Αριθμός 1079/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Κουτσοκώστα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ελένη Φραγκάκη, Πηνελόπη Παρτσαλίδου – Κομνηνού, Ελένη Κατσούλη και Αγάπη Τζουλιαδάκη – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημα του στις 15 Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χ. Μωϋσίδη, (κωλυομένου του Εισαγγελέως) και του Γραμματέως Χ. Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων: 1. Α. Κ. του Μ., κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεοχάρη Δαλακούρα και 2. Μ. Π. του Μ., κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού ή Δομοκού, που δεν εμφανίστηκε, για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 42/2020 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ανατολικής Κρήτης. Με υποστηρίζοντες την κατηγορία: 1. Γ. Π. του Κ., 2 Ι. Π. του Κ. και 3 Π. Π. του Γ., κατοίκων …, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ανατολικής Κρήτης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και οι αναιρεσείοντες – κατηγορούμενοι, ζητούν την αναίρεση της αποφάσεως αυτής για τους λόγους που αναφέρονται στις α) υπ’ αριθμ. 1/2021 από 8-11-2021 αίτηση του 1ου αναιρεσείοντος και β) υπ’αρ.85/21 στην από 9-11-2021 αίτηση του 2ου αναιρεσείοντος, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με αριθμό 1100/2021.
Αφού άκουσε Τον Εισαγγελέα ο οποίος πρότεινε: Α) να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης του 1ου αναιρεσείοντος Α. Κ. και β) να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η από 9-11-2021 αίτηση αναίρεσης του 2ου αναιρεσείοντος Μ. Π., και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του παρόντος αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 512 παρ. 1 εδάφ. γ’ του νέου Κ.Ποιν.Δ. που κυρώθηκε με το Νόμο 4620/2019, και τέθηκε σε ισχύ, κατά το άρθρο 585 του ιδίου κώδικα, από την 01-07-2019, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους υπόλοιπους διαδίκους, με κλήση που επιδίδεται, σύμφωνα με τα άρθρα 155-162 του Κ.Ποιν.Δ. και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166 του Κ.Ποιν.Δ. και κατά σύντμηση προθεσμίας, μέσα σ’ αυτήν του άρθρου 169 του ιδίου κώδικα στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 514 εδάφ. α’ του νέου Κ.Ποιν.Δ, “αν δεν εμφανισθεί ο αναιρεσείων, η αίτηση του απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη και μπορεί να καταδικασθεί σε χρηματική ποινή έως εκατό ευρώ”. Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με εκείνη της παρ. 3 του ανωτέρω άρθρου 512, προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου ο αιτών την αναίρεση, ήτοι δεν εμφανισθεί προσηκόντως με συνήγορο ή δι’ αυτού, αν και κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τα άρθρα 155-162 και μέσα στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 166 του Κ.Ποιν.Δ. και κατά σύντμηση της προθεσμίας μέσα σ’ αυτήν που ορίζει το άρθρο 169 του ιδίου κώδικα, για να παραστεί, η αίτηση απορρίπτεται και καταδικάζεται ο αναιρεσείων, κατά το άρθρο 578 του Κ.Ποιν.Δ., στα δικαστικά έξοδα. Τέλος, κατά το ίδιο ως άνω άρθρο 514 εδάφ. δ’ του ισχύοντος Κ.Ποιν.Δ., “Κατ’ εξαίρεση, ακόμη και αν δεν εμφανισθεί ο αναιρεσείων, ο Άρειος Πάγος αυτεπαγγέλτως: α) παραθέτει το σχετικό άρθρο του ποινικού νόμου που εφαρμόσθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση, αν αυτό δεν έχει παρατεθεί σε αυτή ή έχει παρατεθεί εσφαλμένα και β) εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά τη δημοσίευση της απόφασης (άρθρο 511)”. Στην προκειμένη περίπτωση, από το από 21-12-2021 αποδεικτικό επίδοσης που έχει συντάξει αρμοδίως η Καλαϊτζή Γεωργία, υπηρετούσα στη Γραμματεία του Καταστήματος Κράτησης Αλικαρνασσού, προκύπτει ότι επιδόθηκε στον αναιρεσείοντα Π. Μ. του Μ., νόμιμα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 155 παρ. 1 εδ.α’ και 166 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ., η κλήση 1100/2021 του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για να παραστεί (ο αναιρεσείων) δια συνηγόρου στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης αυτής δικάσιμο προκειμένου να υποστηρίξει την αίτηση του υπ’ αρ. 85/9-11-2021 για αναίρεση της απόφασης 42/2020 του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, με την οποία ο εν λόγω αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας, με πρόθεση και του επιβλήθηκε ποινή ισόβιας κάθειρξης. Ο ως άνω ο εν λόγω αναιρεσείων, όμως, δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με συνήγορο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά την ως άνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο έκθεμα. Κατά συνέπεια, εφόσον εν προκειμένω, δεν ανακύπτει θέμα αυτεπάγγελτης εφαρμογής επιεικέστερου νόμου (514 εδάφ. δ’ περ. β’ του Κ.Ποιν.Δ) πρέπει να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η κρινόμενη από 9-11-2021 με αριθμό 85/2021 αίτηση αναίρεσης του Μ. Π. και να επιβληθούν στον εν λόγω αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 578 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
Περαιτέρω, κατά την έννοια της προαναφερόμενης διάταξης (αρ. 512 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠΔ) ως “υπόλοιποι διάδικοι”, που πρέπει να καλούνται στη συζήτηση, θεωρούνται όλοι εκείνοι, οι οποίοι απέκτησαν νόμιμα την ιδιότητα του διαδίκου. Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι και ο πολιτικώς ενάγων πρέπει να καλείται, για να παραστεί στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου, κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, που άσκησε ο κατηγορούμενος, ή οποιοσδήποτε άλλος δικαιούμενος προς τούτο, εφόσον αυτός νόμιμα απέκτησε την ιδιότητα του διαδίκου και δεν αποβλήθηκε, ούτε παραιτήθηκε από την ιδιότητα αυτή, καθόσον έχει έννομο συμφέρον να υποστηρίξει το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης έναντι του καταδικασθέντος με αυτή κατηγορουμένου, ακόμη και στην περίπτωση που με την αίτηση αναίρεσης δεν προσβάλλεται η αφορώσα την πολιτική αγωγή διάταξη της απόφασης, καθώς και αν δεν παραστάθηκε στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, είχε, όμως, νόμιμα παραστεί πρωτοδίκως. Εξάλλου, κατά το άρθρο 515 παρ. 2 εδ. α’ του ίδιου Κώδικα, αν εμφανισθεί ο αναιρεσείων, η συζήτηση γίνεται σαν να είναι παρόντες όλοι οι διάδικοι, ακόμη και αν κάποιος απ’ αυτούς δεν εμφανίστηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την αναφερόμενη στο προεισαγωγικό της απόφασης αυτής δικάσιμο (15-2-2022) και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο έκθεμα, εμφανίστηκε και παραστάθηκε νόμιμα ο αναιρεσείων Α. Κ. του Μ.. Αντίθετα, δεν παραστάθηκαν και, συνεπώς, θεωρούνται ως δικονομικώς απόντες οι: 1) Γ. Π. του Κ., 2) Ι. Π. του Κ. και 3) Π. Π. του Γ., οι οποίοι είχαν παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγοντες κατά τη δευτεροβάθμια δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, καίτοι κλητεύθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα. Ειδικότερα από τα (τρία) αποδεικτικά επίδοσης με ημεροχρονολογία 30-12-2021, που συντάχθηκαν αρμοδίως από τον Φ. Γ., Αρχ/κα Μ.Α.Υ., επιδόθηκε, με παράδοση στο σύνοικο για τους δύο πρώτους από τους ως άνω υποστηρίζοντες την κατηγορία, και με παράδοση στον ίδιο τον τρίτο εξ αυτών, η υπ’ αρ. 1100/2021 κλήση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, προκειμένου να παραστούν δια συνηγόρου στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην προαναφερόμενη δικάσιμο. Επομένως, αφού οι ως άνω υποστηρίζοντες την κατηγορία δεν εμφανίστηκαν, καίτοι έχουν κλητευθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, πρέπει η συζήτηση της υπόθεσης να συνεχιστεί σαν να ήταν και αυτοί παρόντες.
Η υπό κρίση από 8-11-2021, υπ’ αριθμό 1/2021, αίτηση του Α. Κ. του Μ., κατοίκου … και ήδη κρατουμένου στο Κ.Κ. Αλικαρνασσού, για αναίρεση της απόφασης 42/2020 του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, με την οποία ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και της παράνομης κατοχής πυρομαχικών και του επιβλήθηκε ποινή ισοβίου καθείρξεως και φυλάκισης έξι (6) μηνών καθώς και χρηματική ποινή εξακοσίων (600) ευρώ, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, περιέχει δε λόγους αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’, Δ’ και Ε’ του Κ.Π.Δ. (απόλυτη ακυρότητα, έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων) και, συνεπώς είναι παραδεκτή.
Από τη διάταξη του άρθρου 299 ΠΚ, ως ίσχυε κατά τον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης, στην οποία ορίζετο, ότι “1. Όποιος σκότωσε άλλον τιμωρείται με κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών. 2. Αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται κάθειρξη”, προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με δόλο απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση της ζωής άλλου ανθρώπου, με θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλόμενης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικώς δε δόλος, άμεσος ή ενδεχόμενος, που συνίσταται ο μεν άμεσος στη γνώση και τη θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή της καταστροφής της ζωής του άλλου ανθρώπου, ο δε ενδεχόμενος στην αποδοχή του ενδεχόμενου αποτελέσματος της θανάτωσης του άλλου. Ο δόλος, γενικώς, διαγιγνώσκεται από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν και τις ειδικότερες συνθήκες, υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, ήτοι το πληγέν σημείο του σώματος, την ένταση του πλήγματος, την απόσταση δράστη και θύματος, πρέπει δε να κατευθύνεται προς την αφαίρεση της ζωής άλλου. Επίσης, από τη διατύπωση του προαναφερόμενου άρθρου 299 ΠΚ συνάγεται, ότι για την ποινική μεταχείριση του δράστη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση γίνεται διάκριση του δόλου σε δύο διαβαθμίσεις, ήτοι σε προμελετημένο (της παρ. 1) και απρομελέτητο (της παρ. 2), όταν υπάρχει βρασμός ψυχικής ορμής. Στην πρώτη περίπτωση, απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της πράξης, μολονότι αυτό δεν αναφέρεται ρητώς στη διάταξη, ενώ στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται ο δράστης να βρίσκεται υπό το κράτος ψυχικής υπερδιέγερσης και κατά τη λήψη της απόφασης και κατά την εκτέλεση της ανθρωποκτονίας, γιατί, αν λείπει ο βρασμός ψυχικής ορμής σε ένα από τα στάδια αυτά, δεν συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 299 ΠΚ για την επιεικέστερη μεταχείριση του δράστη, δηλαδή για την επιβολή πρόσκαιρης κάθειρξης τουλάχιστον πέντε ετών. Προς τούτο, το δικαστήριο, στην πρώτη περίπτωση, πρέπει να διαλαμβάνει στην αιτιολογία της απόφασής του, ότι ο δράστης ενήργησε με ψυχική ηρεμία. Δεδομένου, όμως, ότι στο νόμο δεν ορίζεται ως στοιχείο του δόλου του δράστη η ψυχική του ηρεμία, απαιτείται αυτό να προκύπτει είτε με ρητή έκθεση, είτε με άλλη παρεμφερή φράση, είτε από τα δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά, (ΑΠ 552/2020). Περαιτέρω, στο άρθρο 311 ΠΚ ορίζεται, ότι, “αν η σωματική βλάβη είχε επακόλουθο το θάνατο του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι 10 ετών. Αν ο υπαίτιος επιδίωκε τη βαριά σωματική βλάβη του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη”. Το έγκλημα αυτό χαρακτηρίζεται ως έγκλημα εκ του αποτελέσματος, αφού για τη συγκρότηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως αυτού απαιτείται η πρόθεση του δράστη να επιφέρει στο θύμα σωματική ή διανοητική βλάβη οποιασδήποτε διαβάθμισης και η επέλευση, συνεπεία της σωματικής βλάβης, του θανάτου του θύματος, ο οποίος όμως (θάνατος) αποδίδεται σε αμέλεια του δράστη, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 28 ΠΚ, οπότε έχει ως συνέπεια τη βαρύτερη τιμωρία της σωματικής βλάβης, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ιδίου Κώδικα, κατά το οποίο “στις περιπτώσεις που ο νόμος ορίζει ότι κάποια πράξη τιμωρείται με βαρύτερη ποινή όταν έχει ορισμένο αποτέλεσμα, η ποινή αυτή επιβάλλεται μόνο αν το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να αποδοθεί σε αμέλεια του δράστη”. Στο προαναφερόμενο άρθρο 28 ΠΚ, για τη στοιχειοθέτηση της αμέλειας απαιτείται να διαπιστωθεί: α) ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την κατ’ αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία οφείλει να καταβάλει κάθε συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος που βρίσκεται υπό τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τη λογική, β) ότι αυτός, με βάση τις προσωπικές του περιστάσεις, ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες, ως εκ της υπηρεσίας, ή του επαγγέλματος του, μπορούσε να προβλέψει και να αποφύγει το αποτέλεσμα, το οποίο είτε δεν προείδε, είτε το προέβλεψε μεν, πίστευε όμως ότι θα απεφεύγετο και γ) ότι υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενεργείας ή παραλείψεως του δράστη και του επελθόντος αποτελέσματος του θανάτου του θύματος.
