το γεγονός ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος, όπως ο ίδιος κατέθεσε, διέθετε χρόνο ομιλίας στο κινητό του. Περαιτέρω, ο ίδιος κατηγορούμενος, πρωτοδίκως, προκειμένου να αποσείσει τις ευθύνες από τον εαυτό του, ανέφερε ότι εξήλθε πρώτος από το διαμέρισμα του θύματος γιατί του τηλεφώνησε η κοπέλα του από τη Ρουμανία. Ωστόσο, όπως προέκυψε από την άρση των τηλεφωνικών συνδέσεων, η κλήση αυτή είχε χρόνο έναρξης την 23.09:38″, ήτοι πραγματοποιήθηκε μετά την έξοδο των κατηγορουμένων από την πολυκατοικία, και συνεπώς ο ισχυρισμός του αυτός ελέγχεται ως αναληθής. Περαιτέρω, ο πρώτος κατηγορούμενος (εν αντιθέσει με τον δεύτερο εξ αυτών) αρνείται ότι έγινε οποιοδήποτε επεισόδιο έξω από τον ανελκυστήρα, και συγκεκριμένα ότι γρονθοκόπησε βάναυσα τον θανόντα. Ωστόσο, από τα ευρήματα στο σημείο (σπασμένα ματογυάλια, καστανέρυθρη ουσία) που ήταν ευχερώς αντιληπτά από οποιονδήποτε χρησιμοποιούσε το ασανσέρ, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, όπως κατέθεσε η μάρτυρας Τ. Πατζίκα στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (το περιεχόμενο δε της κατάθεσης εκείνης επιβεβαίωσε και ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου), αυτή επέστρεψε στην οικία της περί ώρα 21.45, χρόνο δηλαδή κατά τον οποίο οι δύο κατηγορούμενοι ήταν εκεί, και ουδέν αντιλήφθηκε, αλλά και πρωτίστως, από το γεγονός ότι, όταν Μ.Κ. επέστρεψε, εισερχόμενος στην πολυκατοικία ώρα 22.42.45″, σε φυσιολογική κατάσταση, χωρίς κανένα τραυματισμό οπουδήποτε, γεγονότα που αποκλείουν το να είχε δεχθεί αυτός επίθεση σε προγενέστερο χρόνο, αποδεικνύεται αβιάστως ότι οι κατηγορούμενοι ενέδρευαν προκειμένου να του επιτεθούν κατά την επάνοδό του, όπως και έκαναν, μετά δε τα σφοδρότατα πλήγματα που το θύμα δέχθηκε, ήταν απολύτως αδύνατο να ανεβεί στο διαμέρισμά του μόνο. Αντιθέτως, μεταφέρθηκε από τους δύο κατηγορουμένους από κοινού, οι οποίοι παρέμειναν στο διαμέρισμα, συνεχίζοντας τις εγκληματικές τους ενέργειες, επί εικοσάλεπτο περίπου ακόμη. Τέλος, οι κατηγορούμενοι, επικαλούμενοι τη μαρτυρία της N. M., ενοίκου του διαμερίσματος που βρίσκεται ακριβώς κάτω από το διαμέρισμα του θύματος (στον τρίτο όροφο της ίδιας πολυκατοικίας), η οποία, στην πρωτόδικη κατάθεσή της, ανέφερε ότι άκουσε θόρυβο και φωνές από την ευρισκόμενη ύπερθεν κρεβατοκάμαρα του θύματος περί ώρα 11.25′, ισχυρίζονται ότι άφησαν τον Κ. ζωντανό κατά την ώρα που εξήλθαν και στη συνέχεια αυτός δολοφονήθηκε προφανώς από κάποιο άλλο πρόσωπο. Όμως, το επιχείρημα αυτό των κατηγορουμένων δεν είναι πειστικό, διότι αφ’ ενός δεν προέκυψε ότι κάποιο άλλο άτομο εισήλθε στην πολυκατοικία μετά την έξοδό τους, αφετέρου διότι, προφανώς η μάρτυρας, λόγω της κόπωσής της (εργάζεται σε κοπιαστική εργασία επί πολλές ώρες την ημέρα, και το αυτό συνέβη και τη συγκεκριμένη ημέρα), αλλά και λόγω του ότι δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο λόγο να προσέξει την ώρα, δεν μπόρεσε να προσδιορίσει ορθά το χρόνο που άκουσε τη φασαρία από τον πάνω όροφο. Σημειώνεται ότι, κατά την εξέτασή της ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, δεν ανέφερε τι ώρα άκουσε τον θόρυβο, παρά μόνον ότι αυτός ακούστηκε μετά την έναρξη της εκπομπής της Νικολούλη, η οποία μεταδιδόταν από ώρα 11.00 μμ. Με βάση τα ανωτέρω, δεν καταλείπεται οποιαδήποτε αμφιβολία ότι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν τις πράξεις, για τις οποίες καταδικάστηκαν πρωτοδίκως, απορριπτομένων των ισχυρισμών του δευτέρου εξ αυτών περί μεταβολής της κατηγορίας της ανθρωποκτονίας σε θανατηφόρο έκθεση (άρθρ.306 παρ.2β Π.Κ.) ή παράλειψη προσφοράς βοήθειας (άρθρ.307 Π.