ΤρΔΠρΑθ 1933/2005 Αστική ευθύνη δημοσίου – Τροχαίο ατύχημα – Κακοτεχνίες οδού – Λακούβα οδοστρώματος – Πτώση μοτοσυκλέτας σε τομή οδοστρώματος

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Αστική ευθύνη δημοσίου – Τροχαίο ατύχημα – Κακοτεχνίες οδού – Λακούβα οδοστρώματος – Πτώση μοτοσυκλέτας σε τομή οδοστρώματος – Θανάτωση προσώπου – Χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης – Μέλη οικογένειας – Αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής – Αποζημίωση μελλοντικής ζημίας – Μεταβίβαση απαίτησης στο ΙΚΑ – Εξοδα κηδείας – Στοιχεία ορισμένου αγωγής -.

Τροχαίο ατύχημα οφειλόμενο σε παράνομες πράξεις και παραλείψεις των αρμοδίων οργάνων των εναγομένων, δηλαδή του Δήμου Κρωπίας, της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και του Ελληνικού Δημοσίου, που συνίστανται, ειδικώτερον: α) στην ύπαρξη λακούβας επί του οδοστρώματος σε σημείο της Λεωφόρου, λόγω εκτελέσεως έργων από συνεργείο του Δήμου, χωρίς όμως να ληφθούν τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, β) στην πλημμελή συντήρηση της Λεωφόρου και γ) στη μη λειτουργία του τεχνητού φωτισμού. Αστική ευθύνη του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ. η οποία είναι αντικειμενική, μη εξαρτώμενη, δηλαδή, από την συνδρομή της υπαιτιότητος ή μη του ζημιώσαντος οργάνου, γεννάται ακόμη και όταν παραλείπονται τα προσιδιάζοντα στη συγκεκριμένη υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις των οργάνων αυτών, τα οποία επιβάλλονται από την κειμένη εν γένει νομοθεσία και κανονισμούς, από τα δεδομένα της κοινής πείρας και από τις αρχές της καλής πίστεως. Τα έξοδα κηδείας του θανατωθέντος, ήτοι όλες οι γενόμενες δαπάνες για τον ενταφιασμό του, οι οποίες τελούν σε άμεση σχέση με το θάνατό του και είναι ανάλογες προς την κοινωνική του θέση, δικαιούνται να αξιώσουν από τον υπεύθυνο του θανάτου του, εκείνοι που φέρουν αυτά κατά νόμον, οι οποίοι είναι κληρονόμοι του ή προς διατροφήν υπόχρεοι ή ένας εξ αυτών, εφ’ όσον πράγματι κατέβαλε αυτά, δεδομένου ότι η αξίωση αυτή έχει τον χαρακτήρα αποζημιώσεως και δεν επιδιώκεται με κληρονομικό δικαίωμα, ως στοιχείο της κληρονομίας, ώστε να χωρήσει επιμερισμός με βάση την κληρονομική μερίδα. Σε περίπτωση αναπηρίας ή θανάτωσης ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α. η αξίωση αποζημίωσης του ασφαλισμένου ή των δικαιούχων μελών της οικογενείας του, κατά του υποχρέου, μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στο Ι.Κ.Α. από την ημέρα που γεννήθηκε η σχετική αξίωση. Σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου ο υπόχρεος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει που κατά το νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών. Κρίσιμος για τον υπολογισμό της αποζημιώσεως αυτής ο προσδιορισμός των εισοδημάτων του θανατωθέντος κατά τον τελευταίο καιρό πριν από την θανάτωσή του και της πιθανής εξελίξεως των εισοδημάτων αυτών κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν αυτός ζούσε, για το ορισμένο της σχετικής αγωγής, πρέπει να εκτίθεται στο δικόγραφο, εκτός από τις οικονομικές δυνατότητες του πατέρα και ότι το ίδιο το τέκνο στερείται πόρων και εισοδημάτων επαρκών για τη διατροφή του, γιατί η αξίωση διατροφής προϋποθέτει αδυναμία του τέκνου να διατρέφει τον εαυτό του. Η αποζημίωση που αναφέρετει στο μέλλον και δύναται να οφείλεται, μεταξύ άλλων για στέρηση διατροφής, συνεπεία θανάτου του υποχρέου για την καταβολή αυτής, καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα Ο εν λόγω τρόπος καταβολής αποτελεί τον κανόνα. Εξαιρετικά, όμως μπορεί να καταβληθεί και σε κεφάλαιο εφ’ άπαξ αν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Στην οικογένεια του θύματος, στην οποία επιδικάζεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης περιλαμβάνονται ο σύζυγος και οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανόντος, αδιαφόρως αν συζούσαν με αυτόν ή διέμεναν χωριστά, δηλ. οι κατιόντες, οι ανιόντες και οι αγχιστείας πρώτου βαθμού (γαμβρός και νύφη, πεθερός και πεθερά).

 

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

   ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1933/2005

   ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

   ΤΜΗΜΑ 28ο ΤΡΙΜΕΛΕΣ

   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 29 Σεπτεμβρίου 2004, με δικαστές τις Αθανασία Ζερβάκου – Γκλίνου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ. Δ., Φωτεινή Καρβελά, Μερόπη Τσουλούφη, (εισηγήτρια), Πρωτοδίκες Δ. Δ., και γραμματέα την Αγγελική Σκεύη, δικαστική υπάλληλο,

   για να δικάσει την αγωγή με χρονολογία 15-1-2004,

   των 1) Ε. Π. – Κ. χήρας Μ. Κ., ατομικώς και ως ασκούσα την γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων της.

   α) Γ. Κ. του Μ. β) Θ. Κ. του Μ., κατοίκων απάντων Καλλιθέας Αττικής, οδός Δ. * 2) Ι. Κ. του Μ., κατοίκου Ταύρου Αττικής, οδός Α. Σ. * Πολυκατοικία 3) Ζ. συζ. Ι. Κ., κατοίκου Ταύρου Αττικής ως άνω, για τους οποίους παραστάθηκαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι Νικόλαος Τσώλης και Νίκη Παππά

   κατά των 1) ΟΤΑ με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΚΡΩΠΙΑΣ» που εκπροσωπήθηκε από τον Δήμαρχο αυτού και παραστάθηκε η φερόμενη σαν πληρεξούσια δικηγόρος Μελπομένη Γκότση, 2) Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής που εκπροσωπήθηκε από το Νομάρχη Ανατολικής Αττικής ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο αλλά λογίζεται ότι παραστάθηκε, μετά την υποβολή της από 22-9-2004 δήλωσης ( αρθρ. 29 παρ. 1 ν. 2915/2001 όπως ισχύει) της πληρεξούσιας δικηγόρου Σταματίνας Σκουλά και 3) Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπήθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο αλλά λογίζεται ότι παραστάθηκε, μετά την υποβολή της από 28-9-2004 δήλωσης (αρθρ. 29 παρ. 1 ν. 2915/2001 όπως ισχύει) της Δικαστικής Αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ. Αικατερίνης Κανελλοπούλου.

   Κατά τη συζήτηση, οι διάδικοι που παραστάθηκαν ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά:

   Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

   Η κρίση του είναι η εξής :

   Επειδή, με την κρινομένη αγωγή, για την άσκηση της οποίας κατεβλήθη το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ των Τ.Ν., ΤΑΧΔΙΚ και Τ.Π.Δ.Α. (σχετικώς το υπ’ αριθμ. 9941317/27-9-2004 διπλότυπο εισπράξεως της Δ.Ο.Υ. ΙΘ’ Αθηνών, καθώς και το υπ’ αριθμ. 22701/27-9-2004 γραμμάτιο εισπράξεως Τ.Π.Δ.Α.) και η οποία στρέφεται κατά των α) Δήμου Κρωπίας Νομού Αττικής, β) Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και γ) Ελληνικού Δημοσίου, οι ενάγοντες (συνολικώς τρεις «3» κατά την αναγραφομένη στο δικόγραφο σειρά ), προβάλλοντες ότι οι ως άνω εναγόμενοι ευθύνονται για το τροχαίο ατύχημα εκ του οποίου επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ., συζύγου της πρώτης και πατρός των υπ’ αυτής εκπροσωπουμένων ανηλίκων τέκνων της, υιού δε των δευτέρου και τρίτης των εναγόντων, ζητούν όπως υποχρεωθούν οι εν λόγω εναγόμενοι να καταβάλλουν, έκαστος εις ολόκληρον, τα εξής ποσά : 1) Στην πρώτη, αφ’ ενός ατομικώς 3.474,46 ευρώ και 175.000 ευρώ για έξοδα κηδείας του Μ. Κ. και ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης αντιστοίχως, αφ’ ετέρου για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της Γ. και Θ. Κ. α) για στέρηση διατροφής εκάστου εξ’ αυτών, κατά την ως άνω σειρά, 25.549,30 ευρώ και 49753J90 ευρώ κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως 1-7-2005 και 1-7-2008 αντιστοίχως β) ως χρηματική ικανοποίηση εκάστου εξ αυτών 150.000 ευρώ 2) Σε έκαστο από τους δεύτερο και Τρίτη 115.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Τα ως άνω ποσά ζητούν οι ενάγοντες νομιμοτόκως, με το τρέχον επιτόκιο του τόκου υπερημερίας, από της επιδόσεως της αγωγής και δια αποφάσεως κηρυσσομένης προσωρινώς εκτελεστής.