Συνεπώς, στοιχεία του εγκλήματος που αναφέρεται στο άρθρο 311 ΠΚ, ήτοι της θανατηφόρου σωματικής βλάβης, είναι: α) η πρόκληση σωματικής βλάβης στον παθόντα οποιασδήποτε διαβάθμισης και από οποιαδήποτε αιτία και αφορμή, β) η σωματική βλάβη να είχε επακόλουθο το θάνατο του παθόντος και γ) η υποκειμενική υπαιτιότητα του δράστη (δόλος) να κατευθύνεται στην επαγωγή της σωματικής βλάβης (όλως ελαφράς απλής ή βαρίας), ενώ το επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου του θύματος να αποδίδεται σε αμέλεια του δράστη (ΑΠ 788/2020). Επίσης, κατά το άρθρο 45 του προϊσχύσαντος ΠΚ, “αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης”, ενώ κατά το ίδιο άρθρο ως ισχύει “αν δύο ή περισσότεροι πραγμάτωσαν από κοινού, εν όλω ή εν μέρει τα στοιχεία της περιγραφόμενης στον νόμο αξιόποινης πράξης, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός”. Με τον όρο “από κοινού”, με τον οποίο εκφράζεται η έννοια της συν αυτουργίας, νοείται, αντικειμενικά, σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης και, υποκειμενικά, κοινός δόλος, δηλαδή ο κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τέλεσης του ίδιου εγκλήματος. Απαιτείται καθένας από τους συναυτουργούς να συμπράττει, ταυτόχρονα ή διαδοχικά, στην πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, υλοποιώντας, αυτοπροσώπως και αμέσως, είτε ολόκληρη την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος είτε επί μέρους πράξεις, συγκλίνουσες στην πραγμάτωση αυτού δηλαδή η σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται ή στο ότι καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή στο ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμέτοχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές (Ολ.ΑΠ 1/2020). Περαιτέρω, η δικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου κώδικα προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ’ αυτήν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τ:α πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο όλο. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ’αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών. Όταν, όμως, αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η “εν γνώσει” ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως ή η τέλεση της πράξεως με τον “σκοπό” προκλήσεως ορισμένου αποτελέσματος, δηλαδή άμεσος δόλος, η ύπαρξη αυτού πρέπει να αιτιολογείται ειδικά, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν, ότι υπήρχε το στοιχείο της γνώσης, διαφορετικά η απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ’ είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεση τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητο να γίνεται αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΑΠ 564/2019). Η κατά τα άνω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας, όπως προαναφέρθηκε, ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Π.Δ., πρέπει να υπάρχει όχι μόνον ως προς την κατηγορία, αλλά να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 171 παρ. 2 (170 παρ. 2 του προϊσχύσαντος Κ.Π.Δ.) και 333 παρ. 2 του ΚΠΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης ή στη μείωση της ποινής. Προϋποτίθεται, όμως, η προβολή των αυτοτελών ισχυρισμών κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, καθώς και η προφορική τους ανάπτυξη, δηλαδή με όλα τα πραγματικά περιστατικά, που απαιτούνται κατά νόμο για τη θεμελίωσή τους, έτσι ώστε να μπορούν να αξιολογηθούν και, σε περίπτωση αποδοχής τους, να οδηγούν στο ειδικότερα ευνοϊκό για τον κατηγορούμενο συμπέρασμα. Διαφορετικά, το δικαστήριο της ουσίας δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει ή να δικαιολογήσει, ειδικά, τη σιωπηρή ή ρητή απόρριψή τους (Ολ. ΑΠ 2/2005). Ωστόσο, ισχυρισμοί, οι οποίοι αποτελούν άρνηση αντικειμενικού ή υποκειμενικού στοιχείου του εγκλήματος και, συνεπώς, της κατηγορίας, όπως ο ισχυρισμός περί μεταβολής της κατηγορίας ή απλά υπερασπιστικά επιχειρήματα, δεν είναι αυτοτελείς υπό την ανωτέρω εκτεθείσα έννοια και, συνακόλουθα, το δικαστήριο της ούσίας δεν έχει υποχρέωση να αποφανθεί επ’ αυτών με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Έτσι, η άρνηση από τον κατηγορούμενο του νομικού χαρακτηρισμού της πράξης, που του αποδίδεται, δεν συνιστά αυτοτελή ισχυρισμό αλλά άρνηση της κατηγορίας, όπως κατά τα αντικειμενικά και υποκειμενικά της στοιχεία εξειδικεύεται στην απόφαση. Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠοινΔ, λόγο αναίρεσης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Τέλος, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διάταξης αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. (Ολ. ΑΠ 1/2020).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης, υπ’ αρ. 42/2020, απόφασής του, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ανατολικής Κρήτης, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ’ είδος σ’ αυτή (ανωμοτί καταθέσεις πολιτικώς εναγόντων, καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, πρακτικά πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αναγνωσθέντα έγγραφα, ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη και απολογίες κατηγορουμένων) δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα, κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: “Την 23η Μαρτίου 2014 και περί ώρα 18.00 μ.μ. Ο Κ. Π. του Γ. και Α. κάτοικος ΔΔ …, ναυτικός, οδηγώντας το με αρ. κυκλοφ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του, μάρκας BMW, χρώματος μπορντό, και με συνοδηγό τον υιό του, Γ. Π. του Κ., κάτοικο επίσης ΔΔ …, έφθασε στο χωριό Αντισκάρι προκειμένου να επισκεφθεί τον έτερο υιό του, Ι. Π., ο οποίος ήταν παντρεμένος και κατοικούσε εκεί. Καθώς αυτός εκινείτο επί της κεντρικής οδού του χωριού (που αποτελεί συνέχεια της επαρχιακής οδού Μητρόπολη -Πλατιά Περάματα) με κατεύθυνση νοτιοδυτικά (προς Πλατιά Περάματα) και έχοντας προπορευόμενο αυτού άλλο όχημα, συναντήθηκε με το αντιθέτως κινούμενο υπ’ αρ. κυκλοφ. … ΙΧΦ αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο 1ος κατηγορούμενος, Α. Κ., έχοντας συνοδηγό τον 2° κατηγορούμενο, Μ. Π.. Στο εν λόγω σημείο υπάρχει ελαφρά δεξιά στροφή ως προς το ρεύμα κυκλοφορίας προς Πλατιά Περάματα, αρχικά με κατωφέρεια και μετέπειτα με μικρή ανωφέρεια, ενώ το πλάτος του οδοστρώματος είναι 4,80 μέτρα. Λόγω της στενότητας της οδού ήταν αδύνατη η ταυτόχρονη διέλευση και των τριών οχημάτων και έτσι ο Κ. Π. στάθμευσε προσωρινά το αυτοκίνητο του σε πρόχειρο χώρο στάθμευσης, που βρισκόταν αριστερά του δρόμου ως προς την πορεία του (βλ. έκθεση αυτοψίας όπου ο χώρος αυτός περιγράφεται ως πρόχειρη κατασκευή-στεγάστρου, αποτελούμενη από μεταλλικούς σωλήνες και πλαστικό με λαμαρίνες στην οροφή, η οποία χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης οχημάτων, διαστάσεων μήκους 9 μέτρων και πλάτους 3,30 μέτρων, επίσης βλ. κατάθεση μάρτυρα Γ. Π.: “Μπαίνοντας στο Αντισκάρι είδαμε μία κλούβα κι ένα αγροτικό. Το αγροτικό είχε αντίθετη από εμάς κατεύθυνση. Ο πατέρας μου για να διευκολύνει την κίνηση μπήκε σ’ ένα υπόστεγο.”). Ο 1ος κατηγορούμενος πλησίασε στο σημείο αυτό και ακινητοποίησε και αυτός το όχημα του, λοξά από το αυτοκίνητο του Κ. Π., κλείνοντας τον και εμποδίζοντας αυτόν να φύγει, καθώς μπροστά από το σημείο που είχε σταθμεύσει ο τελευταίος υπήρχε βράχος. Αφού το έτερο όχημα (η πράσινη κλούβα) κατάφερε να διέλθει του σημείου εκείνου, ο Κ. Π. επιχείρησε με οπισθοπορεία να εξέλθει του χώρου στάθμευσης, πλην όμως το οπίσθιο δεξιό φτερό του αυτοκινήτου του προσέκρουσε σε στύλο της ΔΕΗ, που βρισκόταν έμπροσθεν και στο μέσο του εν λόγω χώρου στάθμευσης (βλ. έκθεσης αυτοψίας, όπου σημειώνονται τα εξής: “Επί του εν λόγω στύλου και στην αριστερή [βόρεια] πλευρά αυτού σε ύψος 0,70 μέτρων περίπου από το έδαφος παρατηρούμε ίχνη- υπολείμματα βαφής αυτοκινήτου χρώματος μπορντό. Στο αριστερό άκρο του στεγάστρου βρίσκεται σταθμευμένο το υπ’ αρ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας BMW χρώματος μπορντό, το οποίο όπως εξακριβώνουμε είναι ιδιοκτησίας Κ. Π.”, και παρακάτω, “Επιπλέον παρατηρούμε ότι στην πίσω δεξιά πλευρά του εν λόγω οχήματος [οπίσθιο δεξιό φτερό], υπάχουν σημάδια – εκδορές στη φανοποιεία αυτού, τα οποία από την οπτική τους εικόνα χαρακτηρίζονται ως προσφάτως γενομένα …”). Τότε ο Κ. Π. ζήτησε από τον 1ο κατηγορούμενο να προχωρήσει το αυτοκίνητο του λίγα μέτρα προκειμένου να του επιτρέψει να φύγει, πράγμα όμως που ο 1ος κατηγορούμενος αρνήθηκε να κάνει. Η άρνηση του 1ου κατηγορουμένου να πράξει τούτο προκάλεσε έντονη λογομαχία μεταξύ τους και ύβρεις εκατέρωθεν. Τότε ο πρώτος κατηγορούμενος κατέβηκε από το αυτοκίνητο του και κρατώντας μία ποιμενική ράβδο άρχισε να χτυπάει τους υαλοπίνακες του αυτοκινήτου του Κ. Π. και ξεκινώντας από το παράθυρο του συνοδηγού συνέχισε θραύοντας κυκλικά κινούμενος όλους τους υαλοπίνακες του αυτοκινήτου του Κ. Π.. Ενόσω γινόταν αυτό, κατέβηκε από το αυτοκίνητο και ο 2ος κατηγορούμενος ενώ ο Κ. Π. και ο υιός του αιφνιδιαζόμενοι από τη μανία του 1ου κατηγορουμένου προσπάθησαν αντανακλαστικά να προστατευτούν από τα θραύσματα των υάλων, τα οποία πετάγονταν εντός της καμπίνας του οχήματος (βλ. έκθεση αυτοψίας όπου σημειώνεται : “όπως διαπιστώνουμε το σύνολο των υαλοπινάκων του εν λόγω οχήματος είναι θραυσμένοι και τα θραύσματα αυτών βρίσκονται επί του εδάφους γύρω από το όχημα, στον ουρανό του οχήματος καθώς και εντός της καμπίνας αυτού, πάνω στα καθίσματα”). Προκειμένου να προστατευτεί ο Π. και ο υιός του από τα εκτινασσόμενα θραύσματα υάλων αναγκάστηκαν να εξέλθουν του οχήματος τους ο δε θανών προσπάθησε να αποσπάσει τη ποιμενική ράβδο από τα χέρια του 1ου κατηγορούμενου. Τη φασαρία αντιλήφθηκε ο μάρτυρας Ε. Μ. του Ι., ο οποίος επέστρεφε από την εργασία του και η κατοικία του βρίσκεται λίγα μέτρα από το σημείο, όπου εκτυλισσόταν το συμβάν. Αναγνώρισε τον 1ο κατηγορούμενο, που ήταν συγχωριανός του, και του είπε επιτιμητικά τι κάνει, αμέσως όμως επενέβη ο 2ος κατηγορούμενος ο οποίος, σύμφωνα με τον εν λόγω μάρτυρα, του είπε με άγριο ύφος να φύγει από εκεί, οπότε ο ανωτέρω μάρτυρας, επειδή φοβήθηκε και η θυγατέρα του έκλαιγε, εισήλθε στην οικία του. Να σημειωθεί ότι ο εν λόγω μάρτυρας ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κατέθεσε ότι και ο δεύτερος κατηγορούμενος κρατούσε ποιμενική ράβδο, ενώπιον του παρόντος είπε ότι δεν θυμάται. Αμέσως όμως τηλεφώνησε στα αδέρφια του 1ου κατηγορουμένου, πρώτα στον 3ο κατηγορούμενο, Χ. Κ., και Ι. Κ. και τους είπε, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην επ’ ακροατηρίω κατάθεση του, “να πάνε να μαζέψουν τον Α.”. Ακολούθησε συμπλοκή κατά την οποία οι 1ος και 2ος των κατηγορουμένων επιτίθενται λυσσαλέα με τις ποιμενικές ράβδους στον πατέρα και υιό Π. οι δε τελευταίοι προσπαθούν να τους αποσπάσουν τις ποιμενικές ράβδους και να αμυνθούν ανεπιτυχώς όμως καθώς οι κατηγορούμενοι βρισκόταν σαφώς σε πλεονεκτική θέση, έχοντας ως εργαλείο επίθεσης τις ποιμενικές ράβδους και όντας πιο ευέλικτοι, δυνατοί και εκπαιδευμένοι λόγω της εργασίας τους αλλά και πολύ νεώτεροι του Κ. Π.. Ο Γ. Π. αντιλαμβανόμενος ότι τα πράγματα λαμβάνουν σοβαρή τροπή και ότι κινδύνευε από την επιθετική μανία των δύο κατηγορουμένων, οι οποίοι τους χτυπούσαν αδιάκριτα, τόσο αυτόν όσο και τον πατέρα του, φοβούμενος για τη ζωή του, άρχισε να τρέχει εγκαταλείποντας τον πατέρα του στην πρωτοφανή μανία του 1ου κατηγορουμένου, και καταδιωκόμενος από τον 2ο κατηγορούμενο κατάφερε να βρει καταφύγιο στην οικία του μάρτυρα Γ. Κ. του Ι., που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πέρα, στο ύψωμα που απλώνεται πάνω από το δρόμο, όπου εκτυλισσόταν το συμβάν. Εκεί, κρύφτηκε στην πίσω αυλή της οικίας του Κ. και παρέμεινε περίπου για 15 λεπτά, έντρομος και σε κατάσταση πανικού, μέχρις ότου άκουσε να σταματάει η φασαρία. Ο Κ. Π. αντίθετα δεν κατάφερε να διαφύγει τρέχοντας όπως ο υιός του, διότι είχε μερική αναπηρία στο πόδι. Είναι δηλωτική του τρόμου που βίωσε ο Γ. Π. η αναφορά του ότι δεν τολμούσε να ρίξει ούτε μία ματιά για να δει τι συμβαίνει με τον πατέρα του, αλλά παρέμεινε κουλούριασμένος στο έδαφος όπως και το γεγονός που επιβεβαιώθηκε και από τον Γ. Κ., ότι τα τρία σκυλιά που έχει ο τελευταίος αντί να επιτεθούν στον άγνωστο άνδρα, είχαν περικυκλώσει αυτόν, σα να ήθελαν να τον προστατέψουν. Ο Γ. Κ. ο οποίος είχε ακούσει και αυτός τη φασαρία, είχε βγει στο μπαλκόνι της οικίας του. Ακούγοντας δε τα σκυλιά να γαυγίζουν και πηγαίνοντας στην αυλή όπισθεν της οικίας του είδε τον Γ. Π. να κρύβεται. Το μόνο που του ζήτησε ο τελευταίος ήταν να