ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ελένη Κατσούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεωργία Κατσιμαγκλή, Ελένη Μπερτσιά, Διονύσιο Παλλαδινό και Χρήστο Νάστα-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Φεβρουαρίου 2024, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σκιαδαρέση (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει τις αιτήσεις της αναιρεσείουσας – κατηγορουμένης Δ. Κ. του Σ., κατοίκου …, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Παπαχρήστο, για αναίρεση της 458/2022 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πρέβεζας. Με υποστηρίζοντα την κατηγορία τον Α. Ν. του Α., κατοίκου …, που δεν εμφανίστηκε. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πρέβεζας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και η αναιρεσείουσα – κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεσή της για τους λόγους που περιλαμβάνονται στις υπ’ αριθ. πρωτ. 1/17-2-2023 και 1547/21-2-2023, δύο αιτήσεις αναίρεσης, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 196/2023.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι δύο (πανομοιότυπες) υπό κρίση αναιρέσεις της κατηγορουμένης Δ. Κ. του Σ., κατοίκου … που ασκήθηκαν: α) η πρώτη με δήλωση της ιδίας ενώπιον της γραμματέως του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου και συντάχθηκε η με αριθμό …/ …2023 έκθεση και β) η δεύτερη με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (αριθμ. πρωτ. 1547/21-02-2023), κατά της με αριθμό 458/2022 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πρέβεζας που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την οποία καταδικάστηκε για την αξιόποινη πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (αγροτικού κτήματος αξίας που υπερβαίνει τα 600 ευρώ) σε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών ανασταλείσα επί τριετία, έχουν ασκηθεί νομοτύπως (άρθ. 466 παρ. 1, 474 παρ.1, 2 Α και 4 του ΚΠΔ) και εμπροθέσμως (άρθ. 473 παρ. 2 και 3 του ΚΠΔ), περιέχουν δε λόγους αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’, Β’, Ε’ και Θ’ του ΚΠΔ (απόλυτη ακυρότητα, άλλως σχετική ακυρότητα της διαδικασίας που συνέβη στο ακροατήριο, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης και υπέρβαση εξουσίας).
Συνεπώς, εφόσον δεν έχει προηγηθεί κρίση για καμία από τις αναιρέσεις αυτές, το περιεχόμενό των οποίων είναι πανομοιότυπο, είναι παραδεκτές και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι η συζήτηση πρέπει να προχωρήσει, παρά την απουσία του υποστηρίζοντος την κατηγορία Α. Ν. του Α., σαν να ήταν και αυτός παρών (άρθρο 515 παρ. 2 του Κ.Π.Δ.), καθόσον κλητεύθηκε από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως κλήσεως που συντάχθηκε από τον υπαστυνόμο … του αστυνομικού Σταθμού … Κ. Ρ. και επίσης έχει επισυναφθεί στον φάκελο της δικογραφίας, προκειμένου να παραστεί στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, κατά τη δικάσιμο της 02-05-2023, κατά την οποία με τη με αριθμό 670/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου αναβλήθηκε η εκδίκαση της υπόθεσης στη δικάσιμο της 21-11-2023 κατά την οποία αναβλήθηκε εκ νέου με τη με αριθμό 1428/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (13-02-2024), στην οποία δεν εμφανίστηκε, κατά την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου εκθέματος, αλλά ούτε και εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 3 του ΚΠοινΔ (Ν.4920/2019), απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α` του ίδιου