  1. Επειδή, έκαστος των ως άνω εναγομένων προβάλλει την ένσταση ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως του εις την ανοιγείσα με την άσκηση της κρινομένης αγωγής δίκη. Ως εκ τούτου, πρέπει να ερευνηθεί το ζήτημα αυτό, το οποίο άλλωστε ελέγχεται και αυτεπαγγέλτως.
  2. Επειδή, το κατά την ιστορική βάση της αγωγής τροχαίο ατύχημα εκ του οποίου επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ., έλαβε χώραν περί ώρα 06.05′ της 13-4-2002 στο 2° χιλιόμετρο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης (έμπροσθεν του εργοστασίου «ΠΟΛΥΔΟΜΗ») και εντός της χωρικής αρμοδιότητος του Δήμου Κρωπίας Ν. Αττικής. Όπως προβάλλουν οι ενάγοντες, το τροχαίο τούτο ατύχημα οφείλεται σε παράνομες πράξεις και παραλείψεις των αρμοδίων οργάνων των εναγομένων, δηλαδή του Δήμου Κρωπίας, της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και του Ελληνικού Δημοσίου, που συνίστανται, ειδικώτερον: α) στην ύπαρξη λακούβας επί του οδοστρώματος στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω σημείο της προαναφερομένης Λεωφόρου, λόγω εκτελέσεως έργων από συνεργείο του Δήμου Κρωπίας, χωρίς όμως να ληφθούν τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας ν. 2696/1999), β) στην πλημμελή συντήρηση της ειρημένης Λεωφόρου και γ) στη μη λειτουργία του τεχνητού φωτισμού.
  3. Επειδή, συμφώνως προς την υπ’ αριθμ. ΔΜΕΟ/ε/ο/266/1995 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων «Ανακατάταξη Επαρχιακού Οδικού Δικτύου των Νομών της Χώρας» (ΦΕΚ Β’293 χ η Λεωφόρος Κορωπίου – Βάρης (υπ’ αριθμ. 20 Επαρχιακή Οδός) ανήκει στο Πρωτεύον Επαρχιακό Οδικό Δίκτυο του Νομού Αττικής. Εξ άλλου, με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3155/1955 «Περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών» (ΦΕΚ Α’ 63 ) ορίσθηκε αρχικώς ότι : «Αι επαρχιακοί οδοί κατασκευάζονται, ανακαινίζονται και συντηρούνται υπό των Ταμείων Οδοποιίας των Νομών». Εν συνεχεία, με το άρθρο 1 του ν.δ/τος 3620/1956 (ΦΕΚ Α’ 279 ) ορίσθηκε ότι: «1. Εν τη έδρα εκάστου νομού συνιστάται δια του παρόντος νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμίαν «νομαρχιακον ταμείον………..», φερον το όνομα του νομού, όπερ τελεί υπό την εποπτείαν του Υπουργού των Εσωτερικών. 2. Σκοποί του νομαρχιακού ταμείου είναι η εν τω νομώ : α) εκτέλεσις και συντήρησις έργων (………..) οδοποιίας (………..) β) (……….). γ) (……….)». Με το άρθρο δε 7 του ιδίου ως άνω ν.δ/τος ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής : «Εις το νομαρχιακον ταμείον συγχωνεύεται δυνάμει του παρόντος το ταμείον οδοποίιας νομού (……….)» (παρ. 1 ) «Όπου εν τω νόμω 3155/1955 «περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών» αναφέρεται ταμείον οδοποιίας νομού νοείται το κατά το αρθρ. 1 του παρόντος ν.δ. νομαρχιακον ταμείον, εις το συμβούλιον του οποίου περιέρχεται άπασα η δικαιοδοσία και αρμοδιότης της διοικούσης επιτροπής του ταμείου οδοποιίας νομού» (παρ. 3). Ακολούθως, με το άρθρο 36 του ν. 2218/1994, ως ετροποποιήθη δια των άρθρων 6 παρ. 18 του ν. 2240/1994 και 13 παρ. 2 του ν. 2297/1995 ( άρθρο 103 του κωδικοποιητικού π.δ/τος 103/1996 – ΦΕΚ Α’ 21), καταργήθησαν, μεταξύ άλλων, τα νομαρχιακά ταμεία ( παρ. 1 ) και οι αρμοδιότητες των ταμείων τούτων περιήλθαν μετά την κατάργηση αυτών στην κατά τόπον αρμοδίαν νομαρχιακή αυτοδιοίκηση (παρ. 2 ), η οποία αποτελεί, κατά το άρθρο 1 του νόμου τούτου (ν. 2218/1994 ) δευτέρα βαθμίδα οργανώσεως τοπικής αυτοδιοικήσεως, έχει δε, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του αυτού νόμου, τη μορφή κατά τόπον αυτοδιοικουμένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (βλ. Σ.τ.Ε. 887/1997, 5826/1995 κ.α. ).
  4. Επειδή, εξ άλλου, με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 679/1977 (ΦΕΚ Α’ 245) το οποίο τροποποιήθηκε εν συνεχεία με το άρθρο 23 παρ. 1 του ν. 1418/1984 (ΦΕΚ Α’ 23), χορηγήθηκε νομοθετική εξουσιοδότηση προς έκδοση προεδρικών διαταγμάτων, με τα οποία «συνιστώνται προσωρινώς, εις περιπτώσεις εκτελέσεως ειδικών σημαντικών έργων, Ειδικαί Υπηρεσίαι Δημοσίων Έργων ( Ε.Υ.Δ.Ε. ), υπαγόμενοι απ’ ευθείας εις το Υπουργείον Δημοσίων Έργων», στις οποίες ανατίθεται η άσκηση αρμοδιοτήτων 1933/2005 Διευθυνούσης Υπηρεσίας των ανωτέρω έργων και στις οποίες είναι, επίσης, δυνατόν να ανατεθεί η άσκηση προσθέτων αρμοδιοτήτων ως προς τα έργα αυτά, όπως η άσκηση «αρμοδιοτήτων Προϊσταμένης Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις για την εκτέλεση των δημοσίων έργων». Βάσει της εξουσιοδοτήσεως αυτής, εξεδόθη το π.δ/γμα 159/2000 ( ΦΕΚ Α’ 139 ), με το οποίο συνεστήθη «Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων για τη μελέτη και κατασκευή Ειδικών Συγκοινωνιακών Έργων του Λεκανοπεδίου Αττικής (Ε.Υ.Δ.Ε./Ε.Σ.Ε.Α. )». Το εν λόγω π.δ/γμα απαριθμεί, στην παράγραφο 1 του άρθρου 1, τα ειδικά συγκοινωνιακά έργα που υπάγονται στην αρμοδιότητα της ΕΥΔΕ/ΕΣΕΑ και μεταξύ των έργων αυτών διαλαμβάνει τον «Οδικό Aξονα Βάρης – Κορωπίου» (περιπτ. ιέ’), ενώ στην παράγραφο 4 του αυτού άρθρου 1 ορίζει τα εξής : «Για τους άξονες των οδικών έργων στους οποίους εκτελούνται έργα με ευθύνη της ΕΥΔΕ/ΕΣΕΑ σύμφωνα με το παρόν Διάταγμα, η αρμοδιότητα συντήρησης και μικρών βελτιώσεων στα ήδη υφιστάμενα τμήματα των αξόνων εξακολουθεί να ανήκει στις αρμόδιες, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, Τεχνικές Υπηρεσίες του Κράτους».
  5. Επειδή, η κρινόμενη αγωγή, έχουσα το κατά τα προεκτεθέντα περιεχόμενο, παραδεκτώς στρέφεται κατά των εναγομένων Δήμου Κρωπίας Νομού Αττικής, Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και Ελληνικού Δημοσίου.
  6. Επειδή, ειδικώτερον, όσον αφορά τον Δήμο Κρωπίας, στην κατ’ άρθρον 129 παρ. 1 του Κ. Διοικ. Δικ. έκθεση απόψεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής (υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2540/25-5-2004 ) σημειώνονται τα εξής: Εν όψει του ότι με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2501/10/190-δ/17-4-2002 έγγραφο του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας προς την υπηρεσία του Τμήματος Κατασκευών της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της ως άνω Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ( σχετικώς και το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2501/10/190-α/13-4-2002 έγγραφο του ιδίου Τμήματος Τροχαίας, που περιήλθε στην ως άνω υπηρεσία την 18-4-2002), το μεν επισημαίνετο ο σοβαρός κίνδυνος προσκλήσεως τροχαίων ατυχημάτων από την μη αποκατασταθείσα εισέτι λακούβα του οδοστρώματος στο ρεύμα πορείας Κορωπίου – Βάρης (έμπροσθεν του εργοσταίου «ΠΟΛΥΔΟΜΗ»), που κατά πιθανότητα ενήχετο στο θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα του Μ. Κ., το δε εζητείτο παρακλητικώς η άμεση αποκατάσταση του οδοστρώματος στο συγκεκριμένο σημείο με κάλυψη ασφαλτοτάπητα, η ανωτέρω υπηρεσία ανεζήτησε τα αίτια δημιουργίας της λακούβας αυτής. Ούτω, την 19-4-2002, η εν λόγω υπηρεσία πληροφορήθηκε τηλεφωνικώς από υπάλληλο του Ο.Τ.Ε. -(  τον ίδιο χρόνο εκτελούντο εργασίες στην υπ’ όψιν Λεωφόρο από τον Ο.Τ.Ε.) – ότι η προαναφερόμενη λακούβα έγινε από συνεργείο του Δήμου Κρωπίας, προκειμένου να επισκευασθεί ο υφιστάμενος στο σημείο αυτό αγωγός υδρεύσεως που παρουσίαζε βλάβη. Κατά την αυτοψία δε, που διενήργησε αμέσως ( 19-4-2002 ) η ειρημένη υπηρεσία στο υποδειχθέν κατά τα ανωτέρω σημείο της Λεωφόρου, διεπιστώθη η ύπαρξη ενός μεγάλου λάκκου, ο οποίος (ήταν πρόχειρα καλυμμένος με υλικά οδοστρωσίας (3Α) και επ’ αυτών υπήρχε ταμπέλα με την ένδειξη «Δήμος Κρωπίας» (σχετικώς, προσκομίζονται δύο φωτογραφίες από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο). Κατά την 22-4-2002 επακολούθησε νέα αυτοψία της ιδίας υπηρεσίας και, αυθημερόν, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2042/22-4-2002 έγγραφο, πλην άλλων, εκάλεσε τον Δήμο Κρωπίας να μεριμνήσει για την άμεση αποκατάσταση του οδοστρώματος στο προαναφερόμενο σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης. Τελικώς, ο εν λόγω Δήμος προέβη στην υποδειχθείσα δια του ως άνω εγγράφου ενέργεια. Εν όψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέα ως ερειδομένη επί εσφαλμένης εκδοχής η προβαλλόμενη δια του υπομνήματος ένσταση του Δήμου Κρωπίας περί της ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως του και της εις την παρούσα δίκη, κατά τους ισχυρισμούς του, σχετικής νομιμοποιήσεως μόνον της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, ως εχούσης την αρμοδιότητα συντηρήσεως της προμνησθείσης Λεωφόρου. Σημειωτέον δε ότι ο εναγόμενος Δήμος, όχι μόνον δεν κατέθεσε έκθεση απόψεων, αν και υποχρεούται προς τούτο (άρθρο 129 παρ. 1 Κ. Διοικ. Δικ.), αλλά και αντιπαρέρχεται σιγή το γεγονός ότι η λακούβα στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, που κατά το ιστορικό της αγωγής ενέχεται στο θανατηφόρο ατύχημα του Μ. Κ.,•έγινε από συνεργείο αυτού.
  7. Επειδή, όσον αφορά την παθητική νομιμοποίηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής, δεδομένου ότι, ως ελέχθη, το κατά την ιστορική βάση της αγωγής θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα του Μ. Κ. σημειώθηκε στο 2° χιλιόμετρο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, η οποία, συμφώνως προς τις προεκτεθείσες διατάξεις (4η σκέψη), αποτελεί την υπ’ αριθμ. 20 επαρχιακή οδό του πρωτεύοντος επαρχιακού δικτύου του Ν. Αττικής και η αρμοδιότητα της συντηρήσεως της ανήκει εις αυτήν ( βλ. σχετικώς και το υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2042/22-4-2002 έγγραφο του Τμήματος Κατασκευών της Διευθύνσεως Τεχνικών υπηρεσιών της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ). Σημειωτέον δε ότι συμφώνως προς το προμνημονευόμενο π.δ/γμα 159/2000 (5η σκέψη ) η κατά τα ανωτέρω αρμοδιότητα της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως διετηρήθη υπέρ αυτής και δεν μεταβιβάσθηκε στην Ε.Υ.Δ.Ε. /Ε.Σ.Ε.Α. («Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων για την μελέτη και κατασκευή Ειδικών Συγκοινωνιακών Έργων του Λεκανοπεδίου Αττικής») ή στην Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ («Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων Ελεύθερη Λεωφόρος Ελευσίνας – Σταυρού – Α/Δ Σπάτων και Δυτική Περιφερειακή Λεωφόρος Υμηττού – Γέφυρα Ρίου – Αντίρριου ), όπως αυτή (Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ) αβασίμως υπολαμβάνει. Αντίθετο συμπέρασμα δε, δεν μπορεί επ’ ουδενί να συναχθεί από το ότι η αρμοδία υπηρεσία της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως (Τμήμα Κατασκευών της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών ), συμφώνως προς την κατ’ άρθρο 129 παρ. 1 έκθεση απόψεων της, το μεν είχε διαβιβάσει προς την Ε.Υ.Δ.Ε. / ΣΕ.ΡΑ, δια του υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 165/21-1-2002 εγγράφου, τα υπ’ αριθμ. πρωτ. 2501/10/160/14-12-2001 και 2501/10/162/19-12-2001 έγγραφα του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας, προκειμένου η Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ να καλύψει τις υποδειχθείσες δια των εγγράφων αυτών λακούβες του οδοστρώματος στο πρώτο τμήμα της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, το δε παρέπεμπε τους ενδιαφερομένους φορείς (π.χ. Ο.Τ.Ε. ) για την χορήγηση αδειών τομής του οδοστρώματος της υπ’ όψιν Λεωφόρου στην Ε.Υ.Δ.Ε. / Ε.Σ.Ε.Α. ή στην Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ. Και τούτο διότι εφ’ όσον στις αρμοδιότητες της μεν Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ ενέπιπτε, πλην άλλων, η εργολαβία ανακατασκευής του ασφαλτοτάπητα, καθώς και η οριζόντια διαγράμμιση της ως άνω Λεωφόρου (σχετικώς, τα υπ’ αριθμ. πρώτ. 4514/28-12-2001 και Α/6/17/10/33/42131/16-4-2002 έγγραφα της Ε.Υ.Δ.Ε./Ε.Σ.Ε.Α. και Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ αντιστοίχως), της δε Ε.Υ.Δ.Ε./Ε.Σ.Ε.Α. ενέπιπτε η εργολαβία αναβαθμίσεως της ιδίας Λεωφόρου( σχετικώς, η κατ’ άρθρον 129 παρ. 1 έκθεση απόψεων του Ελληνικού Δημοσίου ) και ανεξαρτήτως της εκτιμήσεως ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο οι προαναφερόμενες εργολαβίες δεν ευρίσκοντο εν εξελίξει στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω τμήμα της Λεωφόρου αυτής (βλ. σχετικώς τα προμνημονευόμενα έγγραφα και την έκθεση απόψεων του Ελληνικού Δημοσίου ), ήταν επόμενο οι ανωτέρω υπηρεσίες να προβαίνουν κατά περίπτωση σε ορισμένες ενέργειες (κάλυψη λακούβων του οδοστρώματος, χορήγηση αδείας εκσκαφών στον Ο.Τ.Ε. για την κατασκευή δικτύου), ώστε να μην υπάρχει εμπλοκή στα προγραμματιζόμενα έργα (βλ. σχετικώς την έκθεση απόψεων της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως). Το γεγονός όμως αυτό δεν σημαίνει ούτε «υφαρπαγή» αρμοδιότητος της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, όπως εσφαλμένως θεωρούν οι ενάγοντες, αλλά ούτε και απαλλαγή της τελευταίας από την υποχρέωση επιβλέψεως και συντηρήσεως της υπ’ όψιν Λεωφόρου, όπως αυτή αβασίμως απολαμβάνει. Από την εν λόγω υποχρέωση δεν απαλλάσσεται η εναγόμενη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ακόμη και εάν, κατά τους ισχυρισμούς της, το έργο της πρώτης εργολαβίας (ανακατασκευή ασφαλτοτάπητα) δεν είχε παραληφθεί οριστικώς κατά τον κρίσιμο χρόνο. Και τούτο διότι, ανεξαρτήτως της εκτιμήσεως ότι το θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα του Μ. Κ. δεν επήλθε από κάποια – κακοτεχνία της ως άνω εργολαβίας, η κατ’ άρθρα 105 – 106 του Εισ Ν.Α.Κ. ευθύνη της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής, λόγω της κατά τα ανωτέρω υποχρεώσεως της, είναι αυτοτελής. Κατά συνέπειαν, είναι απορριπτέα ως αβάσιμη η προβαλλόμενη υπ’ αυτής ένσταση περί της ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως της και της εις την παρούσα δίκη σχετικής νομιμοποιήσεως μόνον του Δήμου Κρωπίας και του Ελληνικού Δημοσίου.