καλέσει την αστυνομία. Αυτός παράλληλα, περί ώρα 18:15, τηλεφώνησε και στον αδερφό του, Ι. Π., λέγοντας του να πάει στο χωριό, διότι σπάνε το αυτοκίνητο του πατέρα τους. Εν τω μεταξύ ο 2ος κατηγορούμενος, που σταμάτησε να καταδιώκει τον Γ. Π., επέστρεψε στο σημείο της επίθεσης, όπου είχε ήδη καταφτάσει και ο 3ος κατηγορούμενος, Χ. Κ. ειδοποιηθείς από τον Ε. Μ.. Τώρα πλέον και οι τρεις κατηγορούμενοι χτυπούν με ποιμενικές ράβδους τον Κ. Π. και το συμβάν εκτυλίσσεται περί τα 23 μέτρα πιο κάτω από το σημείο, όπου είχαν ακινητοποιηθεί τα οχήματα του 1ου κατηγορουμένου και του Κ. Π., προς την δεξιά πλευρά του οδοστρώματος σε σχέση με το ρεύμα πορείας προς Πλατιά Περάματα (στο σημείο εκείνο το πλάτος του οδοστρώματος είναι περί τα 6,50 μέτρα). Το πόσο λυσσαλέα χτυπούσαν τον Κ. Π. αποκαλύπτεται και από το γεγονός ότι, όταν έσπασαν οι ποιμενικές ράβδοι, που κρατούσαν, χρησιμοποίησαν ξύλα, τα χέρια και τα πόδια τους λακτίζοντας τον. Και ενώ ο Κ. Π. αμύνεται και προσπαθεί να τους ξεφύγει, ο κατηγορούμενος μπαίνει στο αυτοκίνητο του αδερφού του και κινείται εναντίον του, προσπαθώντας να τον χτυπήσει εγκλωβίζοντας τον στις προστατευτικές μπάρες. Ο Κ. Π., αν και τραυματισμένος κατάφερε να ξεφύγει υπερπηδώντας τις μεταλλικές μπάρες και εξερχόμενος έτσι του οδοστρώματος. Ωστόσο, οι κατηγορούμενοι, και οι τρεις (ο 3ος έχοντας πλέον αποβιβαστεί από το αυτοκίνητο), τον ακινητοποίησαν εκεί, πίσω από τις μπάρες και καθηλώνοντας τον σε απόσταση 1,70 μέτρα από αυτές, σε γονυπετή στάση, συνέχισαν να τον χτυπούν ανελέητα με τις ποιμενικές ράβδους αλλά και με τα πόδια τους λακτίζοντας αυτόν σε διάφορα σημεία του σώματος αδιάκριτα και κυρίως στο κεφάλι ενίοτε δε και πατώντας τον με τα υποδήματα τους όντες κατ’ εναλλαγή αριστερά και δεξιά του θύματος, τραυματίζοντας τον τελικά θανάσιμα. Μόλις οι κατηγορούμενοι είδαν ότι είχε ολοκληρωθεί το εγκληματικό τους σχέδιο, να σκοτώσουν τον Κ. Π., επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο τους και έφυγαν από τον τόπο του επεισοδίου. Αμέσως μετά έφθασαν στο σημείο του συμβάντος ο Γ. Κ., ο οποίος είχε δει σχεδόν όλο το επεισόδιο από την οικία του, ο Κ. Ν., συμπέθερος του θανόντος, ο οποίος είχε ειδοποιηθεί από τον γαμπρό του, Ι. Π., καθώς και οι γιοι του θανόντος, Ι. Π. και Γ. Π. – ο οποίος όταν πλέον δεν άκουγε φασαρία βγήκε από την κρυψώνα του και κατευθύνθηκε προς τον τόπο του συμβάντος. Ο Κ. Ν. περισυνέλεξε από το πρανές του δρόμου ένα τμήμα ποιμενικής ράβδου, το οποίο τοποθέτησε εντός του οχήματος, προκειμένου να μην απολεσθεί ως πειστήριο (βλ. έκθεση αυτοψίας όπου αναφέρεται ότι στο εσωτερικό του οχήματος του Π., στο εμπρόσθιο κάθισμα του συνοδηγού βρέθηκε ένα τμήμα ξύλινης ποιμενικής ράβδου μήκους 71 εκατοστών). Σιγά – σιγά, σε μικρή απόσταση από το σημείο όπου βρισκόταν νεκρός ο Κ. Π. μαζεύτηκαν πολλοί συγχωριανοί των κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων και ο ιερέας του χωριού, Δ. Τ.. Μόλις οι κατηγορούμενοι αντιλήφθηκαν ότι αποτελείωσαν το θύμα τους και ότι άρχισαν να καταφθάνουν διάφοροι συγχωριανοί στο σημείο, επιβιβάστηκαν στο μαύρο αγροτικό ΙΧΦ που οδηγούσε ο 3ος κατηγορούμενος και απομακρύνθηκαν από το σημείο, για να αποφύγουν τη σύλληψη τους. Όπως αποδείχτηκε από την προανάκριση τα δύο αδέλφια δηλ. ο 1ος και 3ος κατηγορούμενος, κατέφυγαν σε φιλικά ή συγγενικά σπίτια στο …, ενώ τον 2° κατηγορούμενο τον αποβίβασαν από το όχημα τους κοντά στο σημείο που έχουν τις κτηνοτροφικές τους εγκαταστάσεις από όπου αυτός πήρε ένα παλιό αγροτικό αυτοκίνητο τους να διαφύγει. Πλην όμως το όχημα αυτό υπέστη βλάβη και έμεινε στη διαδρομή, πριν καταφέρει να εξέλθει των ορίων του χωριού. Στη συνέχεια ο 2ος κατηγορούμενος αφαίρεσε το πρώτο όχημα που βρήκε μπροστά του ιδιοκτησίας Σ. Μ., πλην όμως δεν πρόλαβε ούτε με αυτό να διαφύγει καθώς στη διαδρομή εντός του χωρίου εντοπίστηκε από αστυνομικές δυνάμεις που είχαν ήδη καταφτάσει στο σημείο. Προκειμένου δε να αποφύγει τα αστυνομικά όργανα ξεκίνησε μια τρελή πορεία με το κλεμμένο όχημα εντός του χωριού με μεγάλη ταχύτητα και επικίνδυνους ελιγμούς γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να συγκρουστεί αρχικά με σταθμευμένο στην άκρη του δρόμου αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του υπηκόου Βουλγαρίας D. D. και να του προκαλέσει υλικές ζημιές και στη συνέχεια να προσκρούσει σε συρμάτινη περίφραξη όπου και ακινητοποιήθηκε. Αναζήτησε καταφύγιο σε παρακείμενη οικία όπου δεν έγινε δεκτός αντίθετα ακινητοποιήθηκε από τους ενοίκους της και συνελήφθη εντέλει από τους αστυνομικούς που τον αναζητούσαν. Το θύμα ο Κ. Π. μετά το περιστατικό, διεκομίσθη με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Κέντρο Υγείας Μοιρών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. Σύμφωνα με το ιατρικό πιστοποιητικό θανάτου ο θάνατος του επήλθε συνεπεία κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων, προερχομένων από πολλαπλές πλήξεις με θλώντα όργανα. Την ίδια ημέρα του συμβάντος και περί ώρα 21:00 οι αστυνομικοί, που είχαν αναλάβει την προανάκριση, διενήργησαν αυτοψία στον τόπο του εγκλήματος, κατά την οποία βρέθηκαν και κατασχέθηκαν, ένα μικρό κομμάτι πλαστικού, χρώματος μαύρου, από προφυλακτήρα αυτοκινήτου, τρία τμήματα ξύλινης ποιμενικής ράβδου, μήκους 39, 21 και 71 εκατοστών, ένα τμήμα υφάσματος ολοσχερώς κατεστραμμένο από καύση καθώς και ένα τμήμα υφάσματος, χρώματος πορτοκαλί, φέρον εμφανή σημάδια καύσης. Να σημειωθεί ότι ο Ν. είχε δει το ύφασμα να καίγεται εντός του αυτοκινήτου του παθόντος. Στις προστατευτικές μπάρες της οδού βρέθηκαν κηλίδες αίματος πλαστικό τμήμα από τον προφυλακτήρα του μαύρου ΙΧΦ (NISSAN) και σημάδια-βαθουλώματα από πρόσκρουση οχήματος. Επίσης, διενεργήθηκε σωματική έρευνα στους συλληφθέντες κατηγορούμενους, κατά την οποία, στην κατοχή του 1ου βρέθηκαν τρία χαρτονομίσματα με κηλίδες αίματος και ένας αναπτήρας με κηλίδες αίματος. Σε έρευνα, επίσης που διενεργήθηκε στην οικία του 1ου και 3ου των κατηγορουμένων βρέθηκαν έξω από αυτήν 4 κενά φυσίγγια πολεμικού τουφεκίου και μία βολίδα αγνώστου διαμετρήματος και στο ποιμνιοστάσιο του 1ου, που διατηρεί μαζί με τον αδερφό του, Γ. Κ., μία ξύλινη ποιμενική ράβδος, που έφερε πρόσφατα ίχνη από χτυπήματα, ενώ στο θερμοκήπιο του αδερφού του, Ι. Κ., βρέθηκε μία ποιμενική ράβδος. Από την διενεργηθείσα αυτοψία, εξάλλου, αποδείχθηκε ότι το αυτοκίνητο του παθόντος βρέθηκε στην προπεριγραφόμενη πρόχειρη κατασκευή, το σύνολο των υαλοπινάκων του ήταν σπασμένοι ενώ δίπλα στον δεξιό τροχό του οχήματος βρέθηκε το τμήμα της ξύλινης ποιμενικής ράβδου των 21 εκ. και στο εσωτερικό του οχήματος στο κάθισμα του συνοδηγού, βρέθηκε το τμήμα της ξύλινης ποιμενικής ράβδου των 71 εκ. Στην απέναντι πλευρά του οδοστρώματος βρέθηκε το ένα κατεστραμμένο από καύση τμήμα υφάσματος και στην εξωτερική πλευρά των προστατευτικών μπαρών, ανάμεσα στα χόρτα, βρέθηκε το χρώματος πορτοκαλί, με εμφανή σημάδια καύσης τμήμα υφάσματος. Ειδικότερα, κατά τη διενέργεια της από 23-3-2014 αυτοψίας στον τόπο του εγκλήματος εντοπίστηκαν οι προστατευτικές μεταλλικές μπάρες του οδοστρώματος με την ύπαρξη κηλίδων καστανέρυθρου χρώματος. Σαράντα εκατοστά του μέτρου (0,40) μετά τις κηλίδες στο σημείο σύνδεσης των μεταλλικών μπαρών, βρέθηκε σφηνωμένο το μικρό τεμάχιο πλαστικού, χρώματος μαύρου, το οποίο προέρχεται από πλαστικό προφυλακτήρα οχήματος. Επιπλέον, στο συγκεκριμένο σημείο οι μεταλλικές μπάρες ήταν χτυπημένες από πρόσκρουση οχήματος. Έξωθεν του οδοστρώματος από την εξωτερική πλευρά των προστατευτικών μπαρών και σε απόσταση 1,70 μέτρων από αυτές, εντοπίστηκαν στο πρανές της οδού, πάνω στα χόρτα και σε υπάρχουσα πέτρα, κηλίδες αίματος. Τα υπάρχοντα χόρτα στο σημείο ήταν σπασμένα και “καθισμένα”. Λίγο παρακάτω, σε απόσταση 2,40 μέτρων από τις προαναφερόμενες κηλίδες, παρατηρήθηκαν επί του οδοστρώματος το οποίο στο συγκεκριμένο σημείο είναι χωμάτινο, διάσπαρτες κηλίδες καστανέρυθρου χρώματος και μικρές συγκεντρώσεις αίματος. Στο εν λόγω σημείο, έξωθεν του οδοστρώματος, από την εξωτερική πλευρά των προστατευτικών μπαρών και σε απόσταση τριών μέτρων από αυτές, βρέθηκε στο πρανές του δρόμου, ανάμεσα στα χόρτα, το τμήμα της ξύλινης ποιμενικής ράβδου των 39 εκ. Πιο πέρα από το σημείο, όπου εντοπίστηκαν οι κηλίδες αίματος, με κατεύθυνση νοτιοδυτικά προς την κεντρική πλατεία Αντισκαρίου, αριστερά της οδού, υπάρχει αγροτική οδός (χωματόδρομος), που κατευθύνεται βορειοανατολικά. Στην αρχή του προαναφερόμενου χωματόδρομου και στο δεξιό άκρο αυτού, υπήρχε σταθμευμένο- ακινητοποιημένο ένα ΙΧΦ αυτοκίνητο μάρκας MERCEDES, λευκού χρώματος. Αριστερά του χωματόδρομου υπήρχαν δύο μικρά παραπήγματα – αποθήκες, κατασκευασμένα από λαμαρίνες το πρώτο και πλίνθους το δεύτερο. Μετά τη συμβολή της επαρχιακής οδού με το χωματόδρομο, στο αριστερό άκρο της οδού, υπάρχει υποσταθμός της ΔΕΗ και δύο στύλοι με λαμπτήρα φωτισμού. Μετά από λίγα μέτρα από τον συγκεκριμένο υποσταθμό υπάρχει, στην ίδια πλευρά του οδοστρώματος ένας μεταλλικός κάδος σκουπιδιών. Στο συγκεκριμένο σημείο της οδού και στην αριστερή πλευρά αυτού εκτείνεται μικρός βραχώδης λόφος ύψους 10 μέτρων περίπου, ενώ στη δεξιά πλευρά του εκτείνεται κατωφερές πρανές ύψους 2 μέτρων. Συνεχίζοντας τη νοτιοδυτική πορεία επί της συγκεκριμένης οδού, σε απόσταση 23 μέτρων από τις αρχικώς ανευρεθείσες κηλίδες αίματος πάνω στην προστατευτική μπάρα, και στο αριστερό άκρο του οδοστρώματος βρίσκεται η πρόχειρη κατασκευή-στέγαστρο (που χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης), όπου εκεί βρέθηκε ακινητοποιημένο το αυτοκίνητο του Κ. Π. Στην απέναντι πλευρά του οδοστρώματος το πλάτος του οποίου στο συγκεκριμένο σημείο είναι 4,80 μ., βρέθηκε το κατεστραμμένο από καύση τμήμα υφάσματος ενώ στο ίδιο σημείο, έξωθεν του οδοστρώματος από την εξωτερική πλευρά των προστατευτικών μπαρών και σε απόσταση 1 μέτρου από αυτές στο πρανές του δρόμου, ανάμεσα στα χόρτα, βρέθηκε το χρώματος πορτοκαλί τμήμα υφάσματος. Επιπλέον, στην έξοδο του χωριού προς τα Πλατιά Περάματα, στο σημείο που η επαρχιακή οδός διασταυρώνεται από τη δεξιά πλευρά της με αγροτική οδό – χωματόδρομο, εντοπίστηκε (σε 20 μέτρα από την αφετηρία της εν λόγω διασταύρωσης) ακινητοποιημένο το με αρ. κυκλοφ. … ΙΧΦ αυτοκίνητο με το εμπρόσθιο μέρος του προς τα κάτω, αφού είχε προσκρούσει με αυτό σε υπάρχουσα περίφραξη αγροτεμαχίου, ενώ επιπλέον τόσο επί της αριστερής όσο και από της δεξιάς εμπρόσθιας πλευράς του υπήρχαν εμφανή σημάδια σύγκρουσης. Η συμμετοχή του πρώτου κατηγορουμένου προκύπτει από τα εξής: 1. Από την ομολογία του παρά τις συνεχείς αντιφάσεις μεταξύ ανάκρισης πρώτου και δεύτερου βαθμού. 2. Από την από 24-6-2014
έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης της Υπαστυνόμου Α’, Χ. Σ., Βιοχημικού του Τμήματος Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, σύμφωνα με την οποία, γενετικό υλικό του ανωτέρω εντοπίστηκε και στα τρία τμήματα ποιμενικής ράβδου, που κατασχέθηκαν. 3. Από τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων Γ. Π., Γ. Κ. και Ε. Μ.. 4. Από τις κηλίδες αίματος που βρέθηκαν μετά τη σύλληψη του σε τρία χαρτονομίσματα και σε αναπτήρα που είχε στις τσέπες του. Η συμμετοχή του δεύτερου κατηγορουμένου αποδεικνύεται 1. Από τη κατάθεση του Γ. Π. ο οποίος καταθέτει ότι “στην αρχή ο Π. χτυπούσε με τα χέρια – όταν με κυνήγησε κρατούσε και αυτός κατσούνα – όταν κατέβηκε από το αυτοκίνητο σκοπός του δεν ήταν να πάρει τον πρώτο και να φύγουν αλλά να τον βοηθήσει”. 2. Τη κατάθεση του Ε. Μ. “Έσπαγε ο Α. με μία βέργα, ενώ αν και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέθεσε ότι και ο Π. κρατούσε βέργα στο παρόν κατέθεσε ότι δεν είναι σίγουρος 3. Τη κατάθεση του Κ. ο οποίος κατέθεσε ότι κτυπούσαν τρία άτομα με κλωτσιές και με κομμάτι βέργας. 4. Από τη προσπάθεια του να διαφύγει κατά τα προλεχθέντα με τη κλοπή ξένου οχήματος και τους επικίνδυνους ελιγμούς που έκανε προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη του. Τέλος η συμμετοχή του τρίτου κατηγορουμένου Χ. Κ. προκύπτει: 1. Από τη κατάθεση του Γ. Π. ο οποίος βεβαιώνει την έλευση του στο σημείο του επεισοδίου. 2. Από τη κατάθεση του Μ. ο οποίος λέει ότι ειδοποίησε τηλεφωνικά τον τρίτο κατηγορούμενο να έλθει “να μαζέψει τον αδελφό του”, αλλά και από τη κατάσταση των εισερχομένων κλήσεων της COSMOTE από την οποία προκύπτει ότι το τηλεφώνημα του Μ. προς το κινητό τηλέφωνο του τρίτου κατηγορουμένου που έλαβε χώρα στις 18.03, ενώ η απόσταση της οικίας όπου διέμενε με την μνηστή του από το τόπο του συμβάντος είναι μικρότερη των 500 μέτρων και για την διανύσει χρειάστηκε λιγότερο από πέντε λεπτά.
