Υ.Υ. και Υ.Υ. κατά Ρωσίας της 08.03.2022 (αρ. προσφ. 43229/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Υποχρέωση των αρχών να συνδράμουν στην εκτέλεση αποφάσεων ανάθεσης επιμέλειας. Δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής.
Οι προσφεύγοντες, μητέρα και γιός αποξενώθηκαν όταν ο πρώην σύζυγος και πατέρας του παιδιού χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα, απήγαγε το παιδί μετά το σχολείο και το «έκρυψε» από την μητέρα. Η μητέρα προσέφυγε στα δικαστήρια που της επιδίκασαν με προσωρινή διαταγή την προσωρινή επιμέλεια και στη συνέχεια με αμετάκλητη απόφαση την οριστική επιμέλεια. Οι αποφάσεις αυτές όμως δεν μπόρεσαν να εκτελεστούν για 2,5 χρόνια λόγω αδυναμίας των δικαστικών επιμελητών και των λοιπών αρμοδίων αρχών να κάνουν τις απαραίτητες ενέργειες.
Το Στρασβούργο διαπίστωσε ότι οι προσπάθειες εκτέλεσης που έκαναν οι δικαστικοί επιμελητές δεν ήταν επαρκείς στην παρούσα υπόθεση για να εξασφαλίσουν την ταχεία εκτέλεση των δικαστικών απόφασεων. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι ρωσικές αρχές παρέλειψαν, ως όφειλαν, να λάβουν, όλα τα μέτρα που εύλογα αναμενόταν για την εκτέλεση των αποφάσεων ανάθεσης προσωρινής και οριστικής επιμέλειας στην πρώτη προσφεύγουσα.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος των προσφευγόντων στο σεβασμό της οικογενειακής τους ζωής, όπως εγγυάται το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και επιδίκασε στην πρώτη προσφεύγουσα ποσό 3.300 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.000 ευρώ για έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες, Υ.Υ. και Y.Y., είναι Ρώσοι υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1983 και το 2011 αντίστοιχα και ζουν στην Αγία Πετρούπολη. Είναι μητέρα και γιος.
Ο γάμος της πρώτης προσφεύγουσας με τον πατέρα του παιδιού λύθηκε το 2014. Αμέσως μετά ο τελευταίος παρέλαβε το παιδί από το σχολείο και αρνήθηκε να το επιστρέψει στη μητέρα του. Με προσωρινή διαταγή αρχικά και με δικαστική απόφαση στη συνέχεια ανατέθηκε η προσωρινή και οριστική αντίστοιχα επιμέλεια στην προσφεύγουσα μητέρα. Ο πατέρας είχε δικαίωμα επικοινωνίας. Η μητέρα δεν μπορούσε να δει το παιδί της για 2,5 χρόνια, η δε προσωρινή διαταγή και η δικαστική απόφαση που επιδίκασαν την επιμέλεια σ΄αυτήν του παιδιού της δεν μπόρεσαν να εκτελεστούν επί 2,5 χρόνια από αδυναμία των δικαστικών επιμελητών να την εκτελέσουν.
Βασιζόμενοι στο άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν παράλειψη εκ μέρους των εθνικών αρχών να εκτελέσουν τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων σχετικά με την οικογενειακή τους κατάσταση.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Οι γενικές αρχές που σχετίζονται με την αξιολόγηση του Δικαστηρίου συνοψίζονται στην υπόθεση Gubasheva and Ferzauli κατά Ρωσίας της 05.05.2020 (αρ. προσφ. 38433/17, §§ 43-44).