Κώδικα, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του υποστηρίζοντος την κατηγορία στη διαδικασία του ακροατηρίου, η οποία υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως για τον υποστηρίζοντα την κατηγορία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 66 του ΚΠοινΔ, ή όταν παραβιάσθηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο ασκήσεως και υποβολής της κατά το άρθρο 67 του ΚΠοινΔ. Το επιτρεπτό της παραστάσεως του υποστηρίζοντος την κατηγορία κρίνεται από το περιεχόμενο της απαιτήσεως που περιέχει η δήλωσή του και από το κατηγορητήριο που διαλαμβάνει την άδικη πράξη, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της αξιώσεως από την αποδεικτική διαδικασία. Περαιτέρω κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 588 παρ. 3 του νέου ΚΠοινΔ που ισχύει από 1-7-2019, αστικές αξιώσεις που έχουν εισαχθεί σε ποινικά δικαστήρια παραπέμπονται υποχρεωτικά ως ανεκκαθάριστες στα πολιτικά δικαστήρια, εκτός αν έχουν επιδικαστεί, οπότε ως προς αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του καταργούμενου ΚΠΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως από την επιτρεπτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου των εγγράφων της δικογραφίας και συγκεκριμένα από την επισκόπηση των πρακτικών του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελές Πλημμελειοδικείο Πρέβεζας) και του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου (Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πρέβεζας), προκύπτει ότι ο Α. Ν. του Α. παρέστη ως πολιτικώς ενάγων στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο της 17ης Απριλίου 2019 με αίτημα την καταβολή αποζημιώσεως για τη ζημία που υπέστη από το ένδικο αδίκημα και του επιδικάσθηκε το χρηματικό ποσό των τετρακοσίων(400) ευρώ. Στη συνέχεια στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο της 15ης Δεκεμβρίου 2022 ο παθών Α. Ν. του Α. επανέλαβε την παράσταση ως πολιτικώς ενάγων με το ίδιο ως άνω αίτημα. Επομένως, εφόσον επιδικάσθηκε στον παραστάντα στον πρώτο βαθμό Α. Ν. του Α. ως πολιτικώς ενάγοντα το ανωτέρω ποσό ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη από το ένδικο αδίκημα, νομίμως παρέστη ως πολιτικώς ενάγων στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, αφού στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του καταργηθέντος ΚΠΔ.
Συνεπώς, οι εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Α’ και Β’ του ΚΠοινΔ, αναιρετικοί λόγοι περί απόλυτης ακυρότητας άλλως σχετικής ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο είναι αβάσιμοι. Εξάλλου το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση κήρυξε αθώα την κατηγορούμενη για το ένδικο αδίκημα σε βάρος του παθόντος για το λόγο ότι η αγροτική φθορά που υπέστη ο πολιτικώς ενάγων δεν υπερβαίνει το ποσό των 600 ευρώ και επομένως έχει πταισματικό χαρακτήρα και σύμφωνα με το άρθρο 458 του νέου ΠΚ (ν. 4619/2019) έχει καταργηθεί, ήτοι δεν συνιστά πλέον αξιόποινη πράξη, και κατά συνέπεια ελλείπει το έννομο συμφέρον της, για την προβολή αυτής της αιτίασής της κατά της προσβαλλόμενης απόφασης.

ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 381 παρ.1 του προϊσχύσαντος ΠΚ, το οποίο είναι όμοιο ως προς τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος με το άρθρο 378 παρ. 1 του ισχύοντος από 1ης Ιουλίου 2019 ΠΚ “Όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών”. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 38 παρ. 1 του ΝΔ 3585/2007 “`Ιδρυση Αγροφυλακής” όπως αντικ. με το άρθρο 25 παρ. 1 του Ν.4691/2020, “Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων της φθοράς πράγματος ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ή τοποθετημένου σε δημόσιο χώρο της παρ. 1 του άρθρου 378, καθώς και της παρ. 2 του άρθρου 378 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019) ο υπαίτιος φθοράς ξένου (ολικώς ή εν μέρει) ή κοινόχρηστου αγροτικού κτήματος αξίας μέχρι εξακόσια (600) ευρώ ή αν η ζημιά που προξενήθηκε από τη φθορά δεν υπερβαίνει τα εξακόσια (600) ευρώ, τιμωρείται με χρηματική ποινή έως 40 ημερήσιες μονάδες, ύψους κάθε ημερήσιας μονάδας από ένα (1) ευρώ έως εβδομήντα (70) ευρώ…”, ενώ κατά τη διάταξη της παρ. 3 του ίδιου ως άνω άρθρου “Εφόσον η αγροτική φθορά κατά την έννοια της παρ. 1 έχει πράγμα αξίας άνω των εξακοσίων (600) ευρώ ή η ζημία που προξενήθηκε από τη φθορά υπερβαίνει τα εξακόσια (600) ευρώ, ο υπαίτιος των αδικημάτων τιμωρείται κατά τις διατάξεις περί φθοράς ξένης ιδιοκτησίας του Ποινικού Κώδικα”. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 39 παρ. 1 του ίδιου νόμου που άρχισε να ισχύει από την 5-7-2007 και η οποία περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων που διατηρήθηκαν σε ισχύ με την παρ. 3 του άρθρου 25 του Ν.3938/2011 και ίσχυε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης (χρονικό διάστημα από 6-8-2017 έως 15-8-2017),1. Όποιος με πρόθεση προκαλεί αγροτική φθορά, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 38, με ζώα, πτηνά ή μέλισσες, η οποία έχει αντικείμενο πράγμα αξίας μέχρι εξακόσια (600) ευρώ ή αν η ζημία που προξενήθηκε δεν υπερβαίνει τα εξακόσια (600) ευρώ, τιμωρείται με χρηματική ποινή έως 40 ημερήσιες μονάδες, ύψους κάθε ημερήσιας μονάδας από ένα (1) ευρώ έως εβδομήντα (70) ευρώ, ενώ κατά τη διάταξη της παρ. 4 του ίδιου ως άνω άρθρου ” Εφόσον η αγροτική φθορά κατά την έννοια της παρ. 1 έχει αντικείμενο πράγμα αξίας άνω των εξακοσίων (600) ευρώ ή η ζημία που προξενήθηκε από τη φθορά υπερβαίνει τα εξακόσια (600) ευρώ, ο υπαίτιος του αδικήματος τιμωρείται κατά τις διατάξεις περί φθοράς ξένης ιδιοκτησίας του Ποινικού Κώδικα “. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι ο δράστης από πρόθεση αγροτικής φθοράς με ζημία που επήλθε από την 5-7-2007 και εντεύθεν και η ζημία που προξενήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 600 ευρώ τιμωρείται κατά της διατάξεις περί φθοράς του ΠΚ, δηλαδή για την παράβαση του παραπάνω άρθρου 381 του προϊσχύσαντος ΠΚ (ΑΠ 483/2023, ΑΠ 411/2015) και μετά την ισχύ του νέου ΠΚ, για παράβαση της όμοιας διάταξης του άρθρου 378 παρ. 1. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 50 του ν. 3585/1997 όπως αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 196 Ν. 5037/28-3-2023, κατά τον χρόνο εκδίκασης της κρινόμενης υποθέσεως ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πρέβεζας(17-04-2019) και έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση: “1.Οσοι καταδικάζονται ως αυτουργοί ή συμμέτοχοι για την ίδια πράξη είναι εις ολόκληρον υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης. 2. Ειδικά για φθορές από ζώα, μέλισσες ή πτηνά, ευθύνεται, πάντοτε, αστικώς και αλληλεγγύως με τον υπαίτιο και ο εξουσιαστής ή εκείνος που έχει την εκμετάλλευση αυτών, και αν ακόμη δεν υπέχει ποινική ευθύνη, κατά το άρθρο 39. 3. Η αξίωση ασκείται με αίτηση, η οποία υποβάλλεται είτε εγγράφως, κατά την προδικασία στο οικείο Αγρονομικό Τμήμα, είτε προφορικώς, επ’ ακροατηρίω, πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά. 4. Η αίτηση απευθύνεται… 5…. 