Συνεπώς βρισκόταν στο τόπο του επεισοδίου περί ώρα 18.10. 3. Από τη κατάθεση του Κ. ο οποίος βεβαιώνει τη παρουσία του τρίτου κατηγορούμενου στο σημείο είναι απόλυτος στο ότι χτυπούσαν το θύμα τρία άτομα και ότι στο τέλος μπήκε στο αυτοκίνητο ως οδηγός και φύγανε (βλέπε κατάθεση του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου), αλλά και από την ενώπιον μας απολογία όπου προσπάθησε να δικαιολογήσει το γεγονός ότι κινήθηκε με το όχημα του προς το σημείο που βρισκόταν ο παθών. 4. Από τη διαφυγή του (επανειλημμένες (13) κλήσεις της μνηστής του από ώρα 18.19 έως 19.54) την απόκρυψη του στο … και την έκδοση εντάλματος συλλήψεως και σύλληψη του τελικά στις 25-3-2014 (2 ημέρες μετά). Αναφορικά με την ένορκη κατάθεση του Γ. Κ. θα πρέπει πάντως να σημειωθούν τα εξής: Ο ως άνω καταθέτει με βεβαιότητα ενώπιον του πρωτοβάθμιου αλλά και του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ότι είδε στο δρόμο τρία άτομα να χτυπούν τον Κ. Π., ότι τα τρία αυτά άτομα διέφυγαν από τον τόπο του συμβάντος, ότι αναγνωρίζει τους δύο πρώτους κατηγορούμενους ως δράστες, ότι το τρίτο άτομο, που δεν αναγνώρισε, ήταν αυτό που προσπάθησε να εμβολίσει τον θανόντα με το αυτοκίνητο καθώς και ότι είδε τον 3° κατηγορούμενο στο τέλος, να επιβιβάζεται στο αυτοκίνητο μαζί με τους συγκατηγορούμενους του, “αρνείται”, όμως, (προφανώς από φόβο) να κατονομάσει ως τον τρίτο δράστη της ανθρωποκτονίας, τον Χ. Κ. (3° κατηγορούμενο), καίτοι τα όσα καταθέτει οδηγούν λογικά και επαγωγικά στην κρίση ότι στο επεισόδιο συμμετείχε αναμφισβήτητα και αυτός, χτυπώντας μάλιστα βάναυσα τον Κ. Π.. Εξάλλου, δεν είναι λογικό, ενώ γνωρίζει όλα τα αδέρφια της οικογένειας Κ. και ενώ έχει ορατότητα και μπορεί να δει καθαρά ποια είναι τα εμπλεκόμενα στο επεισόδιο άτομα να διακρίνει τον 1° και 2° κατηγορούμενο και κατόπιν να έχει αμφιβολίες ως προς το τρίτο άτομο, διότι βεβαιώνει ρητά και κατηγορηματικά ότι υπήρχε και τρίτο άτομο που συμμετείχε στο αιματηρό επεισόδιο. Όπως προκύπτει από την κατάθεση του, αυτός είδε το επεισόδιο σχεδόν λεπτό προς λεπτό, δηλαδή είδε τα πάντα, εκτός από το πρόσωπο του 3ου κατηγορουμένου, που μάλιστα είναι βέβαιος ότι αυτό το άτομο προσπαθούσε να εμβολίσει τον παθόντα με το αυτοκίνητο. Από την άλλη τοποθετεί τον 3° κατηγορούμενο μόνο στην σκηνή κατά την οποία επιβιβάζεται μαζί με τους άλλους δύο κατηγορούμενους στο αυτοκίνητο τους και να διαφεύγουν, χωρίς να ομιλεί για την παρουσία οποιουδήποτε άλλου προσώπου κατά την εξέλιξη του επεισοδίου, γεγονός που άγει απρόσκοπτα στην λογική κρίση ότι ο 3ος δράστης ήταν ο εδώ 3ος κατηγορούμενος. Ο άνω μάρτυρας καταθέτει επίσης, ότι είδε, στη συνέχεια, τον Ι. Κ., αδερφό του 1ου και 3ου των κατηγορουμένων, που προσέτρεξε στο σημείο του εγκλήματος, αφού είχαν φύγει οι δράστες και προσπάθησε να επαναφέρει τον πεσμένο στο έδαφος Κ. Π., κάνοντας του τεχνητή αναπνοή, και ότι βλέποντας πως δεν επανέρχεται τον άφησε ως είχε και έφυγε, χωρίς να συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στο θανάσιμο ξυλοδαρμό. Είναι δε φανερό ότι, εάν η συμμετοχή του 3ου κατηγορούμενου ήταν άλλη από αυτή που περιγράφηκε ανωτέρω (αν είχε δηλαδή προσπαθήσει να βοηθήσει τον Κ. Π. όπως ο αδερφός του Ι. και όχι να τον χτυπάει με ποιμενική ράβδο), ο ως άνω μάρτυρας σίγουρα θα το κατέθετε. Περαιτέρω, οι κατηγορούμενοι προσπάθησαν να παρουσιάσουν ο καθένας από την πλευρά του μία διαφορετική εκδοχή του επεισοδίου, ερχόμενοι σε αντίθεση με την υπερασπιστική γραμμή, που ακολούθησαν ενώπιον της Ανακρίτριας. Ενώ, δηλαδή, στις ανακριτικές τους απολογίες εμφανίζεται να παίρνει όλη την ευθύνη για το θάνατο του Κ. Π. ο 1ος κατηγορούμενος, κατά τις απολογίες τους στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου προσπάθησαν, ο 1ος και 2ος των κατηγορουμένων να ρίξουν ο ένας την ευθύνη στον άλλο, πέφτοντας όμως σε αντιφάσεις και λογικά κενά, ενώ ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ο πρώτος κατηγορούμενος προσπάθησε να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ευθύνη. Περαιτέρω, ως προς τις ποιμενικές ράβδους που χρησιμοποιήθηκαν πρέπει να γίνει δεκτό ότι ήταν τουλάχιστον δύο, καθόσον βρέθηκαν εντυπώματα από το κυρτό μέρος τουλάχιστον δύο ράβδων στο σώμα του θανόντος και εντυπώματα από τουλάχιστον τέσσερα επιμήκη όργανα( βλ. ιατροδικαστική έκθεση). Βρέθηκαν επίσης τρία τμήματα ράβδου στο τόπο του συμβάντος πιθανότατα προερχόμενα από την ίδια ράβδο (21, 39, και 71 εκατοστών=1,31 μ.). Τέλος βρέθηκε μία ράβδος με αποξέσεις στο θερμοκήπιο του Ι. Κ., την οποία ο πρώτος κατηγορούμενος προανακριτικά αναγνώρισε ως την κατσούνα που χρησιμοποίησε αυτός στο επεισόδιο (βλ. την από 24-3-2014 προανακριτική απολογία του). Συγκεκριμένα του επεδείχθησαν δύο κατσούνες που βρέθηκαν η μεγαλύτερη στο θερμοκήπιο του αδελφού του Ι. και η άλλη στη μάντρα που χρησιμοποιούσε μαζί με τον αδελφό του Γ., και σε ερώτηση αν τις αναγνωρίζει απάντησε ότι τις αναγνωρίζει και τις δύο. Η μεγαλύτερη είπε ότι είναι δική του και αυτή που χρησιμοποίησε στο περιστατικό.