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι στις 14 Ιανουαρίου 2016 το Περιφερειακό Δικαστήριο Kuybyshevskiy της Αγίας Πετρούπολης αποφάσισε με προσωρινή διαταγή, εν αναμονή της έκβασης της διαδικασίας ανάθεσης επιμέλειας μεταξύ της πρώτης προσφεύγουσας και του πατέρα του δεύτερου προσφεύγοντος ηλικίας τότε τεσσάρων ετών και δέκα μηνών, ότι το παιδί έπρεπε να διαμένει με την πρώτη προσφεύγουσα, τη μητέρα του. Παρατήρησε περαιτέρω ότι με την απόφαση της 22 Σεπτεμβρίου 2016, η οποία κατέστη ανετάκλητη στις 13 Φεβρουαρίου 2017, το Επαρχιακό Δικαστήριο ανέθεσε στην πρώτη προσφεύγουσα την οριστική επιμέλεια του δεύτερου προσφεύγοντα. Ωστόσο, μόλις στις 8 Αυγούστου 2018, δηλαδή δυόμισι χρόνια αργότερα, οι προσφεύγοντες επανενώθηκαν. Συνεπώς, έπρεπε να καθοριστεί εάν οι εθνικές αρχές έλαβαν όλα τα απαραίτητα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένονται από αυτές για να διευκολύνουν την εκτέλεση των παραπάνω αποφάσεων.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι, μετά από αγωγή της πρώτης προσφεύγουσας, στις 6 Σεπτεμβρίου 2017 το Περιφερειακό Δικαστήριο Meshchanskiy της Μόσχας έκρινε παράνομη την αδράνεια των δικαστικών επιμελητών στη διαδικασία εκτέλεσης κατά την περίοδο μεταξύ Ιανουαρίου 2016 και Ιουλίου 2017 και της επιδίκασε το ποσό των 650 ευρώ για ηθική βλάβη .
Το Δικαστήριο θεώρησε ότι, παρόλο που το εθνικό δικαστήριο αναγνώρισε ρητά ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της πρώτης προσφεύγουσας για σεβασμό της οικογενειακής της ζωής κατά την περίοδο μεταξύ Ιανουαρίου 2016 και Ιουλίου 2017 και της επιδίκασε αποζημίωση για ηθική βλάβη, διατήρησε την ιδιότητα του θύματός της καθώς δεν είχε εξασφαλιστεί η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και οι προσφεύγοντες συνέχισαν να μην ζουν μαζί.
Όσον αφορά την επακόλουθη περίοδο μεταξύ Ιουλίου 2017 και Αυγούστου 2018, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι μεταξύ 26 Ιουλίου και 28 Δεκεμβρίου 2017 έγιναν μόνο δύο προσπάθειες για επανένωση των προσφευγόντων, οι οποίες απέτυχαν και οι δύο λόγω οργανωτικών παραλείψεων: πρώτον, υπήρξε αποτυχία κοινοποίησης του απογράφου για εκτέλεση της απόφασης και, δεύτερον, αποτυχία συντονισμού του μέτρου εκτέλεσης από τις αρμόδιες αρχές. Ενώ κατέστη σαφές κατά τη μεταγενέστερη απόπειρα εκτέλεσης στις 23 Ιανουαρίου 2018 ότι θα περιπλέκονταν από τη συναισθηματική κατάσταση του παιδιού και τον παρατεταμένο χωρισμό από τη μητέρα του, οι δικαστικοί επιμελητές δεν έλαβαν μέτρα για την προετοιμασία του για τις επακόλουθες προσπάθειες εκτέλεσης της απόφασης που πραγματοποιήθηκαν σε σύντομα χρονικά διαστήματα τον Μάιο έως τον Ιούνιο και τον Αύγουστο του 2018. Το Δικαστήριο σημείωσε την παρουσία της αρχής παιδικής μέριμνας και ενός ψυχολόγου κατά τη διάρκεια ορισμένων μέτρων εκτέλεσης. Ωστόσο, δεδομένων των ανεπανόρθωτων συνεπειών που είχε το πέρασμα του χρόνου στη σχέση μεταξύ παιδιού και γονέα, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι προσπάθειες εκτέλεσης που έκαναν οι δικαστικοί επιμελητές δεν ήταν επαρκείς στην παρούσα υπόθεση για να εξασφαλίσουν την ταχεία εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων.
Έχοντας υπόψη τα προαναφερθέντα, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ρωσικές αρχές παρέλειψαν να λάβουν, χωρίς κάποια εύλογη αιτία και με μεγάλη καθυστέρηση, όλα τα μέτρα που εύλογα αναμενόταν να λάβουν για την εκτέλεση της προσωρινής διαταγής της 14 Ιανουαρίου 2016 και της δικαστικής απόφασης της 22 Σεπτεμβρίου 2016, και ως εκ τούτου παραβίασαν το δικαίωμα των προσφευγόντων στο σεβασμό της οικογενειακής τους ζωής, όπως εγγυάται το άρθρο 8.
Κατά συνέπεια, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ομόφωνα παραβίαση του σεβασμού της οικογενειακής ζωής και για τους δύο προσφεύγοντες (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ)
Δίκαιη ικανοποίηση : Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στην πρώτη προσφεύγουσα το ποσό των 3.300 ευρώ για ηθική βλάβη και το ποσό 4.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες (επιμέλεια echrcaselaw.com).