Κ.), καθ’ όσον εν προκειμένω οι ίδιοι, ενεργώντας με ανθρωποκτόνο πρόθεση, αφαίρεσαν τη ζωή του Αρ. Κ., και συνεπώς δεν πληρούται αντικειμενική υπόσταση άλλων αδικημάτων κατά της ζωής, παρά μόνο της εκ προθέσεως ανθρωποκτονίας.” Ακολούθως το ανωτέρω Δικαστήριο κήρυξε ενόχους τους κατηγορουμένους: 1)M. S.-C. του I. και2)G. C. του T., κατοίκους Αθηνών και τους επέβαλε για τις αξιόποινες πράξεις α)της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και β)της απόπειρας ληστείας κατά συναυτουργία και τους επέβαλε μετά την αναγνώριση σε έκαστο εξ αυτών της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84παρ2αΠΚ συνολική ποινή κάθειρξης δεκαπέντε (15)ετών και δεκαοκτώ(18)μηνών με το κάτωθι διατακτικό: “
Κηρύσσει ενόχους τους κατηγορουμένους του ότι: 1)Στην Αθήνα επί της οδού … (περιοχή Κυψέλης) και κατά το χρονικό διάστημα από ώρα 22.42 της 5-12-2014 έως και ώρα 23.06 της 5-12-2014 από κοινού και με κοινό δόλο, ενεργώντας με πρόθεση και ευρισκόμενοι σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σκότωσαν άλλον. Πιο συγκεκριμένα στον ανωτέρω τόπο όπου βρισκόταν η οικία (διαμέρισμα 4ου ορόφου) του Α. Κ.. του Α., αφού προηγουμένως με τη χρήση σωματικής βίας ανάγκασαν τον τελευταίο να τους οδηγήσει στο εσωτερικό της οικίας του, με σκοπό να αφαιρέσουν από αυτόν κινητά πράγματα, όπως η πράξη αυτή αναλυτικά περιγράφεται κατωτέρω στο υπο στοιχ. (2) του κατηγορητηρίου, εν συνεχεία και μη ευρόντες χρήματα και τιμαλφή της αρεσκείας τους, δεδομένου ότι αμφότεροι διατηρούσαν γνωριμία με τον ως άνω Α. Κ.. και φοβούμενοι τη μετέπειτα καταδίωξη τους από τις αρμόδιες αρχές, με πρόθεση και ευρισκόμενοι σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, τον χτύπησαν στην κοιλιά, το κεφάλι και τον στραγγάλισαν δια χειρών, με αποτέλεσμα να επέλθει ο θάνατός του. 2) Στην Αθήνα, επί της οδού … (περιοχή Κυψέλης) και κατά το χρονικό διάστημα από ώρα 17:35 έως και ώρα 23:06 της 5.12.2014, έχοντας αποφασίσει από κοινού να τελέσουν το κακούργημα της ληστείας, επιχείρησαν πράξη που συνιστά αρχή, εκτέλεσης του ανωτέρω εγκλήματος και δη επιχείρησαν, χρησιμοποιώντας σωματική βία εναντίον προσώπου, να αφαιρέσουν ξένο κινητό πράγμα, για να το ιδιοποιηθούν παράνομα. Πλην, όμως, την ανωτέρω πράξη τους δεν ολοκλήρωσαν, όχι από δική τους βούληση, αλλά λόγω εξωτερικών αιτίων. Πιο συγκεκριμένα, αφού αρχικά εισήλθαν εντός της κεντρικής εισόδου της παραπάνω πολυκατοικίας και κρύφτηκαν επιμελώς σε αυτή, εν συνεχεία, όταν αντιλήφθηκαν ότι εισήλθε ,στην πολυκατοικία ο ως άνω Α. Κ.., τον οποίο ανέμεναν, του επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και με τη χρήση βίας τον ανάγκασαν να τους οδηγήσει στο εσωτερικό του διαμερίσματος του, όπου του ζήτησαν να τους παραδώσει χρήματα και τιμαλφή, τα οποία, παράλληλα, οι κατηγορούμενοι αναζήτησαν ερευνώντας διάφορα δωμάτια της οικίας του. Πλην όμως η πράξη τους αυτή δεν ολοκληρώθηκε, όχι από δική τους βούληση, αλλά επειδή δεν βρήκαν στην οικία χρήματα αλλά ούτε και αντικείμενα της αρεσκείας τους”. Περαιτέρω, σε σχέση με το κεφάλαιο της προσβαλλόμενης απόφασης περί χορήγησης στους κατηγορουμένους της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρ. 84 παρ.2 α’ του ΠΚ κατά το οποίο και μόνον πλήττεται με την υπό κρίση αναίρεση η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, από την παραδεκτή επισκόπηση των πρακτικών της απόφασης ,για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι μετά την απαγγελία της απόφασης για την ενοχή τους για τις ένδικες πράξεις ζήτησαν, δια των συνηγόρων τους, την αναγνώριση σ’ αυτούς των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ.2 α, και ε του ΠΚ, και επιπλέον ο πρώτος και