Συνεπώς η ιατροδικαστική έκθεση συμφωνεί στο σημείο αυτό με τα υπάρχοντα στοιχεία-ευρήματα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι από τα πολλαπλό χτυπήματα των κατηγορουμένων ο Κ. Π. υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις συνεπεία πλήξεων της οπίσθιας επιφάνειας της κεφαλής με θλώντα όργανα (ποιμενικές ράβδους), εκ των οποίων και μόνο επήλθε ο θάνατος του. Όπως λεπτομερειακά αναλύεται στην με αρ. πρωτ. 132/28-4-2014 ιατροδικαστική έκθεση της ιατροδικαστή, Επιμελήτριας Β’ του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης Α. Κ., κατά τη νεκροψία διαπιστώθηκαν τα εξής: 1) Κατά την εξέταση του προσώπου του θανόντος Κ. Π., πολλαπλές κακώσεις από θλώντα όργανα γενόμενες, εκχύμωση της αριστεράς οφθαλμικής χώρας με σύστοιχη αιμορραγική διήθηση του οφθαλμικού επιπεφυκότα του αριστερού οφθαλμού, στη ραχιαία επιφάνεια της ρινός δύο περίπου παράλληλα φερόμενες εκδορές σε αιμορραγική βάση μήκους 1,6 εκ. και 0,5 εκ. με μεσοδιάστημα 0,9 εκ, οι οποίες αντιστοιχούν σε εντύπωμα από επιμήκες θλων όργανο, όπως η ποιμενική ράβδος (πλήξη I), στη μεσόφρυο χώρα εκδορά σε εκχυμωτική βάση μήκους 0,5 εκ. και άλλη εκδορά σε εκχυμωτική βάση μήκους 1,4 εκ., παραρινικά αριστερό δύο-γραμμοειδείς εκδορές σε εκχυμωτική βάση σχεδόν παράλληλα φερόμενες μεταξύ τους, μήκους 1,6 εκ. και 1,2 εκ αντίστοιχα, οι οποίες αντιστοιχούν επίσης σε επιμήκες θλων όργανο (πλήξη II), στην αριστερή ζυγωματική χώρα πολλαπλές εκδορές σε εκχυμωτική βάση, οι οποίες αντιστοιχούν σε 3 πλήξεις από επιμήκη θλώντα όργανα (πλήξεις IV), ενώ κάτωθεν αυτών (διακρίνεται) άλλο εντύπωμα επιμήκους θλώντος οργάνου, υπό τη μορφή εκδοράς σε εκχυμωτική βάση διαστάσεων 1,1 Χ 1,5 εκ. (πλήξη V), στην αριστερή μετωπιαία χώρα και άνωθεν του αριστερού φρυδιού εντύπωμα από επιμήκες θλων όργανο υπό τη μορφή εκδοράς σε εκχυμωτική βάση μήκους 1,3 εκ. και άλλης παράλληλα φερόμενης με αυτή, μήκους 0,8 εκ, ενώ το μεσοδιάστημα τους μετρήθηκε στο 1,6 εκ. (πλήξη VI), στη μεσότητα της μετωπιαίας χώρας και προς τα αριστερά εντύπωμα από επιμήκες θλων όργανο, υπό τη μορφή δύο εκδορών, παράλληλα φερόμενες μεταξύ τους μήκους 0,3 εκ. και 0,9 εκ. αντίστοιχα, ενώ το μεσοδιάστημα τους μετριέται στο 1 εκ. (πλήξη VII), στην μεσότητα της μετωπιαίας χώρας και προς τα δεξιά, άλλο εντύπωμα από επιμήκες θλων όργανο, υπό τη μορφή δύο εκδορών, παράλληλα φερόμενες μεταξύ τους μήκους 1,7 εκ. και 0,6 εκ. αντίστοιχα, ενώ το μεσοδιάστημα τους μετριέται στο 1 εκ. (πλήξη VIII), στη δεξιά μετωπιαία χώρα, άνωθεν του δεξιού φρυδιού εκδορά μήκους 0,3 εκ. και άλλη μήκους 0,6 εκ. σε εκχυμωτική βάση, στην περιοχή της δεξιάς ζυγωματικής χώρας εκδορά σε εκχυμωτική βάση διαστάσεων 2,1 εκ. Χ 1 εκ., στην περιοχή της δεξιάς παρειάς δύο άλλες εκδορές σε εκχυμωτική βάση μήκους 1,2 εκ. και 3,1 εκ. αντίστοιχα, στη βάση του δεξιού ρώθωνα εκδορά μήκους 0,5 εκ., στην περιοχή του πώγωνος και προς τα αριστερά εκδορά μήκους 0,7 εκ., ενώ στη μεσότητα περίπου αυτού εκχύμωση 3,1 Χ 0,9 εκ., στην αριστερή κυρίως πλευρά του προσώπου πολλαπλές μικροεκδορές διαστάσεων κάτω του 0,2 εκ., οι οποίες θα μπορούσαν να αντιστοιχούν σε πλήξεις από σπασμένα τζάμια αυτοκινήτου. Η στοματική κοιλότητα και οι βλεννογόνοι των χειλέων του στόματος βρέθηκαν χωρίς πρόσφατες κακώσεις ωστόσο, ψηλαφήθηκαν κατάγματα των ζυγωματικών και ρινικών οστών. Επίσης, διαπιστώθηκε: μετωποβρεγματικά δεξιά διάσχιση μήκους 2,6 εκ. με ανώμαλα χείλη, αιμορραγικά διηθημένα, επιχείλειες εκδορές και διατήρηση γεφυρών ιστών ανάμεσα στα χείλη, όπως από επιμήκες θλων όργανο γενόμενη (πλήξη IX), βρεγματικό δεξιά εκδορά με αιμορραγική βάση, διαστάσεων 2,3 Χ 1 εκ., βρεγματικά κεντρικό διάσχιση μήκους 2,3 εκ. με ανώμαλα χείλη αιμορραγικά διηθημένα, επιχείλειες εκδορές εκατέρωθεν και διατήρηση γεφυρών ιστών ανάμεσα στα χείλη, όπως από επιμήκες θλων όργανο γενόμενη (πλήξη Χ), ινιακά κεντρικά γωνιώδη εντυπώματα (σχεδόν ορθές γωνίες) θλώντος οργάνου, υπό τη μορφή παράλληλων μεταξύ τους εκδορών σχήματος Γ (το μήκος των σκελών του αριστερού φερόμενου Γ είναι 1, 4 εκ. και 0,8 εκ., του δεξιά και εξωτερικά του πρώτου φερόμενου είναι 0,6 εκ.’ και 1,9 εκ. ενώ το μεσοδιάστημα ανάμεσα στις δύο εκδορές μετριέται στα 0,6 εκ.) και κάτωθεν αυτών, σε απόσταση 1,9 εκ., ημισελινοειδής εκδορά μήκους 0,7 εκ.(πλήξη XI). Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση η συνολική εικόνα των τελευταίων περιγραφέντων κακώσεων ινιακά θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε θλων όργανο, το οποίο μοιάζει σε σχήμα με τακούνι υποδήματος και φαίνεται να έγινε μετά από καθήλωση του θύματος. Συνεχίζοντας η ιατροδικαστική έκθεση αναφέρει ότι, βρεγματικά και ινιακά παρατηρούνται πολλαπλές μικροεκδορές και μικροεκχυμώσεις, όπως από πολλαπλές πλήξεις, χωρίς όμως σαφή εντυπώματα, όπως και στην πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια αμφοτέρων των ωτών. 2) Κατά την εξέταση των άνω άκρων του θανόντος διαπιστώθηκαν: στην πρόσθια επιφάνεια του αριστερού βραχίονα και κατά τη μεσότητα περίπου αυτού εκχύμωση διαστάσεων 1,2 εκ. Χ 0,7 εκ., η οποία αντιστοιχεί σε πλήξη με επιμήκες θλων όργανο, στη ραχιαία επιφάνεια του δεξιού βραχίονα εκδορά μήκους 2,6 εκ. εντοπισμένη στο άνω τριτημόριο αυτού καθώς και μία εκχύμωση διαστάσεων 5 Χ 4 εκ. στην έξω επιφάνεια ενώ στη ραχιαία επιφάνεια του δεξιού βραχίονα (παρατηρείται) επιμήκης εκχύμωση διαστάσεων 14 Χ 2 εκ, η οποία φέρεται λοξά από άνω προς τα κάτω και από πίσω προς τα εμπρός, στην οπίσθια επιφάνεια του αριστερού βραχίονα κατά τη μεσότητα περίπου αυτού εκδορά μήκους 2 εκ. ενώ στο κάτω τριτημόριο αυτού μώλωπας διαστάσεων 6,2 Χ 2 εκ., ο οποίος αντιστοιχεί σε πλήξη με επιμήκες θλων όργανο, στη ραχιαία επιφάνεια του αριστερού αγκώνα και στο άνω τριτημόριο αυτού της οπίσθιας επιφάνειας του αριστερού αντιβραχίου μικροεκδορές μήκους περί τα 0,6 εκ. έως 1 εκ. έκαστη, στη ραχιαία επιφάνεια του δεξιού αντιβραχίου δύο εκδορές μήκους 0,4 εκ. και 0,5 εκ. αντίστοιχα, στη ραχιαία επιφάνεια της αριστερής άκρας χειρός δύο μικροεκδορές μήκους η πρώτη περί τα 0,3 εκ. και η δεύτερη περί τα 0,5 εκ. ενώ στη ραχιαία επιφάνεια του αριστερού μέσου δακτύλου μικροεκδορά μήκους 0,4 εκ., στη ραχιαία επιφάνεια της δεξιάς άκρας χειρός άλλη εκδορά μήκους 1,2 εκ. ενώ στη ραχιαία επιφάνεια του δείκτη της δεξιάς άκρας χειρός άλλη εκδορά μήκους 0,3 εκ., στην πρόσθια επιφάνεια του δείκτη της δεξιάς άκρας χειρός δύο εκδορές μήκους 0,6 εκ και 0,4 εκ. αντίστοιχα, το νύχι του μεγάλου δακτύλου της δεξιάς άκρας χειρός έχει υποστεί ρήξη με κάκωση- διάσχιση των υποκείμενων μαλακών μορίων και στην πρόσθια επιφάνεια του δεξιού καρπού εκδορά μήκους 0,7 εκ. Οι κακώσεις στα άνω άκρα έχουν εντόπιση και χαρακτήρες τέτοιους, ώστε να θεωρούνται τραύματα άμυνας. 3) Κατά την εξέταση της οπίσθιας επιφάνειας των θωρακικών τοιχωμάτων παρατηρήθηκε η ύπαρξη πολλαπλών κακώσεων, όλων γενομένων λόγω πλήξεων από θλώντα όργανα, επιμήκους κυρίως σχήματος, τα οποία άφησαν σαφή εντυπώματα και ειδικότερα: α) στο άνω τριτημόριο του δεξιού ημιθωρακίου εντύπωμα (Α) από θλων όργανο επιμήκους σχήματος (ράβδος) αποτελούμενο από δύο παράλληλες επιμήκεις εκδορές 6 εκ. και 4 εκ. με μεσοδιαστήματα 1,8 εκ., φέρεται δε από δεξιά προς τα αριστερά, σχεδόν παράλληλα με τον άξονα, κάθετα του κορμού, β) στο μέσο τριτημόριο του δεξιού ημιθωρακίου 3 εντυπώματα (Β, Γ, Δ), όπως από θλων όργανο επιμήκους σχήματος (ράβδος) αποτελούμενο έκαστο από δύο παράλληλες επιμήκεις εκδορές (του πρώτου 6 εκ. και 5 εκ., του δεύτερου 8 εκ. και 3 εκ. και του τρίτου 6 εκ. και 5 εκ.) με μεσοδιαστήματα 0,6 εκ. περίπου έκαστο, φέρονται δε όλα από δεξιά προς τα αριστερά και από πάνω προς τα κάτω, είναι σχεδόν παράλληλα μεταξύ τους και αντιστοιχούν σε επιμήκες θλων όργανο διαφορετικό από το προηγούμενο, γ) δεξιότερα των ανωτέρω εντυπωμάτων και προς το πλάγιο τοίχωμα του δεξιού ημιθωρακίου εντύπωμα (Ε), όπως από θλων όργανο, επιμήκους σχήματος αποτελούμενο από δύο παράλληλες επιμήκεις εκδορές (3,1 εκ. και 1, 2 εκ.) με μεσοδιάστημα 1 εκ., φέρεται δε από δεξιά προς τα αριστερά και αντιστοιχεί σε επιμήκες θλων όργανο διαφορετικό από τα προηγούμενα, δ)παρασπονδυλικά αριστερά, στο άνω τριτημόριο του αριστερού ημιθωρακίου, εντύπωμα (ΣΤ), όπως από θλων όργανο επιμήκους σχήματος αποτελούμενο από δύο παράλληλες επιμήκεις εκδορές (μήκους 1,3 εκ. και 4 εκ.) αντίστοιχα με μεσοδιάστημα 1 εκ., φέρεται δε από αριστερά προς τα δεξιά και από άνω προς τα κάτω, ε) παράλληλα σχεδόν με το ανωτέρω στην έξω επιφάνεια του άνω τριτημορίου του ανωτέρω ημιθωρακίου άλλο εντύπωμα (Ζ), όπως από θλων όργανο επιμήκους σχήματος αποτελούμενο παράλληλα από δύο επιμήκεις εκδορές μήκους 3 εκ. και 4 εκ. αντίστοιχα με μεσοδιάστημα 0,9-1 εκ. το οποίο λόγω χαρακτηριστικών και εντοπισμού μοιάζει να έχει γίνει από το ίδιο επιμήκες θλων όργανο με το προηγούμενο, στ) στη μεσότητα του αριστερού ημιθωρακίου άλλο εντύπωμα (Η), το οποίο έχει επίμηκες σχήμα στην αρχή και καταλήγει να είναι ημισεληνοειδές. Οι δύο παράλληλες εκδορές είναι 19 εκ. η εξωτερική και 17 εκ. η εσωτερική, ενώ το μεσοδιάστημα μετριέται σε 1,1 εκ. ενώ στο ημισεληνοειδές τμήμα φτάνει έως τα 2 εκ., φέρεται δε από δεξιά προς τα αριστερά και από κάτω προς τα πάνω και μοιάζει να αντιστοιχεί σε κυρτό μέρος ποιμενικής ράβδου, ενώ ο δράστης είχε θέση από αριστερά της οπίσθιας επιφάνειας του θύματος, ζ) στη βάση του αριστερού ημιθωρακίου και στην αριστερή νεφρική χώρα άλλο εντύπωμα (Θ), το οποίο είχε επιμήκες σχήμα στην αρχή και επίσης καταλήγει να είναι ημισεληνοειδές. Οι δύο παράλληλες εκδορές μετριούνται 14 εκ. η εξωτερική και 11 εκ. η εσωτερική ενώ το μεσοδιάστημα μετριέται σε 1 εκ. και στο ημισεληνοειδές τμήμα φτάνει έως και 1,8 εκ., φέρεται δε από αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω και μοιάζει να αντιστοιχεί σε κυρτό μέρος ποιμενικής ή άλλης παρόμοιας ράβδου, διαφορετικής από την προηγούμενη, που προκάλεσε το εντύπωμα Η, ενώ εδώ ο δράστης είχε θέση από αριστερά της οπίσθιας επιφάνειας του θύματος η)στη βάση του αριστερού ημιθωρακίου και στην αριστερά νεφρική χώρα και πάνω στο προηγούμενο εντύπωμα (Θ), με φορά από κάτω προς τα πάνω και από αριστερά προς τα δεξιά, άλλο εντύπωμα, όπως από θλων όργανο επιμήκους σχήματος αποτελούμενο από δύο παράλληλες επιμήκεις εκδορές (13 εκ. και 12 εκ.) με μεσοδιάστημα 1 εκ. (εντύπωμα I), το οποίο θα μπορούσε να έχει γίνει από το όργανο που άφησε το εντύπωμα της περ. Θ ή της περ. Η. Συμπερασματικά, στην οπίσθια επιφάνεια του κορμού και κυρίως των οπίσθιων θωρακικών τοιχωμάτων και των νεφρικών χωρών εντοπίστηκαν πλήξεις από διαφορετικά επιμήκους σχήματος θλώντα όργανα, ενώ αναγνωρίστηκαν τα εντυπώματα από το κυρτό τμήμα δύο διαφορετικών ποιμενικών ράβδων. Ακόμη, συνολικά, βάσει των χαρακτηριστικών τους τα εντυπώματα προέρχονται από 4 τουλάχιστον διαφορετικά επιμήκη όργανα. Τα εντυπώματα αυτά συνοδεύονται εσωτερικά από αντίστοιχες αιμορραγικές διηθήσεις των μαλακών μορίων των θωρακικών τοιχωμάτων και των νεφρικών χωρών, όχι όμως από κακώσεις των πλευρών ή των