  8. Επειδή, όσον αφορά την παθητική νομιμοποίηση του Ελληνικού Δημοσίου, δεδομένου ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο ευρίσκοντο εν εξελίξει οι εργασίες «οδοφωτισμού» της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, οι οποίες εκτελούντο από τις αρμόδιες υπηρεσίες Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ και Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. (Διεύθυνση Κατασκευής Έργων και Συντήρησης Οδών) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. Το συμπέρασμα δε αυτό συνάγεται από τα εξής στοιχεία: 1) το υπ’ αριθμ. πρωτ. Α/6/17/11/05/42358/1-5-2002 έγγραφο της Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ με αποδέκτη την εναγομένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ( Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών -Τμήμα Κατασκευών ), όπου μεταξύ των αναφερομένων εργασιών που εκτελέσθηκαν στην Λεωφόρο Κορωπίου – Βάρης σε συνεργασία με τη Δ.Κ.Ε.Σ.Ο., κατόπιν εγκρίσεως των σχετικών μελετών από τη Δ.Μ.Ε.Ο. (Διεύθυνση Μελετών Έργων Οδών), περιλαμβάνονται και οι εργασίες του «οδοφωτισμού», ενώ στο ίδιο έγγραφο σημειώνεται ότι η Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. είναι η υπηρεσία του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. που συντηρεί λεωφοριοδρόμους και τοποθετεί φωτεινές σηματοδοτήσεις. 2) το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2635/18-3-2003 έγγραφο της Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. με αποδέκτη την εναγομένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Με το έγγραφο αυτό, κατόπιν των σημειώσεων α) ότι στην εν λόγω Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ανήκει η αρμοδιότητα της συντηρήσεως και της εξοφλήσεως των λογαριασμών δαπάνης ηλεκτρικής ενέργειας των δικτύων ηλεκτροφωτισμού του οδικού άξονα Κορωπίου – Βάρης – Βουλιαγμένης, ως εκ του χαρακτηρισμού τούτου ως η υπ’ αριθμ. 20 Επαρχιακή Οδός, β) ότι η Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. είναι αρμοδία για την συντήρηση των δικτύων ηλεκτροφωτισμού μόνον ορισμένων τμημάτων του εθνικού οδικού δικτύου του Νομού Αττικής, γ) ότι με το έργο ΣΗΜ – 2/2000 «Συμπλήρωση, βελτίωση και συντήρηση εγκαταστάσεων οδικού ηλεκτροφωτισμού αρμοδιότητας Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. στις Νότιες και Ανατολικές περιοχές του Λεκανοπεδίου Αττικής» πραγματοποιήθηκαν από τη Δ.Κ. Ε. Σ.Ο. εργασίες βελτιώσεως του δικτύου ηλεκτροφωτισμού του οδικού άξονα Βάρης -Κορωπίου και δ) ότι μετά την οριστική παραλαβή του ανωτέρου έργου οι υποχρεώσεις της Δ.Κ.Ε.Σ.Ο., σχετικά με την συντήρηση των τμημάτων του δικτύου ηλεκτροφωτισμού του εν λόγω οδικού άξονα, έχουν λήξει, εκλήθη η ειρημένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση να αναλάβει την συντήρηση και εξόφληση των λογαριασμών δαπάνης ηλεκτρικής ενέργειας των δικτύων ηλεκτροφωτισμού της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης κατόπιν υπογραφής με τη Δ.Ε.Η. των σχετικών συμβολαίων των ηλεκτρικών παροχών. 3) τα υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 293/οικ/20-1-2003, Τ.Υ. 494/οικ./28-1-2003, Τ.Υ. 829/οικ./11-2-2003 έγγραφα του Τμήματος ΤΕ της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, τα οποία απευθύνονται προς την Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. και δια των οποίων ζητείται η αποκατάσταση της λειτουργίας του υπάρχοντος δικτύου ηλεκτροφωτισμού σε δάφορα τμήματα λεωφόρων της αρμοδιότητος της, μεταξύ των οποίων και η Λεωφόρος Βάρης – Κορωπίου. 4) τα υπ’ αριθμ. πρωτ. 771/17-4-2003 και Τ.Υ. 3881/19-6-2003 έγγραφα του Νομάρχη της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, τα οποία απευθύνονται προς την Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ., με κοινοποίηση, μεταξύ άλλων, προς τη Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. Με τα έγγραφα αυτά, εν όψει του προαναφερθέντος εγγράφου της τελευταίας αυτής υπηρεσίας, επισημαίνονται ότι, μέχρι της λήψεως του εν λόγω εγγράφου, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής δεν έχει προβεί σε συντήρηση και εξόφληση λογαριασμών ηλεκτροφωτισμού, καθ’ όσον στερείται συνεργείου αμέσου επεμβάσεως αλλά, κυρίως, σχετικών πιστώσεων και ότι αδυνατεί να αναλάβει την ανωτέρω υποχρέωση για τη Λεωφόρο Κορωπίου – Βάρης, η οποία εκτείνεται σε μήκος 12 χιλιομέτρων περίπου και η οποία, λόγω της προσβάσεως της στο Αεροδρόμιο Σπάτων, απαιτεί συνεχή και άπλετο φωτισμό. 5). Το υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2909/8-1-2004 έγγραφο του Τμήματος Κατασκευών της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της ειρημένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, το οποίο απευθύνεται προς το Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. και στο οποίο διαλαμβάνονται οι ίδιες επισημάνσεις των αμέσως ανωτέρω εγγράφων. Εξ άλλου, πρέπει να σημειωθεί, ότι το Ελληνικό Δημόσιο με την κατ’ άρθρον 129 παρ. 1 του Κ. Διοικ. Δικ. έκθεση απόψεων, καθώς και το υπόμνημα του, εν πολλοίς αναφερόμενο στην αρμοδιότητα της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως για την συντήρηση της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης αλλά και στην έναρξη εκτελέσεως του έργου αναβαθμίσεως του τμήματος της Λεωφόρου αυτής, όπου έλαβε χωράν το θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα του Μ. Κ., κατά τον Σεπτέμβριο του 2002, αντιπαρέρχεται το κατά την ιστορική βάση της αγωγής ζήτημα της μη λειτουργίας του τεχνητού φωτισμού κατά τον χρόνον του ατυχήματος, ισχυριζόμενο απλώς και μόνο ότι δεν έχει απολύτως καμμία ευθύνη και ότι και ως προς το ζήτημα τούτο, δηλαδή της μη λειτουργίας του τεχνητού φωτισμού, ευθύνεται η ειρημένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Ούτω, όμως, και εν όψει των προαναφερομένων εγγράφων της Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ και Δ.Κ.Ε.Σ.Ο., το Ελληνικό Δημόσιο κατά παράβαση των αρχών της Χρηστής Διοικήσεως και της καλής πίστεως επιχειρεί να μετατοπίσει την κατ’ άρθρον 105 Εισ. Ν.Α.Κ. ευθύνη του για την μη λειτουργία του τεχνητού φωτισμού κατά τον κρίσιμο χρόνο, εν όψει της εκτελέσεως του σχετικού έργου υπό των ανωτέρω υπηρεσιών. Και τούτο, όχι μόνον διότι παραλείπει οποιαδήποτε αναφορά στις εργασίες του «οδοφωτισμού» που ευρίσκοντο εν εξελίξει κατά τον κρίσιμο χρόνο, αλλά και διότι αποφεύγει επιμελώς να αναφέρει ότι και πριν από την έναρξη των εν λόγω εργασιών η συντήρηση του τεχνητού φωτισμού της υπ’ όψιν Λεωφόρου διενεργείτο από την Δ.Κ.Ε.Σ.Ο., καθ’ όσον το συμπέρασμα τούτο συνάγεται αβίαστα από τα προαναφερόμενα έγγραφα του Νομάρχη, καθώς και του Τμήματος Κατασκευών της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως. Κατά συνέπειαν, είναι απορριπτέα ως αβάσιμη η υπό του Ελληνικού Δημοσίου προβαλλόμενη ένσταση περί της ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως του και της εις την παρούσα δίκη σχετικής νομιμοποιήσεως μόνον της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής.
  9. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω και εφ’ όσον για την άσκηση της κρινομένης αγωγής ετηρήθησαν οι νόμιμες διαδικαστικές προϋποθέσεις, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί κατ’ ουσίαν, απορριπτόμενης ως αβασίμου της περί αοριστίας της εν λόγω αγωγής προβαλλόμενης ενστάσεως του Ελληνικού Δημοσίου. Τούτο διότι η υπό κρίση αγωγή διαλαμβάνει τα απαιτούμενα κατ’ άρθρον 73 του Κ. Διοικ. Δικ. στοιχεία, ενώ δεν καθίσταται αυτή αόριστη εκ της μη αναγραφής της ταχύτητας της μοτοσυκλέτας του Μ. Κ. και αν τα φώτα της μοτοσυκλέτας αυτής ήταν αναμμένα, όπως αβασίμως θεωρεί το Ελληνικό Δημόσιο, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά, τα οποία δεν απαιτούνται για το ορισμένο της αγωγής, προκύπτουν από τη δικογραφία και υπόκεινται στην ελεύθερη εκτίμηση του Δικαστηρίου.
  10. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου, κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη η η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. (……..)», στο δε άρθρο 106 του ιδίου Εισ. Ν.Α.Κ. ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις των δύο προηγουμένων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ. ή από παραλείψεις οφειλομένων νομίμων υλικών ενεργειών αυτών, εφ’ όσον απορρέουν από την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και δεν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν. π. δ. δ., ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα του οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων ( ΑΕΔ 5/1995, Σ.τ.Ε. 3042/1992 Ολομ., 740/2001, 842, 1381, 2463/1998, 4372/1997, 3308/1996). Η προβλεπόμενη δε υπό των ως άνω διατάξεων ευθύνη του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ. η οποία είναι αντικειμενική, μη εξαρτώμενη, δηλαδή, από την συνδρομή της υπαιτιότητας ή μη του ζημιώσαντος οργάνου (βλ. Α.Π. 266/1982 Ολομ.,382/2001 γεννάται, κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων ακόμη και όταν παραλείπονται τα προσιδιάζοντα στη συγκεκριμένη υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις των οργάνων αυτών, τα οποία επιβάλλονται από την κειμένη εν γένει νομοθεσία και κανονισμού από τα δεδομένα της κοινής πείρας και από τις αρχές της καλής πίστεως (Σ.τ.Ε. 1223/2002, 3102/1999, 4476, 347/1997, 3308/1996). Για τη θεμελίωση δε της ανωτέρω ευθύνης απαιτείται να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της κατά τα ανωτέρω παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσης ζημίας ( Σ.τ.Ε. 1749/2003, 1223/2002, 3631-30/2001, 4476, 3587, 347/1997 κ.α.). Περαιτέρω, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως κατά τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται, εφ’ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, σε αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας, δύνανται, επιπλέον, να επιδικάσουν, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, εύλογη χρηματική ικανοποίηση στην οικογένεια αυτού λόγω ψυχικής οδύνης κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 932 εδαφ. γ’ του Αστικού Κωδικός ( Σ.τ.Ε. 1223/2002).
  11. Επειδή, στο άρθρο 9 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ν. 2696/1999, ΦΕΚ Α’ 57), υπό τον τίτλο «Σήμανση των εργασιών που εκτελούνται στις οδούς”, ορίζονται τα εξής : «1. Όταν εκτελούνται στις οδούς εργασίες, τοποθετούνται σε κατάλληλες θέσεις όλες οι πινακίδες σήμανσης που απαιτούνται κατά περίπτωση (κινδύνου, ρυθμιστικές, πληροφορικές ), κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του παρόντος Κώδικα. 2. Επιπλέον της κατά την προηγούμενη παράγραφο σήμανσης, τα όρια των επί του οδοστρώματος εκτελούμενων εργασιών ή οι χώροι εναπόθεσης υλικών πρέπει να επισημαίνονται με την τοποθέτηση συνεχών ή διακεκομμένων εμποδίων, τα οποία να έχουν εναλλασσόμενες λωρίδες ερυθρού και λευκού χρώματος. Κατά τη νύκτα δε, αν τα εμπόδια δεν είναι αντανακλαστικά, με φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία (…)και σταθερά φώτα πρέπει να είναι χρώματος ερυθρού, αν δε χρησιμοποιηθούν φώτα τα οποία αναβοσβήνουν, πρέπει να έχουν χρώμα βαθύ κίτρινο (…………). 3. Τα μέσα σήμανσης των προηγούμενων παραγράφων τοποθετούνται με μέριμνα και ευθύνη των εργοληπτών ή των εκτελούντων τις εργασίες, σε περίπτωση δε που οι εργασίες εκτελούνται απολογιστικά, από τον επιβλέποντα το έργο. Οι φορείς που κατασκευάζουν τα διάφορα έργα στις οδούς ή αναθέτουν την κατασκευή τους σε τρίτους υποχρεούνται να ελέγχουν την τοποθέτηση των μέσων σήμανσης. 4. (………). 5. Αυτός που παραλείπει την τοποθέτηση και συντήρηση των πιο πάνω μέσων σήμανσης, ως και αυτός που τα τοποθετεί πλημμελώς, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πενήντα χιλιάδων ( 50.000 ) δραχμών». Στο δε άρθρο 47 του αυτού Κώδικα, υπό τον τίτλο «Εργασίες και εναπόθεση υλικών στις οδούς» ορίζονται τα εξής : «1. Αυτοί που εκτελούν έργα και εναποθέτουν υλικά και εργαλεία στις οδούς υποχρεούνται: α) Να εκτελούν το έργο και να εναποθέτουν τα υλικά και τα εργαλεία κατά τρόπο, που να μην παρεμποδίζει την κυκλοφορία. Αν η παρεμπόδιση δεν μπορεί να αποφευχθεί επιβάλλεται να επισημαίνονται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 του Ι παρόντος Κώδικα, οι χώροι εκτέλεσης του έργου και τα υλικά. β) Να περιφράσσουν τα ορύγματα ή άλλους επικίνδυνους για την κυκλοφορία χώρους των έργων και επισημαίνουν αυτούς κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος Κώδικα 2 (………..) 3. Οποιαδήποτε τομή ή εκσκαφή οδοστρώματος, ερείσματος, πεζόδρομου ή πεζοδρομίου εθνικής, επαρχιακής, δημοτικής ή κοινοτικής οδού, η οποία είναι απαραίτητη για την κατασκευή έργου, που εκτελείται από επιχείρηση κοινής ωφέλειας, οργανισμό, νομικό ή φυσικό πρόσωπο, επιτρέπεται να γίνει μόνο ύστερα από άδεια της αρμόδιας για την συντήρηση της οδού υπηρεσίας, η οποία θεωρείται πριν από την έναρξη των εργασιών από την αρμόδια Αστυνομική Αρχή. Στην άδεια αυτήν ορίζεται ο χρόνος μέσα στον οποίο θα ενεργείται η πλήρης αποκατάσταση της φθοράς του οδοστρώματος από την επιχείρηση ή το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εκτελείται το έργο. Οι αρμόδιες υπηρεσίες συντήρησης των οδών υποχρεούνται, μετά την παρέλευση της προθεσμίας η οποία ορίζεται στην άδεια, να αποκαθιστούν τις γενόμενες φθορές και να καταλογίζουν τη σχετική δαπάνη σε βάρος του οργανισμού, της επιχείρησης ή του προσώπου που εκτελεί ή για λογαριασμό του οποίου εκτελείται το έργο, κατά τις διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων 4. (………..) 5 (………..). Αυτός που παραβαίνει τις λοιπές διατάξεις του άρθρου αυτού ( δηλαδή τις διατάξεις των παρ. 1 και 3) (…………….), εφ’ όσον από άλλη διάταξη δεν προβλέπεται αυστηρότερη ποινή, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός ( 1 ) έτους».
  12. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας, τους εκατέρωθεν προβαλλόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο Μ. Κ., σύζυγος της πρώτης των εναγόντων, πατέρας των υπ’, αυτής εκπροσωπουμένων ανηλίκων τέκνων της Γ. και Θ. Κ., και υιός των υπολοίπων, που είχε γεννηθεί στην Νέα Ιωνία του Νομού Αττικής το έτος 1954 και κατοικούσε στο Δήμο Καλλιθέας του ιδίου Νομού (σχετικώς, το υπ’ αριθμ. πρωτ. 17741/4/18-4-2002 πιστοποιητικό του Τμήματος Δημοτολογίου της Διεύθυνσης Δημοτικής Κατάστασης του ως άνω Δήμου), την 13-4-2002 και περί ώραν 06.05′, μετά την λήξη του ωραρίου της εργασίας του στο Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», επέστρεφε στην οικία του οδηγώντας την υπ’ αριθμ. ΥΒΗ – * μοτοσυκλέτα (σχετικώς, η υπ’ αριθμ. 312972/30-3-1983 άδεια ικανότητος οδηγού μοτοσυκλετών και μοτοποδηλάτων, κατηγορίας Α’). Ούτω, και ενώ εκινείτο επί της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης με κατεύθυνση 15 προς Βάρη, στο 2° χιλιόμετρο της Λεωφόρου αυτής ( έμπροσθεν του εργοστασίου «ΠΟΛΥΔΟΜΗ» ) και εντός της χωρικής αρμοδιότητος του Δήμου Κρωπίας, έπεσε σε λακούβα ( τομή ) του οδοστρώματος μήκους 3,30, πλάτους 1,20 και βάθους 0,10 μέτρων αντιστοίχως, που υπήρχε στο δεξιό μέρος αυτού ( οδοστρώματος ), και η οποία δεν ήταν εμφανής, αφού ο μεν φυσικός φωτισμός, λόγω της χρονικής στιγμής (ξημερώματα), δεν ήταν επαρκής, ο δε τεχνικός φωτισμός δεν λειτουργούσε. Αποτέλεσμα της πτώσεως αυτής ήταν η μοτοσυκλέτα να εκτραπεί της πορείας της και να ανατραπεί, ταυτοχρόνως δε ο Μ. Κ. να εκτιναχθεί και να παρασυρθεί από το αντιθέτως διερχόμενο αυτοκίνητο Ε.Ι.Χ. με αριθμό κυκλοφορίας ΥΚΜ – *, που οδηγούσε ο Ι. Ζ., ενώ, άλλωστε, η μοτοσυκλέτα μετά την σύγκρουση της με το ως άνω αυτοκίνητο εσύρθη σε απόσταση 24 μέτρων. Από το ανωτέρω γεγονός επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ., συνεπεία βαρύτατων κακώσεων κεφαλής, αυχένος, θώρακος, κοιλίας, λεκάνης και αριστερού κάτω άκρου ( σχετικώς, η υπ’ αριθμ. 708/9-5-2002 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας – νεκροτομίας του Ιατροδικαστή Αθηνών Φ.Κ., καθώς και η υπ’ αριθμ. 147/9-5-2002 εργαστηριακή έκθεση τοξολογικής εξέτασης, τα αποτελέσματα της οποίας απέβησαν αρνητικά. Οι εν λόγω εκθέσεις συνετάχθησαν εις εκτέλεση της υπ’ αριθμ. 1020/37026/ιβ/13-4-2002 σχετικής παραγγελίας του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας). Κατά την αυτοψία του ροχαίου ατυχήματος που διενεργήθηκε υπό του αρμοδίου οργάνου του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας του Τμήματος Οδικών Τροχαίων Ατυχημάτων της Διευθύνσεως Τροχαίας Αττικής, συνταχθέντων προς τούτο της από 13-4-2002 σχετικής εκθέσεως και του επισυναφθέντος εις αυτήν σχεδιαγράμματος, εκτός των προεκτεθέντων ( δηλαδή, περί της πορείας των οχημάτων, της τομής του οδοστρώματος και των διαστάσεων της, της περιγραφής του ατυχήματος ), αλλά και των θέσεων στις οποίες ευρέθησαν τα ως άνω οχήματα, καθώς και ο Μ.      