6. Το δικαστήριο αποφαίνεται για την αίτηση αποζημίωσης αμέσως μετά την καταδίκη του κατηγορουμένου, με την ίδια απόφαση. Η αίτηση αποζημίωσης στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να παραπεμφθεί στα πολιτικά δικαστήρια. 7. Το δικαστήριο υποχρεούται, αν δεν υπάρχει αντίθετη δήλωση του παθόντος, να εξακριβώσει το ποσό της ζημίας και να επιδικάσει τούτο, με την ίδια απόφαση. Στην περίπτωση αυτή, ο παθών, αν θεωρεί εαυτόν εν μέρει μόνο αποζημιωθέντα, δικαιούται να καταφύγει στο αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο για το υπόλοιπο της αξιώσεώς του”. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, όταν πρόκειται για έγκλημα αγροτικής φθοράς, είναι, επιτρεπτή η άσκηση της αξιώσεως για αποζημίωση και δικάζεται συγχρόνως με την διωχθείσα πράξη, το δε ποινικό δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί περί αυτής, αμέσως μετά την καταδίκη, με την ίδια απόφαση και δεν δικαιούται να την παραπέμψει στα πολιτικά δικαστήρια. Περαιτέρω λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ ΚΠΔ, η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή, όταν το Δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει τον ανωτέρω αναιρετικό λόγο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ ΚΠΔ, συνιστά και η παραβίαση με πλάγιο τρόπο της διάταξης αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της απόφασης, που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες αντιφάσεις ή λογικά κενά, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο σε σχέση με την ορθή εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση(ΑΠ 715/2023, AΠ 979/2020). Τέλος κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Θ’ του Κ.Π.Δ., υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από τη διάταξη αυτή προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του παρέχεται από το νόμο ή έχει μεν τέτοια δικαιοδοσία, δεν συντρέχουν όμως οι όροι, οι οποίοι του παρέχουν την εξουσία να κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση ή, όταν αρνείται να ασκήσει δικαιοδοσία, η οποία του παρέχεται από το νόμο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και συντρέχουν οι απαιτούμενοι γι’ αυτό κατά το νόμο όροι. Στην πρώτη περίπτωση, που το δικαστήριο αποφασίζει κάτι, για το οποίο δεν έχει δικαιοδοσία, υπάρχει θετική υπέρβαση εξουσίας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, που παραλείπει να αποφασίσει κάτι, το οποίο υποχρεούται στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, υπάρχει αρνητική υπέρβαση εξουσίας (Ολ. ΑΠ 3/2005, ΑΠ 65/2023). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασής του 458/2022, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πρέβεζας, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ’ είδος σ’ αυτή (ανωμοτί κατάθεση του παρισταμένου προς υποστήριξη της κατηγορίας, καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, αναγνωσθέντα έγγραφα και απολογία κατηγορουμένης) δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, όπως αναφέρονται επακριβώς, περιστατικά: ” …… ότι η κατηγορουμένη, στην περιοχή … Πρέβεζας, κατά το χρονικό διάστημα από 31-7-2017 έως 1-9-2017, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με πρόθεση προκάλεσε φθορές ξένων ολικά αγροτικών κτημάτων με ζώα. Ειδικότερα, η κατηγορούμενη με πρόθεση άφησε ανεπιτήρητο το αποτελούμενο από 150-200 αιγοπρόβατα ποίμνιό της στην παραπάνω περιοχή με αποτέλεσμα αυτά (αιγοπρόβατα) να εισέλθουν σε κτήματα της περιοχής και να προκαλέσουν ζημιές, και