εσωτερικών θωρακικών οργάνων, κανένα δε από τα κτυπήματα αυτά δεν ήταν θανατηφόρο. Υπό την εκδοχή των πλήξεων του θύματος μετά την καθήλωσή του σε γονυπετή θέση, οι δράστες θα βρίσκονταν τόσο δεξιά όσο και αριστερά του θύματος. Επίσης σύμφωνα με τα ευρήματα της νεκροτομής που διενεργήθηκε στο θανόντα, διαπιστώθηκαν στο μέρος της κεφαλής τα εξής: υπεραιμία και πολλαπλές κακώσεις, οι περιτονίες και τα μαλακά μόρια του τριχωτού της κεφαλής παρουσίαζαν εντονότερη αιμορραγική διήθηση βρεγματικά και ινιακά κεντρικά (που είναι και τα σημεία των θανατηφόρων πλήξεων), κάταγμα – εξάρθρημα του ινιακού οστού με τον άτλαντα (1° αυχενικό σπόνδυλο) με σύστοιχη αιμορραγική διήθηση των γύρων μαλακών μορίων καθώς και σύστοιχη Υ κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου. Το εξάρθρημα εντοπίστηκε κατά το οπίσθιο κυρίως τόξο του ινιακού οστού, το οποίο δύναται να μεταφραστεί με απότομη και με μεγάλη δύναμη κάμψη της κεφαλής προς τα εμπρός, δηλαδή με πλήξη ή πλήξεις βρεγματοϊνιακά. Τα λοιπά οστά του θόλου και της βάσης του κρανίου είναι ακέραια, πλην μικρού ρωγμώδους κατάγματος στο δεξιό μέσο εγκεφαλικό βόθρο, μικρού βαθμού υπαραχνοειδή αιμορραγία και μικροθλάσεις του εγκεφαλικού παρεγχύματος (φλοιώδεις και διάμεσες καθώς και των πυρήνων του εγκεφάλου). Σύμφωνα δε με τα μακροσκοπικά ευρήματα της ιατροδικαστικής, “οι ανωτέρω περιγραφείσες κακώσεις (ήτοι βρεγματικά και ινιακά κεντρικά, το κάταγμα -εξάρθρημα του ινιακού οστού και η κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου, υπ’ αρ. 1, 2, 3 και 4 ευρήματα της μακροσκοπικής εξέτασης) επί του τριχωτού της οπίσθιας επιφάνειας της κεφαλής σε συνδυασμό με τους χαρακτήρες του κατάγματος-εξαρθρήματος του ινιακού οστού με τον 1° αυχενικό σπόνδυλο της κεφαλής (άτλαντα) – εξάρθρημα κατά το οπίσθιο κυρίως τόξο του ινιακού οστού- και τις σύστοιχες βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις επί του στελέχους του εγκεφάλου θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως κακώσεις από θανατηφόρα ή θανατηφόρες πλήξεις γενόμενες. Είναι σαφές ότι μετά την κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου το θύμα δεν ήταν δυνατόν να αντιδράσει πλέον και κατέληξε (άρα η κάκωση αυτή έγινε κατά το τελικό στάδιο του ξυλοδαρμού)”. Από τα ευρήματα, λοιπόν, της ιατροδικαστικής έκθεσης σε συνδυασμό με την αρίθμηση σε αυτή των πλήξεων με ποιμενικές ράβδους, που δέχθηκε το θύμα (περισσότερες από 20), συνάγεται ότι για την καθήλωση και τον τραυματισμό του Κ. Π. χρησιμοποιήθηκαν τουλάχιστον δύο διαφορετικές ποιμενικές ράβδοι και τμήματα αυτών, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο Κ. Π. κτυπήθηκε από όλους τους κατηγορούμενους. Εξάλλου, μαζί με τα ευρήματα της έκθεσης αυτοψίας συνάδουν απόλυτα με το ιστορικό του εγκλήματος όπως αναλύθηκε ανωτέρω και εκτυλίχθηκε χρονικά, ήτοι θραύση των υαλοπινάκων του αυτοκινήτου του Κ. Π., ξυλοδαρμός του με ξύλινες ποιμενικές ράβδους, προσπάθεια, ενώ ήταν πεσμένος στο οδόστρωμα, εμβολισμού του με αυτοκίνητο, διαφυγή αυτού με την υπερπήδηση των προστατευτικών μπαρών και πρόσκρουση του αυτοκινήτου των αδελφών Κ. στις μπάρες, καταδίωξη του πίσω από τις μπάρες και νέος ξυλοδαρμός του, απόπειρα καταστροφής του αυτοκινήτου του, διαφυγή των κατηγορουμένων, πρόσκρουση του 2ου κατηγορούμενου με το αυτοκίνητο, που αφαίρεσε, σε άλλο αυτοκίνητο και τέλος πρόσκρουση αυτού σε συρμάτινη περίφραξη. Από τα παραπάνω λοιπόν αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας η κοινή δράση όλων των κατηγορουμένων ως προς την επέλευση του θανάτου του Κ. Π.. Αυτοί δε τέλεσαν την πράξη τους ευρισκόμενοι σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και με άμεσο δόλο, δεδομένου ότι δεν προέκυψε ότι προκλήθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο από το θύμα τους. Η ύπαρξη του δόλου στο πρόσωπο των κατηγορουμένων προκύπτει από το μεγάλο αριθμό των πλήξεων με ποιμενικές ράβδους, τη σφοδρότητα των χτυπημάτων, το σημείο του σώματος το οποίο πρωταρχικά και κυρίως έπληξαν (δηλαδή το κεφάλι),εν γνώσει τους ότι το θύμα είναι κάποιας ηλικίας κατά την οποία είναι συνηθισμένο φαινόμενο οι καρδιακές παθήσεις, τη ποικιλότητα των μέσων που χρησιμοποίησαν (ποιμενικές ράβδοι, ξύλα, υποδήματα, αυτοκίνητο), τη επανάληψη των χτυπημάτων, τη προσπάθεια καθήλωσης και ακινητοποίησης του θύματος, τη διακοπή της κακοποιητικής συμπεριφοράς μόνο όταν το θύμα έπεσε κάτω αναίσθητος-νεκρός, τη προσπάθεια εμβολισμού του θύματος με το αυτοκίνητο, όταν αντιλήφθηκαν ότι δεν μπορούσαν να πετύχουν το σκοπό τους εύκολα με τις ποιμενικές ράβδους, τη διάρκεια της επίθεσης επί ένα τέταρτο και πλέον από ώρας 18 έως 18.15 (χρόνος θανάτου), τη διαφυγή όλων των κατηγορουμένων χωρίς να ενδιαφερθούν για τη παροχή πρώτων βοηθειών ή για τη περίθαλψη και μεταφορά του θύματος σε νοσοκομείο ενώ το μοναδικό τους μέλημα ήταν να μη συλληφθούν. Το στοιχείο αυτό ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι εγκατέλειψαν το θύμα τους αβοήθητο να ξεψυχήσει στην άσφαλτο, ότι εξαφανίσθηκαν, η σχεδόν παραληρηματική κατάσταση, στην οποία βρέθηκε ο 2ος κατηγορούμενος, ο οποίος αδιαφόρησε και για τα έννομα αγαθά άλλων ανθρώπων. Επομένως για όλους του κατηγορούμενους αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι αντικειμενικοί και υποκειμενικοί όροι του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση από κοινού με δόλο από δράστες που βρίσκονταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξης των κατηγορουμένων και του αποτελέσματος – του θανάτου του Κ. Π.. Επίσης πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός του περί μετατροπής της κατηγορίας σε θανατηφόρο σωματική βλάβη, αφού ο θάνατος του θύματος ως αποτέλεσμα αποδείχθηκε ότι δεν οφειλόταν σε αμέλεια των κατηγορουμένων αλλά ήταν στην πρόθεσή τους Κατ’ ακολουθίαν πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι της πράξης της ανθρωποκτονίας με πρόθεση από κοινού τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση”. Επιπλέον, δε, οι κατηγορούμενοι επιστρατεύοντας πλειάδα ιατροδικαστών επιχείρησαν να πείσουν το δικαστήριο ότι ο θάνατος του Κ. Π. δεν οφειλόταν στα χτυπήματα, που δέχτηκε, αλλά σε παθολογικό αίτια και δη σε στεφανιαία νόσο. Αναφορικά με την γνωμάτευση και τη ενώπιον του πρωτοβάθμιου αλλά και του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ένορκη κατάθεση της ιατροδικαστή Ε. Σ., η οποία είχε διοριστεί από τους κατηγορούμενους τεχνική σύμβουλος θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η γνωμάτευση της ιατροδικαστή Α. Κ., που διενεργήθηκε λίγες ώρες μετά το θάνατο του Κ. Π., επί του πτώματος με ψηλάφηση αυτού στα διάφορα μέρη του – η οποία ιατροδικαστική έκθεση, σημειωτέον, είναι εξόχως εξαντλητική ως προς τα ευρήματα-διέπεται από μεγαλύτερο βαθμό εγκυρότητας από την γνωμάτευση της άνω μάρτυρα, Ε. Σ., η οποία στηρίχτηκε, όπως και η ίδια παραδέχτηκε, μόνο στο φωτογραφικό υλικό της νεκροψίας-νεκροτομής και στις ιστολογικές εξετάσεις των “πλακιδίων” με δείγματα από ιστούς του σώματος του θανόντος. Να σημειωθεί ότι η ιατροδικαστική έκθεση της Ε. Σ., όπως και η ιστολογική έκθεση του κ. Α. αποτελούν ιδιωτικές γνωμοδοτήσεις τεχνικών συμβούλων και όχι πραγματογνωμοσύνη κατά την έννοια των άρθρων 183 επ. ΚΠΔ. Η ιατροδικαστική έκθεση της ιατροδικαστή Α. Κ., που αμφισβητήθηκε, διαπίστωσε κάταγμα-εξάρθημα του ινιακού οστού με τον άτλαντα συνεπεία απότομης και μεγάλης κάμψης της κεφαλής προς τα εμπρός κατόπιν πλήξεων βρεγματοινιακά και κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου. Οι εξετασθέντες ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ιατροδικαστές οι οποίοι όλοι κλήθηκαν, είτε κατόπιν αιτήματος των κατηγορουμένων, είτε ως μάρτυρες υπεράσπισης ισχυρίζονται ότι δήθεν υπάρχουν αντιφάσεις καθόσον η εικόνα οξέους πνευμονικού οιδήματος δεν συνάδει με το θάνατο λόγω κάκωσης του στελέχους του εγκεφάλου, η οποία (κάκωση) επιφέρει ακαριαίο θάνατο, αλλά με υπερτροφική καρδιά – στένωση των στεφανιαίων αρτηριών. Όμως το πνευμονικό οίδημα δεν συνάδει μόνο με καρδιολογικό θάνατο, αλλά δύναται να είναι και νευρογενές και να προκληθεί από σφοδρότατες πλήξεις – κακώσεις που υπέστη το θύμα και επηρεάζουν την λειτουργία του αναπνευστικού. Εξάλλου οι μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων, ιατροδικαστές κατέθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου, ότι προκειμένου να διαπιστωθεί το κάταγμα του ινιακού οστού και η κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου πρέπει ο ιατροδικαστής που διενήργησε τη νεκροψία – νεκροτομή να προβεί σε οπίσθια προσπέλαση, ενέργεια στην οποία δεν προέβη η ιατροδικαστής Κ., βάλλοντας με τον τρόπο αυτό κατά της αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων της ιατροδικαστικής της έκθεσης. Όμως η τελευταία στη κατάθεση της ενώπιον του δικαστηρίου κατέθεσε αυθορμήτως πριν καν ερωτηθεί ότι έγινε οπισθία προσπέλαση, ότι η ιατροδικαστική έκθεση γράφτηκε υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Μ., ενώ οι ιατροδικαστές δεν είναι απαραίτητο να αναφέρουν στην ιατροδικαστική έκθεση την τεχνική την οποία ακολούθησαν. Όμως σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι ο θάνατος επήλθε τελικώς λόγω προϋπάρχουσας στεφανιαίας νόσου, το κρίσιμο ζήτημα είναι εάν το αποτέλεσμα του θανάτου με όποιον τρόπο και αν επήλθε, καλυπτόταν από το δόλο των κατηγορουμένων, καθώς είναι βέβαιον ότι αν ο παθών δεν είχε δεχτεί τις σφοδρότατες πλήξεις – κακώσεις από τους κατηγορουμένους δεν θα πέθαινε τη συγκεκριμένη στιγμή, αφού οι κακώσεις αυτές πυροδότησαν τη στεφανιαία νόσο δηλαδή προκάλεσαν αρρυθμία και καρδιακή κάμψη με αποτέλεσμα να επέλθει τελικώς ο θάνατος. Για το ζήτημα αυτό η ιατροδικαστής Ν. κατέθεσε μεταξύ άλλων επί λέξει τα εξής: Αν δεν έχομε ακαριαίο κτύπημα, το να είναι κάποιος σε στρες, αυτό το στρες μπορεί να προκαλέσει αρρυθμία και καρδιολογικό θάνατο. Σε καρδιολογικό θάνατο έχει προηγηθεί πνευμονικό οίδημα που δημιουργείται είτε λόγω υπέρτασης είτε λόγω στένωσης, με αποτέλεσμα οι πνεύμονες να γεμίζουν νερό. Χρειάζονται κάποια λεπτά για να γίνει το πνευμονικό οίδημα. …. Υπάρχουν δύο ειδών πνευμονικά οιδήματα, το νευρογενές και το εγκεφαλικό… Αυτός που κάνει τη νεκροτομή έχει καλύτερη εικόνα. Υπάρχει και νευρογενές πνευμονικό οίδημα, το οποίο μπορεί να προέλθει από εγκεφαλική αιμορραγία π.χ. Πρέπει να συντρέχουν συγκεκριμένοι λόγοι ούτως ώστε οι κακώσεις να προκαλέσουν πνευμονικό οίδημα, οι οποίοι όμως δεν συντρέχουν εδώ…. Αν αυτά που αναφέρει επιβεβαιώνονται από φωτογραφίες και πλακάκια δεν αμφισβητώ την έκθεση. Η διαφορά μιας εκτίμησης με το μάτι απ’ αυτήν με το μικροσκόπιο, μπορεί να είναι μεγάλη. Πιθανολογώ ότι ο θανών μπορεί να έπασχε από καρδιοπάθεια και να μην το ήξερε….. Διαβάζοντας την έκθεση της Κ. μέχρι το συμπέρασμα, θ’ ανέφερα ως αιτία θανάτου την θλάση στελέχους, από τις φωτογραφίες όμως διαπίστωσα ότι το στέλεχος είναι ακέραιο, οπότε ως αιτία θανάτου θα έγραφα, καρδιολογική πάθηση, στην οποία όμως συνέβαλαν οι κακώσεις. Δηλαδή στρεσαρίστηκε και ενεργοποιήθηκε η νόσος. Στη συνέχεια ο Α. Π., ιατροδικαστής σχετικά με το ζήτημα αυτό κατέθεσε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: ….