Η 48χρονη κατηγορείται για άμεση συνέργεια σε απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, κατηγορίες για τις οποίες προχθές αργά το βράδυ, το δικαστήριο κάνοντας δεκτούς τους αυτοτελείς ισχυρισμούς των συνηγόρων υπεράσπισης κ.κ. Μηνά Τσέρκη και Νίκου Πατεράκη, την έκρινε ένοχη αναγνωρίζοντάς της τα ελαφρυντικά του προτέρου σύννομου βίου και της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς.
Έτσι στην 48χρονη επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 4 ετών για κάθε πράξη, δηλαδή κατά συγχώνευση συνολική ποινή φυλάκισης 6 ετών η οποία αναστέλλεται επί τριετία (τα αδικήματα είναι με τον παλιό Ποινικό Κώδικα) υπό τον όρο της καταβολής ποσού 10.000 ευρώ στο ίδρυμα «Άγιος Ανδρέας» στη Ρόδο έως τις 30 Μαρτίου 2023. Με την ίδια απόφασή του το δικαστήριο προέβη σε άρση της δέσμευσης του ποσού των περίπου 1,5 εκατομμυρίων ευρώ υπέρ της γαλλικής τράπεζας.
Η υπόθεση που εκτυλίχθηκε πριν από δεκαπέντε χρόνια στο νησί μας, ξεκίνησε να εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό στις 14 Νοεμβρίου 2022, διέκοψε για τις 9 Δεκεμβρίου 2022 και στη συνέχεια για τις 13 Ιανουαρίου 2023 οπότε και ολοκληρώθηκε η διαδικασία και εκδόθηκε η παραπάνω απόφαση με την οποία η 48χρονη κατάφερε να μειώσει την πρωτόδικη ποινή που της είχε επιβληθεί τον Ιανουάριο του 2015, από το Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων Δωδεκανήσου.
Συγκεκριμένα, το πρωτόδικο δικαστήριο είχε κρίνει ένοχη την 48χρονη για τις κατηγορίες της άμεσης συνέργειας σε απάτη και της νομιμοποίησης εσόδων χωρίς τις επιβαρυντικές διατάξεις των νόμων και την είχε καταδικάσει σε συνολική ποινή κάθειρξης 10 ετών και χρηματικό πρόστιμο ύψους 100.000 ευρώ με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη υπό τον όρο της καταβολής εγγυοδοσίας ποσού 20.000 ευρώ.
Στην ίδια υπόθεση κατηγορούνταν και άλλα τρία άτομα, ο διευθυντής της τράπεζας από όπου είχε γίνει η συναλλαγή, ο διευθυντής του υποκαταστήματος και ο ταμίας, οι οποίοι και αθωώθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, η υπόθεση εκτυλίχθηκε τον Οκτώβριο του 2008, όταν στις 10 του μήνα η 48χρονη εμφανίστηκε στην τράπεζα και προσκομίζοντας ένα ιδιωτικό συμφωνητικό που αφορούσε αγοραπωλησία οικογενειακού της ακινήτου, ζήτησε να λάβει έμβασμα ποσού άνω των 4 εκατ. ευρώ.
Πράγματι, η 48χρονη φέρεται να έλαβε σε μετρητά το ποσό του ενός εκατ. ευρώ και σε επιταγές τα υπόλοιπα.
Μερικές μέρες αργότερα η γαλλική τράπεζα ενημέρωσε με μήνυμά της ότι η όλη ιστορία ήταν προϊόν απάτης και άμεσα κινήθηκαν ενέργειες για να μπλοκαριστούν τα χρήματα, μέρος των οποίων ωστόσο είχε ήδη εκταμιευθεί.
Η υπόθεση πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης και στο τέλος Μαρτίου 2009, η 48χρονη προσήχθη ενώπιον του ανακριτή Ρόδου όπου και αρνήθηκε όλα όσα της αποδίδονται, προσκομίζοντας μάλιστα και σχετικά έγγραφα που αποδείκνυαν τους ισχυρισμούς της.
Επίσης, δια μέσου του συνηγόρου της προσκόμισε αποφάσεις του Αρείου Πάγου και άλλα έγγραφα, τονίζοντας τις ακυρότητες που υπάρχουν στη διαδικασία και εξέλιξη της όλης υπόθεσης.
Τελικά με σύμφωνη γνώμη και του αρμόδιου εισαγγελέα η 48χρονη είχε κριθεί προσωρινά κρατούμενη και στις αρχές Μαΐου με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου αφέθηκε ελεύθερη υπό τους όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, της εμφάνισής της κάθε 1η και 16η του μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής της, καθώς και της καταβολής εγγύησης ποσού 50.000 ευρώ.
Για την ίδια υπόθεση την πόρτα του ανακριτή πέρασαν επίσης και οι δύο διευθυντές τραπεζών και ο ταμίας οι οποίοι είχαν αφεθεί ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους και εγγυοδοσία.
Οι δύο διευθυντές αντίστοιχα είχαν αρνηθεί τα όσα τους καταλογίζονται προσκομίζοντας και τα αντίστοιχα αποδεικτικά στοιχεία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, και οι δύο είχαν ισχυριστεί μεταξύ άλλων απολογούμενοι, πως από τη στιγμή που υπήρχε έμβασμα στο όνομα της Ροδίτισσας δεν είχαν δικαίωμα να μην της δώσουν τα χρήματα, ενώ μάλιστα είχαν ζητήσει και την προσκόμιση σχετικών δικαιολογητικών.
Η Ροδίτισσα τους είχε εμφανίσει συμβόλαιο πώλησης ακινήτου της στην Παλιά Πόλη και έτσι παρέλαβε τα χρήματα.