συγκεκριμένα: Α) ………… Β) …………Γ) την 6-8-2017 στην περιοχή … Ωρωπού Πρέβεζας αφού προξένησαν ζημιά στην περίφραξη από το αγρόκτημα του εγκαλούντος Μ. Τ. του Χ., εισήλθαν σε αυτό και προξένησαν ζημιές σε ελιές, πορτοκαλιές και συκιές χρηματικής αξίας χιλίων (1.000) ευρώ, Δ) την 15-8-2017 στην περιοχή … στον Ωρωπό Πρέβεζας, αφού προξένησαν ζημιά στην περίφραξη από το αγρόκτημα του εγκαλούντος Β. Π. του Π., εισήλθαν σε αυτό και προξένησαν ζημιά σε ελιές χρηματικής αξίας χιλίων (1.000) ευρώ. Ε) …………. Το ύψος των παραπάνω ζημιών προκύπτει από τις καταθέσεις των ίδιων των παθόντων κι εξάλλου έχει κριθεί και πρωτοδίκως και δεν υφίσταται διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου τούτου να δεχθεί μεγαλύτερες σε αξία ζημίες, αφού αυτό θα συνιστούσε απαγορευμένη χειροτέρευση της θέσης της εκκαλούσας – κατηγορουμένης. ……………………………… Αναφορικά όμως με τις αγροτικές φθορές, που υπέστησαν οι 3ος και 4ος εκ των παθόντων που ανέρχονται σε 1.000 ευρώ σε εκάστη περίπτωση, η κατηγορουμένη πρέπει να κηρυχθεί ένοχη. Η πρόκληση των ζημιών αυτών στους εν λόγω παθόντες αποδεικνύεται όχι μόνο από τις καταθέσεις τους, αλλά και από την με ABM: Α17-394 Αναφορά- Αίτηση ενώπιον του Εισαγγελέα Πρέβεζας, που προσκόμισε η ίδια η κατηγορουμένη στο Δικαστήριο, καθώς συνυπογράφεται από είκοσι έξι (26) αγρότες της περιοχής, άπαντες οι οποίοι διαμαρτύρονται για τη γενικότερη συμπεριφορά της οικογένειας Σ. Κ. (πατέρα της κατηγορουμένης), ήτοι μεταξύ άλλων και για το ότι “… δεν υπολογίζουν φράχτες, δεν υπολογίζουν περιουσίες ξένες …”. Ο δε ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι είχε μόνο τυπικά την ιδιοκτησία των ζώων, ότι την ευθύνη της επιτήρησής τους είχαν αποκλειστικά οι γονείς της και ότι η ίδια ήταν παντελώς ανεύθυνη γι’ αυτά, πρέπει να απορριφθεί, διότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας αποδείχθηκε πως και η ίδια είχε θεαθεί πολλές φορές να επιτηρεί τα ζώα της. Άλλωστε κατά την απολογία της στο ακροατήριο η ίδια κατέθεσε ότι έχει δαπανήσει πολλά χρήματα για τα ζώα, γεγονός που αποδεικνύει ότι η ιδιοκτησιακή της σχέση με αυτά κάθε άλλο παρά τυπική ήταν. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον αυτή κατά τον επίμαχο χρόνο ήταν η νόμιμη και δηλωμένη ιδιοκτήτριά τους, που λάμβανε τα πάσης φύσεως ωφελήματα από αυτά (επιδοτήσεις κ.λπ.), έφερε και την ευθύνη από τους κινδύνους, που συνδέονταν με την εκμετάλλευσή τους.”. Ακολούθως, το παραπάνω Δικαστήριο της ουσίας κήρυξε την κατηγορούμενη και ήδη αναιρεσείουσα ένοχη για την αξιόποινη πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (αγροτικού κτήματος αξίας που υπερβαίνει τα 600 ευρώ) κατ’ εξακολούθηση, για την οποία της επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία, με το ακόλουθο διατακτικό:
“………. ΚΗΡΥΣΣΕΙ αυτήν ένοχη του ότι: στην περιοχή … Πρέβεζας κατά το χρονικό διάστημα από 6-8-2017 έως 15-8-2017 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με πρόθεση προκάλεσε φθορές ξένων ολικά αγροτικών κτημάτων με ζώα. Ειδικότερα, η κατηγορούμενη με πρόθεση άφησε ανεπιτήρητο το αποτελούμενο από 150-200 αιγοπρόβατα ποίμνιό της στην παραπάνω περιοχή με αποτέλεσμα αυτά (αιγοπρόβατα) να εισέλθουν σε κτήματα της περιοχής και να προκαλέσουν ζημιές, συνολικής αξίας (2.000) ευρώ και συγκεκριμένα:
Α) την 6-8-2017 στην περιοχή … Πρέβεζας αφού προξένησαν ζημιά στην περίφραξη από το αγρόκτημα του εγκαλούντος Μ. Τ. του Χ., εισήλθαν σε αυτό και προξένησαν ζημιές σε ελιές, πορτοκαλιές και συκιές χρηματικής αξίας χιλίων (1.000) ευρώ.