Κ. μετά το ατύχημα ( βλ. σχετικώς το ειρημένο σχεδιάγραμμα ), διεπιστώθησαν ακόμη τα εξής : α) η Λεωφόρος Κορωπίου – Βάρης, η οποία είναι διπλής κατευθύνσεως με μία λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, καθώς και ευθεία στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο, έχει στο ίδιο σημείο πλάτος οδοστρώματος και χωμάτινου ερείσματος 7,20 και 3,50 μέτρα αντιστοίχως, β) το ατύχημα σημειώθηκε τα ξημερώματα και ο φωτισμός δεν ήταν επαρκής, ενώ δεν λειτουργούσε και ο τεχνητός φωτισμός, γ) ο καιρός ήταν βροχερός και η κατάσταση της οδού ήταν υγρή λόγω προηγηθείσης βροχοπτώσεως δ) η κίνηση των οχημάτων ήταν συνεχής και το όριο της επιτρεπομένης ταχύτητας, βάσει των πινακίδων Π – 32, ήταν στο μεν ρεύμα κυκλοφορίας προς Βάρη 70 χιλ./ώρα, στο δε ρεύμα κυκλοφορίας προς Κορωπί 60 χιλ./ώρα ε) αμφότερα τα οχήματα υπέστησαν ζημιές και, συγκεκριμένα, το μεν αυτοκίνητο στο εμπρόσθιο αριστερό μέρος, η δε μοτοσυκλέτα στην αριστερή πλευρά. Συμφώνως προς την ιδία ως έκθεση αυτοψίας δεν ευρέθησαν ίχνη τροποπεδήσεως επί της οδού, ενώ στα απεικονιζόμενα σημεία του προμνησθέντος σχεδιαγράμματος ευρέθησαν τα κάτωθι : α) ένας κώνος σημάνσεως πεσμένος εντός της τομής του οδοστρώματος β) μία μεταλλική, μη ανακλάζουσα, ενημερωτική πινακίδα εκτελέσεως έργων του Δήμου Κρωπίας, η οποία ήταν σπασμένη γ) μία πινακίδα Π – 7, η οποία προφανώς ήταν επικολλημένη στην ως άνω ενημερωτική πινακίδα. δ) ένα μεταλλικό κομμάτι της εν λόγω ενημερωτικής πινακίδας. ε)ένα γάντι δικυκλιστού και το διαφανές πλαστικό τμήμα προστατευτικού κράνους. Στο τέλος της αυτής εκθέσεως σημειώνονται, μεταξύ άλλων, για μεν τον Μ. Κ. ότι φορούσε προστατευτικό κράνος, για δε τον Ι. Ζ. ότι ο έλεγχος του αλκοτέστ απέβη αρνητικός και ότι συνελήφθη, πλην όμως αφέθη ελεύθερος κατόπιν προφορικής εντολής της αρμοδίας Εισαγγελίας ποινικής διώξεως. Περαιτέρω δε, από την πραγματογνωμοσύνη που διενεργήθηκε από τον πραγματογνώμονα Δ. Κ. δυνάμει της υπ’ αριθμ. 2514/9/33-γ/18-4-2002 εντολής του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας συνταχθείσης προς τούτο της υπ’ αριθμ. 280402/28-4-2002 σχετικής εκθέσεως, ο εν λόγω πραγματογνώμονας κατόπιν εξετάσεως των προαναφερομένων οχημάτων ( υλικές ζημιές και έλεγχος λειτουργίας συστημάτων τροχοπέδησης διεύθυνσης) κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: α) η ταχύτητα με την οποία έβαινε η μοτοσυκλέτα πριν από την σύγκρουση της ήταν 53 χιλ/ώρα (+ – 5 χιλ./ώρα ). β) τα συστήματα τροχοπέδησης και διεύθυνσης και των(……) οχημάτων ήταν σε καλή κατάσταση και πριν από το ατύχημα λειτουργούσαν κανονικά. Εξ άλλου, όπως αναφέρεται στο υπ’ αριθμ, πρωτ. 2514/9/33-5/17-12-2002 έγγραφο του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας, για την ύπαρξη μεγάλης λακούβας στο κατά τα ανωτέρω συγκεκριμένο σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, που εξ αιτίας της οποίας κατά πιθανότητα σημειώθηκε το προαναφερόμενο τροχαίο ατύχημα, με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του Μ. Κ., σχηματίσθηκε από την εν λόγω υπηρεσία δικογραφία, η οποία υπεβλήθη δια της υπ’ αριθμ. πρωτ. 2501/10/190 – ε/22-4-2002 αναφοράς στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών. Η δικογραφία αυτή έλαβε τον αριθμό Ι 2002/7523 από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και ασκήθηκε δίωξη κατά των υπαιτίων για παράβαση του άρθρου 290 του Π.Κ. ( διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών από αμέλεια ). Σημειωτέον δε ότι στα πλαίσια της σχετικής προανακρίσεως που διενεργήθηκε από την ιδία ως άνω υπηρεσία (Τμήμα Τροχαίας Κερατέας) εξετάσθηκαν οι μεν Ε. Π. – Κ. ( πρώτη των εναγόντων ) και Μ. Μ. ως μάρτυρες, ο δε Ι. Ζ. ως κατηγορούμενος για παράβαση των άρθρων 302 του Π.Κ. και 19 του Κ.Ο.Κ. Συγκεκριμένα, η Ε. Π. – Κ. κατέθεσε, μεταξύ άλλων, για τις συνθήκες του ατυχήματος συμφώνως προς τις πληροφορίες που είχε από τους συναδέλφους του συζύγου της και, ειδικώτερον, όσον αφορά την προαναφερθείσα λακούβα του οδοστρώματος, βάσει των όσων εξ ιδίας αντιλήψεως εγνώρισε από την μετάβαση της στον τόπο του ατυχήματος, επισημαίνουσα την ύπαρξη σημάνσεως μετά από την λακούβα αυτή. Ακόμη επεσήμανε ότι η εν λόγω λακούβα καλύφθηκε από συνεργείο του Δήμου Κρωπίας μετά παρέλευση δεκαημέρου από τον χρόνο του ατυχήματος και λίγη ώρα πριν λάβει χωράν, στο τόπο του ατυχήματος, εκδήλωση εις μνήμη του συζύγου της, καθ’ όσον είχαν κληθεί τηλεοπτικές κάμερες. Κατόπιν τούτων, απέδωσε τον θάνατο του συζύγου της σε υπαιτιότητα των υπευθύνων συντηρήσεως των οδών και εκτελέσεως έργων επ’ αυτών και ζήτησε την ποινική δίωξη παντός υπευθύνου. Εξ άλλου, συμπληρωματικώς προς τα ανωτέρω προσεκόμισε πέντε φωτογραφίες του τόπου του ατυχήματος, στις οποίες κατά τα αναγραφόμενα στην σχετική έκθεση καταθέσεως της απεικονίζεται πινακίδα εκτελέσεως έργων του Δήμου Κρωπίας (βλ. σχετικώς την από 30-5-2002 έκθεση ένορκης εξετάσεως – μάρτυρος συμφώνως προς τα άρθρα 218 παρ. 1 και 219 παρ. 1 του Κ•’ Ποιν. Δικ., καθώς και την από 6-2-2003 συμπληρωματική ομοία έκθεση ). Ακολούθως, ο Μ. Μ., ο οποίος, συμφώνως προς την κατάθεση του, την 13-4-2002 και μετά το πέρας της εργασίας του περί ώρα 4.40’στο Αεροδρόμιο επιστρέφοντας στην οικία του είχε διέλθει από το κατά τα ανωτέρω 2° χιλιόμετρο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι η προαναφερθείσα λακούβα μετά δυσκολίας μπορούσε να γίνει αντιληπτή, καθ’ όσον στο συγκεκριμένο σημείο δεν υπήρχε φωτισμός, ενώ για τη σήμανση της εν λόγω λακούβας υπήρχαν έμπροσθεν αυτής και προς την αριστερή πλευρά της ένας κώνος και μία μικρή, μεταλλική, μη ανακλάζουσα πινακίδα ( βλ. σχετικώς την από 24-7-2002 έκθεση ένορκης εξετάσεως μάρτυρος, συμφώνως προς τα άρθρα 218 παρ. 1 και 219 παρ. 1 του Κ. Ποιν. Δικ. ). Τέλος, ο Ι. Ζ., απολογούμενος για την αποδοθείσα εις βάρος του ως άνω παράβαση, ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής: Την 13-4-2002 και περί ώρα 06.05′ εκινείτο επί της Λεωφόρου Κορωπίου -Βάρης με κατεύθυνση προς το Αεροδρόμιο « Ελευθέριος Βενιζέλος », όπου εργάζεται (τεχνικός αεροσκαφών), οδηγώντας το αυτοκίνητο του με αυξημένη προσοχή και μικρή ταχύτητα (40 χιλ/ώρα), εν όψει του ότι αφ’ ενός μεν η ως άνω Λεωφόρος είναι υψηλής επικινδυνότητας λόγω της αυξημένης κινήσεως (οδηγεί προς το Αεροδρόμιο), της παλαιότητας του οδοστρώματος και της εξ αυτής ολισθηρότητας, του ανεπαρκούς έως ανυπάρκτου φωτισμού σε ορισμένα σημεία, αλλά και των εκτελούμένων κατά την περίοδο εκείνη έργων, αφ’ ετέρου δε λόγω του σκότους και των επικρατουσών καιρικών συνθηκών (καταρρακτώδης βροχή). Ούτω, και ενώ ευρίσκετο στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω σημείο (2 χιλιόμετρο ) της ειρημένης Λεωφόρου, αίφνης αντελήφθη σε απόσταση 6-7 μέτρων να εισέρχεται από το αντίθετο ρεύμα , κυκλοφορίας και να σέρνεται με ταχύτητα προς το μέρος του ένας οδηγός μοτοσυκλέτας, η οποία είχε προηγουμένως ανατραπεί εξ αιτίας της πτώσεως της σε μία τεράστια λακούβα που υπήρχε στο ρεύμα της πορείας της. Αμέσως ενήργησε τροχοπέδηση, όμως το σώμα του άτυχου οδηγού ήρθε συρόμενο στο έδαφος και χτύπησε στο εμπρόσθιο τμήμα του αυτοκινήτου, ενώ αυτός ευρίσκετο στο τέλος της τροχοπεδήσεως. Λόγω δε της μικρής κατά τα ανωτέρω αποστάσεως, δεν υπήρχε καμμία δυνατότητα οποιουδήποτε άλλου αποφευκτικού ελιγμού (βλ. σχετικώς την από 30-8-2002 έκθεση εξετάσεως κατηγορουμένου ).
  13. Επειδή, οι ενάγοντες με την κρινόμενη αγωγή και το επ’ αυτής υπόμνημα (αρχικό, καθώς και συμπληρωματικό προς απόκρουση των ισχυρισμών των εναγομένων) προβάλλουν, ότι το προαναφερόμενο τροχαίο ατύχημα, εκ του οποίου επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ., δεν οφείλεται σε δική του αμέλεια ούτε σε έλλειψη προσοχής εκ μέρους του οδηγού του αντιθέτως κινουμένου οδηγού, αλλά στην ύπαρξη της λακούβας στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, που είχε αφεθεί ακάλυπτη, χωρίς την απαιτουμένη σήμανση, αλλά και στην πλημμελή συντήρηση της ως άνω Λεωφόρου, καθ’ όσον είχε παραληφθεί, ως μη έδει, η αποκατάσταση του οδοστρώματος, όπως και η λειτουργία του τεχνητού φωτισμού στο ως άνω σημείο. Ειδικώτερον, όσον αφορά τον εναγόμενο Δήμο Κρωπίας, σε συνεργείο ι του οποίου αποδίδεται η λακούβα του οδοστρώματος (σχετικώς επικαλούνται: α) το προαναφερόμενο στην 7η σκέψη υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2042/22.4.2002 έγγραφο της εναγομένης Νομαρχικής Αυτοδιοικήσεως, β)την από 13.4.2002 έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας με το επισυναφθέν εις αυτή σχεδιάγραμμα του τόπου του τροχαίου ατυχήματος), υποστηρίζουν ότι η παρανομία των οργάνων του Δήμου Κρωπίας, επί της οποίας θεμελιώνεται η κατ’ άρθρα 105 – 106 Εισ. Ν.Α.Κ. ευθύνη αυτού, συνίσταται στην παραβίαση των προεκτεθεισών προστατευτικών διατάξεων του Κωδικός Οδικής Κυκλοφορίας, δεδομένου ότι, αν και από την Λεωφόρο Κορωπίου – Βάρης διέρχεται καθημερινώς πλήθος οχημάτων, αφού αποτελεί οδικό άξονα του Αεροδρομίου, η δε προαναφερόμενη λακούβα, ως εκ της θέσεως και του μεγέθους της, ήταν επικίνδυνη για όσους χρησιμοποιούσαν την Λεωφόρο αυτή, εν τούτοις παρέλειψε να τοποθετήσει τα επιβαλλόμενα αντανακλαστικά μέτρα σημάνσεως κατά την διάρκεια της νύκτας και να περιφράξει την εν λόγω λακούβα (σχετικώς, επικαλούνται την ως άνω έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας). Ακόμη, υποστηρίζουν ότι ο εναγόμενος Δήμος Κρωπίας και μετά το τροχαίο ατύχημα έδειξε αδιαφορία για τους ελοχεύοντες κινδύνους από την ύπαρξη της λακούβας, καθ’ όσον προέβη σε πρόχειρη κάλυψη της με αμμοχάλικο, η δε αποκατάσταση του οδοστρώματος στο συγκεκριμένο σημείο έγινε από συνεργείο του Δήμου αυτού μόλις την 23.4.2002 και λίγη ώρα προ της εκδηλώσεως εις μνήμη του Μ. Κ. από τους συναδέλφους του, εν όψει του ότι είχαν κληθεί οι τηλεοπτικές κάμερες. Σχετικώς επικαλούνται το προμνημονευθέν υπ’ αριθμ. πρωτ. Τ.Υ. 2042/22.4.2002 έγγραφο της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, καθώς και την κατ’ άρθρον 129 παρ. 1 Κ. Διοικ. Δικ. έκθεση απόψεων αυτής, ενώ για τις συνθήκες του ατυχήματος και την μετέπειτα ως άνω επιδειχθείσα στάση του Δήμου Κρωπίας προσάγουν μετ’ επικλήσεως, πλην των προαναφερομένων στην 13η σκέψη εκθέσεων, που συνετάχθησαν στα πλαίσια της διενεργείσης προανακρίσεως από το Τμήμα Τροχαίας Κερατέας, α) την υπ’ αριθμ. πρωτ. 1010/2/134/24.4.2002 βεβαίωση του ιδίου Τμήματος Τροχαίας, βάσει της οποίας στην εν λόγω υπηρεσία είχαν δηλωθεί δύο ατυχήματα με υλικές ζημιές, που έλαβαν χωράν στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης και είχαν ως αίτιο, κατά δήλωση των παθόντων, την υπάρχουσα στο σημείο αυτό λακούβα, που είχε δημιουργηθεί από έργα του Δήμου Κρωπίας. β) το υπ’ αριθμ. φύλλου 31 -Ιουλίου, Αυγούστου, Σεπτεμβρίου 2002, περιοδικό του πολιτιστικού κέντρου εργαζομένων Ολυμπιακής Αεροπορίας υπό τον τίτλο «άλλη ΠΤΗΣΗ». Το περιοδικό τούτο, σχετικώς με το ως άνω τροχαίο ατύχημα, διαλαμβάνει, μεταξύ άλλων θεμάτων, (σελ. 14-15), μία φωτογραφία της λακούβας δύο ημέρες μετά το εν λόγω ατύχημα και πριν από την κάλυψη της με αμμοχάλικο. Στην φωτογραφία αυτή διακρίνεται ότι στο δεξιό άκρο της λακούβας υπάρχει μία μικρή μεταλλική πινακίδα με την ένδειξη «ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ – ΔΗΜΟΣ ΚΡΩΠΙΑΣ» που στηρίζεται σε έναν κώνο, ενώ μπροστά από την πινακίδα αυτή υπάρχει ένα απαγορευτικό σήμα, πεσμένο στο έδαφος, γ) την από 15.4.2002 «Εξώδικη πρόσκληση – γνωστοποίηση – διαμαρτυρία» της συνδικαλιστικής οργανώσεως Ε. Π.Τ.Α.Ο.Α. (Ένωση Πτυχιούχων Τεχνικών Αεροπλάνων Ολυμπιακής Αεροπορίας) προς την Ολυμπιακή Αεροπορία, τα από 17.4.2002 και 23.4.2002 δελτία τύπου της αυτής Οργανώσεως, καθώς και την από Μάιου 2002 αναφορά της ΟΣΠΑ προς την Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. (σχετικώς, Ενημερωτικό Δελτίο της ΟΣΠΑ, φύλο 8 – ΜΑΗΣ 2002) που αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στο τροχαίο ατύχημα, δ) δεκατέσσερις (14) φωτογραφίες, στις οποίες υπό το φως της ημέρας και σε μία εξ αυτών με σκοτάδι απεικονίζεται η ειρημένη λακούβα μετά την κάλυψη της με αμμοχάλικο ε) τις νομίμως ληφθείσες, κατ’ άρθρον 185 Κ. Διοικ. Δικ., ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών υπ’ αριθμ. 9543, 9544 και 9545/27.5.2004 μαρτυρικές καταθέσεις των Μ. Μ., Ν. Α. και Α. Φ. αντιστοίχως, βάσει των οποίων οι ως άνω μάρτυρες, οι οποίοι εργάζονται στην Ολυμπιακή Αεροπορία και ήταν συνάδελφοι του Μ. Κ., κατέθεσαν ενόρκως, μεταξύ άλλων, ότι η κάλυψη της λακούβας έγινε από συνεργείο του Δήμου Κρωπίας την 23.4.2002 συμφώνως προς τα προεκτεθέντα. στ) μία βιντεοκασέτα, η οποία παρουσιάζει το ρεπορτάζ, που είχε προβληθεί από τον τηλεοπτικό σταθμό STAR σχετικώς με τις συνθήκες του τροχαίου ατυχήματος αλλά και την κάλυψη της λακούβας ως ανωτέρω αναφέρεται. Περαιτέρω, οι ενάγοντες προβάλλουν ότι η παρανομία των οργάνων της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και του Ελληνικού Δημοσίου, επί της οποίας θεμελιώνεται, κατά περίπτωση, η κατ’ άρθρα 105 – 106 Εισ. Ν.Α. Κ. ευθύνη αυτών, συνίσταται στο ότι παρέλειψαν να προβούν στη συντήρηση της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την εναγόμενη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, υποστηρίζουν ότι, ως εκ της αρμοδιότητος της για την συντήρηση της ως άνω Λεωφόρου συμφώνως προς τις προεκτεθείσες διατάξεις (4η σκέψη), αν και υποχρεούτο να παρακολουθεί και να παρεμβαίνει δια των τεχνικών υπηρεσιών της τόσο για την αποκατάσταση του οδοστρώματος, όσο και για τη συνεχή λειτουργία του τεχνητού φωτισμού, εν τούτοις παρέλειψε, ως μη έδει, να αποκαταστήσει την προαναφερομένη λακούβα ή έστω να λάβει τα επιβαλλόμενα μέτρα προστασίας των κινουμένων επί της εν λόγω Λεωφόρου οχημάτων δια της τοποθετήσεως των καταλλήλων προειδοποιητικών πινακίδων. Συναφώς, προς την κατά τα ανωτέρω παράλειψη της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως προβάλλουν, ότι αυτή ουδέν έπραξε και όταν ακόμη η Τροχαία Κερατέας της απέστειλε τα μνημονευόμενα στην 8η σκέψη έγγραφα (προσκομιζόμενα από την εν λόγω Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση), τα οποία αναφερόντα σε λακούβες επί του οδοστρώματος της υπ’ όψιν Λεωφόρου, που εγκυμονούσαν μεγάλους κινδύνους προκλήσεως τροχαίων ατυχημάτων, αλλά περιορίσθηκε να τα διαβιβάσει στην Ε.Υ.Δ.Ε./Ε.Σ.Ε.ΣΑ., προκειμένου η τελευταία να αποκαταστήσει τις λακούβες. Εξ άλλου, όσον αφορά το Ελληνικό Δημόσιο υποστηρίζουν ότι, εφ’ όσον α) η Λεωφόρος Κορωπίου – Βάρης περιλαμβάνετο στα ειδικά συγκοινωνιακά έργα αρμοδιότητος Ε.Υ.Δ.Ε. / Ε.Σ.Ε.Α. συμφώνως προς τις προεκτεθείσες στην 5η σκέψη διατάξεις του π.δ/τος 159/2000 και στην υπηρεσία αυτή, βάσει των εν λόγω διατάξεων, ανετέθη η άσκηση αρμοδιοτήτων «Διευθυνούσης Υπηρεσίας», όπως και η άσκηση αρμοδιοτήτων «Προϊσταμένης Αρχής» ως προς τα ανωτέρω έργα, η ίδια υπηρεσία δε χορηγούσε άδειες τομής του οδοστρώματος της ως άνω Λεωφόρου (σχετικώς, προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως το υπ’ αριθμ. πρωτ. 3872/27-11-2001 έγγραφο της ΕΥΔΕ / Ε.Σ.Ε.Α., το οποίο προσκομίζεται και από την εναγόμενη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και βάσει του οποίου η εν λόγω υπηρεσία χορήγησε άδεια στον Ο.Τ.Ε. για την κατασκευή δικτύου υπό τους αναφερομένους στο έγγραφο αυτό όρους και τις προϋποθέσεις) β) η Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕΡΑ είχε πραγματοποιήσει σε συνεργασία με την Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. την ανακατασκευή του ασφαλτοτάπητα της υπ’ όψιν Λεωφόρου, καθώς και τον οδοφωτισμό αυτής και γ) η Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. μέχρι της αποστολής του προμνημονευθέντος στην 9η σκέψη υπ’ αριθμ. πρωτ. 2635/18.3.2003 εγγράφου της προς την εναγομένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση είχε αναλάβει την συντήρηση και εξόφληση ” των λογαριασμών δαπάνης του δικτύου ηλεκτροφωτισμού της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, η κατ’ άρθρον 105 Εισ. Ν.Α.Κ. ευθύνη του εναγομένου συνίσταται στην εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων του πλημμελή επίβλεψη, εποπτεία και παρακολούθηση των επί της ειρημένης Λεωφόρου πραγματοποιούμενων έργων, καθώς και στην επίδειξη πλήρους αδιαφορίας για την λειτουργία του τεχνητού φωτισμού και για την κάλυψη επικινδύνων τομών του οδοστρώματος της Λεωφόρου αυτής. Κατόπιν αυτών οι ενάγοντες ζητούν όπως υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τους καταβάλλουν, έκαστος εις ολόκληρον, τα εξής ποσά : 1) Στην πρώτη, αφ’ ενός ατομικώς 3.474,46 ευρώ και 175.000 ευρώ για έξοδα κηδείας του Μ. Κ. και ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης αντιστοίχως, αφ’ ετέρου για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της Γ. και Θ.      Κ. α) για στέρηση διατροφής εκάστου εξ αυτών, κατά την ως άνω σειρά, 25.549,30 ευρώ και 49.753,90 ευρώ κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2002 έως 1.7.2005 και 1.7.2008 αντιστοίχως β) ως χρηματική ικανοποίηση εκάστου εξ αυτών 150.000 ευρώ. 2) Σε έκαστο από τους δεύτερο και τρίτη 115.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Τα ως άνω ποσά ζητούν οι ενάγοντες νομιμοτόκως, με το τρέχον επιτόκιο του τόκου υπερημερίας, από της επιδόσεως της αγωγής και δια αποφάσεως κηρυσσομένης προσωρινής εκτελεστής. Επικουρικώς δε η πρώτη από τους ενάγοντες ζητεί όπως τα κονδύλια στερήσεως διατροφής των τέκνων της, για το χρονικό διάστημα από 1.2.2004 έως 1.7.2005 όσον αφορά το πρώτο και έως 1.7.2008 όσον αφορά το δεύτερο, της καταβληθούν περιοδικώς, δηλαδή 672,35 ευρώ μηνιαίως, και εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση έκαστης δόσεως μέχρι την εξόφληση.
