Προστασία πληροφοριοδοτών. Αντίποινα για καταγγελία διαφθοράς με επαναλαμβανόμενες απολύσεις. Παραβίαση άρθρου 10

ΑΠΟΦΑΣΗ

Balacci κατά Δημοκρατίας της Μολδαβίας της 25.09.2025 (προσφ. αριθ. 41232/13)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο προσφεύγων, Μολδαβός υπήκοος και επικεφαλής του Τμήματος Προέλευσης Εμπορευμάτων της Τελωνειακής Υπηρεσίας, κατέθεσε μήνυση στον Γενικό Εισαγγελέα στις 30 Νοεμβρίου 2009, καταγγέλλοντας παράνομη πρακτική ψευδούς δήλωσης για την προέλευση των εισαγωγών κρέατος και για εκμετάλλευση προτιμησιακών όρων, με εμπλοκή υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Τελωνειακής Υπηρεσίας.

Μετά την καταγγελία, ο προσφεύγων υπέστη τρεις διαδοχικές απολύσεις και του ασκήθηκε ποινική δίωξη. Η πρώτη απόλυσή του τον Δεκέμβριο 2009 κρίθηκε παράνομη από τα δικαστήρια, που αναγνώρισαν ότι η απόλυση αυτή αποτελούσε  δίωξη για την καταγγελία του. Επαναπροσλήφθηκε τον Ιούλιο 2010 και διοργάνωσε συνέντευξη τύπου τον Αύγουστο 2010 για την υπόθεση. Απολύθηκε ξανά τον Φεβρουάριο 2011 για δήθεν αδικαιολόγητη απουσία την ημέρα της συνέντευξης τύπου, με το Ανώτατο Δικαστήριο να κρίνει και αυτή την απόλυση παράνομη τον Δεκέμβριο 2011.

Η τρίτη απόλυσή του τον Ιανουάριο 2012 βασίστηκε σε δήθεν κατάργηση της θέσης του, λόγω αναδιοργάνωσης του 2010. Τα εθνικά δικαστήρια επικύρωσαν την απόλυση χωρίς να εξετάσουν γιατί η απόλυση λόγω αναδιοργάνωσης έγινε δύο χρόνια μετά τη μεταρρύθμιση, αν τα ίδια καθήκοντα συνέχιζαν να εκτελούνται υπό άλλη ονομασία, ή τον ισχυρισμό του προσφεύγοντος περί αντιποίνων.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι υπήρχαν επαρκείς ισχυρές ενδείξεις ότι η τρίτη απόλυση δεν σχετιζόταν με συνήθη εργασιακή διαφορά αλλά είχε όλα τα χαρακτηριστικά ακόμη μιας πράξης αντιποίνων για την καταγγελία του 2009. Ο εργοδότης εμπόδιζε ενεργά τον προσφεύγοντα να αναλάβει καθήκοντα μετά από κάθε δικαστική απόφαση επαναπρόσληψης, καθιστώντας προφανές ότι δεν ήταν πλέον ευπρόσδεκτος.

Το Δικαστήριο τόνισε ότι ενώ στην πρώτη δικαστική διαδικασία τα εθνικά δικαστήρια αναγνώρισαν την προσπάθεια απομάκρυνσης ενός ενοχλητικού υπαλλήλου, είναι εντυπωσιακό ότι στην τρίτη διαδικασία αυτό το στοιχείο απουσίαζε εντελώς παρά τους ρητούς ισχυρισμούς του προσφεύγοντος. Τα δικαστήρια δεν έδωσαν καμία προσοχή στα γεγονότα μετά το 2009 και δεν εξέτασαν αν η απόφαση για την τρίτη απόλυση δικαιολογείτο κατά το άρθρο 10 § 2 της ΕΣΔΑ.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 10, επιδικάζοντας 8.000 ευρώ για υλική και ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων γεννήθηκε το 1980 και ζει στο Κισινάου της Μολδαβίας. Κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν επικεφαλής του Τμήματος Προέλευσης Εμπορευμάτων της Τελωνειακής Υπηρεσίας.

Στις 30 Νοεμβρίου 2009, υπέβαλε μήνυση στον Γενικό Εισαγγελέα καταγγέλλοντας παράνομη πρακτική ψευδούς παρουσίασης της χώρας προέλευσης εισαγωγών κρέατος για εκμετάλλευση προτιμησιακών όρων (απάτη), με εμπλοκή υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Τελωνειακής Υπηρεσίας.

