ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 331/2022 Έφεση. Προθεσμία. Ακύρωση Διαδικασίας(άρθρο 435 ΚΠΔ-Κακούργημα)

Αριθμός 331/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Βασδέκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ζαμπέτα Στράτα, Μαρία Λεπενιώτη, Σοφία Οικονόμου και Κωστούλα Πρίγγουρη-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 5 Νοεμβρίου 2021, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Γεράσιμου Βάλσαμου για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Μ. Γ. του Γ., κατοίκου … ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φοίβο Βρεττά, για αναίρεση της υπ’αριθ. 299/2021 απόφασης του Δ’ Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Δ’ Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που περιλαμβάνονται στην από 5.5.2021 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 441/2021.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 5.5.2021 αίτηση του Μ. Γ. του Γ., κατοίκου … οδός …, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 299/2021 αποφάσεως του Δ’ Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, που καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο στις 13.4.2021, με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη (εκπροθέσμως ασκηθείσα) η υπ’ αριθ. 43/25.1.2021 έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με υπολογισμό της αναστολής των προθεσμιών λόγω της πανδημίας του κορονοϊού (άρθρα 473 παρ. 2 και 3, 474 Κ.Ποιν.Δ.), είναι παραδεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ., αν ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία άσκησης ένδικων μέσων είναι δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης, εφόσον δε ο δικαιούμενος δεν είναι παρών, κατά την απαγγελία της απόφασης, η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα (30) ημερών και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της απόφασης. Επίσης κατ’ άρθ. 435 Κ.Ποιν.Δ, ορίζεται ότι: “1. Αν ο κατηγορούμενος, που καταδικάστηκε κατά τα άρθρα 432 παρ. 2 ή 433 Κ.Ποιν.Δ., από λόγους ανώτερης βίας ή από άλλα ανυπέρβλητα αίτια δεν μπόρεσε εγκαίρως να γνωστοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο στο δικαστήριο ανυπέρβλητο κώλυμα εμφάνισής του στη δίκη και να ζητήσει την αναβολή της συζήτησης (άρθρο 349 ΚΠΔ), μπορεί να υποβάλει αίτηση για ακύρωση της διαδικασίας που πραγματοποιήθηκε χωρίς την παρουσία του ή την εκπροσώπησή του από συνήγορο. Η αίτηση υποβάλλεται στον γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοσή της και αναφέρει τους λόγους ανώτερης βίας ή το ανυπέρβλητο κώλυμα. Νέα αίτηση για ακύρωση της ίδιας διαδικασίας είναι απαράδεκτη σε οποιουσδήποτε λόγους και αν στηρίζεται. 2. Η αίτηση αυτή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Η αίτηση για ακύρωση εισάγεται, χωρίς να κλητευθεί εκείνος που την υπέβαλε, στην πρώτη δικάσιμο του δικαστηρίου που δίκασε, το οποίο αποφασίζει αμετάκλητα. Αν γίνει δεκτή η αίτηση, ακυρώνεται η απόφαση που προσβάλλεται και διατάσσεται η νέα συζήτηση της υπόθεσης με ρητή δικάσιμο, κατά την οποία ο κατηγορούμενος οφείλει να προσέλθει χωρίς να κλητευθεί. Η προθεσμία της έφεσης ή της αίτησης για αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης αρχίζει μετά την πάροδο άπρακτης της ως άνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ή, σε περίπτωση υποβολής αίτησης ακύρωσης, από την απόρριψή της”. Με το τελευταίο αυτό εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 435 Κ.Ποιν.Δ., ρυθμίζεται το ζήτημα της προθεσμίας άσκησης έφεσης κατά καταδικαστικής απόφασης που εκδόθηκε σε βάρος του κατηγορουμένου ερήμην και ωσεί παρόντος για κακούργημα και καθορίζεται ότι αυτή αρχίζει μετά την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας άσκησης αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας ή σε περίπτωση υποβολής εμπρόθεσμης αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας από την απόρριψή της. Η τελευταία αυτή διάταξη ως ειδική, κατισχύει της γενικής ως προς αυτήν προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 473 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ. ‘Ετσι η προθεσμία άσκησης της έφεσης μετά την υποβολή εμπρόθεσμης άσκησης αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας και απόρριψη αυτής είναι δέκα (10) ημέρες και αρχίζει από την επομένη της ημέρας απόρριψης της αίτησης ακύρωσης χωρίς να απαιτείται και επίδοση της ερήμην εκδοθείσας απόφασης για την έναρξη προθεσμίας της έφεσης, αφού ο κατηγορούμενος που ασκεί αίτηση ακύρωσης σαφώς γνωρίζει την καταδικαστική σε βάρος του απόφαση (ΑΠ 1892/2016). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 του ίδιου Κώδικα, το ένδικο μέσο, δηλαδή και αυτό της έφεσης, απορρίπτεται ως απαράδεκτο, μεταξύ άλλων, και όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα. Στην περίπτωση δε της παράνομης από το Δικαστήριο απόρριψης της έφεσης ως απαράδεκτης ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 Η’ Κ.Ποιν.Δ. λόγος αναίρεσης. Εξάλλου, σύμφωνα με τη γενική αρχή του δικαίου κανένας δεν υποχρεούται στα αδύνατα, είναι επιτρεπτή η εκπρόθεσμη άσκηση του ενδίκου μέσου, συνεπώς και της έφεσης, όταν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος, μέσα όμως στη νόμιμη προθεσμία, που αρχίζει, για την περίπτωση αυτή, από τότε που θα παύσει ο λόγος της ανώτερης βίας ή θα εξαλειφθεί το ανυπέρβλητο κώλυμα. Ως ανώτερη βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να αποτραπεί και με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης. Ανυπέρβλητο δε κώλυμα θεωρείται εκείνο, το οποίο, οπωσδήποτε, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του διαδίκου που ασκεί το ένδικο μέσο και δεν μπορούσε να υπερνικηθεί απ’ αυτόν με κανένα τρόπο (ΑΠ 798/2018, ΑΠ 328/2015). Επίσης, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 474 παρ. 4 του ιδίου Κώδικα, εκείνος που ασκεί εκπρόθεσμα το ένδικο μέσο οφείλει να διαλάβει υποχρεωτικά στη σχετική έκθεση έφεσης και, αν δεν προβάλει λόγο ακυρότητας της προς αυτόν επίδοσης της ερήμην του εκδοθείσας πρωτοβάθμιας καταδικαστικής απόφασης, το λόγο ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος, ως εκ του οποίου παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκηση της έφεσης και ακόμη να επικαλεσθεί τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αυτά προκύπτουν. Αν δεν διαλαμβάνονται τα ανωτέρω, και δη κατά τρόπο ορισμένο, στην έκθεση άσκησης του ενδίκου μέσου της έφεσης, το ένδικο αυτό μέσο απορρίπτεται ως εκπρόθεσμο και, συνεπώς, απαράδεκτο. Αναπλήρωση των ανωτέρω με λόγους και περιστατικά που προβάλλονται μεταγενέστερα και ειδικότερα, επί έφεσης, κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο, είναι απαράδεκτη (ΑΠ 515/2019, ΑΠ 1549/2017).
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση υπ’ αριθ. 299/19.3.2021 του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, όπως από το περιεχόμενό της προκύπτει, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη λόγω εκπρόθεσμης άσκησης της η υπ’ αριθ. 43/25.1.2021 έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ’ αριθ. 1740/11.4.20219 απόφασης του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών με την οποία είχε καταδικασθεί ερήμην σε συνολική ποινή καθείρξεως δώδεκα (12) ετών, για τις αξιόποινες πράξεις της απάτης κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια για ποσό άνω των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια για ποσό άνω των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Με την ως άνω έφεσή του, η οποία παραδεκτά επισκοπείται από τον ‘Αρειο Πάγο, για την έρευνα των αναιρετικών λόγων ο αναιρεσείων και τότε εκκαλών ζήτησε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης λόγω εσφαλμένης εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του ότι από τα μνημονευόμενα κατά το είδος τους αποδεικτικά μέσα προέκυψαν τα ακόλουθα: “Δυνάμει της υπ’ αριθ. 1740/11-4-2019 απόφασης του Α Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ο εκκαλών – κατηγορούμενος δικάστηκε ερήμην και κηρύχθηκε ένοχος απάτης κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια άνω των 30.000 ευρώ και πλαστογραφίας μετά χρήσης, κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια άνω των 30.000 ευρώ και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης οκτώ (8) ετών για κάθε πράξη και συνολική ποινή κάθειρξης δώδεκα (12) ετών. Στις 24-4-2019 ο εκκαλών – κατηγορούμενος άσκησε εμπροθέσμως αίτηση ακύρωσης διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 