Β) την 15-8-2017 στην περιοχή … στον Ωρωπό Πρέβεζας, αφού προξένησαν ζημιά στην περίφραξη από το αγρόκτημα του εγκαλούντος Β. Π. του Π., εισήλθαν σε αυτό και προξένησαν ζημιά σε ελιές χρηματικής αξίας χιλίων (1.000) ευρώ.”. Στη συνέχεια το ίδιο Δικαστήριο της ουσίας επιδίκασε σε βάρος της κατηγορούμενης και ήδη αναιρεσείουσας το ποσό των χιλίων (1000) ευρώ στον παθόντα Μ. Τ. του Χ. και το ποσό των χιλίων (1000) ευρώ στον παθόντα Β. Π. του Π., ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστησαν από την αδικοπραξία της κατηγορούμενης και ήδη αναιρεσείουσας, όπως επιδικάστηκε και πρωτοδίκως κατόπιν αιτήσεώς τους. Με τις παραδοχές αυτές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της με αριθμό 458/2022 προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πρέβεζας ορθώς υπήγαγε τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (αγροτικού κτήματος αξίας που υπερβαίνει τα 600 ευρώ) κατ’ εξακολούθηση, για το οποίο καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, στην προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 381 παρ. 1 του προισχύσαντος ΠΚ, η οποία είναι όμοια με αυτή του άρθρου 378 παρ.1 του νέου ΠΚ που ισχύει από 1-7-2019 ως προς τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εν λόγω εγκλήματος, σε συνδυασμό με τα άρθρα 39 παρ.1 Ν. 3585/2007 και 98 ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, δηλαδή με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και έτσι δεν στέρησε την απόφαση από νόμιμη βάση, ούτε υπερέβη την εξουσία του. Ειδικότερα, αναφέρονται στην απόφαση α) τα αγροτικά κτήματα των παθόντων Μ. Τ. του Χ. και Β. Π. του Π., β) η ζημία που προξένησε το αποτελούμενο από 150-200 αιγοπρόβατα ποίμνιο της κατηγορουμένης στα αγροτικά κτήματα των παθόντων, η οποία ζημία υπερβαίνει το ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ και ανέρχεται σε χίλια (1000) ευρώ στον καθένα από τους δύο παθόντες και γ) η πρόθεση( απλός δόλος) της κατηγορουμένης να προκαλέσει με το ποίμνιό της ζημία στα αγροτικά κτήματα των παθόντων. Το Δικαστήριο της ουσίας, στη συνέχεια, ορθώς, σύμφωνα με την ως άνω νομική σκέψη, υποχρέωσε την καταδικασθείσα κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα να καταβάλει στον καθένα από τους παθόντες Μ. Τ. του Χ. και Β. Π. του Π. το προαναφερόμενο ποσό των χιλίων(1.000) ευρώ ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστησαν από την αδικοπραξία της κατηγορούμενης και ήδη αναιρεσείουσας. Επομένως, οι εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Ε’ και Θ’ του ΚΠΔ, αναιρετικοί λόγοι περί έλλειψης νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης και υπέρβασης εξουσίας είναι αβάσιμοι. IV. Κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του, ισχύοντος από 1-7-2019, νέου Ποινικού Κώδικα (Ν. 4619/2019), αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ανάλογου περιεχομένου με την αντίστοιχη του προϊσχύσαντος Π.Κ., ως επιεικέστερος νόμος θεωρείται εκείνος που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις, δηλαδή εκείνος, ο οποίος με την εφαρμογή του, βάσει των προβλεπόμενων στη συγκεκριμένη περίπτωση προϋποθέσεων, επιφέρει την ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο ποινική μεταχείριση. Προς τούτο γίνεται σύγκριση των περισσότερων σχετικών διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπει καθεμιά από αυτές. Αν από τη σύγκριση προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται, επιβαρύνεται το ίδιο από όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, διαφορετικά εφαρμόζεται ο νεότερος επιεικέστερος νόμος. Ειδικότερα, επιεικέστερος είναι ο νόμος, που προβλέπει το χαμηλότερο