την αναγνώριση του ελαφρυντικού του άρθρου 84παρ2δ ΠΚ, το δικαστήριο απέρριψε ομόφωνα τους αυτοτελείς ισχυρισμούς για αναγνώριση των ελαφρυντικών των άρθρων 84παρ2δ’ και ε’ΠΚ., στο πρόσωπο του πρώτου κατηγορουμένου και του ελαφρυντικού του άρθρου 84παρ2ε’στο πρόσωπο του δευτέρου κατηγορουμένου και έκανε δεκτό τον ισχυρισμό εκάστου κατηγορουμένου για αναγνώριση του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ2α ΠΚ., διαλαμβάνοντας στο αιτιολογικό της απόφασης τα ακόλουθα, κατά πιστή μεταφορά, “… οι κατηγορούμενοι έχουν λευκό ποινικό μητρώο, μέχρι την τέλεση της πράξης τους έζησαν σύννομα συμμορφούμενοι πλήρως με τις επιταγές του νόμου ,στην έννοια του οποίου διαλαμβάνονται και οι δεσμευτικοί κανόνες της κοινωνίας μέσα στην οποία διαβιούν, με την ελεύθερη βούληση και επιλογή τους, ώστε το έγκλημα που έχουν τελέσει να εμφανίζεται ως μοναδική παραφωνία, δηλαδή ως ένα γεγονός το οποίο δεν ήταν αναμενόμενο από τους συγκεκριμένους δράστες.
Συνεπώς θα πρέπει να τους αναγνωριστεί η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84παρ2α ΠΚ”. Με αυτά που δέχθηκε η απόφαση στερείται της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς το προσβαλλόμενο μέρος της για αναγνώριση της συγκεκριμένης ελαφρυντικής περίστασης και ακόμη εσφαλμένα ερμηνεύθηκε και εφαρμόστηκε η ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 84παρ2α ΠΚ. Ειδικότερα για τη διαπίστωση του συννόμου περιορίζεται το δικαστήριο στο λευκό ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων, αφού πέραν της επίκλησης του μητρώου τους αυτού, αρκείται να αναφέρει γενικόλογα ότι οι ανωτέρω έζησαν σύννομα μέχρι την τέλεση των πράξεών τους χωρίς να εκθέτει πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από τα αποδεικτικά μέσα τα οποία προσδιορίζουν “το σύννομο αυτό βίο” Ειδικότερα, σύμφωνα με τις, στο περί ενοχής σκεπτικό, παραδοχές της ως άνω απόφασης του Δικαστηρίου, η τέλεση εκ μέρους των κατηγορουμένων των αξιόποινων πράξεων της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και της απόπειρας ληστείας κατά συναυτουργία, για τις οποίες κρίθηκαν ένοχοι, δεν ήταν άκρως εξαιρετική και περιστασιακή συμπεριφορά, όλα δε τα πραγματικά περιστατικά, ως και οι περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκαν τα αδικήματα αυτά, που γίνονται δεκτές στην κύρια επί της ενοχής απόφαση, αποκαλύπτουν προηγούμενη συμπεριφορά των κατηγορουμένων ενδεικτική της προσωπικότητάς τους, υποδηλώνουσα έλλειψη σεβασμού αυτών σε έννομα αγαθά, μαρτυρούν ιδιαίτερη εγκληματική ψυχρότητα και αναλγησία, όπως ο σχεδιασμός, η μεθοδευμένη οργάνωση και η συντονισμένη δράση των κατηγορουμένων με σκοπό τη ληστεία και τη θανάτωση του θύματος που τους είχε ευεργετήσει κατά το παρελθόν, αδύναμου και ανήμπορου να αντισταθεί λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε και της ηλικίας του τα οποία γνώριζαν ,ο πρώτος μάλιστα κατηγορούμενος επί μακρόν λάμβανε οικονομική βοήθεια από αυτόν, επίσης η με λήψη ιδιαίτερων μέτρων προφύλαξης παρακολούθηση αυτού από μέρους τους σε χώρο της πολυκατοικίας (υπόγειο) στην οποία ανέμεναν αυτόν μέχρι της αφίξεώς του, ο πλήρης αιφνιδιασμός του με ταυτόχρονη επίθεση κατ’αυτού και καταφορά απανωτών πληγμάτων από τον πρώτο με τους γρόνθους του σε ζωτικά σημεία του σώματός του (κεφάλι και κοιλιακή χώρα)προς εξουδετέρωσή του, η εν συνεχεία μεταφορά του με τον ανελκυστήρα σε σχεδόν ημιθανή κατάσταση στο διαμέρισμά του το οποίο άνοιξαν με κλειδιά που αφαίρεσαν από την τσέπη του θύματος, η επακολουθήσασα ειδεχθής και στερημένη οποιουδήποτε ανθρωπίνου αισθήματος ενέργεια του στραγγαλισμού τούτου από μέρους του δευτέρου με τα χέρια του ,στα