Η κάκωση εγκεφαλικού στελέχους συνήθως συνεπάγεται άμεσο θάνατο. Αν κάποιος έχει καρδιολογικό πρόβλημα μπορεί να δημιουργηθεί πνευμονικό οίδημα. Το πνευμονικό οίδημα χρειάζεται κάποιο διάστημα για να δημιουργηθεί, συνήθως πάνω από δέκα λεπτό. Θα πρέπει να υπάρχει παθολογικό υπόβαθρο για να δημιουργηθεί πνευμονικό οίδημα. Το στρες μπορεί να δημιουργήσει ταχυπαλμία αν δεν υπάρχει παθολογικό υπόβαθρο… Αιτία θανάτου δεν μπορώ να πω γιατί δεν έχω ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη υπόθεση… Μ’ αυτά τα ευρήματα θα έλεγα ότι ναι μεν δεν υπάρχουν κακώσεις, αλλά προκλήθηκαν καρδιολογικά προβλήματα που οδήγησαν στο θάνατο, εξαιτίας της στρεσογόνας κατάστασης που πέρασε. Εγώ θα έγραφα αλλιώς την ιατροδικαστική. Θα έλεγα ότι ο θάνατος προήλθε από προϋπάρχουσα καρδιοπάθεια που προκλήθηκε από το στρες των κτυπημάτων. Εξάλλου η μάρτυρας Α. Κ., ιατροδικαστής, η οποία έκανε την ιατροδικαστική έκθεση κατέθεσε μεταξύ των άλλων επιπλέον τα εξής: ….Η ιατροδικαστική έκθεση έγινε μετά από πλήρη έλεγχο, εξάλλου ο διευθυντής μας, ο κ. Μ. ήταν πολύ αυστηρός. Η νεκροτομή έγινε παρουσία φοιτητών. Τα ευρήματά μας τ’ αναφέραμε στον προϊστάμενο. Κρατάμε σημειώσεις και φωτογραφίζουμε. Τα πρωτόκολλα τα τήρησα ακριβώς. Κάταγμα- εξάρθημα ινιακού με άτλαντα, σημαίνει κάταγμα ινιακού οστού και άτλαντα. Έκανα οπίσθια προσπέλαση. Στην έκθεση δεν αναφέρουμε καμία τεχνική, για αυτό δεν το αναφέρω, δεν λέω δηλ. αν έκανα 4 ή 5 τομές στην καρδιά. Δεν αναφέρω τι τεχνικές χρησιμοποιώ…..Υπήρχε κάταγμα- εξάρθημα μεταξύ ινιακού και πρώτου αυχενικού σπονδύλου, του άτλαντα δηλ. στη βάση του εγκεφάλου και μέσα στο ινιακό τρήμα είναι το στέλεχος του εγκεφάλου. Δεν λέμε ότι όλοι όσοι σπάνε τον αυχένα τους πεθαίνουν, υπάρχουν περιπτώσεις που μένουν παράλυτοι. …Είχαμε αιμορραγικές διηθήσεις στο στέλεχος του εγκεφάλου. Κάναμε ιστολογικές εξετάσεις που επιβεβαίωσαν τις αιμορραγικές διηθήσεις. Συζήτησα το περιστατικό με τον καθηγητή. Μας απασχόλησε πολύ αυτό το περιστατικό γιατί ο εγκέφαλος δεν είχε μετατοπισθεί τόσο πολύ. … Το πνευμονικό οίδημα είναι ένα σύμπτωμα που απαντάται σε πολλά πράγματα και στις εγκεφαλικές κακώσεις. Αν είχαμε διατομή εγκεφάλου θα είχαμε ακαριαίο θάνατο, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είχαμε διατομή εγκεφάλου. Ο άνθρωπος είχε σοβαρή καρδιοπάθεια. Όταν έχομε υπερτασική καρδιοπάθεια, έχομε μεγαλύτερο βάρος καρδιάς… Θεωρώ ότι στο συμπέρασμα μου, θα μπορούσα να περιγράψω και την καρδιοπάθεια του. …Το ότι έκανα οπίσθια προσπέλαση προκύπτει από μαρτυρίες αυτών που ήταν εκεί. … Το πνευμονικό οίδημα είναι ένα σύμπτωμα, δεν υπάρχει μόνο στις καρδιοπάθειες. Αν θιγούν τα κέντρα που υπάρχουν στο στέλεχος του εγκεφάλου μπορεί να έχομε πνευμονικό οίδημα. Εκείνη τη στιγμή πίστεψα ότι οι αιμορραγικές διηθήσεις προκάλεσαν το θάνατο, σήμερα λέω ότι έπρεπε να είχα κάνει περισσότερες τομές. Η συγκεκριμένη ήταν μία ιδιαίτερη περίπτωση, δεν είχαμε σύνθλιψη εγκεφάλου. Το οξύ πνευμονικό οίδημα δεν οδηγεί ακαριαία στο θάνατο. Μια τόσο σοβαρή κάκωση έχει τόσο πόνο που το θύμα παραλύει δεν έχει τις αισθήσεις του. Αν δεν είχαμε το κάταγμα και τις αιμορραγικές διηθήσεις θα ήμουν σίγουρη ότι ο θάνατος προήλθε από καρδιοπάθεια….Υπήρξαν πλήξεις στην κεφαλή, μπροστά, πίσω, στη ράχη. Η μεγάλη κάκωση δεν ήταν στα ημισφαίρια του εγκεφάλου, ήταν στο στέλεχος. Αν δεν υπήρχε το κτύπημα δεν ξέρομε αν επιζούσε ή αν θα πέθαινε. Το κτύπημα ήταν πάρα πολύ σοβαρό, καταλυτικό, όμως δεν μπορώ ν’ αποκλείσω αν θα επερχόταν ο θάνατος και χωρίς αυτό. Στην ιστολογική του Α., οι διαποτίσεις που αναφέρει είναι οι διηθήσεις….Η κάκωση του στελέχους του εγκεφάλου μπορεί να προκαλέσει πνευμονικό οίδημα. Είχαμε κυάνωση των ονυχοφόρων θαλάμων και χειλέων που σημαίνει ότι το αίμα δεν κυκλοφορεί σωστά. Αυτό όμως δεν το έχουμε μόνο στους θανάτους λόγω καρδιοπάθειας. Η κυάνωση δεν προκαλείται από τη φορά που γυρίζουμε το πτώμα. Σ’ ένα αμιγώς καρδιακό θάνατο ίσως να είχαμε μεγαλύτερη κυάνωση, απ’ αυτήν που έφερε ο θανών. …Στα πλακάκια που είδα η στένωση των αγγείων δεν ήταν τόσο σοβαρή. Προηγούμενα ισχαιμικά επεισόδια δεν είδα. Οι αθηρωματικές πλάκες δεν είναι σ’ όλο το αγγείο, είναι σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο….Η κεφαλή κάμφθηκε με το κτύπημα γι’ αυτό έχομε και την κάκωση. Πολλές φορές γράφομε σε ιατρική γλώσσα, η οποία δεν είναι κατανοητή από τον απλό πολίτη. Το συγκεκριμένο πλήγμα ήταν ικανό να προκαλέσει κάμψη της κεφαλής. Τα ευρήματα με οδήγησαν στην σύνταξη της συγκεκριμένης έκθεσης…. Η κάκωση που είδα εγώ ήταν η βασική αιτία για να συμβεί το συγκεκριμένο γεγονός στο συγκεκριμένο άτομο. Στο συμπέρασμα μου δεν αναγράφω το μηχανισμό, όμως στο συγκεκριμένο άτομο η συγκεκριμένη κάκωση ήταν θανατηφόρα. ….Κάνω τη δουλειά μου βάσει διεθνών στάνταρ και βέβαια εξελίσσομαι, όπως και η επιστήμη. Πάντα ενημερώναμε τον καθηγητή μας για όλα τα περιστατικά. Την οπίσθια προσπέλαση την έφερε ο καθηγητής και την διδαχτήκαμε απ’ αυτόν, δεν μπήκε σε άλλα εργαστήρια ως ρουτίνα, όμως ο καθηγητής τη θεωρούσε τη καλύτερη μέθοδο για το συγκεκριμένο κάταγμα. Είναι μία νεκροτομική τεχνική. Φωτογραφίες βγάλαμε. Απ’ ότι θυμάμαι όλες τις φωτογραφίες τις κράτησε ο καθηγητής. ….Εννοώ ότι οι κακώσεις ήταν σοβαρές όσον αφορά τον θάνατο. Για μένα καίριο εντύπωμα είναι αυτό πίσω στο ινιακό, που έμοιαζε προκληθέν από τακούνι και όχι από ράβδο. Στο τριχωτό της κεφαλής υπάρχει το συγκεκριμένο εντύπωμα που προκάλεσε την κάμψη της κεφαλής. Δεν είχαμε κάταγμα του ινιακού οστού από το κτύπημα αυτό. Η κάκωση που έχομε είναι μεταξύ ινιακού και άτλαντα. Βλέπω αναντιστοιχίες μεταξύ της δικής μου έκθεσης και αυτής του Α.. Ο ιατροδικαστής έχει ολόκληρη την εικόνα, ενώ ο παθολογοανατόμος βλέπει μόνο τα πλακάκια. Στους παθολογοανατόμους απευθυνόμαστε μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Φαίνονται καθαρά τα αγγεία που έχουν σπάσει στο εγκεφαλικό στέλεχος. Η αξονική είναι υπεύθυνη για τα οστά, θα έκανα για πιθανό κάταγμα στον αυχενικό χώρο, θα υπήρχε δηλαδή και μία επιβεβαίωση του ευρήματός μου. Τα εντυπώματα από τακούνι δεν ταίριαζαν με τα παπούτσια του πρώτου και δεύτερου κατηγορουμένων, τους οποίους εξέτασα στο Αστυνομικό Μέγαρο. Τα εντυπώματα αυτά θα μπορούσαν να προκαλέσουν το κάταγμα- εξάρθρημα. Τα τραύματα από τις μαγκούρες δεν είναι θανατηφόρα. Η κάθε εξέταση δείχνει διαφορετικά πράγματα….Tέλος, η επιχειρηματολογία του μάρτυρα Κουτσάφτη, ιατροδικαστή, προκειμένου να αποδομήσει την ιατροδικαστική έκθεση της ιατροδικαστού Κ. εξαντλείται στον ισχυρισμό ότι όσα περιγράφει η Κ. προκύπτουν μόνο εάν έχει γίνει οπίσθια προσπέλαση γεγονός που σύμφωνα με αυτόν δεν αποδεικνύεται ότι έγινε, σε αντίθεση με όσα δέχεται το δικαστήριο. Εξάλλου, δεν αποδείχτηκε ότι οι κατηγορούμενοι βρισκόταν σε κατάσταση μέθης και συνεπώς πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός αυτός. Άλλωστε η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών δεν οδηγεί σε μείωση ή άρση του καταλογισμού του δράστη εάν αυτός κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης είχε πλήρη συνείδηση της σημασίας της και δεν εμφάνιζε τα συνήθη συμπτώματα της μέθης όπως αστάθεια κίνησης ,έλλειψη συνοχής των λεγομένων σπασμωδικότητα κινήσεων κλπ ( ΑΠ1515/1996 Υπερ. 1997,825), πράγμα που δεν προέκυψε. Επίσης αποδείχθηκε, ότι ο 1ος κατηγορούμενος τέλεσε επιπλέον και την πράξη της παράνομης κατοχής πυρομαχικών (φυσιγγίων), Συνεπώς, ομόφωνα το Δικαστήριο, κρίνει ότι όλοι οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι για την πράξη της ανθρωποκτονίας με πρόθεση από κοινού με άμεσο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και ο 1ος κατηγορούμενος επιπλέον και για την παράνομη κατοχή πυρομαχικών”. Ακολούθως, το παραπάνω Δικαστήριο της ουσίας κήρυξε τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα ένοχο για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, για την οποία του επέβαλε ποινή ισόβιας κάθειρξης, και για παράνομη κατοχή πυρομαχικών, για την οποία του επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών μετατραπείσα προς πέντε (5) ευρώ ημερησίως και χρηματική ποινή εξακοσίων (600) ευρώ, με το ακόλουθο διατακτικό: ”
Κηρύσσει τους παραπάνω κατηγορούμενους ομόφωνα ενόχους του ότι: “Στο Δ.Δ. Αντισκαρίου του Δήμου Φαιστού Νομού Ηρακλείου, την 23η Μαρτίου του έτους 2014, με περισσότερες από μία πράξεις τέλεσαν περισσότερα από ένα εγκλήματα, τα οποία προβλέπονται από το νόμο και τιμωρούνται με στερητικές της ελευθερίας ποινές. Ειδικότερα: Α) Ενεργώντας από κοινού και δη μετά από συναπόφαση και με κοινή δράση, με πρόθεση σκότωσαν άλλο, ευρισκόμενοι σε ψυχική ηρεμία, τόσο κατά την απόφαση, όσο και κατά την εκτέλεση της πράξης. Συγκεκριμένα, κατά τον αναφερόμενο ανωτέρω τόπο και χρόνο και ενώ ο Α. Κ. του Μ. οδηγούσε στην κεντρική οδό το με αριθμό κυκλοφορίας … ΙΧΦ αυτοκίνητο, μάρκας NISSAN, με συνεπιβάτη τον Μ. Π. του Μ., συναντήθηκε με το αντιθέτως κινούμενο με κατεύθυνση νοτιοδυτικό, με αριθμό κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο Κ. Π. του Γ., με συνεπιβάτη τον υιό του, Γ. Π. του Κ. Επί παραίνεσης του Κ. Π. του Γ. να μετακινήσουν το όχημα, καθόσον η ταυτόχρονη διέλευση των δύο οχημάτων ήταν αδύνατη λόγω στενότητας της οδού, ο Α. Κ. του Μ. κατήλθε του οχήματος του και φέροντας ποιμενική ράβδο έθραυσε τους υαλοπίνακες του αυτοκινήτου του Κ. Π., στη συνέχεια δε του κατάφερε χτυπήματα, συνεπικουρούμενος από τον Μ. Π. του Μ.. Ο Κ. Π. του Γ. επιχείρησε να διαφύγει, πλην, όμως τον καταδίωξαν και τον ακινητοποίησαν στην άκρη του οδοστρώματος ενώ κατέφτασε και ο Χ. Κ. του Μ. και έχοντας όλοι αποφασίσει να σκοτώσουν τον Κ. Π. του Γ., τόσο κατά την απόφαση, όσο και κατά την εγκληματικού τους σχεδίου, χτύπησαν αλλεπάλληλα με ξύλινες ποιμενικές ράβδους με ξύλα, με τα χέρια τους και τα πόδια τους εωσότου έριξαν αυτόν στο έδαφος. Ακολούθως δε, ο Χ. Κ. του Μ., αφού επιβιβάστηκε στο παραπάνω αναφερόμενο αγροτικό αυτοκίνητο, επιχείρησε να εμβολίσει τον πεσμένο στο έδαφος παθόντα, ο οποίος τον απέφυγε, υπερπηδώντας υφιστάμενο προστατευτικό κιγκλίδωμα της οδού, στο οποίο και προσέκρουσε το ως άνω όχημα και εν συνεχεία από κοινού καταφέρθηκαν εκ νέου εναντίον του θύματος και προκειμένου να επιτύχουν το αποτέλεσμα της εγκληματικής τους βούλησης και να ολοκληρώσουν την ανθρωποκτόνο πρόθεσή τους τον χτύπησαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα και βιαιότητα σε όλο του το σώμα τόσο με τα χέρια και με τις ποιμενικές ράβδους και τμήματα αυτών, αλλά και με τα υποδήματα τους προκαλώντας του κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, προερχόμενες από πολλαπλές πλήξεις με θλώντα όργανα, συνεπεία των οποίων, ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατος του, ο οποίος πραγματώθηκε με συγκλίνουσες και ταυτόχρονες πράξεις τους σε εκτέλεση κοινού εγκληματικού σχεδιασμού”.