ανώτατο όριο του είδους της ποινής, αν δε το ανώτατο όριο είναι το ίδιο, επιεικέστερος είναι αυτός που προβλέπει το μικρότερο κατώτατο όριο. Για το χαρακτηρισμό ενός νόμου ως επιεικέστερου ή μη λαμβάνεται κατ’ αρχήν υπόψη το ύψος των απειλούμενων ποινών κάθειρξης ή φυλάκισης, ενώ θεωρείται η πρώτη βαρύτερη της δεύτερης, επί ίσων δε στερητικών της ελευθερίας ποινών, λαμβάνεται υπόψη και η χρηματική ποινή, η οποία, σε κάθε περίπτωση, είναι ελαφρύτερη της στερητικής της ελευθερίας ποινής. Επίσης, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 511 εδ. τελευτ. και 514 εδ. τελευτ. του ισχύοντος από 1-7-2019 ΚΠοινΔ (Ν. 4620/2019), προκύπτει ότι ο Άρειος Πάγος, επί παραδεκτής αιτήσεως αναιρέσεως, σε κάθε περίπτωση, αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά από την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 381 παρ. 1 του προϊσχύσαντος ΠΚ, “Όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών”. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 378 παρ. 1 του ισχύοντος από 1-7-2019 νέου ΠΚ, “Όποιος καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή”. Από τη σύγκριση των διατάξεων αυτών προκύπτει, ότι η νομοτυπική μορφή της πράξης της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας δεν έχει αλλάξει, πλην όμως η διάταξη του άρθρου 378 παρ. 1 του νέου ΠΚ είναι επιεικέστερη, αφού με αυτήν προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως δύο έτη που προβλεπόταν προηγουμένως, ή μόνο χρηματική ποινή, η οποία είναι ελαφρύτερη της στερητικής της ελευθερίας ποινής. Στην προκειμένη περίπτωση, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ουσίας για την επιβολή της ποινής σε βάρος της κατηγορουμένης και ήδη αναιρεσείουσας έλαβε υπόψη του την προϊσχύσασα διάταξη του άρθρου 381 παρ. 1 ΠΚ και όχι αυτή του άρθρου 378 παρ.1 του νέου ΠΚ που είναι επιεικέστερη ως προς την ποινή. Επομένως, εφόσον οι υπό κρίση (πανομοιότυπες) αιτήσεις αναίρεσης είναι παραδεκτές, συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση εφαρμογής, αυτεπαγγέλτως του από το άρθρο 510 περ. Ε’ του ΚΠΔ λόγου αναίρεσης περί εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, και, συνεπώς, πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί εν μέρει και μόνο ως προς την περί ποινής διάταξή της, που αφορά στην ως άνω πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας(αγροτικού κτήματος αξίας που υπερβαίνει τα 600 ευρώ) και να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο αυτό μέρος της, η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).
Κατά τα λοιπά οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης, αφού δεν υπάρχει άλλος αναιρετικός λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει την με αριθμό 458/2022 καταδικαστική απόφαση του δικάσαντος σε δεύτερο βαθμό Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πρέβεζας και συγκεκριμένα κατά το μέρος που αφορά τη διάταξή της περί ποινής.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που την δίκασαν προηγουμένως.
Απορρίπτει, κατά τα λοιπά τις δύο (πανομοιότυπες) αιτήσεις αναίρεσης της κατηγορουμένης Δ. Κ. του Σ., κατοίκου … που ασκήθηκαν: α) η πρώτη με δήλωση της ιδίας ενώπιον της γραμματέως του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου και συντάχθηκε η με αριθμό 1/ 17-02- 2023 έκθεση και β) η δεύτερη με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (αριθμ. πρωτ. 1547/21-02-2023), κατά της ανωτέρω απόφασης.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου 2024.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Απριλίου 2024.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πηγή : areiospagos.gr

To Top