οποία φορούσε γάντια για να μην υπάρξει οιοδήποτε ίχνος ή αποτύπωμα που θα βοηθούσε στην ανακάλυψή του, η μετέπειτα εξερεύνηση διαφόρων σημείων της οικίας προς εξεύρεση χρημάτων, η ταχεία τους απομάκρυνση από το χώρο διάπραξης των ανωτέρω εγκλημάτων τους προς απόκρυψη και μη εντοπισμό τους από τις αρχές. Επίσης, στο ως άνω σκεπτικό της προσβαλλομένης επί του αυτοτελούς ισχυρισμού της συνδρομής του πρότερου σύννομου βίου, ουδεμία συγκεκριμένη αναφορά υπάρχει στα εν λόγω περιστατικά, καθώς και στα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν αυτά, τα οποία εισφέρθηκαν στην ακροαματική διαδικασία, γεγονός που επιβάλλεται από την υποχρέωση του Δικαστηρίου για συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση του περιεχομένου όλων των αποδεικτικών μέσων. Είναι αναμφισβήτητο, συνακολούθως των τελευταίων, και προκύπτει τούτο και από το όλο περιεχόμενο των παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν συνεκτιμήθηκαν, στο οικείο κεφάλαιο της αναγνώρισης της ελαφρυντικής περίστασης, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυπταν τα αμέσως προηγούμενα πραγματικά περιστατικά και δη οι καταθέσεις των μαρτύρων Α. Φ.. και της C. M. .Παρόλο που οι καταθέσεις αυτές αντιστρατεύονται την εξενεχθείσα κρίση του Δικαστηρίου για την αναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης από το άρθρο 84 παρ.2α του ν.ΠΚ, δεν αιτιολογεί τούτο, με επάρκεια και σαφήνεια στην κρίση του, μετά τη συναξιολόγησή τους, τη μη αποδοχή και απόρριψή τους,” έχει δε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κενών, τα οποία καθιστούν την αιτιολογία ανεπαρκή, ελλιπή και μη ειδική και εμπεριστατωμένη, όπως απαιτείται από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και τη διάταξη του άρθρου 139 του ΚΠΔ, με, συνακόλουθη, συνέπεια η ποινή που, λόγω της παραδοχής της εν λόγω ελαφρυντικής περιστάσεως, επιβλήθηκε σε έκαστο των αναιρεσιβλήτων να μην ευθυγραμμίζεται με τη συνταγματική αρχή της αναλογίας, να απέχει από το να συνιστά “ανάλογη και δίκαιη τιμωρία των εγκλημάτων” Κατόπιν τούτου, οι λόγοι με τους οποίους πλήττεται η ανωτέρω απόφαση είναι βάσιμοι και πρέπει ν’ αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς τη διάταξη της, περί αναγνώρισης στους ανωτέρω κατηγορούμενους της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84παρ2α ΠΚ., αναγκαίως δε και ως προς τη διάταξη αυτής περί επιβολής ποινής, για τις ανωτέρω πράξεις για τις οποίες κηρύχθηκαν ένοχοι και να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το ανωτέρω αναιρούμενο μέρος της για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο πρέπει να συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρ. 519 και 522 ΚΠΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΙ εν μέρει την υπ’ αρ. 363, 408, 420, 455/2020, 21/2021, 94/2021 απόφαση του Β’Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών ως προς τη διάταξη αυτής: α) περί αναγνώρισης σε έκαστο από τους κηρυχθέντες ενόχους κατηγορουμένους 1)M. S.-C. του I. και 2)G. C. του T. της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρ. 84 παρ.2 α’ΠΚ και β) περί επιβολής ποινής στους ανωτέρω κατηγορουμένους για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και απόπειρα ληστείας κατά συναυτουργία.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση, κατά το ανωτέρω αναιρούμενο μέρος της, για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους οι οποίοι είχαν δικάσει προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου 2024. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Φεβρουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πηγή : areiospagos.gr
