Χρήση νερού από την αστυνομία για διάλυση ειρηνικής διαδήλωσης και τραυματισμός διαδηλωτή. Απάνθρωπη μεταχείριση και παραβίαση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι

ΑΠΟΦΑΣΗ

Geylani κ.λπ. κατά Τουρκίας  της 12.09.2023 (αριθ.προσφ. 10443/12)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι προσφεύγοντες συμμετείχαν σε μία ειρηνική διαδήλωση υπέρ του κουρδικού κόμματος. Οι αστυνομικοί στην προσπάθεια τους να την διαλύσουν χρησιμοποίησαν αντλίες νερού με ισχυρή πίεση. Μία προσφεύγουσα τραυματίστηκε σοβαρά. Άσκησαν προσφυγή για παραβίαση των άρθρων 3, 10 και 11 της ΕΣΔΑ.

Το ΕΔΔΑ παρατήρησε ότι οι αστυνομικές επιχειρήσεις – συμπεριλαμβανομένης της χρήσης εκτοξευτήρων νερού – πρέπει να εγκρίνονται και να οριοθετούνται επαρκώς από την εθνική νομοθεσία στο πλαίσιο ενός συστήματος επαρκών και αποτελεσματικών διασφαλίσεων κατά της αυθαιρεσίας, της κατάχρησης βίας και των ατυχημάτων που μπορούν να αποφευχθούν. Διαπίστωσε ότι το  εγχώριο νομικό πλαίσιο στερούνταν ειδικών διατάξεων σχετικά με τη χρήση εκτοξευτήρων νερού κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, καθώς και οδηγιών για την ανάπτυξή τους. Περαιτέρω δεν αποδείχθηκε ότι η επέμβαση των δυνάμεων ασφαλείας ήταν σωστά ρυθμισμένη και οργανωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να ελαχιστοποιηθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό κάθε κίνδυνος σωματικής βλάβης των διαδηλωτών.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι  η χρήση βίας δεν ήταν  απολύτως απαραίτητη και δεν είχε προκληθεί από την συμπεριφορά της δεύτερης προσφεύγουσας ούτε ήταν αναγκαία για την καταστολή μιας μαζικής αναταραχής ως εκ τούτου υπήρχε παραβίαση του ουσιαστικού και διαδικαστικού σκέλους του άρθρου 3 όσον αφορά την δεύτερη προσφεύγουσα.

Τέλος διαπίστωσε ότι η έρευνα του εισαγγελέα ήταν αναποτελεσματική γιατί δεν ζήτησε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία και η επέμβαση της αστυνομίαςδυσανάλογη και «μη απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία» ως εκ τούτου υπήρχε παραβίαση του άρθρου 11 για όλους τους προσφεύγοντες .

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στην δεύτερη προσφεύγουσα το ποσό των 26.000 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες Hamit Geylani, Sevahir Bayındır και Hasip Kaplan, είναι τρεις Τούρκοι υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1947, το 1969 και το 1954. Ζουν στην Άγκυρα, στη Γερμανία και την Κωνσταντινούπολη αντίστοιχα. Η υπόθεση αφορά τη διάλυση από την αστυνομία διαδήλωσης στη Σιλόπη, πόλη κοντά στα σύνορα με το Ιράκ, κατά τη διάρκεια της οποίας η κα Bayındır τραυματίστηκε. Η διαδήλωση οργανώθηκε από το Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας, ένα φιλοκουρδικό πολιτικό κόμμα.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Αρθρο 3

