«…
- V) Έτερος αυτοτελής ισχυρισμός, η απόρριψη του οποίου πρέπει, κατά τα προαναφερθέντα, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως στην απόφαση, είναι και ο περί συνδρομής στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 133 ΠΚ, αφού η παραδοχή του οδηγεί στην επιβολή μειωμένης, κατά το άρθρο 83 του ίδιου Κώδικα, ποινής. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 133 ΠΚ εδ. α΄ περ. β΄ ΠΚ «Όταν ο δράστης κατά το χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης δεν έχει συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του, το δικαστήριο μπορεί: …β) να επιβάλει μειωμένη ποινή (άρθρο 83)». Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η ελαφρυντική περίσταση, η συνδρομή της οποίας δίνει τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να επιβάλλει στους νεαρούς ενήλικες ποινή ελαττωμένη (ελαφρυντική περίσταση μετεφηβικής ηλικίας), απαιτεί για τη στοιχειοθέτησή της να προκύπτει ότι η εγκληματική συμπεριφορά του κατηγορούμενου έχει σχέση με την νεανική του ανωριμότητα, κατά την τέλεση των πράξεων για τις οποίες καταδικάστηκε, ώστε να δικαιολογείται η επιεικής μεταχείριση αυτού εν όψει και της ηλικίας του (ΑΠ 755/2022). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, ο συνήγορος του πρώτου αναιρεσείοντος (B.Μ.), με το έγγραφο αυτοτελών ισχυρισμών που κατέθεσε στα πρακτικά και ανέπτυξε προφορικά, ζήτησε να αναγνωρισθεί στο πρόσωπο του ανωτέρω αναιρεσείοντος και η ελαφρυντική περίσταση εκ του άρθρου 133 ΠΚ , εκθέτοντας επί λέξει τα ακόλουθα: «Κατά την τέλεση της πράξης ο κατηγορούμενος δεν είχε συμπληρώσει τα 25 του χρόνια (ήταν μόλις 24 ετών, γεννηθείς το 1993). Λόγω της ηλικίας και της εν διαμορφώσει ακόμη προσωπικότητας και εν γένει ιδιοσυγκρασίας αυτού πρέπει να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό αυτό σε συνδυασμό με τις προσπάθειες που κατέβαλε κατά το 11μηνο διάστημα της κράτησής του για την εκπαίδευσή του (φοίτηση στο σχολείο της φυλακής) και εν γένει διαγωγή του». Το Δικαστήριο μετά από παράθεση σχετικής νομικής σκέψης, απέρριψε τον ανωτέρω ισχυρισμό ως αβάσιμο με την εξής κατά λέξη αιτιολογία: «Στην προκειμένη περίπτωση ο πρώτος κατηγορούμενος, που γεννήθηκε το 1998, κατά το χρόνο τελέσεως της προαναφερθείσας αξιόποινης πράξεώς του, είχε συμπληρώσει το 18ο , όχι όμως και το 25ο έτος της ηλικίας του, όπως αποδεικνύεται δε από το προαναφερόμενο αποδεικτικό υλικό, είχε αποκτήσει μεγάλη εμπειρία ζωής και ωριμότητα, και η προαναφερθείσα πράξη του δεν ήταν το αποτέλεσμα νεανικής απερισκεψίας και επιπολαιότητας, αλλά προϊόν συνειδητής αποφάσεως και επιμελώς καταστρωθέντος σχεδίου, προς εύκολο πλουτισμό. Κρίνεται επομένως ότι δεν συντρέχει περίσταση εφαρμογής ως προς αυτόν της εν λόγω διατάξεως (άρθρο 133 ΠΚ) και μειώσεως της ποινής του, κατά το άρθρο 83 ΠΚ, απορριπτομένου ως αβασίμου, του σχετικού ισχυρισμού του, προβληθέντος δια του συνηγόρου του». Με αυτά που δέχθηκε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ως προς την απόρριψη του ανωτέρω ισχυρισμού, διέλαβε στην απόφασή του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εκθέτοντας με σαφήνεια και πληρότητα, τους συλλογισμούς βάσει των οποίων κατέληξε στην κρίση του – οι οποίοι ερείδονται στα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά που διέλαβε στο περί ενοχής σκεπτικό του- ότι η εγκληματική συμπεριφορά του αναιρεσείοντος δεν συνδέεται με νεανική του ανωριμότητα και ως εκ τούτου, δεν συντρέχει λόγος επιεικούς μεταχείρισης αυτού, λόγω της ηλικίας του. Συνεπώς, η αιτίαση του του πρώτου αναιρεσείοντος με το στ΄ σκέλος (υπό στοιχ. 1.5.4) του 1ου λόγου της αιτήσεως αναιρέσεώς του για έλλειψη αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του ανωτέρω ισχυρισμού του, είναι αβάσιμη. Συνακόλουθα, ο 1ος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως του πρώτου αναιρεσείοντος B. M., είναι στο σύνολό του, αβάσιμος.