Κηρύσσει, ένοχο τον Α. Κ. του ότι: “Στο Δ.Δ. Αντισκαρίου του Δήμου Φαιστού Νομού Ηρακλείου, την 23η Μαρτίου του έτους 2014, κατείχε παράνομα πυρομαχικά και συγκεκριμένα στον προαύλιο χώρο της οικίας του στο Αντισκάρι κατείχε τέσσερα (4) κενά φυσίγγια πολεμικού τυφεκίου, αγνώστου διαμετρήματος και μία (1) βολίδα αγνώστου διαμετρήματος”. Με τις παραδοχές αυτές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, η εν λόγω απόφαση περιέχει την επιβαλλόμενη κατά τα άνω, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου και ήδη αναιρεσείοντος Α. Κ., αφού αναφέρονται σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, και κατά τρόπο επιτρέποντα τον αναιρετικό έλεγχο, τα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων της ανθρωποκτονίας με πρόθεση τελεσθείσας, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και της παράνομης κατοχής πυρομαχικών, για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, με παράθεση όλων των στοιχείων, που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή των εγκλημάτων αυτών, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν, καθώς και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους το Δικαστήριο της ουσίας έκανε την υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις προπαρατεθείσες διατάξεις των άρθρων 1, 12, 14, 18, 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 94 παρ. 1, 299 παρ. 1 ΠΚ και 1 παρ. 1δ, 7 παρ. 1 Ν. 2168/1993 τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, δηλαδή με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και έτσι δεν στέρησε την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, και σε σχέση με τις επί μέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, στην προσβαλλόμενη απόφαση προσδιορίζεται με σαφήνεια: α) ότι ο θάνατος του Κ. Π. επήλθε συνεπεία και μόνον των κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων, τις οποίες προκάλεσε σ’ αυτόν ο αναιρεσείων από κοινού με τους συγκατηγορουμένους του Μ. Π. και Χ. Κ. πλήττοντας τον επανειλημμένα και με σφοδρότητα, με ξύλινες ποιμενικές ράβδους, με τα χέρια και τα πόδια τους, στο οπίσθιο μέρος της κεφαλής του, αλλά και σε όλο το σώμα του. Η αναφορά δε του Δικαστηρίου (45ο φύλλο της προσβαλλόμενης), ότι “όμως σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι ο θάνατος επήλθε τελικώς λόγω προϋπάρχουσας στεφανιαίας νόσου, το κρίσιμο ζήτημα είναι εάν το αποτέλεσμα του θανάτου με όποιον τρόπο και αν επήλθε, καλυπτόταν από το δόλο των κατηγορουμένων, καθώς είναι βέβαιο ότι αν ο παθών δεν είχε δεχτεί τις σφοδρότατες πλήξεις – κακώσεις από τους κατηγορουμένους δεν θα πέθαινε τη συγκεκριμένη στιγμή, αφού οι κακώσεις αυτές πυροδότησαν τη στεφανιαία νόσο δηλαδή προκάλεσαν αρρυθμία και καρδιακή κάμψη με αποτέλεσμα να επέλθει τελικώς ο θάνατος” δεν καθιστά ενδοιαστική την αιτιολογία της προσβαλλόμενης ως προς την αιτία θανάτου του Κ. Π., αλλά ενισχύει και επιστηρίζει την παραδοχή του Δικαστηρίου αφενός ότι υπήρχε δόλος του αναιρεσείοντος ως προς το αποτέλεσμα του θανάτου του θύματος, απαντώντας έτσι και στον ισχυρισμό του περί μεταβολής της κατηγορίας σε θανατηφόρο σωματική βλάβη, και αφετέρου ότι το αποτέλεσμα του θανάτου συνδέεται αιτιωδώς με τις πλήξεις – κακώσεις που δέχθηκε το θύμα από τους κατηγορούμενους, β) Η συναυτουργική δράση του αναιρεσείοντος Α. Κ., ήτοι η κατόπιν συναποφάσεως με τους ως άνω συγκατηγορουμένους του και από κοινού με αυτούς πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση. Η συναυτουργική δε αυτή δράστη του αναιρεσείοντος συνίσταται, κατά της παραδοχές της προσβαλλομένης, στην από μέρους του πλήξη του θύματος, αδιακρίτως σε όλο το σώμα του και κυρίως στο κεφάλι, με ξύλινες ποιμενικές ράβδους, με τα χέρια και τα πόδια του, πραγματώνοντας έτσι με θετικές συγκλίνουσες ενέργειές του το εγκληματικό αποτέλεσμα του θανάτου του Κ. Π., γ) Κατά την παραδεκτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, ότι ο αναιρεσείων βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και σε άμεσο δόλο, τόσο κατά την λήψη της απόφασης να αφαιρέσει τη ζωή του ανωτέρω θύματος, όσο και κατά την εκτέλεση της πράξης του, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι προκλήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο από το θύμα του. Η αναφορά αυτή στην προσβαλλόμενη απόφαση και αντίστοιχη παραδοχή του Δικαστηρίου, η οποία επηρρωνύεται από τα δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά, είναι αρκούντως ικανή για την υπαγωγή του υπόψη εγκλήματος στη διάταξη του άρθρου 299 παρ. 1 του ΠΚ, ήτοι της ανθρωποκτονίας με προμελετημένο δόλο και δεν απαιτείτο, για την αιτιολογία της απόφασης η παράθεση άλλων πραγματικών περιστατικών για την περαιτέρω θεμελίωση του στοιχείου της “ψυχικής ηρεμίας” κατά το χρόνο λήψης της απόφασης και τέλεσης της πράξης. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός που προέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου της ουσίας ο αναιρεσείων Α. Κ., δια του συνηγόρου του, περί μεταβολής της κατηγορίας από την πράξη της ανθρωποκτονίας με πρόθεση στην πράξη της θανατηφόρου σωματικής βλάβης, δεν είναι, σύμφωνα και με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, αυτοτελής αλλά αρνητικός της κατηγορίας, στον οποίο το Δικαστήριο απάντησε και αιτιολόγησε την απορριπτική του κρίση, όχι μόνον με ειδική επί τούτου αιτιολογία ως δεν είχε υποχρέωση, αλλά και με την κύρια επί της ενοχής αιτιολογία της απόφασης του, με την οποία καταφάσκεται η από μέρους του κατηγορουμένου – αναιρεσείοντος τέλεση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατ’ αρ. 299 παρ. 1 ΠΚ. Επίσης, το Δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να καταλήξει στην ως άνω καταδικαστική για τον εν λόγω αναιρεσείοντα κρίση, έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα που εισφέρθηκαν στη δίκη και όχι ορισμένα από αυτά κατ’ επιλογή, μεταξύ δε αυτών και τις ένορκες καταθέσεις των ιατροδικαστών Δ. Ν., Α. Π., Α. Κ., Φ. Κ. και Ε. Σ., για τις οποίες (καταθέσεις) έκανε ρητή μνεία στο σκεπτικό του. Το γεγονός δε ότι εξήρε ορισμένα αποδεικτικά μέσα, όπως τις ένορκες καταθέσεις των Γ. Π., Γ. Κ. και Ε. Μ. δεν σημαίνει ότι αγνόησε τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, αφού ουδέν εξ αυτών εξήρεσε ρητά. Επιπλέον, αν και δεν υποχρεούτο, το Δικαστήριο προέβη και σε αξιολογική σύγκριση και συσχέτιση ορισμένων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, όπως της γνωμάτευσης του ιατροδικαστή Α. Κ. σε σχέση με τη γνωμάτευση της μάρτυρος Ε. Σ., αιτιολογώντας την αυξημένη εγκυρότητα της πρώτης από τις γνωματεύσεις αυτές. Κατόπιν αυτών, οι προαναφερόμενες εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ, αιτιάσεις του ίδιου αναιρεσείοντος, που περιέχονται στον πρώτο και στον τρίτο από τους λόγους της υπό κρίση αίτησης, και με τις οποίες πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, καθώς και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 299 παρ. 1 και 311 του ΠΚ, είναι αβάσιμες. Οι λοιπές, διαλαμβανόμενες στον πρώτο λόγο της υπό κρίση αίτησης, σχετικές με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, αιτιάσεις του αναιρεσείοντος Α. Κ. που αναφέρονται σε εσφαλμένη αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων, με παράθεση σκέψεων και συλλογισμών αυτού, που, κατά την άποψή του, οδηγούν σε διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνα, στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο της ουσίας και αιτιάσεων, που αφορούν την επί της ουσίας κρίση του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου και αποτελούν απλώς επιχειρήματα προς απόσειση της ενοχής του και αμφισβήτηση των σε βάρος του ουσιαστικών παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης και της ορθότητας του αποδεικτικού πορίσματός της, δεν συνιστούν, κατά τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, λόγους αναίρεσης και απαραδέκτως προβάλλονται, καθόσον, με την επίφαση πλημμελειών, που επιχειρείται να θεμελιωθούν στο άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠΔ, πλήττουν ανεπίτρεπτα την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Κατά το άρθρο 171 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ, “ακυρότητα που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη, προκαλείται: 1. αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις που καθορίζουν: α) … δ) την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται από το νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα” (όπως το στοιχ. δ’ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 παρ. 2 του Ν. 3904/2010). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει υπερνομοθετική ισχύ, κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, “παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του”, σύμφωνα δε με το άρθρο 14 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Δ.Σ.Α.Π.Δ.), που κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 2462/1997, “κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώο εωσότου η ενοχή του αποδειχθεί σύμφωνα με το νόμο”. Με τις ως άνω διατάξεις, στα πλαίσια της έννοιας της “δίκαιης δίκης” επί ποινικών υποθέσεων, καθιερώνεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου καθ’ όλα τα διαδικαστικά στάδια μέχρι να εκδοθεί καταδικαστική απόφαση επί της δίωξης που ασκήθηκε εις βάρος του, κατοχυρώνεται, δηλαδή, το δικαίωμα κάθε κατηγορουμένου να θεωρείται (τεκμαίρεται) αθώος, έως ότου η ενοχή του αποδειχθεί νομίμως. Κατ’ αυτό, η Πολιτεία, μέσω των οργάνων της, οφείλει να αποδείξει την ενοχή του κατηγορουμένου και όχι ο κατηγορούμενος την αθωότητά του. Απόρροια του τεκμηρίου αθωότητας είναι η αρχή της επιείκειας προς τον κατηγορούμενο, η οποία επιβάλλει στο δικαστήριο εν αμφιβολία να αποφανθεί υπέρ του κατηγορουμένου (in dubio pro reo). Η παραβίαση του τεκμηρίου αυτού επάγεται, πέραν της αναίρεσης της απόφασης για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, οπότε ιδρύεται και ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’, σε συνδυασμό με το προπαρατεθέν άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. δ’, ΚΠοινΔ, λόγος αναίρεσης (ap 1289/2019).
Εν προκειμένω, οι παρατεθείσες στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης παραδοχές του Δικαστηρίου της ουσίας δεν συνιστούν αντιστροφή της υποχρέωσής του προς απόδειξη της ενοχής ούτε μετακύλυση στον κατηγορούμενο Α. Κ. και ήδη αναιρεσείοντα του βάρους απόδειξης της αθωότητάς του και ουδόλως αποτελούν παραβίαση του κατοχυρωμένου, κατά τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, τεκμηρίου αθωότητας αυτού, όπως ο ίδιος αβάσιμα διατείνεται, αφού από το σύνολο των παραδοχών της τελευταίας προκύπτει, ότι το Δικαστήριο, αξιολογώντας και συνεκτιμώντας ανελέγκτως το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, κατέληξε στην κρίση περί της ενοχής του, χωρίς την ελάχιστη αμφιβολία, με την προεκτεθείσα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Άλλωστε, σαφώς προκύπτει από το αιτιολογικό της παραπάνω απόφασης, ότι ο αναιρεσείων καταδικάστηκε, διότι αποδείχθηκε η ενοχή του και όχι, διότι αυτός δεν κατόρθωσε να αποδείξει την αθωότητά του, παρά τα αντίθετα αβασίμως υποστηριζόμενα από τον ίδιο, ενώ από τις προεκτεθείσες παραδοχές της εν λόγω απόφασης ουδόλως προκύπτει, ότι παρέμεινε στο Δικαστήριο οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς την ενοχή του αναιρεσείοντος, που θα έπρεπε να ερμηνευθεί υπέρ αυτού κατ’ εφαρμογή της αρχής “in dubio pro reo”. Κατόπιν αυτού, ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ΚΠΔ, δεύτερος λόγος της υπό κρίση αίτησης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, είναι αβάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης στο σύνολό της και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα, κατ’ άρθρο 578 παρ. 1 του ΚΠΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει: α) την από 8-11-2021, υπ’ αρ. 1/2021, αίτηση του Α. Κ. του Μ., κατοίκου … και ήδη κρατουμένου στο Κ.Κ. Αλικαρνασσού και β) την από 9-11-2021, υπ’ αρ. 85/2021, αίτηση του Μ. Π. του Μ., κατοίκου …, για αναίρεση της απόφασης 42/2020 του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ανατολικής Κρήτης.
Επιβάλλει εις έκαστο των παραπάνω αναιρεσειόντων τα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 6 Απριλίου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ και τούτου αποχωρήσαντος από την υπηρεσία η αρχαιότερη της συνθέσεως Αρεοπαγίτης και ήδη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 8 Αυγούστου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Σελίδα 51 της 1079/2022 ποινικής απόφασης του Αρείου Πάγου