  14. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν, ειδικώτερον, τα εξής : 1) Ότι με την εκσκαφή” του οδοστρώματος στο συγκεκριμένο κατά τα ανωτέρω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης (2° χιλιόμετρο, έμπροσθεν του εργοστασίου «ΠΟΛΥΔΟΜΗ») από συνεργείο του εναγομένου Δήμου Κρωπίας για την εκτέλεση έργου της αρμοδιότητος του δημιουργήθηκε κατάσταση επικινδυνότητας για την ασφάλεια των κινουμένων επί της Λεωφόρου αυτής οδηγών και οχημάτων, εν όψει της μεγάλης λακούβας που προέκυψε από την εν λόγω εκσκαφή. Υφισταμένης τοιαύτης καταστάσεως και ενώ το σχετικό έργο κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε περατωθεί, ο εναγόμενος Δήμος Κρωπίας όχι μόνον δεν μερίμνησε με σχετικά συνεργεία για την αποκατάσταση του οδοστρώματος, ώστε να καλυφθεί η λακούβα και έτσι να μην δημιουργούνται κίνδυνοι για τους χρήστες της οδού με μηχανοκίνητα μέσα και δη με δίτροχα μεταφορικά μέσα, αλλά ούτε και έλαβε τα αναγκαία μέτρα προφυλάξεως για την αποτροπή των κινδύνων, όπως επιβάλλεται από το νόμο (Κ.Ο.Κ.) και από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη υποχρέωση προστασίας, αφού , ως ελέχθη, με την προηγούμενη ενέργεια του (εκσκαφή του οδοστρώματος από την οποία προέκυψε μεγάλη λακούβα) δημιουργήθηκε κατάσταση επικινδυνότητας για τους διερχόμενους οδηγούς. Ειδικώτερον, ο εναγόμενος Δήμος Κρωπίας δεν μερίμνησε, ως ώφειλε, να περιφράξει την λακούβα στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο του οδοστρώματος της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης (άρθρο 47 παρ. 1 περίπτ. α’ του Κ.Ο.Κ) όπως και να τοποθετήσει σε κατάλληλες θέσείς όλες τις προβλεπόμενες από το ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.) πινακίδες σημάνσεως (κινδύνου, ρυθμιστικές, πληροφοριακές) (άρθρο 9 παρ.). Επίσης, δεν μερίμνησε, ως ώφειλε, να επισημανθούν τα όρια των επί του οδοστρώματος εκτελουμένων εργασιών/συνεχών ή διακεκομμένων εμποδίων, τα οποία έχουν εναλλασσόμενες λωρίδες ερυθρού και λευκού χρώματος, και, ιδίως, με τα επιβαλλόμενα αντανακλαστικά μέσα σημάνσεως κατά την νύκτα, στην περίπτωση, δηλαδή, κατά την οποία τα ως άνω εμπόδια δεν είναι αντανακλαστικά (οπότε τοποθετούνται αντανακλαστικά στοιχεία και φώτα χρώματος ερυθρού ή αν πρόκειται για φώτα που αναβοσβήνουν χρώματος βαθέος κίτρινου) (άρθρο 9 παρ. 2 του Κ.Ο.Κ.) ούτως ώστε να γινόταν από ικανή απόσταση ορατό στους διερχόμενους οδηγούς ότι υπήρχε εμπόδιο επί του οδοστρώματος της ανωτέρω Λεωφόρου. Η απορρέουσα δε από τις σωρευτικές ως άνω παραλείψεις οφειλομένων ενεργειών ευθύνη του εναγομένου Δήμου Κρωπίας επιτείνεται λόγω του ότι οι ενέργειες αυτές ήταν αναγκαίες έτι περισσότερο στην υπ’ όψιν Λεωφόρο, δεδομένου ότι η Λεωφόρος αυτή έχει, κατά τα κοινώς γνωστά, αυξημένη κίνηση οχημάτων, αφού οδηγεί προς το Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». 2) Ότι η εναγόμενη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής, ως έχουσα την εποπτεία και την αρμοδιότητα συντηρήσεως της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, έχει και την νόμιμη υποχρέωση να λαμβάνει προληπτικώς τα κατάλληλα μέτρα για την ασφαλή κίνηση των οχημάτων, αλλά και να διενεργεί δια των αρμοδίων οργάνων της τακτικούς ελέγχους ώστε, οσάκις διαπιστώνεται οποιαδήποτε κατάσταση που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ασφαλή κίνηση των οχημάτων, να προβαίνει σε άμεσες διορθωτικές κινήσεις. Όμως, στην εξεταζόμενη περίπτωση, αν και η ύπαρξη της λακούβας στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο του οδοστρώματος της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, εν όψει και του μεγέθους αυτής (λακούβας), εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους προσκλήσεως ατυχημάτων στους οδηγούς των οχημάτων και δη των δίτροχων μεταφορικών μέσων, εν τούτοις η αρμοδία υπηρεσία της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών – Τμήμα Κατασκευών) παρέλειψε να ενεργήσει όπως επιβάλλεται από το νόμο (Κ.Ο.Κ.) αλλά και από τα δεδομένα της κοινής πείρας και από τις αρχές της καλής πίστεως. Συγκεκριμένως, η ανωτέρω υπηρεσία στα πλαίσια της διαγραφόμενης ως άνω αρμοδιότητος της, ώφειλε να μεριμνήσει για την αποκατάσταση του οδοστρώματος στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης (άρθρο 47 παρ. 3 εδαφ. γ’ Κ.Ο.Κ.), σε κάθε περίπτωση δε ώφειλε να μεριμνήσει για την σήμανση της λακούβας συμφώνως προς τα προηγηθέντα, όπως και να καλέσει την αρμοδία υπηρεσία του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Δ.Κ.Ε.Σ.Ο.) να προβεί στην άμεση αποκατάσταση της βλάβης του τεχνητού φωτισμού στο υπ’ όψιν σημείο της Λεωφόρου, αφού, άλλωστε, έτσι ενήργησε σε παρόμοιες περιπτώσεις συμφώνως προς τα προαναφερόμενα στην 9η σκέψη έγγραφα. Σημειωτέον δε ότι η ευθύνη της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, λόγω της παραλείψεως των οφειλομένων ως άνω ενεργειών, επιτείνεται εν όψει της αυξημένης κινήσεως των οχημάτων στην ανωτέρω Λεωφόρο, συμφώνως προς τα προεκτεθέντα, ενώ, εξάλλου, δεν αποτελεί λόγο απαλλαγής από την ευθύνη αυτή η κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης έλλειψη πιστώσεων και καταλλήλων συνεργείων για την συντήρηση της ειρημένης Λεωφόρου. Τούτο δε διότι, ανεξαρτήτως της εκτιμήσεως ότι ο άνω ισχυρισμός προβάλλεται εναντίον των αρχών της Χρηστής Διοικήσεως, η προβλεπόμενη κατ’ άρθρα 105-106 Εισ. Ν.Α.Κ. ευθύνη αυτής είναι αντικειμενική.) Ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο (13-4-2002) και ενώ ευρίσκετο εν εξελίξει το έργο του «οδοφωτισμού» που εκτελείτο από τις αρμόδιες υπηρεσίες Ε.Υ.Δ.Ε./ΣΕ.ΡΑ και Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., οι εν λόγω υπηρεσίες δεν εφρόντισαν, ως ώφειλαν, να αποκαταστήσουν την βλάβη του τεχνητού φωτισμού στο συγκεκριμένο ως άνω σημείο της Λεωφόρου Κορωπίου – Βάρης, με συνέπεια, εν όψει και των επικρατουσών κατά τον ως άνω χρόνο καιρικών συνθηκών (έντονη βροχόπτωση), να δημιουργείται κίνδυνος για την ασφαλή κυκλοφορία των οχημάτων και δη των δίτροχων μεταφορικών μέσων στην υπ’ όψιν Λεωφόρο. Εν όψει δε τούτων η γενικώτερη υποχρέωση της αρμοδίας υπηρεσίας για την τήρηση της αντικειμενική επιβαλλομένης επιμελείας κατά την εκτέλεση ενός δημοσίου έργου επιτείνεται σε περιπτώσεις όπως αυτή του προαναφερθέντος έργου, το μεν λόγω της αυξημένης κινήσεως των οχημάτων στην ανωτέρω Λεωφόρο συμφώνως προς τα προεκτεθέντα και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να ληφθούν τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα (π.χ. τοποθέτηση φανών εδάφους, 27 πινακίδων σημάνσεως κ.λ.π.), το δε διότι η Δ.Κ.Ε.Σ.Ο. ούτως ή άλλως είχε την αρμοδιότητα συντηρήσεως του δικτύου ηλεκτροφωτισμού της Λεωφόρου αυτής κατά τα γενόμενα δεκτά στην 9η σκέψη. Εξ άλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ” ενάγοντες εσφαλμένως υπολαμβάνουν ότι το Ελληνικό Δημόσιο είχε και την υποχρέωση αποκαταστάσεως του οδοστρώματος, θεωρώντας ότι η υποχρέωση αυτή απορρέει από το ότι, κατά την άποψη τους, η Ε.Υ.Δ.Ε./Ε.Σ.Ε.Α. του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. είχε αρμοδιότητες «Διευθυνούσης Υπηρεσίας» και «Προϊσταμένης Αρχής» στα έργα που εκτελούντο εν γένει στην ειρημένη Λεωφόρο. Και τούτο διότι η κατά το π. δ/γμα 159/2000 ανάθεση αρμοδιοτήτων «Διευθυνούσης Υπηρεσίας» και «Προϊσταμένης Αρχής» στην Ε.Υ.Δ.Ε. / Ε.Σ.Ε.Α. συνδέεται μόνον με την εποπτεία της κατασκευής του ειδικού συγκοινωνιακού έργου της αναβαθμίσεως της προαναφερομένης Λεωφόρου (πρβλ Σ.τ. Ε. 1031/2004) και όχι με την εποπτεία άλλων έργων που εκτελούντο στην Λεωφόρο αυτή, πολύ δε περισσότερο με την συντήρηση της, καθ’ όσον η σχετική αρμοδιότητα της εναγομένης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως δεν εθίγη από το ως άνω π. δ/γμα. Α) ότι από την περιγραφή του τροχαίου ατυχήματος, όπως αυτή καταγράφεται στην από 13-4-2002 σχετική έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κερατέας και αποτυπώνεται στο συνημμένο εις αυτήν (έκθεση) σχεδιάγραμμα, τις αναφερόμενες στην εν λόγω έκθεση εν γένει συνθήκες που επικρατούσαν κατά την συγκεκριμένη χρονική στιγμή στον τόπο του ατυχήματος, ιδίως δε η έλλειψη τεχνητού φωτισμού, εν όψει του ότι ήταν ξημερώματα και ο φυσικός φωτισμός, συνηγορούντος και του καιρού ( βροχερός ), δεν ήταν επαρκής, εν συνδυασμώ με το πόρισμα του αρμοδίου ιατροδικαστού, καθώς και το συμπέρασμα της ‘ διενεργηθείσης πραγματογνωμοσύνης, αλλά και τα προαναφερόμενα εν γένει αποδεικτικά στοιχεία (έγγραφα, φωτογραφίες κ.λ.π.), προκύπτει σαφώς, ότι η ύπαρξη της ακάλυπτης λακούβας, η οποία δεν είχε σημανθεί και η οποία δεν ήταν ορατή, εξ αιτίας και της ελλείψεως τεχνητού φωτισμού, τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το εν λόγω ατύχημα από το οποίο επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ. συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στο ιστορικό (13η σκέψη). Στο ατύχημα αυτό, προφανώς, δεν συντρέχει ουδεμία περίπτωση συνυπαιτιότητος του Μ. Κ., ο οποίος φορούσε προστατευτικό κράνος και έβαινε κανονικώς στο ρεύμα πορείας του (53 χιλ./ώρα + – 5 χιλ./ώρα, το δε ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας ήταν 70 χιλ. /ώρα). Τούτο διότι, συμφώνως προς τα δεδομένα της κοινής πείρας, ο μέσος οδηγός δίτροχου μεταφορικού μέσου, κατά την ώρα του ατυχήματος, εξ αιτίας της ελλείψεως τεχνητού φωτισμού, της περιορισμένης ορατότητας λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών και, κυρίως, της ελλείψεως σημάνσεως περί του υφισταμένου κινδύνου, δεν θα μπορούσε να δει τα κατ’ επίφαση μέσα σημάνσεως που είχε τοποθετήσει ο εναγόμενος Δήμος Κρωπίας για την ύπαρξη λακούβας στο οδόστρωμα (μία μικρή μεταλλική πινακίδα για τα εκτελούμενα έργα και ένας κώνος), πολύ δε περισσότερο δεν θα μπορούσε να δει την λακούβα, που θα είχε καλυφθεί από τα νερά της βροχής. Μετά ταύτα, το Δικαστήριο κρίνει ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχει παράνομη συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων των εναγομένων Δήμου Κρωπίας, Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και Ελληνικού Δημοσίου κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 105 – 106 Εισ. Ν.Α.Κ., εν όψει των προεκτεθεισών παραλείψεων των οργάνων αυτών, λόγω δε και της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των ανωτέρω παραλείψεων και του τροχαίου ατυχήματος εκ του οποίου επήλθε ο θάνατος του Μ. Κ., στοιχειοθετείται η προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις ευθύνη εκάστου των εναγομένων προς αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης των εναγόντων κατά τον βάσιμο σχετικό λόγο της υπό κρίση αγωγής. Εν όψει αυτών είναι απορριπτέοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί των εναγομένων, ενώ εξάλλου, η περί της συνυπαιτιότητος του Μ. Κ. προβαλλόμενη δια του υπομνήματος ένσταση του Ελληνικού Δημοσίου, ανεξαρτήτως της βασιμότητας της, είναι απορριπτέα προεχόντως ως απαράδεκτη, δεδομένου ότι η ένσταση αυτή, στηριζόμενη σε πραγματικά περιστατικά, έπρεπε να προβληθεί με την έκθεση του άρθρου 129 παρ. 1 του Κ. Διοικ. Δικ. και όχι το πρώτον δια του υπομνήματος ( πρβλ. Σ.τ.Ε. 4182/1999, 1931/1995).
  15. Επειδή, περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να ερευνηθεί ως προς τις προαναφερθείσες στην 14Π σκέψη επί μέρους αξιώσεις των εναγόντων.
  16. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 928 εδαφ. α’, του Αστικού Κώδικος, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τα έξοδα κηδείας σ’ εκείνον που, κατά το νόμο, βαρύνεται μ’ αυτά. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εν συνδυασμώ προς το άρθρο 1381 του ιδίου ως άνω Κώδικος, τα έξοδα κηδείας του θανατωθέντος, ήτοι όλες οι γενόμενες δαπάνες για τον ενταφιασμό του, οι οποίες τελούν σε άμεση σχέση με το θάνατο του και είναι ανάλογες προς την κοινωνική του θέση, δικαιούνται να αξιώσουν από τον υπεύθυνο του θανάτου του, εκείνοι που φέρουν αυτά κατά νόμον, οι οποίοι είναι κληρονόμοι του ή προς διατροφήν υπόχρεοι ή ένας εξ αυτών, εφ’ όσον πράγματι κατέβαλε αυτά, δεδομένου ότι η αξίωση αυτή έχει τον χαρακτήρα αποζημιώσεως και δεν επιδιώκεται με κληρονομικό δικαίωμα, ως στοιχείο της κληρονομιάς, ώστε να χωρήσει επιμερισμός με βάση την κληρονομική μερίδα (Α.Π. 1590/1980, Εφ. Θεσ/νίκης 1735/1993 βλ και Α. Π. 563/1999).