Ουσιαστικό σκέλος

Το Δικαστήριο παρέπεμψε  στις γενικές αρχές που διέπουν το ουσιαστικό σκέλος του άρθρου 3.Επανέλαβε, ειδικότερα, ότι οι ισχυρισμοί περί κακομεταχείρισης αντίθετης προς το άρθρο 3 πρέπει να τεκμηριώνονται με κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία. Για την αξιολόγηση αυτών των αποδεικτικών στοιχείων, το Δικαστήριο υιοθετεί το πρότυπο απόδειξης «πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας», αλλά προσθέτει ότι η απόδειξη αυτή μπορεί να προκύψει από τη συνύπαρξη επαρκώς ισχυρών, σαφών και συγκλινόντων συμπερασμάτων ή παρόμοιων αδιάψευστων στοιχείων.Το Δικαστήριο επανέλαβε περαιτέρω ότι σε σχέση με ένα άτομο που στερείται της ελευθερίας του ή, γενικότερα, έρχεται αντιμέτωπο με αστυνομικούς, οποιαδήποτε χρήση σωματικής βίας που δεν έχει καταστεί απολύτως αναγκαία από τη δική του συμπεριφορά μειώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και είναι, κατ ‘αρχήν, παραβίαση του δικαιώματος που ορίζεται στο άρθρο 3.

Το Δικαστήριο σημείωσε περαιτέρω ότι δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων ότι η δεύτερη προσφεύγουσα συμμετείχε στη διαδήλωση της 3 Ιουνίου 2010 και ότι τραυματίστηκε κατάτις πρώτες στιγμές της αστυνομικής επέμβασης που περιελάμβανε τη χρήση εκτοξευτήρων νερού. Επιπλέον, από το βίντεο προέκυψε ότι η δεύτερη προσφεύγουσα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή των διαδηλωτών τη στιγμή που η περιοχή αυτή εκτέθηκε σε νερό υπό πίεση, αν και ήταν αδύνατο να διαπιστωθεί σαφώς αν χτυπήθηκε από το νερό.

Συναφώς, το Δικαστήριο σημείωσε  ότι η υπόθεση των αρχών ότι η δεύτερη προσφεύγουσα  υπέστη άσχημη πτώση λόγω σωματικής αδυναμίας δεν τεκμηριώθηκε από κανένα πραγματικό στοιχείο. Το Δικαστήριο δεν πείστηκε  επίσης από το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι άλλα άτομα που στέκονταν κοντά στην δεύτερη προσφεύγουσα  δεν υπέστησαν τραυματισμούς, καθώς οι επιπτώσεις των πιδάκων νερού σε άλλους διαδηλωτές μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με πολλούς παράγοντες, όπως το σημείο πρόσκρουσης στο σώμα τους. Ως εκ τούτου, η έλλειψη τραυματισμών σε άλλους διαδηλωτές δεν μπορεί από μόνη της να αποδείξει ότι η πτώση της δεύτερης προσφεύγουσας  δεν προκλήθηκε ή επηρεάστηκε από τη χρήση νερού υπό πίεση.

Κατά συνέπεια, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι εγχώριες αρχές αναγνώρισαν ότι η δεύτερη προσφεύγουσα είχε χτυπηθεί από νερό υπό πίεση και ενόψει της απουσίας εύλογης εξήγησης από την Κυβέρνηση, το Δικαστήριο διαπίστωσε  ότι αποδείχθηκε πέρα από εύλογη αμφιβολία ότι ο τραυματισμός της προήλθε από τη χρήση βίας από την αστυνομία και, συγκεκριμένα, από το γεγονός ότι χτυπήθηκε από νερό υπό πίεση κατά τη διάλυση της διαδήλωσης της 3ης Ιουνίου 2010.