435 ΚΠοινΔ, επικαλούμενος λόγο ανωτέρας βίας και ανυπέρβλητο κώλυμα εμφάνισης ενώπιον του Δικαστηρίου, η οποία, δυνάμει της υπ’ αριθ. 4227/06-11-2019 απόφασης του Ε’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, απορρίφθηκε, αμετακλήτως, διότι κατά της σχετικής απόφασης δεν χωρεί οποιοδήποτε ένδικο μέσο, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Στις 25-01-2021, και ενώ είχε συλληφθεί, άσκησε την κρινόμενη έφεση, επικαλούμενος ότι η εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 1740/11-4-2019 απόφαση του Α Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών δεν του έχει επιδοθεί στη διεύθυνση …-42 στην Αθήνα, όπου κατοικεί. Πλην όμως, στην προκειμένη περίπτωση που ο εκκαλών – κατηγορούμενος άσκησε εμπρόθεσμη αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας, η οποία απορρίφθηκε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, η δεκαήμερη προθεσμία άσκησης έφεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης άρχισε την επομένη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 168 ΚΠοινΔ, δημοσίευσης της ως άνω υπ’ αριθ. 4227/06-11-2019 απόφασης του Ε’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη η αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας, σύμφωνα με το ως άνω άρθρο 435 παρ. 2 εδ. τελευταίο ΚΠοινΔ, και παρήλθε στις 18-11-2019, εφόσον η τελευταία ημέρα της δεκαήμερης προθεσμίας ήταν μη εξαιρετέα, Σάββατο, και παρατάθηκε έως την επόμενη μη εξαιρετέα ημέρα τη Δευτέρα 18-11-2019, χωρίς να απαιτείται για την έναρξη αυτής και επίδοση της προσβαλλομένης απόφασης, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, αφού ο κατηγορούμενος που άσκησε αίτηση ακύρωσης σαφώς γνωρίζει την καταδικαστική σε βάρος του απόφαση. Περαιτέρω ο εκκαλών – κατηγορούμενος στην ως άνω έκθεση έφεσης δεν αιτιολογεί γιατί δεν την άσκησε εμπρόθεσμα εντός δέκα ημερών από την απόρριψη της αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας. Ως προς τα αναφερόμενα στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του περί ακυρότητας του με ημερομηνία 10-5-2019 επιδοτηρίου της εκκαλουμένης απόφασης στον εκκαλούντα και του με ημερομηνία 28-5-2019 επιδοτηρίου της εκκαλουμένης απόφασης στην ιδία ως αντίκλητο του, αφενός απαραδέκτως προβάλλονται για πρώτη φορά κατά τη συζήτηση της έφεσης, εφόσον δεν μνημονεύονται καν στην έφεσή του, αν και, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, επιβάλλεται, αφετέρου είναι άνευ αντικειμένου, εφόσον η προθεσμία της έφεσης στην προκειμένη περίπτωση που ασκήθηκε εμπρόθεσμη αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας αναστέλλεται και αρχίζει από την επομένη απόρριψης της αίτησης ακύρωσης, χωρίς να απαιτείται για την έναρξη αυτής και επίδοση της προσβαλλομένης απόφασης, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη. Κατά συνέπεια, πρέπει η κρινομένη από 25-01-2021 έφεση να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω της εκπρόθεσμης άσκησής της”. Με αυτά που δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών ορθά και με επαρκή αιτιολογία απέρριψε την υπ’ αριθ. 43/25.1.2021 έφεση του αναιρεσείοντος – τότε εκκαλούντος ως απαράδεκτη λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς της, αφού στην έφεσή του δεν διέλαβε κάποιο λόγο ανωτέρας βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος εξαιτίας του οποίου εμποδίσθηκε στην εμπρόθεσμη άσκηση της εφέσεώς του εντός της νόμιμης προθεσμίας των δέκα (10) ημερών από την απόρριψη της αίτησής του για ακύρωση της διαδικασίας. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, ο λόγος της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 Η’ Κ.Ποιν.Δ., με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για παράνομη απόρριψη της έφεσης ως απαράδεκτης είναι αβάσιμος.
Μετά ταύτα και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος για έρευνα πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 578 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 5.5.2021 αίτηση του Μ. Γ. του Γ., κατοίκου … οδός … για αναίρεση της υπ’ αριθ. 299/2021 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Δεκεμβρίου 2021.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Μαρτίου 2022.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

To Top