  17. Επειδή, εξ άλλου, από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 5 του ν.δ/τος 4104/1960, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4476/1965, εν συνδυασμώ προς το άρθρο 18 του ν. 1654/1986, συνάγεται ότι σε περίπτωση αναπηρίας ή θανάτωσης ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α. η αξίωση αποζημίωσης του ασφαλισμένου ή των δικαιούχων μελών της οικογενείας του, που απορρέει από τα άρθρα 928 και 929 Α.Κ., κατά του υπόχρεου, μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στο Ι.Κ.Α. από την ημέρα που γεννήθηκε η σχετική αξίωση. Για να λειτουργήσει το σύστημα της αυτοδίκαιης μεταβίβασης στο Ι.Κ.Α. της αξίωσης αποζημίωσης του παθόντα ή των δικαιοδόχων του κατά του ζημιώσαντος τρίτου, πρέπει να συντρέχει ποιοτική και ποσοτική αντιστοιχία μεταξύ των παροχών του Ι.Κ.Α. προς τον ασφαλισμένο ή τα μέλη της οικογένειας του και των αξιώσεων αποζημίωσης του παθόντος ή των δικαιοδόχων του κατά του υπόχρεου τρίτου. Η αντιστοιχία αυτή συντρέχει όταν αμφότερες οι παροχές είναι ομοειδείς και υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Τούτο συμβαίνει, όταν οι παροχές αυτές τελούν μεταξύ τους, υπό χρονική και ποιοτική άποψη, σε μία εσωτερική συνάφεια. Εφ’ όσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις αυτές, επέρχεται η μεταβίβαση της απαίτησης στο Ι.Κ.Α. (Α.Π. 803/2004). Στην εφαρμογή του άρθρου 18 του ν. 1564/1986 εμπίπτουν οι παροχές των εξόδων κηδείας (βλ. Α. Γ. Κ., Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητιστικά ατυχήματα, Αθήνα 1987, σελ. 150 επ. και αυτόθι παραπομπές στη νομολογία ) και της συντάξεως που υποχρεούται το I.K.A., κατ’ άρθρα 32 και 28 παρ. 6 του α. ν. 1846/1951 αντιστοίχως, να καταβάλει στην χήρα και τα ανήλικα τέκνα του ασφαλισμένου (βλ. Α.Π. 803/2004, 1228/1996). Εν προκειμένω δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 του Αστικού Κωδικός, στην οποία στηρίζεται η σωρευτική απόληψη των ως άνω παροχών και της αποζημιώσεως κατά το άρθρο 928 του Αστικού Κωδικός, που ισχύει για τους λοιπούς, πλην του Ι.Κ.Α., ασφαλιστικούς οργανισμούς. Σκοπός της παραπάνω νομοθετικής ρύθμισης είναι, κυρίως, η παρεμπόδιση μίας διπλής ουσιαστικά αποζημίωσης του θύματος της αδικοπραξίας ή, σε περίπτωση θανάτου τουρτών δικαιοδόχων αυτού. Εφ’ όσον, συνεπώς, συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των παραπάνω νόμων, περιορίζεται αντίστοιχα η εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 930 παρ. 3 του Αστικού Κωδικός αναφορικά με το δικαίωμα του ζημιωθέντος να απαιτήσει αθροιστικά την αποζημίωση από τον υπόχρεο και την ασφαλιστική παροχή από το Ι.Κ.Α. (βλ. Α.Π. 803/2004, 1322/2000, 1228/1996, Εφ. Αθηνών 9921/1999).
  18. Επειδή, όσον αφορά την αξίωση αποζημιώσεως της πρώτης των εναγόντων για καταβληθέντα έξοδα κηδείας, εκ των προσκομιζομένων μετ’ επικλήσεως α) υπ’ αριθμ. 2552/20-4-2002 διπλοτύπου αποδείξεως παροχής του γραφείου, τελετών της Μ. Θ. Κ., συνολικού ποσού 3.262 ευρώ και β) με ημερομηνία 17-5-2002 διπλοτύπου εισπράξεως του Τμήματος Εσόδων του Ταμείου του Δήμου Καλλιθέας, συνολικού ποσού 212,46 ευρώ, το περιεχόμενο των οποίων μεταφέρεται στην αγωγή, προκύπτει ότι η ανωτέρω κατέβαλε για δαπάνες ενταφιασμού του Μ. Κ. το συνολικό ποσό των 3.474,46 ευρώ. Εξ άλλου, από την υπ’ αριθμ. πρωτ. Σ91/665/10-3-2004 απόφαση του Διοικητή του Ι. Κ. Α., που περιλαμβάνεται στη δικογραφία της με αριθμό πινακίου 20 συναφούς υποθέσεως, προκύπτει ότι το εν λόγω Ίδρυμα κατέβαλε στα μέλη της οικογενείας του ασφαλισμένου Μ. Κ. το ποσό των 588,56 ευρώ ως έξοδα κηδείας.
  19. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω και συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στις προηγηθείσες σκέψεις (17η και 18η), λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι στην κατ’ άρθρο 928 εδαφ. α’ του Α.Κ. αξίωση αποζημιώσεως της ενάγουσας, για καταβληθέντα έξοδα κηδείας, κατά των εναγόντων Δήμου Κρωπίας Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και Ελληνικού Δημοσίου, έχει υποκατασταθεί αυτοδικαίως το Ι. Κ. Α. κατά των εναγόντων τούτων ως προς το ποσό των 588,56 ευρώ, που κατέβαλε στην οικογένεια του Μ. Κ. για την ίδια αιτία και ότι το ποσό τούτο πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό της αιτουμένης σχετικής αποζημιώσεως (3.474,46 ευρώ), το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα, η οποία κατέβαλε τα έξοδα κηδείας του θανόντος, δικαιούται να λάβει το ποσό των 2.885,9 ευρώ (3.474,46 – 588,56 ) εξ αυτού του λόγου από τους κατά τα προεκτεθέντα υπόχρεους προς αποζημίωση εναγομένους.
  20. Επειδή, η διάταξη του άρθρου 928 εδαφ. β’ του Αστικού Κωδικός, με την οποία προβλέπεται ότι σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου ο υπόχρεος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει εκείνον που κατά το νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών,; θεμελιώνει αξίωση αποζημιώσεως, η οποία αναγκαίως προϋποθέτει ζημία, που συνίσταται στο ποσό της διατροφής ή την αξία της συνεισφοράς την οποία κατά νόμο θα όφειλε ο θανατωθείς και υπόχρεος σύζυγος και πατέρας. Επιδιώκεται δια της αποζημιώσεως να περιέλθει, κατά το δυνατόν, ο επιζών στην θέση που θα ήταν αν δεν συνέβαινε ο θάνατος του υπόχρεου συζύγου και πατέρα, δηλαδή να εισπράξει όσα απώλεσε. Δια να ευρεθεί όμως ένα τέτοιο περιεχόμενο της αποζημιώσεως επιβάλλεται να γίνει προσφυγή στις σχετικές διατάξεις του οικογενειακού κώδικα, που ρυθμίζουν, όσον αφορά τα τέκνα, το ζήτημα της διατροφής εκ του νόμου, όπως εκείνη που υποχρεούνται οι γονείς να καταβάλλουν στα ανήλικα και ενήλικα τέκνα τους, δηλαδή των άρθρων 1485, 1486 παρ. 1, 1489 παρ. 2 και 1493 Α.Κ., από τις οποίες προκύπτει ότι η υποχρέωση των γονέων, ανάλογα με τις δυνάμεις τους, για διατροφή των τέκνων τους δεν διαρκεί μόνον μέχρι την ενηλικίωση τους, αλλά και μετά από αυτήν, αν αυτά δεν μπορούν να διατρέφουν τον εαυτό τους από την περιουσία τους ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία τους, την κατάσταση της υγείας τους και λοιπές βιοτικές συνθήκες και των τυχών αναγκών της εκπαιδεύσεως τους (Εφ. Λάρισας 649/2001 με παραπομπές στις Α.Π. 1060/1993, Εφ. Αθηνών 2239/1998 και 9720/1997). Η διατροφή δε αυτή του ενηλίκου τέκνου, που στερείται επαρκών περιουσιακών προσόδων και δεν έχει ακόμα υποχρέωση να εργασθεί, γιατί σπουδάζει ή έχει την πρόθεση να σπουδάσει, σύμφωνα με το άρθρο 1493 Α. Κ., περιλαμβάνει όχι μόνον τη δαπάνη για τροφή, στέγαση και κάθε άλλο απαραίτητο για την επιβίωση του, αλλά και τη δαπάνη για την επαγγελματική του εκπαίδευση, θεωρητική ή τεχνική οποιασδήποτε βαθμίδας, περιλαμβανομένης και της πανεπιστημιακής( Εφ. Λάρισας 649/2001 με παραπομπές στις Α.Π. 1060, 377/1993, Εφ. Αθηνών 9720/1997). Με τον τρόπο δε αυτό θα ανευρεθεί το ποσό το οποίο ο θανατωθείς πατέρας υποχρεούτο κατά νόμο να καταβάλει για διατροφή του ανηλίκου ή ενηλίκου τέκνου του και το οποίο, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα συνέχιζε να καταβάλει αν δεν επήρχετο ο θάνατος του. Κρίσιμος για τον υπολογισμό της με το ανωτέρω περιεχόμενο αποζημιώσεως είναι ο προσδιορισμός των εισοδημάτων του θανατωθέντος κατά τον τελευταίο καιρό πριν από την θανάτωση του και της πιθανής εξελίξεως των εισοδημάτων αυτών κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν αυτός ζούσε (Εφ. Λάρισας 649/2001) Εξ άλλου, για το ορισμένο της σχετικής αγωγής, πρέπει να εκτίθεται στο δικόγραφο, εκτός από τις ανωτέρω οικονομικές δυνατότητες του πατέρα και ότι το ίδιο (τέκνο) στερείται πόρων και εισοδημάτων επαρκών για τη διατροφή του, γιατί η αξίωση διατροφής προϋποθέτει αδυναμία του τέκνου να διατρέφει τον εαυτό του (Εφ. Αθηνών 7546/2001, 2014/2000).
  21. Επειδή, περαιτέρω, κατά το άρθρο 930 παρ. 1 του Αστικού Κωδικός, η αποζημίωση σε περίπτωση θανατώσεως ή βλάβης του σώματος ή της υγείας (άρθρα 928 και 929 Α. Κ. ) που αναφέρεται στο μέλλον καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος, η αποζημίωση μπορεί να επιδικασθεί σε κεφάλαιο εφάπαξ. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η αποζημίωση που αναφέρεται στο μέλλον και δύναται να οφείλεται, μεταξύ άλλων για στέρηση διατροφής, συνεπεία θανάτου του υπόχρεου για την καταβολή αυτής, καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Ο εν λόγω τρόπος καταβολής αποτελεί τον κανόνα. Εξαιρετικά, όμως, μπορεί να καταβληθεί και σε κεφάλαιο εφ’ άπαξ αν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Πότε συμβαίνει τούτο κρίνεται με βάση την συνολική θεώρηση των οικονομικών κυρίως σχέσεων που αφορούν τις εν γένει ανάγκες του δικαιούχου της διατροφής, εφ’ όσον στη συγκεκριμένη περίπτωση ο σκοπός της αποζημιώσεως ικανοποιεί καλλίτερα τα συμφέροντα του με την εφ’ άπαξ πληρωμή αυτής. Προς τούτο απαιτείται αίτηση του δικαιούχου – ενάγοντος. Από την πλευρά δε αυτού πρέπει να προβάλλονται κατά τρόπο ορισμένο και σε περίπτωση αμφισβητήσεως να αποδεικνύονται πραγματικά περιστατικά συγκροτούντα την έννοια του σπουδαίου λόγου, ο οποίος αποτελεί νομική έννοια υποκείμενη στον αναιρετικό έλεγχο, κατά πόσον τα ανελέγκτως γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά συγκροτούν ή όχι την αόριστη νομική έννοια του σπουδαίου λόγου (βλ. Α.Π. 66/1990 Ολομ. 608/2001, 1676/2000). Εξ άλλου, εν όψει του ότι οι ανωτέρω διατάξεις καλύπτουν μελλοντική ζημία, οι στερήσεις διατροφής που υπέστη ο ζημιωθείς, επιδιώκονται αθροιστικώς, αν έχουν ήδη συντελεσθεί κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, δεδομένου ότι η αποζημίωση που αφορά ζημία του παρελθόντος παρέχεται σε κεφάλαιο εφ άπαξ (βλ. Εφ. Αθηνών 631/1994).
  22. Επειδή, εν πρώτοις, η υπό κρίση αγωγή, καθ’ ό μέρος αφορά την περί αποζημιώσεως αξίωση της πρώτης των εναγόντων για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της Γ. Κ. λόγω στερήσεως διατροφής αυτού κατά το χρονικό διάστημα από 19-12-2004 έως 1-7-2005 είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, ελλείψει ενεργητικής νομιμοποιήσεως της. Και τούτο διότι, εφ’ όσον το εν λόγω τέκνο της ενάγουσας γεννήθηκε την 19-12-1986 (βλ. το αναφερόμενο στην 13η σκέψη πιστοποιητικό του Δήμου Καλλιθέας, καθώς και τις υπ’ αριθμ. 3502/2002 και 558/2002 συνταξιοδοτικές πράξεις του Ι.Κ.Α. και του Τ.Ε.Α.Π.Α.Ε. αντιστοίχως ) και, άρα, συνεπλήρωσε το 18° έτος της ηλικίας του την 19-12-2004, είχε από την ημεροχρονολογία αυτή πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα ως ενήλικος (άρθρο 127 Α.Κ.) και, ως εκ τούτου, και την ικανότητα για την άσκηση της υπό κρίση αγωγής ως προς το αναφερόμενο μέρος αυτής (άρθρο 24 παρ. 1 περίπτ. α’ Κ. Διοικ. Δικ.).
  23. Επειδή, περαιτέρω, η περί αοριστίας της υπό κρίση αγωγής, προβαλλόμενη ένσταση των εναγομένων Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και Ελληνικού Δημοσίου, καθ’ ό μέρος αφορά την περί αποζημιώσεως αξίωση της πρώτης των εναγόντων, για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της Γ. και Θ. Κ. λόγω στερήσεως διατροφής αυτών, είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη. Τούτο δε, διότι η υπό κρίση αγωγή, όσον αφορά την ως άνω αξίωση, διαλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, συμφώνως προς τα εκτεθέντα στην 21η σκέψη, ενώ, εξ άλλου, δεν απαιτείται να εκτίθενται στην αγωγή, για το ορισμένο αυτής, οι διατροφικές ανάγκες του τέκνου αναλυτικώς και το ποσό που χρειάζεται για την κάλυψη κάθε μιας, όπως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενοι, αφού με τον συνηθισμένο και εύχρηστο νομικό όρο «διατροφή» νοείται σαφώς το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του δικαιούχου, δηλαδή για την τροφή, τη στέγαση, τον φωτισμό, την θέρμανση, την ένδυση, την ψυχαγωγία και τη νοσηλεία αυτού, καθώς και για την ανατροφή και την εκπαίδευση του (Εφ. Αθηνών 7546/2001, βλ. επίσης Α.Π. 1322/1992, Εφ. Πατρών 55/2000).
  24. Επειδή, η πρώτη των εναγόντων με την υπό κρίση αγωγή και το επ’ αυτής υπόμνημα, σχετικώς με την περί αποζημιώσεως αξίωση για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της Γ. και Θ. Κ. λόγω στερήσεως αυτών, εκθέτει τα εξής Κατά τον χρόνο θανάτου του Μ. Κ. (13-4-2002), συζύγου της και πατρός των υπ’ αυτής εκπροσωπουμένων τέκνων της, διέμεναν και συνεχίζουν να διαμένουν στο επί της οδού Δ. αριθμ. *, στην Καλλιθέα Αττικής, ιδιόκτητο διαμέρισμα της, διετρέφοντο δε αυτά (τέκνα) από την ιδία και τον θανόντα, αφού αδυνατούσαν να διατραφούν από εργασία κατάλληλη για την ηλικία τους, ενώ δεν διαθέτουν και προσωπική περιουσία. Η ίδια δε, η οποία δεν εργαζόταν (σχετικώς, τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα επί των δηλώσεων φόρου εισοδήματος των οικονομικών ετών 2001 και 2002, που υπέβαλε ο θανών) και συνεχίζει να μην εργάζεται, συνεισφέρει στην διατροφή των τέκνων της δια της προσφοράς της ιδιόκτητης κατοικίας της και της φροντίδας αυτών, ενώ μοναδική πηγή εισοδημάτων του θανόντος και της οικογενείας του ήταν η εργασία του ως τεχνικού – ηλεκτρονικού αεροσκαφών της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Από την εργασία του αυτή αποκέρδαινε μηνιαίως (συνυπολογιζομένων των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, καθώς και των αμοιβών λόγω υπερωριακής και νυκτερινής απασχολήσεως) το ποσό των 869.000 δραχμών, ήδη 2.550,26 ευρώ, (σχετικώς, το εκκαθαριστικό σημείωμα επί της δηλώσεως φόρου εισοδήματος του θανόντος, για το οικονομικό έτος 2001 – χρήση 2000 -, βάσει του οποίου εδήλωσε συνολικό εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες 10.424.562 δραχμές, που αναλογεί κατά μήνα στο ως άνω ποσό κατά στρογγυλοποίηση). Τούτο διότι, όπως ιστορεί η ενάγουσα, ναι μεν κατά το έτος 2001 οι μηνιαίες αποδοχές του θανόντος ήταν 821.225 δραχμές, ήδη 2410,05 ευρώ, (σχετικώς, το εκκαθαριστικό σημείωμα επί της δηλώσεως φόρου εισοδήματος του θανόντος, για το οικονομικό, έτος 2002 – χρήση 2001 – βάσει του οποίου εδήλωσε συνολικό εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες 9.854,706 δραχμές, που αναλογεί κατά μήνα στο ως άνω ποσό κατά στρογγυλοποίηση), αφού λόγω της εκλογής του στο συνδικαλιστικό σωματείο ΕΠΤΑΟΑ ( σχετικώς, τα αναφερόμενα στην 14η σκέψη έγγραφα του εν λόγω σωματείου, καθώς και το μνημονευόμενο αυτόθι περιοδικό) είχε απαλλαγεί από σημαντικό μέρος της υπερωριακής και νυκτερινής απασχολήσεως, πλην, όμως, κατά την 1-4-2002, που είχε επιστρέψει στον κανονικό ρυθμό της εργασίας του, καθ’ όσον είχε λήξει η θητεία του στο ως άνω σωματείο και δεν είχε θέσει εκ νέου υποψηφιότητα λόγω αυξημένων οικογενειακών δαπανών, οι μηνιαίες αποδοχές του θα ανήρχοντο τουλάχιστο στο προαναφερόμενο ποσό των 869.000 δραχμών, ήδη 2550,26 ευρώ (σχετικώς επικαλείται ότι το τροχαίο ατύχημα συνέβη κατά την επιστροφή του θανόντος από την εργασία και τον εξ αυτού του λόγου χαρακτηρισμό του εν λόγω ατυχήματος ως εργατικού με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. πρωτ. 158/2002 απόφαση του κατά τόπον αρμοδίου Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.). Από το ποσό αυτό, συνεχίζει η ενάγουσα, ο θανών διέθετε 269.000 δραχμές ( ήδη 789,44 ευρώ ) για τη διατροφή αυτού και της ιδίας και 300.000 δραχμές (ήδη 880,41 ευρώ) για έκαστο των τέκνων τους. Και όσον αφορά την ίδια, με την χορηγηθείσα εις αυτήν σύνταξη (κυρία και επικουρική) λόγω θανάτου του Μ. Κ., καλύπτεται η ως άνω διατροφή. Όμως, όσον αφορά τα τέκνα της, η χορηγηθείσα εις έκαστο εξ αυτών σύνταξη ( κυρία και επικουρική) συνολικού ποσού 178,34 ευρώ (137,093 κυρία σύνταξη + 41,25 επικουρική ) και, μετά από τον συνυπολογισμό των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, ανερχομένη στο ποσό των 208,06 ευρώ κατά μήνα, υπολείπεται της ως άνω διατροφής (σχετικώς, προσκομίζει α) την υπ’ αριθμ. 3502/8-8-2002 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Καλλιθέας και β) την υπ’ αριθμ. 558/22-5-2002 απόφαση της Διευθύντριας του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Αεροπορικών Επιχειρήσεων ( Τ.Ε.Α.Π.Α.