Για τη δικαιολόγηση  της χρήσης βίας

Το Δικαστήριο σημείωσε  ότι, παρόλο που ο εκτοξευτήρας νερού ταξινομείται ως «λιγότερο θανατηφόρο όπλο», η χρήση του χωρίς επαρκείς διασφαλίσεις μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη, ανάλογα με παράγοντες όπως η απόσταση από την οποία ψεκάζεται το νερό καθώς και το επίπεδο πίεσης του νερού. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο παρατήρησε  ότι έχει κρίνει στο παρελθόν, στο πλαίσιο του άρθρου 3, ότι οι αστυνομικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της εκτόξευσης χειροβομβίδων δακρυγόνων και σφαιρών από καουτσούκ, θα πρέπει να οριοθετούνται με επάρκεια από το εσωτερικό δίκαιο, στο πλαίσιο ενός συστήματος επαρκών και αποτελεσματικών διασφαλίσεων κατά της αυθαίρετης δράσης. Κατάχρηση βίας και ατυχήματα που μπορούν να αποφευχθούν σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, ο εξοπλισμός και ο βαθμός δύναμης που πρέπει να χρησιμοποιηθεί πρέπει να καθορίζονται από τον επικεφαλή της αστυνομικής ομάδας.

Από τα αποδεικτικά στοιχεία που είχε  στη διάθεσή του το Δικαστήριο προέκυψε  ότι αυτό συνέβαινε υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση προσφυγής, δεδομένου ότι φαίνεται ότι οι αστυνομικοί έλαβαν εντολές να παρέμβουν και, ως εκ τούτου, δεν ενεργούσαν ανεξάρτητα . Ωστόσο, από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε  ότι οι αστυνομικοί ή οι επικεφαλείς έλαβαν τις αναγκαίες προφυλάξεις όσον αφορά, για παράδειγμα, την κατάλληλη απόσταση και πίεση του νερού, προκειμένου να αποτρέψουν ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο σοβαρού τραυματισμού όπως αυτός που υπέστη η δεύτερη προσφεύγουσα. Συναφώς, το Δικαστήριο σημείωσε  ότι το εσωτερικό έγγραφο που εκδόθηκε από τη Διεύθυνση Ασφαλείας πριν από τη διαδήλωση δεν έκανε καμία αναφορά σε συγκεκριμένες οδηγίες ή προφυλάξεις σχετικά με τη χρήση των αντλιών νερού.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο θεώρησε ότι η κυβέρνηση απέτυχε να αποδείξει ότι η παρέμβαση των δυνάμεων ασφαλείας ήταν σωστά ρυθμισμένη και οργανωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να ελαχιστοποιηθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό κάθε κίνδυνος σωματικής βλάβης των διαδηλωτών. Ενόψει των ανωτέρω,δεν αποδείχθηκε ότι η επίμαχη προσφυγή στη βία κατέστη απολύτως αναγκαία λόγω της συμπεριφοράς της δεύτερης προσφεύγουσας ή ήταν απαραίτητη για την καταστολή της μαζικής αναταραχής. Κατά συνέπεια, το κράτος είναι υπεύθυνο, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, για τις σωματικές βλάβες που υπέστη η δεύτερη προσφεύγουσα.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του ουσιαστικού σκέλους του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ.

Διαδικαστικό σκέλος

Το Δικαστήριοεπανέλαβε, ότι το θύμα θα πρέπει να είναι σε θέση να συμμετέχει αποτελεσματικά στη διερεύνηση ισχυρισμών κακομεταχείρισης. Επιπλέον, η έρευνα πρέπει να είναι διεξοδική, πράγμα που σημαίνει ότι οι αρχές πρέπει πάντα να καταβάλλουν σοβαρές προσπάθειες για να ανακαλύψουν τι συνέβη και δεν πρέπει να βασίζονται σε βιαστικά ή αβάσιμα συμπεράσματα για να κλείσουν την έρευνά τους. Το Δικαστήριο σημειώνει ότι παρόλο που οι επικεφαλής αστυνομικοί αναγνώρισαν ότι η δεύτερη προσφεύγουσα είχε υποστεί σοβαρούς τραυματισμούς αφού χτυπήθηκε από νερό υπό πίεση, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι τραυματισμοί αυτοί ήταν αποτέλεσμα σύμπτωσης και είχαν συμβεί λόγω της σωματικής αδυναμίας της .