Την ίδια ημέρα κινήθηκαν ποινικές διαδικασίες εναντίον του για φερόμενη κατάχρηση εξουσίας όταν αρνήθηκε να εκδώσει πιστοποιητικά προέλευσης στους εισαγωγείς κρέατος, κατά παράβαση δικαστικής απόφασης. Η ποινική έρευνα έπαυσε στις 23 Δεκεμβρίου 2010 λόγω έλλειψης ποινικών στοιχείων.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 10,

Άρθρο 6

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο επανεπιβεβαίωσε τις γενικές αρχές για την προστασία των πληροφοριοδοτών που συνοψίστηκαν στην υπόθεση Halet κατά Λουξεμβούργου. Για τον προσδιορισμό της ύπαρξης επέμβασης στο δικαίωμα ελευθερίας έκφρασης, το Δικαστήριο θεώρησε σχετικά όλα τα γεγονότα που ακολούθησαν την καταγγελία του προσφεύγοντος το 2009.

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι τα εθνικά δικαστήρια διαπίστωσαν ότι η πρώτη απόλυση ήταν παράνομη και αποτελούσε μέτρο αντιποίνων. Μετά την επαναπρόσληψή του τον Ιούλιο 2010 και τη συνέντευξη τύπου τον Αύγουστο 2010, ο προσφεύγων ανεστάλη στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας που εκκρεμούσε επί εννέα μήνες. Απολύθηκε ξανά τον Φεβρουάριο 2011 για τη δήθεν αδικαιολόγητη απουσία την ημέρα της συνέντευξης τύπου και επαναπροσλήφθηκε τον Δεκέμβριο 2011 μετά από δικαστική απόφαση που έκρινε και τη δεύτερη απόλυση παράνομη.

Κατά τις διαδικασίες για την τρίτη απόλυση, τα εθνικά δικαστήρια δεν επιχείρησαν να διευκρινίσουν γιατί η απόλυση λόγω μεταρρύθμισης έλαβε χώρα δύο χρόνια μετά τη μεταρρύθμιση και αν τα ίδια καθήκοντα συνεχίζονταν υπό άλλη ονομασία. Τα δικαστήρια αντέφασκαν επίσης με προηγούμενη απόφασή τους σχετικά με την εξουσιοδότηση του C.T. να υπογράφει αποφάσεις απόλυσης.

Το Δικαστήριο θεώρησε ότι υπήρχαν επαρκείς ισχυρές ενδείξεις ότι η τρίτη απόλυση δεν σχετιζόταν με συνήθη εργασιακή διαφορά αλλά είχε όλα τα χαρακτηριστικά ακόμη μιας πράξης αντιποίνων για την αποκάλυψη τελωνειακής απάτης το 2009. Ο εργοδότης δεν επιχείρησε καν να διατηρήσει την εντύπωση απλής εργασιακής διαφοράς και εμπόδιζε ενεργά τον προσφεύγοντα να αναλάβει καθήκοντα μετά από κάθε δικαστική απόφαση επαναπρόσληψης.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 10 και επιδίκασε 8.000 ευρώ για υλική και ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.

ΣΧΟΛΙΟ

Η απόφαση αυτή ενισχύει σημαντικά τη νομολογία του ΕΔΔΑ για την προστασία των πληροφοριοδοτών, βασιζόμενη στις θεμελιώδεις αρχές που τέθηκαν στην υπόθεση Guja κατά Μολδαβίας της 12.02.2008 με αριθμ. προσφ. 14277/04 και αναπτύχθηκαν περαιτέρω στις υποθέσεις Guja κατά Μολδαβίας (αρ. 2) της 27.02.2018 με αριθμ. προσφ. 1085/10 και Halet κατά Λουξεμβούργου [ΤΕ] της 14.02.2023 με αριθμ. προσφ. 21884/18.

Σε αντίθεση με την υπόθεση Heinisch κατά Γερμανίας της 21.07.2011 με αριθμ. προσφ. 28274/08, όπου υπήρξε μία μόνον απόλυση, εδώ το Δικαστήριο αντιμετώπισε συστηματική προσπάθεια απομάκρυνσης του προσφεύγοντος μέσω τριών διαδοχικών απολύσεων.

Η απόφαση είναι επίσης σημαντική για την έμφασή της στην υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων να εξετάζουν ουσιαστικά τους ισχυρισμούς περί αντιποίνων. Το γεγονός ότι τα Μολδαβικά δικαστήρια αναγνώρισαν αντίποινα στην πρώτη διαδικασία αλλά αγνόησαν εντελώς αυτό το ζήτημα στην τρίτη, παρά τους ρητούς ισχυρισμούς, υπογραμμίζει την ανάγκη συνεπούς δικαστικής προστασίας των πληροφοριοδοτών.

Πηγή : echrcaselaw.com

To Top