Ε. ) περί απονομής κυρίας και επικουρικής συντάξεως αντιστοίχως στην ίδια και στα τέκνα της λόγω θανάτου του Μ. Κ. ). Εν όψει αυτών προβάλλει, ότι τα τέκνα της στερούνται της πλήρους διατροφής που θα τους παρείχε ο πατέρας τους, ο οποίος κατά τον χρόνο του θανάτου του ήταν 48 ετών, υγιέστατος και δημιουργικός. Ειδικώτερον, όπως εκθέτει, ο Γ. Κ. ( που γεννήθηκε την 19-12-1986), 16 ετών κατά το χρόνο θανάτου του πατρός του, και μαθητής της Γ’ Λυκείου στο Πειραματικό Λύκειο Πλάκας κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, ο οποίος παρακολουθούσε και παρακολουθεί φροντιστηριακά μαθήματα για την εισαγωγή του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, από την κατά τα ανωτέρω διατροφή, που αναλύεται σε έξοδα τροφής, ένδυσης και υπόδησης, αναλογίας σε δαπάνες Δ.Ε.Η., Ο.Τ.Ε, κ.λ.π., εκπαίδευσης (φροντιστηριακά μαθήματα, αγορά βοηθητικών βιβλίων και σχολικών, μετακίνησης στο σχολείο), ψυχαγωγίας κ.λ.π., αφαιρούμενης της συντάξεως που λαμβάνει, στερείται μηνιαίας διατροφής 672,35 ευρώ. Το ίδιο ποσό διατροφής στερείται και ο Θ Κ ( που γεννήθηκε την 10-7-1990 ), 12 ετών κατά τον χρόνο θανάτου του πατρός του, και μαθητής της Β’ τάξεως Γυμνασίου στο Πειραματικό Γυμνάσιο Πλάκας, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, που παρακολουθεί επί πλέον μαθήματα ξένων γλωσσών ( Αγγλικής και Ισπανικής ), καθώς, και Αρχαίων Ελληνικών. Κατόπιν τούτων, ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι Δήμος Κρωπίας, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής και Ελληνικό Δημόσιο να της καταβάλλουν, εις ολόκληρο έκαστος, για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της, ως αποζημίωση, την διατροφή που στερήθηκαν και θα στερηθούν, ως εξής : α) Για τον Γ Κ, κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως την αποφοίτηση του από την Γ’ τάξη Λυκείου (1-7-2004), καθώς και μέχρι την 19-12-2004 λόγω της φοιτήσεως του σε A.E.I, ή Τ.Ε.Ι., άλλως προκειμένου να προετοιμασθεί εκ νέου για την εισαγωγή του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το συνολικό ποσό των 25.549,30 ευρώ, β) Για τον Θ Κ, κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως την αποφοίτηση του από την Γ’ τάξη Λυκείου (1-7-2008), το συνολικό ποσό των 49.753,9 ευρώ. Τα ποσά δε αυτά ζητεί να της καταβληθούν εφ’ άπαξ, αφού, όπως ισχυρίζεται, συντρέχει σπουδαίος λόγος, που συνίσταται στην ανάγκη κάλυψης των αμέσων αναγκών των δικαιούχων, άλλως περιοδικώς. Εξ άλλου, η ενάγουσα προς απόδειξη των προεκτεθέντων προσκομίζει μετ’ επικλήσεως : α) τις προαναφερόμενες στην 14η σκέψη μαρτυρικές καταθέσεις του Μ. Μ., Ν. Α. και Α. Φ., οι οποίοι ως ελέχθη, εργάζονται στην Ολυμπιακή Αεροπορία και ήταν συνάδελφοι του Μ. Κ. Οι εν λόγω μάρτυρες κατέθεσαν, μεταξύ άλλων, για την προσωπικότητα του Μ. Κ. και ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2002 ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου (Γ. Γραμματέας) του προαναφερομένου σωματείου επί πλέον δε ο πρώτος εξ αυτών επιβεβαίωσε τα όσα ως άνω εκθέτει η ενάγουσα για την διατροφή που παρείχε ο θανών στα τέκνα του, καθώς και για τις εν γένει δαπάνες αυτών, β) τις υπ’ αριθμ. 4863/15-9-2003, 4968/16-3-2004, 4983/21-4-2004 και 5010/10-5-2004 διπλότυπες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών (σε επικυρωμένα φωτοαντίγραφα) του Φροντιστηρίου Μ.Ε – Σ. Τ. , βάσει των οποίων ο Γ. Κ. κατέβαλε κατά σειρά 300,800,1020 και 480 ευρώ για αντίστοιχες δόσεις διδάκτρων γ) την υπ’ αριθμ. 40/22-9-2004 απόδειξη εισπράξεως (σε επικυρωμένο φωτοαντίγραφο) των Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών – «ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ Α.Ε.», βάσει της οποίας ο ανωτέρω κατέβαλε 2770 ευρώ με την αιτιολογία «εξόφληση σκηνοθεσία».
  25. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας υπ’ όψιν α) το ύψος των εισοδημάτων του Μ. Κ. κατά τα τελευταία πριν από τον θάνατο του έτη και την πιθανή εξέλιξη της πορείας τους, εν όψει και της ειδικότητος του ως τεχνικού – ηλεκτρονικού αεροσκαφών β) την ηλικία του ( 48 ετών ) κατά τον χρόνο του θανάτου του, γ) τις κατά τα κοινώς γνωστά συνθήκες διαβιώσεως στην μείζονα περιοχή της πρωτευούσης, δ) την ηλικία των ανηλίκων τέκνων του θανόντος και τις επί τη βάσει των προσκομιζομένων στοιχείων (αποδείξεις για καταβολή διδάκτρων) αλλά και, κυρίως, τις κατά τα κοινώς γνωστά ανάγκες για την διατροφή και την εκπαίδευση τους, που κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα διαρκέσουν μέχρι την αποφοίτηση ενός εκάστου εξ αυτών από την Γ’ Τάξη Λυκείου, δηλαδή μέχρι την 1-7-2004 για τον Γ. Κ. και την 1-7-2008 για τον Θ. Κ., το Δικαστήριο κρίνει, ότι ο Μ.      Κ. διέθετε κατά τον προ του θανάτου του χρόνο ως δαπάνες διατροφής και εκπαιδεύσεως των ανηλίκων τέκνων του το ποσό των 700 ευρώ για έκαστο εξ αυτών μηνιαίως. Το ποσό δε αυτό, αναπροσαρμοζόμενο αναλόγως, θα διέθετε για τις ίδιες αιτίες και κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων για έκαστο των τέκνων του μέχρι την αποφοίτηση τους από την Γ’ τάξη Λυκείου, ήτοι μέχρι την 1-7-2004 για τον Γ. Κ. και την 1-7-2008 για τον Θ. Κ., όπως ζητεί η ενάγουσα για λογαριασμό τους και όχι μέχρι την ενηλικίωση αυτών, δηλαδή την 19-12-2004 και 10-7-2008 αντιστοίχως, όπως θα ηδύνατο να πράξει. Εν όψει, όμως, του ότι η επελθούσα στα τέκνα του θανόντος στέρηση του δικαιώματος διατροφής έχει καλυφθεί μερικώς με την απονεμηθείσα εις έκαστο εξ αυτών μηνιαία σύνταξη (κυρία και επικουρική) συνολικού ποσού 208,06 ευρώ (συνυπολογιζομένων των δώρων και εορτών και επιδόματος αδείας) συμφώνως προς τα προεκτεθέντα (25 σκέψη) – παρ’ ότι η ενάγουσα ηδύνατο ως προς την επικουρική σύνταξη να επικαλεσθεί τη ρύθμιση του άρθρου 930 παρ. 3, μη δυναμένου του Δικαστηρίου να προβεί αυτεπαγγέλτως στην εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως, καθ’ όσον επί αγωγής αποζημιώσεως ενεργεί κατ’ αίτηση των διαδίκων (Σ.τ.Ε. 3182/1998) – η ανωτέρω έχει για λογαριασμό εκάστου των ως άνω τέκνων αξίωση αποζημιώσεως λόγω στερήσεως διατροφής ανερχομένη μηνιαίως στο ποσό των 492 ευρώ κατά στρογγυλοποίηση (700 – 208,06 = 491,94) και συνολικώς : α) για τον Γ. Κ., κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως 1-7-2004, το ποσό των 12.792 ευρώ ( 492 Χ 26 μήνες ). β) για τον Θ. Κ., κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως 1-7-2008, το ποσό των 36.408 ευρώ (492 Χ 74 μήνες ). Εξ άλλου, η αξίωση της ενάγουσας περί της σχετικής αποζημιώσεως για λογαριασμό του Γ. Κ. και κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-2004 έως 19-12-2004 συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στην 25η σκέψη είναι απορριπτέα. Και τούτο .διότι η ενάγουσα, αν και κατά τον χρόνο συζητήσεως της υπό κρίση αγωγής (29-9-2004) εγνώριζε τα αποτελέσματα των εξετάσεων της τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως, εν τούτοις δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να συνάγεται ότι ο Γ. Κ. είχε την πρόθεση να προετοιμασθεί εκ νέου για τις εισιτήριες εξετάσεις των A.E.I, και T.E.I. (π.χ. εγγραφή σε φροντιστήριο). Αλλωστε, και από την προμνησθείσα στην 25η σκέψη από 22-9-2004 απόδειξη εισπράξεως των ειρημένων εργαστηρίων ελευθέρων σπουδών με την αιτιολογία «εξόφληση σκηνοθεσία» – και τα οποία, πάντως δεν συγκαταλέγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, είναι προφανές ότι μόνο αντίθετο συμπέρασμα μπορεί να συναχθεί . Περαιτέρω, δε, το αίτημα της ενάγουσας περί της εφ’ άπαξ καταβολής των προαναφερομένων ποσών αποζημιώσεως των δικαιούχων Γ. και Θ. Κ. καθ’ ό μέρος αφορά το μέχρι της ασκήσεως της υπό κρίση αγωγής χρονικό διάστημα, ήτοι από 1-5-2002 έως και 15-1-2004, είναι νόμιμο, δεδομένου ότι, συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στην 22Π σκέψη, πρόκειται περί αποζημιώσεως που αφορά τις αντίστοιχες ζημίες (στερήσεις διατροφής) των δικαιούχων του παρελθόντος. Το ίδιο, όμως, αίτημα, καθ’ ό μέρος αφορά το μετά την άσκηση της αγωγής χρονικό διάστημα, ήτοι από 16-1-2004 έως 1-7-2004 και έως 1-7-2008 για έκαστο των ως άνω δικαιούχων αντιστοίχως είναι απορριπτέο ως αόριστο, δεδομένου ότι δεν εξειδικεύεται εις τι συνίσταται η επικαλούμενη από την ενάγουσα «ανάγκη κάλυψης των άμεσων αναγκών των δικαιούχων», ώστε να κριθεί εάν συντρέχει περίπτωση σπουδαίου λόγου, όπως απαιτείται κατ’ άρθρον 930 παρ. 1 Α.Κ. συμφώνως προς τα προεκτεθέντα στην 22η σκέψη, προκειμένου να επιδικασθεί η εφ’ άπαξ καταβολή αποζημιώσεως αναφερομένης εις το μέλλον. Μετά ταύτα, πρέπει να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι Δήμος Κρωπίας, Νομαρχιακή. Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής και Ελληνικό Δημόσιο, έκαστος εις ολόκληρον, να καταβάλλουν στην ενάγουσα τα προαναφερόμενα ποσά αποζημιώσεως ως εξής: α) Για έκαστο από τους Γ. και Θ. Κ. και για το χρονικό διάστημα από 1-5-2002 έως 15-1-2004 αντιστοίχως, ποσό 10.086 ευρώ (492 Χ 20 και 1/2 μήνες) εφ’ άπαξ. β) Για έκαστο των ανωτέρω, κατά την αναφερομένη σειρά, και για το χρονικό διάστημα από 16-1-2004 έως 1-7-2004 και 1-7-2008 αντιστοίχως ποσό 2706 (12.792 – 10.086) και 26.322 ( 36.408 – 10.086 ) ευρώ, κατά την ως άνω σειρά, περιοδικώς, ήτοι σε μηνιαίες δόσεις, ανερχομένων κατά περίπτωση της μεν πρώτης δόσεως σε 246 ευρώ, των δε υπολοίπων σε 492 ευρώ εκάστη και καταβλητέων εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από της επιδόσεως της παρούσης και μέχρις εξοφλήσεως.
  26. Επειδή, κατά το άρθρο 932 του Αστικού Κωδικός σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής στην οικογένεια του θύματος, μολονότι δεν προσδιορίζεται περιλαμβάνονται ο σύζυγος και οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανόντος, αδιαφόρως αν συζούσουν με αυτόν ή διέμεναν χωριστά. (Ετσι υπό την έννοια αυτή στην εν λόγω οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται ο σύζυγος, δηλ. οι κατιόντες, οι ανιόντες και oι αγχιστείας πρώτου βαθμού (γαμβρός και νύφη, πεθερός και πεθερά). Περαιτέρω, από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει, ότι με αυτήν παρέχεται δυνητική ευχέρεια στο δικαστήριο της ουσίας μετά από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που τέθηκαν υπόψη του, ήτοι του βαθμού του πταίσματος του υπόχρεου, του είδους της προσβολής, της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των μερών κ.λ.π., και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση και να προσδιορίσει το ποσό αυτής. Ο προσδιορισμός δε αυτός του ποσού της κατά τα ανωτέρω εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως αφέθηκε στην ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, η οποία και δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια (βλ. Α.Π. 1114/2000, 130/1999 κ.α.).
  27. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όσον αφορά τις αξιώσεις περί χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ψυχικής οδύνης των εναγόντων και, συγκεκριμένα, α) της πρώτης αφ’ ενός ατομικώς, αφ’ ετέρου για λογαριασμό των τέκνων της Γ. και Θ. Κ. και β) των δευτέρου και τρίτης, πατρός και μητρός αντιστοίχως του Μ. Κ., των οποίων ήταν και το μοναδικό τέκνο (σχετικώς, το αναφερόμενο στην 13η σκέψη πιστοποιητικό του Δήμου Καλλιθέας και συμφωνως προς το οποίο οι ανωτέρω, κατά το χρόνο του θανάτου του υιού τους, ήταν ηλικίας 76 και 73 ετών αντιστοίχως ), λαμβάνοντας υπ’ όψιν α) τις τραγικές συνθήκες του τροχαίου ατυχήματος, από το οποίο επήλθε ο φρικτός θάνατος του ατυχούς Μ, Κ., ενώ επέστρεφε από την εργασία του β) τον βαθμό της υπαιτιότητας των αρμοδίων οργάνων των εναγομένων Δήμου Κρωπίας, Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ανατολικής Αττικής και Ελληνικού Δημοσίου συμφωνως προς τα προεκτεθέντα στην 14η σκέψη, γ) την ηλικία του θανόντος ( 48 ετών ) και το ότι ήταν υγιής, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο αιφνίδιος θάνατος του Μ. Κ., υπό τις προεκτεθείσες συνθήκες, προκάλεσε στην σύζυγο, στα τέκνα και στους γονείς του βαθύτατη θλίψη και πόνο. Ειδικώτερον, στη πρώτη από τους .ενάγοντες (σύζυγος), αφού απεστερήθη του συζύγου της και του μοναδικού οικονομικού αιμοδότη της οικογενείας της, με συνέπεια να είναι υποχρεωμένη να ανακαλύψει νέους τρόπους για τα προς το ζην, αλλά, κυρίως, να φέρει το βάρος της ανατροφής των ανηλίκων τέκνων της, χωρίς τον συμπαραστάτη πατέρα αυτών. Στα τέκνα, καθ’ όσον απεστερήθησαν της μη επιδεχόμενης χρηματικής αποτιμήσεως πατρικής επιμελείας και στοργής, με συνέπεια, εν όψει και της ηλικίας τους, να επιβαρυνθούν ψυχολογικούς, αλλά και να αντιμετωπίσουν την ζωή χωρίς την παρουσία και το πρότυπο του πατέρα. Στους γονείς, αφού με την απώλεια του μονάκριβου υιού τους, απώλεσαν την χαρά της ζωής και τον μοναδικό λόγο υπάρξεως τους. Κατόπιν αυτών, πρέπει να υποχρεωθούν οι ως άνω εναγόμενοι να καταβάλλουν, έκαστος εις ολόκληρον, προς ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση των εναγόντων χρηματική ικανοποίηση (βλ. Σ.τ.Ε. 1223/2002), το ύψος της οποίας, εν όψει της κοινωνικής, οικονομικής και οικογενειακής τους καταστάσεως, πρέπει να καθορισθεί ως εξής: α) Για την πρώτη των εναγόντων αφ’ ενός ατομικώς σε 60.000 ευρώ, αφ’ ετέρου για λογαριασμό εκάστου των τέκνων της Γ. και Θ. Κ. σε 50.000 ευρώ. β) Για έκαστο από τους δεύτερο και τρίτη σε 50.000 εύρώ.
  28. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αγωγή, καθ’ ό μέρος αφορά την περί αποζημιώσεως αξίωση της πρώτης των εναγόντων για λογαριασμό του τέκνου της Γ. Κ., λόγω στερήσεως διατροφής αυτού κατά το χρονικό διάστημα από 19-12-2004 έως 1-7-2005, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει ενεργητικής νομιμοποιήσεως της, ενώ καθ’ ό μέρος αφορά τις λοιπές αξιώσεις πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή. Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι Δήμος Κρωπίας, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής και Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλλουν στους ενάγοντες, έκαστος εις ολόκληρο, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής, με το εκάστοτε ισχύον ποσοστό επιτοκίου του τόκου υπερημερίας ( βλ. Σ.τ.Ε. 3651/20021 τα εξής ποσά : 1) Στην πρώτη, αφ’ ενός ατομικώς, ως αποζημίωση για έξοδα κηδείας και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, το συνολικό ποσό των 62.885,9 ευρώ (2.885,9 + 60.000), αφ’ ετέρου για λογαριασμό των τέκνων της Γ. και Θ. Κ. και για έκαστο εξ αυτών α) ως αποζημίωση για στέρηση διατροφής και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης το συνολικό ποσό των 60.086 ευρώ (10.086+50.000) και β) ως αποζημίωση για στέρηση διατροφής τα ποσά των 2.707 και 26.322ευρώ αντιστοίχως, σε μηνιαίες δόσεις, ανερχομένων κατά περίπτωση της μεν πρώτης δόσεως σε 246 ευρώ και των υπολοίπων σε 492 ευρώ εκάστη, καταβλητέων δε εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός και επιβαρυνομένων, σε περίπτωση καθυστερήσεως, με τον ως άνω τόκο υπερημερίας. 2) Σε έκαστο από τους δεύτερο και Τρίτη τo ποσό των 50.000 ευρώ. Περαιτέρω, το αίτημα της αγωγής περί κηρύξεως της παρούσας αποφάσεως ως προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, καθ’ όσον δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που συνηγορούν προς τούτο, αλλά ούτε και αποδεικνύεται ότι η επιβράδυνση της εκτελέσεως θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στους ενάγοντες και δη ότι θα θέσει σε κίνδυνο την επιβίωση τους, όπως αυτοί επικαλούνται, πλην, όμως, ουδέν στοιχείο προσκομίζουν προς τούτο. Τέλος, η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφισθεί μεταξύ των διαδίκων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδαφ. γ’ Κ. Διοικ. Δικ.).

   ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

   – Απορρίπτει την αγωγή, καθ’ ό μέρος αφορά την περί αποζημιώσεως αξίωση της Ε. Π. – Κ. (1η) για λογαριασμό του τέκνου της Γ. Κ., λόγω στερήσεως διατροφής αυτού κατά το χρονικό διάστημα από 9-12-2004 έως 1-7-2005 ως απαράδεκτη, ελλείψει ενεργητικής νομιμοποιήσεως της.

   – Δέχεται εν μέρει την αγωγή κατά τα λοιπά.

   – Υποχρεώνει τους εναγομένους Δήμο Κρωπίας Νομού Αττικής, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής και Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλλουν για τις προεκτεθείσες αιτίες, στους ενάγοντες έκαστος εις ολόκληρο, νομιμοτόκως από της επιδόσεως, της αγωγής, με το εκάστοτε ισχύον ποσοστό επιτοκίου του τόκου υπερημερίας, τα εξής ποσά : 1) Στην Ε. Π. – Κ. (1η ), αφ’ ενός ατομικώς το ποσό των εξήντα δύο χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και εννέα λεπτών ( 62.885,9), αφ’ ετέρου για λογαριασμό των τέκνων της Γ. και Θ. Κ. και για έκαστο εξ αυτών α) το ποσό των εξήντα χιλιάδων μηδέν ογδόντα έξι ευρώ ( 60.086 ), β) τα ποσά των δύο χιλιάδων επτακοσίων επτά ( 2.707 ) και είκοσι έξι χιλιάδων τριακοσίων είκοσι δύο (26.322) ευρώ αντιστοίχως, σε μηνιαίες δόσεις, ανερχομένων κατά περίπτωση της μεν πρώτης δόσεως σε διακόσια σαράντα έξι (246) ευρώ και των υπολοίπων σε τετρακόσια ενενήντα δύο (492) ευρώ εκάστη, καταβλητέων δε εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός και επιβαρυνομένων, σε περίπτωση καθυστερήσεως, με τον ως άνω τόκο υπερημερίας 2) Σε έκαστο από τους Ι. Κ. (2ος) και Ζ. συζ. Ι. Κ. (3η) το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000).

   – Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη.

   Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα στις 17-1-2005 και η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 25-2-2005.

To Top