Ωστόσο, δεν απέδειξαν δεόντως αν η βία που χρησιμοποιήθηκε υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης ήταν ικανή να προκαλέσει τέτοια ζημία. Από την άποψη αυτή, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ούτε οι επικεφαλείς αστυνομικοί ούτε ο εισαγγελέας προσπάθησαν να προσδιορίσουν την ακριβή απόσταση από την οποία ψεκάστηκε το νερό υπό πίεση ή εξέτασαν άλλα σημαντικά στοιχεία όπως η γωνία ψεκασμού και το επίπεδο πίεσης του νερού.  Το Δικαστήριο παρατήρησε  περαιτέρω ότι αστυνομικοί  βασίστηκαν επίσης στο γεγονός ότι η δεύτερη προσφεύγουσα  δεν είχε στοχοποιηθεί. Μολονότι το Δικαστήριο δεν είχε  κανένα λόγο να αμφισβητήσει τον ισχυρισμό αυτό, ένα τέτοιογεγονός δεν αρκεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι επίμαχοι τραυματισμοί ήταν αποτέλεσμα σύμπτωσης, λαμβανομένου υπόψη του δυνητικά επικίνδυνου χαρακτήρα της χρησιμοποιούμενης βίας.

Το γεγονός ότι ο εισαγγελέας προέβη σε χωριστή εκτίμηση όσον αφορά τα καταγγελλόμενα αδικήματα που δεν ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου 4483 δεν επηρέασε την επάρκεια της επίμαχης έρευνας, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε  ότι τα προαναφερθέντα κρίσιμα στοιχεία σχετικά με τα χαρακτηριστικά της χρησιμοποιούμενης βίας ελήφθησαν υπόψη κατά την εκτίμησή του. Σε αυτές τις περιστάσεις, το Δικαστήριο θεώρησε ότι το συμπέρασμα του εισαγγελέα ότι δεν μπορούσε να αποδοθεί καμία αμέλεια στους αστυνομικούς στερείται επαρκούς αιτιολογίας.

Επιπλέον, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι ούτε οι αστυνομικές αρχές ούτε ο εισαγγελέας ζήτησαν  αποδεικτικά στοιχεία από τη δεύτερη προσφεύγουσα.

Οι ανωτέρω σκέψεις αρκούσαν για να επιτρέψουν στο Δικαστήριο να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η έρευνα επί του θέματος δεν ήταν επαρκής  να οδηγήσει στη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης και στον εντοπισμό και, ενδεχομένως, στην τιμωρία των υπευθύνων.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση και τουδιαδικαστικού σκέλους του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ.

 

Άρθρο 11

Το Δικαστήριο αναφέρθηκε  περαιτέρω στα ευρήματά του σχετικά με τη χρήση εκτοξευτήρων νερού, η οποία οδήγησε σε παραβίαση του άρθρου 3 υπό το ουσιαστικό σκέλος της όσον αφορά την δεύτερη προσφεύγουσα και σημείωσε  ότι ο τρόπος με τον οποίο διαλύθηκε η διαδήλωση οδήγησε σε σοβαρό τραυματισμό της.

Πρωτότυπο

I.ALLEGED VIOLATION OF ARTICLES 10 AND 11 OF THE CONVENTION

Το Δικαστήριο δέχτηκε  ότι οι διοργανωτές της επίμαχης διαδήλωσης δεν τήρησαν τους κανονισμούς που ίσχυαν κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης.  Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την ανυπομονησία των αρχών να προσπαθήσουν να διαλύσουν την πορεία και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε η βία, το Δικαστήριο θεώρησε ότι η παρέμβαση της αστυνομίας ήταν δυσανάλογη και δεν ήταν απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ σε σχέση με όλους τους προσφεύγοντες.

Δίκαιη ικανοποίηση: Το δικαστήριο επιδίκασε 26.000 ευρώ για ηθική βλάβη  στην δεύτερη προσφεύγουσα. Το Δικαστήριο απέρριψε τα υπόλοιπα αιτήματα των προσφευγόντων για δίκαιη ικανοποίηση

(επιμέλεια echrcaselaw.com).

 

To Top